Μια αυλακιά στου ονείρου το μεδούλι
μια ανυπόταχτη γραμμή πέρα απ΄ τ΄ άστρα
μια ανυπόταχτη γραμμή πέρα απ΄ τ΄ άστρα
των κοριτσιών τα χείλη στη μέθη του έρωτα
και των κοραλλιών τη σιωπή στο βαθύ μπλε
έσυρα στου χρόνου το λιοτρίβι πόθου σπόρο.
Φύλλα πολυκαιρινά μες στη χρυσή βροχή
που έρεε απ΄ του ουρανού τους καταρράκτες
τις φωνές που μάστιζαν νιόβγαλτους ήχους
να φέρω κι αγγίγματα θαλερά των κορμιών
που δεν ξαστόχησαν το χρέος τους για να πω:
«Άξιζε τούτη η οδύνη στη θέα της ομορφάδας.»
Πιο χαμηλά πώς να σταθείς σ΄ αυτό τον κόσμο
εκεί που έρποντας φεύγουν οι ίσκιοι της αντηλιάς
γυμνοί οι τοίχοι της υποταγής και οι υγροί τάφροι
που ρέει η σκοτεινιά σάπιοι μαστοί, απ΄ το φαρμάκι,
που βυζαίνουν ανήξεροι νεκροί πικρό το θάνατο.
Με μια μαχαιριά στα πέτα μου να αιμορραγήσουν
σαν την πληγή του φρέσκου αμύγδαλου, άνοιξη
να φέρω, με το κορίτσι που κρατά στα χέρια του
την πιο πολύτιμη λέξη της αγάπης μου: «Ανθρωπιά!»
8-1-2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου