Να γυρνάς μ’ έναν ήλιο ν’ ανεμίζει στο κατάρτι της θύμησης
κι έναν καημό κρατημένο στα κατάβαθα των ματιών της φλόγας
Και να βρέχει στου λιμανιού τον κάβο
Μια σιγανή βροχή που να ξεπλένει την άρμη στον αφρό της προσμονής
και να περνά τη γλώσσα υγρή στου πάνω χείλους της το δάγκωμα
ώσπου
ροδίζοντας τα βότσαλα γιαλών απόκρυφων στο λούσμα των κυμάτων της
Ένα καρφί σκουριάς να ξεψυχά ριχτό στον πίδακα των μαλλιών της ανεμόσκαλας
και ν’ αγκιστρώνει στου νυχιού τ’ αγκάθι του το πέπλο της λευκότητας Να μένει
διάφανος ο καταρράχτης που λαγάρισε το θρόισμα του νερού στ’ αδρά χαλίκια της σιωπής
Να χύνεται γυμνός στην ώρια αγκάλη του γκρεμού με της κραυγής το σκίσμα
και με το σάρκωμα του ονείρου στο φτερό του καλπασμού
Που σπαρταρά το βούισμα του μελιού στ’ ανθού της μέλισσας τον ύπερο
Που καρποδένει του φιλιού το γίνωμα στον ίλεω της φωτιάς του
Και να μένεις στο πύκνωμα της έκστασης
Χαράζοντας σε πλαίσια γεωμετρικά αυστηρών πλαισίων
τομές διαγώνιες
Ορίζοντας στο κέντρο των βλεμμάτων τους
ιστιοφόρες αποδράσεις για νόστους μακρινούς
Ταξίδια που ματαιώθηκαν Τραγούδια που προσπεράστηκαν
Αναμετρήσεις μ’ εαυτούς και με στοιχειά και με μοίρες
που δεν τολμήθηκαν μα και δεν
αποτάχθηκαν
Παρέμειναν ενεργά με ζέση
Να σχεδιάζονται
ιερογλυφικά υπέροχα διάφανα
με φύλλα χρωμάτων
σε γυαλιά μοναξιάς
Εκπέμποντας βάλσαμο φως
σε γαλαξίες ιδιαίτερων αστρικών συχνοτήτων
Πάλλοντας έλξεις και συστολές
σε δίνες περίεργες άηχων διαλόγων
σε χαμόγελα αυτοθυσίας πικρά
Ακολουθώντας φθοράς πορείες παράλληλες
Νηφάλιο απασφάλισμα της έκφρασης
νερού πηγής δακρύων Που άνοιξε
μια μόνο αστραπής στιγμή θεόρατη Ένα βλέμμα
που όριζε το μέγα μπάμ της Γένεσης
Που αποστηθίστηκε τα μάτια χαμηλώνοντας
κρατώντας φυλαχτό το φως και το έναυσμα
πως Χρέος υπέρτατο η υποταγή και η θυσία
- πειθόμενοι αρχαίων επιταγών και παραδόσεων τοις ρήμασι -
Στιγμιαίο επιφώνημα με εύκολη Ευθύνης αποποίηση
κι απόδοσης των πάντων στο μοιραίο :
-«Αχ, και γιατί το λίγο που άργησες Αχ, και γιατί
το μόλις πριν που βούλιαξε ο ήλιος»
Κι η συγκατάβαση βουβή για ν’ ακλουθήσουν
αιχμάλωτες κατόπιν της επιταγές συρμών και οδυρμών :
άλλος ασωτεύοντας τα όσια της ψυχής του σε κραιπάλες εφήμερες
κι άλλος μονάζοντας καρτερικά αφημένος στην κατιούσα της ροής των πραγμάτων
Και να σέρνει ο καιρός στους μαιάνδρους των ρεμάτων του θολές τις επίπλαστες φερτές ύλες της φθορών και διαβρώσεων
Και να γδύνεται ολοένα -βράχου κορφής σκληρού αιχμή
στης παρρησίας το θάμπος του- ο πυρήνας της αλήθειας
Να αστραποβολά την έντασή βουβή αντροκαλώντας
τ’ αστροπελέκι της οργής του σύννεφου στα ύψη Τιμωρία
και νέμεση και χαλασμό και εξιλέωση Λαχταρώντας
–πεθυμιά στερνή- φλεγόμενος σα δάκρυ Να κυλήσει
από την κόχη του βλεφάρου στο γκρεμό Να σβήσει
στα χείλη της αβύσσου του
α. ζ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου