Mary Wortley Montagu by Charles Jervas, after 1716
Η Λαίδη Μόνταγκιου (Lady Mary Wortley Montagu, 15 Μαΐου 1689 - 21 Αυγούστου 1762) ήταν Αγγλίδα αριστοκράτισσα και λόγια.
Μορφώθηκε κατ’ οίκον και έμαθε, μεταξύ των άλλων, Γαλλικά, Ιταλικά και Λατινικά. Στο σπίτι της σύχναζαν λόγιοι άνδρες, οι οποίοι προφανώς επηρέασαν το πνεύμα της.
Το 1712 παντρεύτηκε, παρά την θέληση των γονέων της, τον Έντουαρντ Μόνταγκιου, αριστοκρατικής επίσης καταγωγής, δικηγόρο και μέλος του Κοινοβουλίου.
Στις αρχές του 1715 η Λαίδη Μαίρη, όπως επεκράτησε ν’ αποκαλείται, άρχισε πολυάσχολη κοσμική ζωή : έδινε δεξιώσεις κάθε Δευτέρα, παρακολουθούσε ανελλιπώς το θέατρο και την όπερα και σύχναζε στην βασιλική αυλή. Καλλιεργούσε σχέσεις με ποιητές και δύο σατιρικά ποιήματά της τής χάρισαν την φήμη του θηλυκού Πόουπ. Ο οποίος Πόουπ, παρά τον μισογυνισμό του και την αξιοθρήνητη σωματική του κατάσταση, άρχισε να ερωτοτροπεί μαζί της, κυρίως δι’ αλληλογραφίας.
Τον Δεκέμβριο του 1715 η Μαίρη προσεβλήθη από ευλογιά. «Μόνο τα ζωηρά, μαύρα μάτια της διατήρησαν την ομορφιά τους». Τον επόμενο χρόνο ο άντρας της διορίστηκε έκτακτος πρέσβης στην Υψηλή Πύλη. Η Μαίρη τον συνόδευσε ενθουσιασμένη, διέσχισαν την Ευρώπη κι έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη τον Μάιο του 1717.
Έμαθε αρκετά καλά τα Τουρκικά ώστε να διαβάζει τουρκική ποίηση και επισκεπτόταν τακτικά τα χαρέμια. Παρατήρησε ότι οι Τούρκοι εμβολιάζονταν με επιτυχία κατά της ευλογιάς και υπήρξε πρωτοπόρος της διάδοσης του εμβολιασμού, αρχίζοντας από τον γιο και την κόρη της. Επέστρεψε στο Λονδίνο τον Οκτώβριο του 1718.
Ο Πόουπ δέχθηκε με ενθουσιασμό την επιστροφή της αλλά το 1722 οι σχέσεις τους είχαν οικτρή κατάληξη και ο ποιητής εξαπέλυσε κι εναντίον της τους φαρμακερούς του στίχους.
Ζούσε ουσιαστικά χωρισμένη από τον άντρα της όταν το 1736 άρχισε ένα απελπισμένο ειδύλλιο με τον Ιταλό Φραντσέσκο Αλγκαρόττι, εικοσιτρία χρόνια νεώτερό της. Το 1739 πήγε στην Ιταλία για να τον συναντήσει, πέρασαν δυο χρόνια ώσπου να συμβεί αυτό, και ο δεσμός είχε τελικά την αναμενόμενη θλιβερή κατάληξη. Η λαίδη Μαίρη έμεινε εικοσιένα χρόνια στην Ιταλία περιφερόμενη από την μια πόλη στην άλλη και δημιουργώντας τις χειρότερες εντυπώσεις. Επέστρεψε στην Αγγλία το 1762 και την ίδια χρονιά πέθανε.
Ποιήματά της δημοσιεύτηκαν όσο ζούσε σε ανθολογίες και εφημερίδες. Το έργο στο οποίο οφείλει την φήμη της και που εκδόθηκε μεταθανάτια, ήταν οι επιστολές που έγραψε κατά το ταξίδι της στην Κωνσταντινούπολη. Σ’ αυτές η λαίδη Μαίρη, που ως γυναίκα μπορούσε να συχνάζει στα χαρέμια και στα γυναικεία λουτρά, χαλιναγώγησε την καλπάζουσα φαντασία των ανδρών ταξιδιωτών, που έγραφαν χωρίς να έχουν ιδίαν αντίληψιν για σκηνές στις οποίες πολύ θα ήθελαν να παρευρίσκονται.
Οι επιστολές της ενθουσίασαν πολλούς διανοουμένους της εποχής της και ο Βολταίρος τις έκρινε ανώτερες από αυτές της Μαντάμ ντε Σεβινιέ.
Μεταφράσεις στα ελληνικά
Μετάφραση των επιστολών της στα Ελληνικά με εντυπώσεις από τα ταξίδια της στην Ευρώπη, Ασία και Αφρική έκανε ο Ιωσήφ Κασσεσιάν («ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ»)
ΤΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΤΡΙΩΝ ΗΠΕΙΡΩΝ
Παρουσίαση
Η ταξιδιωτική φιλολογία μας έχει ίσως συνηθίσει στο να πιστεύουμε ότι μόνον άνδρες αποτολμούσαν ταξίδια μέχρι τον 18ο περίπου αιώνα, κι αυτό λόγω των πολλών και ποικίλων δυσκολιών καθώς και των κινδύνων που συνεπάγονταν αυτά τα ταξίδια ιδιαίτερα έξω από την "πολιτισμένη Δύση" της εποχής.
Και όμως η τολμηρή λαίδη Μόνταγκιου αδράχνοντας την ευκαιρία, συνοδεύει τον λόρδο σύζυγό της στην Κωνσταντινούπολη όπου έχει διοριστεί ως πρέσβης. Η ανώτερη κοινωνική τάξη στην οποία ανήκει της δίνει τη δυνατότητα να γίνεται δεκτή σε όλες της Αυλές της Ευρώπης από όπου περνάει και με την κοφτερή και κριτική ματιά της να εντοπίζει, να καταγράφει, και να κριτικάρει τις συνθήκες ζωής της εποχής.
Διασχίζοντας με άμαξα όλη την Ευρώπη θα περάσει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και έπειτα από μακρόχρονο ταξίδι θα φτάσει στην Κωνσταντινούπολη την "Βασιλίδα των πόλεων". Εκεί η αχόρταγη περιέργεια και φιλομάθεια της θα την οδηγήσει στο να οργώσει την πόλη και να εισχωρήσει ακόμα και στα μυστηριώδη χαρέμια και στα περίφημα χαμάμ, τόπους που κανένα ευρωπαϊκό μάτι δεν είχε ως τότε δει και μόνο υποθέσεις και τερατολογίες διαδίδονταν γι' αυτά:
"Ήταν ολόγυμνες αποκαλύπτοντας καθετί όμορφο και κάθε ελάττωμα που είχαν. Ωστόσο δεν υπήρχε ούτε το παραμικρό λάγνο χαμόγελο ή άσεμνη χειρονομία εκ μέρους τους. Βάδιζαν και κινούνταν με την ίδια αρχοντική χάρη την οποία ο Μίλτον αποδίδει στη μητέρα όλων μας. Υπήρχαν ανάμεσα τους πολλές που είχαν τόσο τέλειες αναλογίες όσο και οι θεές του Γκουΐντο ή του Τισιάνο και το δέρμα των περισσοτέρων από αυτές ήταν πάλλευκο. Το μοναδικό στολίδι τους ήταν τα όμορφα μαλλιά τους που χωρίζονταν σε πολυάριθμες μπούκλες, έπεφταν στους ώμους τους ή συγκρατούνταν με μαργαριτάρια ή κορδέλες...".
Αν όμως βλέπουμε μέσα από τα μάτια της λαίδης Μόνταγκιου την Κωνσταντινούπολη όπως ποτέ ως τότε δεν την έχουμε δει, άλλο τόσο θα δούμε και θα γοητευθούμε το Αιγαίο, "το Αρχιπέλαγος" και τα νησιά του, την Τύνιδα και τους Βεδουίνους της, τα ερείπια της Καρχηδόνας, και την όμορφη Ιταλία, τόπους που θα διασχίσει στην περιπετειώδη επιστροφή της πίσω στα πάτρια εδάφη. (Από την παρουσίαση της έκδοσης)
Μια συγγραφέας ταξιδεύτρια που έγινε πρωτοπόρος στην ανοσοποίηση
Η Λαίδη Μαίρη Μόνταγκιου (Lady Mary Wortley Montagu) ήταν μια Βρετανίδα αριστοκράτισσα, φεμινίστρια και συγγραφέας, διάσημη για τις επιστολές της. Δεν ήταν όμως μόνο αυτά. Ήταν επίσης μια σημαντική συνήγορος της δημόσιας υγείας, η οποία ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την υιοθέτηση του εμβολιασμού κατά της ευλογιάς -μία από τις πρώτες μορφές ανοσοποίησης- στην Αγγλία.
Η ευλογιά ήταν μια μάστιγα μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα. Η ασθένεια είχε ποσοστό θνησιμότητας έως και 35%. Αν κάποιος επιζούσε, έμενε με άσχημες ουλές και πιθανές επιπλοκές, όπως σοβαρή αρθρίτιδα και τύφλωση.
Η λαίδη Μόνταγκιου ήξερε καλά την ευλογιά. Ο αδελφός της πέθανε από αυτή στα 20 του, ενώ στα τέλη του 1715 χτυπήθηκε και η ίδια από την ασθένεια. Επέζησε, αλλά έχασε τις βλεφαρίδες της και σημαδεύτηκε το πρόσωπό της.
Όταν ο σύζυγός της, ο Έντουαρντ Μόνταγκιου (Edward Wortley Montagu), μια χρονιά μετά την ασθένειά της διορίστηκε πρεσβευτής στην Τουρκία, η ίδια τον ακολούθησε στην Κωνσταντινούπολη. Οι ζωηρές επιστολές που έγραψε στους φίλους στην Αγγλία περιέγραφαν τον κόσμο της Μέσης Ανατολής και χρησίμευαν για πολλούς ως εισαγωγή στην μουσουλμανική κοινωνία.
Ένα από τα πολλά πράγματα για τα οποία έγραψε η λαίδη ήταν ο ευλογιασμός (variolation), μια μορφή εμβολιασμού που ασκείται στην Ασία και την Αφρική, αρχίζοντας πιθανώς από τον 15ο ή τον 16ο αιώνα. Στον ευλογιασμό, ένα μικρό κομμάτι φλύκταινας από κάποιον με ήπια περίπτωση ευλογιάς τοποθετείται σε μία ή περισσότερες εγκοπές σε κάποιον που δεν έχει την ασθένεια. Μια εβδομάδα αργότερα, ο δέκτης πάσχει από μια ήπια μορφή ευλογιάς και έπειτα είναι άνοσος στην ασθένεια για πάντα.
Η ίδια περιέγραψε τη διαδικασία σε μια επιστολή του 1717:
"Υπάρχει μερικές γριές γυναίκες, των οποίων δουλειά είναι να κάνουν την επέμβαση, κάθε φθινόπωρο, τον μήνα Σεπτέμβριο, όταν πέφτει η ζέστη. Ο κόσμος στέλνει ο ένας στο άλλο για να ξέρουν αν κάποιος από την οικογένεια θέλει να έχει ευλογιά. Κάνουν γιορτές για αυτό το σκοπό και όταν συναντηθούν (συνήθως δεκαπέντε ή δεκαέξι άτομα) μια από τις γριές έρχεται με δείγμα μικρής ευλογιάς και ρωτά ποιες φλέβες θέλει να του ανοίξει. Αμέσως ανοίγει όποια της προσφέρεις με μια μεγάλη βελόνα (νιώθεις μόνο μια γρατσουνιά) και βάζει μέσα στη φλέβα όσο το δυνατόν περισσότερο υλικό που μπορεί να χωράει πάνω στο κεφάλι της βελόνας της. Μετά, κλείνει την μικρή πληγή με ένα κομμάτι τσόφλι. Με αυτόν τον τρόπο ανοίγει τέσσερις ή πέντε φλέβες... Τα παιδιά ή οι νεαροί ασθενείς παίζουν μαζί όλη την υπόλοιπη μέρα και χαίρουν άκρας υγείας μέχρι και την όγδοη ημέρα. Τότε, αρχίζει να τον πιάνει πυρετός και τον κρατούν στο κρεβάτι του για δύο ημέρες, πολύ σπάνια τρεις. Έχουν πολύ σπάνια πάνω από είκοσι ή τριάντα στα πρόσωπά τους, που δε σημαδεύονται ποτέ. Και σε οκτώ ημέρες είναι τόσο καλά όσο και πριν από την ασθένειά τους."
Η λαίδη ήταν τόσο εντυπωσιασμένη από την αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού που ανέθεσε σε ένα Σκωτσέζι γιατρό που εργαζόταν στην πρεσβεία, τον Charles Maitland, να εμβολιάσει τον 5χρονο γιο της το 1718 με τη βοήθεια μιας ντόπιας (*). Επέστρεψε στην Αγγλία αργότερα το ίδιο έτος. Το 1721, μια επιδημία ευλογιάς έπληξε το Λονδίνο και η Λαίδη έβαλε τον Maitland (είχε επιστρέψει και αυτός στην Αγγλία) να ευλογιάσει την 4χρονη κόρη της, παρουσία αρκετών εξεχόντων γιατρών. Ο Maitland αργότερα έκανε μια πρώιμη εκδοχή μιας κλινικής δοκιμής της διαδικασίας σε έξι καταδικασθέντες κρατούμενους στη φυλακή του Newgate, στους οποίους υποσχέθηκε την ελευθερία τους αν συμμετείχαν στο πείραμα. Και οι έξι έζησαν, και εκείνοι που αργότερα εκτέθηκαν στην ευλογιά ήταν ανοσοποιημένοι. Στη συνέχεια, ο Maitland επανέλαβε το πείραμα σε μια ομάδα ορφανών παιδιών με τα ίδια αποτελέσματα.
Όμως, η ιδέα να μολύνεται σκόπιμα κάποιος με την ασθένεια δεν ήταν εύκολη δουλειά, ειδικά αφότου περίπου το 2 ή 3% των ανθρώπων που είχαν προσβληθεί πέθαναν από την ευλογιά (είτε επειδή η διαδικασία δεν λειτούργησε, είτε διότι ασθένησαν από διαφορετικό στέλεχος από αυτό που τους εμβολιάστηκε). Επιπλέον, οι εμβολιασμένοι μπορούσαν να διαδώσουν την ασθένεια ενώ ήταν μολυσμένοι. Η Μόνταγκιου αντιμετώπισε την κριτική επειδή η διαδικασία θεωρήθηκε "ανατολίτικη", αλλά και λόγω του φύλου της.
Όμως, από την αρχή, η Μόνταγκιου ήξερε ότι η αποδοχή του ευλογιασμού θα ήταν μια δύσκολη μάχη, κάτι που είχε γράψει στην προηγούμενη επιστολή της.
"Είμαι αρκετά πατριώτισσα για να φέρω αυτή τη χρήσιμη εφεύρεση στην Αγγλία. Και δεν πρέπει να παραλείψω να γράψω σε μερικούς από τους γιατρούς μας ιδιαιτέρως γι' αυτό, αν ήξερα κάποιον από αυτούς που θα πίστευα ότι θα μπορούσε να καταστρέψει ένα τόσο σημαντικό κλάδο των εσόδων του για το καλό της ανθρωπότητας. Αλλά η κατάσταση είναι πάρα πολύ ωφέλιμη γι' αυτούς, να μην εκθέσουν το σκληρό χτύπημα που θα πρέπει να καταβάλουν για θέσουν ένα τέλος. Ίσως, αν ζήσω για να επιστρέψω, μπορώ, ωστόσο, να έχω το θάρρος να πολεμήσω μαζί τους".
Όπως υποσχέθηκε, η Μόνταγκιου προώθησε με ενθουσιασμό τον ευλογιασμό, ενθάρρυνε τους γονείς στον κύκλο της, επισκέπτονταν ασθενείς και δημοσίευε μια περιγραφή της πρακτικής σε μια εφημερίδα του Λονδίνου. Μέσω της επιρροής της, πολλοί άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων μελών της βασιλικής οικογένειας, εμβολιάστηκαν κατά της ευλογιάς, ξεκινώντας με τις δύο κόρες της Πριγκίπισσας της Ουαλίας το 1722. Χωρίς την Μόνταγκιου, λένε οι μελετητές, η ευλογιά δεν θα μπορούσε ποτέ να νικηθεί και θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη απειλή από ότι ήταν.
Ο ευλογιασμός πραγματοποιήθηκε στην Αγγλία για άλλα 70 χρόνια, έως ότου ο Άγγλος γιατρός Έντουαρντ Τζέννερ (Edward Jenner) απέδειξε την αποτελεσματικότητα του ιού της δαμαλίτιδας να προστατεύει τον άνθρωπο από την ευλογιά, το 1796. Ο εμβολιασμός βοήθησε τελικά να σταματήσει η ευλογιά. Το 1980 έγινε η πρώτη (και μέχρι τώρα μοναδική) ανθρώπινη ασθένεια που εξαλείφθηκε εξ ολοκλήρου παγκοσμίως.
* Στην βικιπαίδεια αναφέρει ότι τον εμβολιασμό στον γιο της Λαίδη Μόνταγκιου τον έκανε ο ιατρός Εμμανουήλ Τιμόνης, ο οποίος εφάρμοζε τον ευλογιασμό ήδη από το 1701, με καλά αποτελέσματα. Ο Τιμόνης εφάρμοζε τον εμβολιασμό στην Κωνσταντινούπολη και είχε δημοσιεύσει το 1714 τη μέθοδο για την προστασία από την ευλογιά στο αγγλικό περιοδικό Philosophical Transactions. Στο ίδιο περιοδικό δημοσιεύθηκε και το άρθρο για τον εμβολιασμό κατά της ευλογιά του Ιάκωβου Πυλαρινού, ενώ την επόμενη χρονιά, το 1715, εξέδωσε τις μελέτες του στη Βενετία με τίτλο "Nova et tuta Variolas excytandi per transplantasionem methodus". Το 1721, ο Cotton Mather και οι συνεργάτες του προκάλεσαν διαμάχες στη Βοστώνη, όταν ο Zabdiel Boylston εφάρμοσε τον εμβολιασμό σε εκατοντάδες άτομα και εξέδωσε βιβλίο με τις μελέτες των Τιμόνη και Πυλαρινού.
Jean Baptiste Vanmour - Η Μόνταγκιου με τον γιο της
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου