Η Μαντώ Αραβαντινού (1926 - 10 Σεπτεμβρίου 1998) ήταν Ελληνίδα ποιήτρια, δοκιμιογράφος και ηθοποιός.
Η Μαντώ (Διαμαντώ) Αραβαντινού γεννήθηκε το 1926 στο Βόλο. Αυτό είναι το λογοτεχνικό της ψευδώνυμο. Το πραγματικό της όνομα ήταν Βασιλική Γκικοπούλου. Μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Φοίτησε στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης του Καρόλου Κουν (1946). Κατά την περίοδο 1953-1955 εργάστηκε στο αθηναϊκό γραφείο του Associated Press. Επίσης, φοίτησε στη Σχολή Ξεναγών και εργάστηκε ως ξεναγός την περίοδο 1958-1968. Συμμετέσχε στον θίασο της Κατερίνας το 1947.
Το 1962 πρωτοπαρουσιάστηκε στον χώρο της λογοτεχνίας με την ποιητική συλλογή «Γραφή Α΄».
Έζησε μεγάλο διάστημα στο εξωτερικό. Το 1967 πήγε στο τότε Δυτικό Βερολίνο ως υπότροφη του Ινστιτούτου Γκαίτε, παρέμεινε δε μέχρι το 1970. Κατόπιν πήγε στη Γαλλία, το 1971-1977, με πανεπιστημιακή (από τη Σορβόνη) υποτροφία για να κάνει έρευνα με θέμα τον Τζέιμς Τζόυς. Κατά την παραμονή της στο Παρίσι ήρθε σε επαφή με την ομάδα που εξέδιδε το πρωτοποριακό για την εποχή του περιοδικό Change.
Ποιήματά της απαγγέλθηκαν τον Φεβρουάριο του 1975 στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στο Παρίσι, καθώς και στην Αβινιόν την περίοδο 1975-76. Τη μουσική που συνόδευε αυτές τις απαγγελίες τη συνέθεσε ο Iean Pierre Drouet. Στο Παρίσι ήταν συνεργάτης της γαλλικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά «Συντέλεια», «Πάλι» του Νάνου Βαλαωρίτη, «Χνάρι», «Ηριδανός», «Η συνέχεια» και με την εφημερίδα «Τα Νέα». Πήρε μέρος επίσης στην έκδοση των «Νέων Κειμένων». Είναι η σεναριογράφος δυο ταινιών του Φρεντερίκ Ροσίφ.
Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και των παρισινών Gens des Lettres.
Ανήκει στην πρώτη μεταπολεμική γενιά. Στα πρώτα της έργα επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό, όπως και απo τον Καβάφη. Αργότερα και από τον Τζόυς.
Πέθανε το 1998.
Έργα
Ποιήματα
Γραφή Α΄ (1962)
Γραφή Β΄ (1964)
Γραφή Γ΄ (1971)
Γραφή Δ΄ και Ε΄ (1983)
Γραφές Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄, Ε΄, Ζ΄ (1998, συγκεντρωτική έκδοση)
Μελέτες
So sehen sie Deutschland (=Αυτή είναι η Γερμανία) [1970, Στουτγκάρδη]
L’ imagination creatrice (=Η δημιουργική φαντασία) [1971, Ζυρίχη]
Μετα-γραφή ή Εμπειρία συνόρων (1975)
Τα ελληνικά του James Joyce (1977)
Τζαίημς Τζόυς - Ζωή και έργο (1983)
Μεταφράσεις
Τζαίημς Τζόυς «Δουβλινέζοι» (1971)
Τζαίημς Τζόυς «Giacomo Joyce» (1977)
Τζαίημς Τζόυς «Η γάτα και ο διάβολος» (1977)
Ακόμη μετέφρασε Βιρτζίνια Γουλφ, Κλοντ Σιμόν καθώς και αποσπάσματα από το «Finnegans Wake» του Τζόις.
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Γραφή Α
Γραφή Α, Αθήνα 1962
1
σαφής είναι η μνήμη εκείνης της μέρας, ασαφής παραμένει η αίσθηση, εντελώς δεν την κατέχω. Κατέχω τον χώρο.
Ο χώρος είναι ο δικός μου, γνωστός χώρος, ελάχιστα ελεύθερος, το χρώμα στο τοίχο άσπρο σπασμένο, άσπρη ήταν νομίζω όλη η κάμαρα^ απόγευμα ήταν, αυτό το θυμάμαι, αποπνικτικό και ζεστό. Αγαπημένα πρόσωπα δύο, είχαν ζήσει δύο βδομάδες στο δικό μου γνωστό λευκό χώρο.
Στην ανάμνηση ο χώρος ευρύνεται ελευθερώνει την κίνηση, πλαταίνει σε μάκρος, απλώνεται, προδίδεται λίγο.
Τα υπόλοιπα χάνονται στο ασαφές και εναλλασσόμενο γύρισμα επιθυμίας, ζέστης πολλής, υγρασίας, αφής.
Επιθυμία είναι κυρίαρχη αίσθηση,
Υπάρχει ακόμα κλίμα ευεξίας^ μάλλον υπερδιέγερση ευεξίας και καλύπτει μόνο τον ένα, ενώ ο άλλος παραμένει στην άκρη του κύκλου, μόλις, αμυδρώς φωτιζόμενος, ωστόσο υπάρχων, κατ’ αυτό το ποσοστό της συμμετοχής συμμετέχων^ ίσως διαστάζων, σαφώς υπολειπόμενος του άλλου.
Στο κέντρο του δεύτερου κύκλου βρίσκω ξανά και του δύο, το ίδιο σκληρά φωτισμένους, σε ισοδύναμο πάθος, στην πιο πλήρη γνώση του σώματος που στο ρυθμό τους συμπλέκονται τέλεια.
Εν μέρει υποψιασμένοι, πιθανώς έκπληκτοι^ παραμένουν στο εκτυφλωτικά φωτισμένο κέντρο του κύκλου, αισθησιακοί και αναμένοντες.
Αυτό δεν θα αλλάξει^ είναι σαφής η ανάμνηση.
Η αίσθηση πάλι διαφεύγει της μνήμης. Σύντομα θα περάσω στο τρίτο και τέταρτο κύκλο.
Απαιτώ την ακριβή αίσθηση. Ξαναρχίζω.
Ζεστό απόγευμα, καλοκαίρι, επιθυμία, διακεκομμένη αφή, έρωτας. Στην επιστροφή της η μνήμη και τώρα αφήνει οξύτατο πόνο.
Κυριαρχώ της αισθήσεως. Μνήμη και γεγονός απολύτως ταυτίζονται. Εμπεριέχω τον άλλον.
Εγκλείω τον άλλον στην πλήρη παραδοχή του, η παραδοχή του καθορίζει την αίσθηση, η εκ των προτέρων ανεπιφύλακτη παραδοχή του, στην υποψία καθώς και στην άρνηση, στην προσφορά και κατάφαση. Παραδοχή, είπα και είμαι σαφής, όχι ταύτιση αγαπημένου, ιδιαιτέρως αγαπημένου προσώπου.
Συγκεκριμένου προσώπου του υπαρκτού/
Συγκεχυμένης, πιθανώς αβεβαίας, εν πολλοίς παραμορφωτικής μυθολογίας, όμως εκ των προτέρων παραδεδεγμένης και απολύτως χαριστικής
Εν τέλει αγαπημένης μυθολογίας.
Ιδιαιτέρως αγαπημένου προσώπου.
Αυτό καθορίζει την μνήμη, αυτό καθορίζει την αρχή, όχι το τέλος της ιστορίας.
Αυτός ήταν ο χώρος και οι άνθρωποι δύο, και ο λόγος ο μεταξύ τους υπαρκτός, ευρύς, αναγκαίος, όπως εγγράφεται σε έρωτα, με διάρκεια μεγάλη.
Και οι δύο εξ ίσου το νόμιζαν.
Ο τρίτος κύκλος κατέχει στην μνήμη μικρότερο χώρο. Τον χώρο ακριβώς μόνου και όρθιου ανθρώπου που ψάχνει κάτι στην μέση της κάμαρας.
Είπα μόνο ανθρώπου.
Η υποψία τομής που θα διχάσει τον κύκλο και την ανάμνηση, αποπέμπτεται αδίστακτα, δεν υπάρχει ακόμα κανένας ιδιαίτερος λόγος.
Εκτός απ’ το ειδικό βάρος στην αίσθηση, πουθενά δεν αισθάνομαι να υπάρχει εγκοπή, πλατειασμός ή έστω και χάσμα.
Το ειδικό βάρος στην αίσθηση ενοχλεί την αντίληψη των υπολοίπων πραγμάτων.
Επανέρχομαι στο τρίτο μικρότερο κύκλο, αποφασισμένη να εξακριβώσω τις ακριβείς του διαστάσεις. Εδώ κατέχω πλήρως την μνήμη και καθόλου την αίσθηση.
Ξαναβρίσκω το δικό μου γνωστό ελεύθερο χώρο, το άσπρο σπασμένο των τοίχων, τον άνδρα της κάμαρας γυμνό με πλούσια άσπρη περούκα.
Βλέπω τον τρίτο κύκλο μέσα από ένα γυάλινο μάτι.
Στο κύκλο υπάρχει δυλισμένος αέρας και δεν απέμεινε χώρος για ερωτηματικά, αμφιβολίες ή τύψεις.
Στον κύκλο δεν υπάρχει αέρα, υπάρχει όμως πεποίθηση και πλήρης βεβαότης. Το γυμνό σώμα του άνδρα το καλύπτουν ωραία φτερά παγωνιού.
Ο χώρος ηυξήθη σε έκταση, εγώ όμως έχασα τις αληθινές του διαστάσεις.
Ο άνδρας κερδίζει σε απόσταση, ματαιοδοξία και έπαρση. Χάνει τα ακριβή μέτρα του κύκλου, καλύπτει όλο τον χώρο, ερωτά, απαντά, απαιτεί, εξηγεί, επανέρχεται στην προηγούμενη λέξη, κατακρίνει, διδάσκει, ειρωνεύεται, απομακρύνεται από το κέντρο της αίσθησης, απομονώνεται στο κέντρο του κύκλου.
Ο τρίτος κύκλος είναι όλος δικός μου. Στα υπόλοιπα ο ρυθμός καθόλου δεν άλλαξε^ τα χέρια μόνο του άνδρα ξέχασαν την πρώτη τους κίνηση. Ξαναβρήκαν την κίνηση.
Γεγονός δεν υπάρχει. Το γεγονός αν υπάρχει δεν έχει εγγράψει στην μνήμη κανένα σημείο. Το γεγονός υπάρχει στην αίσθηση. Η αίσθηση είναι γεγονός. σ’ αυτήν βρίσκω πλήρη και ακριβή σηματογραφία.
Ο τρίτος κύκλος δεν διχοτομήθηκε.
Στο τρίτο κύκλο υπάρχει ευρύτατο άνοιγμα.
Περνώ ευκολότερα στον τέταρτο κύκλο.
Ο τέταρτος κύκλος κυριαρχείται από φόβο, από την απουσία του άλλου και την γεύση του φόβου. Το ένα του τμήμα καλύπτεται με πηχτή λευκή ασβεστώδη ουσία.
Το άλλο τμήμα του κύκλου ογκούται από θριαμβευτική μεγαλοστομία και ογκώδη παράνοια.
Το θριαμβεύον τμήμα του διχοτομημένου τέταρτου
Κύκλου έχει στο κέντρο ένα και μόνο πυρήνα.
Πυρήνα κυττάρου.
Κυττάρου διαφορετικού σε ουσία.
Παραδοσιακώς μόνον υπάρχοντος.
Κυττάρου ουσιαστικώς αντιπάλου.
Καταχρηστικώς παραδεδεγμένου.
Κυττάρου σφετεριστού εξουσίας.
Κυττάρου μη επιτρέποντος καμμιά άλλη πραγμάτωση πλην της αποκλειστικά ιδικής του.
Κυττάρου αποκλείοντος εκ των προτέρων στο διάλογο.
Κυττάρου επί αιώνες θρεμμένου με παρδαλές συρραφές υπεροχής και εξουσίας του μύθου.
Στην ανάμνηση μπλέχτηκε η γεύση η τωρινή η άλλοτε.
Ασαφώς διαγράφεται όλη η περιοχή του δικού μου χώρου.
Οι όγκοι διαλύθηκαν^ πιθανώς δεν υπάρχουν .
Ο θόρυβος του ανεμιστήρα στη γωνιά του χαρτιού που ξεφεύγει, εντείνει την στιφή γεύση μετάλλου γύρω απ’ τα δόντια.
✦✦✦✦
Γραφή Β΄(1964)
Στις προσόψεις των υπόγειων διαβάσεων σταματώ με οδυνηρά οξυμένη την όραση, χωρίς σχέδιο μνήμης, χωρίς καθορισμένη πορεία. Χωρίς υποψία ονείρου. Αγνοώ την πολεοδομία του Νότου, το σχέδιο της πόλεως, τις προεκτάσεις οδών μονής κατευθύνσεως, τις εκπλήξεις των αφυλάκτων διαβάσεων. Πλανώμαι στους δρόμους του Νότου.
Ακολουθώ παρόδους διπλής κατευθύνσεως, στις συγκεκριμένες διαστάσεις ξηραμένης ρίζας φυτού ενδεδυμένη το ένδυμα του φόβου.
Η ασαφής γνώσις των σχηματικών μου ορίων, η άγνοια της ιδίας βουλήσεως αποκλείουν το σχήμα αντιτιθεμένων μορφών στο χώρο του οποίου αγνοώ τις διαστάσεις.
Συγκεκριμένα λοιπόν μεμονωμένα στοιχεία• οι δεσμίδες φωτός• η φορά του διαδρόμου• η έλλειψη ονείρου ή μνήμης• τα καινούργια κομψά υποδήματα. Οι υπόγειες διαβάσεις.
Οι αλλαγές ενδυμάτων και υποδημάτων πορείας αναγνωρίζονται εύκολα από τους περιοικούντας τις Νότιες συνοικίες της πόλεως.
Μεταθέτω συνεχώς την εστία κινδύνου. Με αβέβαιες κινήσεις και το συγκεκριμένο ένδυμα φόβου. Υπακούω στα σήματα αφυλάκτων διαβάσεων στον ρυθμό ακινδύνων οδών διπλής κατευθύνσεως, με ασαφή σήματα εκκινήσεως και ελευθέρως μετατιθέμενα τέρματα.
Στον ασαφή προσανατολισμό των υπογείων διαβάσεων.
Πλανώμαι στους δρόμους του Νότου εκτεθειμένη στις ριπές του Νοτίου ανέμου που διευκολύνουν τους βηματισμούς και την μνήμη ονείρου.
Πλανώμαι στους δρόμους του Νότου χωρίς σχέδιο μνήμης, χωρίς σχέδιο πορείας, παρακολουθώντας τα σχήματα φωτεινών διαφημίσεων, αριθμώντας ακριβώς τις εγκοπές των πλακοστρώτων προσβάσεων που πλαισιώνουν τους δρόμους διπλής κατευθύνσεως στην πληκτική μοναχική μου πορεία.
Στην αριθμητική ενημέρωση και καταγραφή των λαμπτήρων απολαυστικά επιμένω.
Παρακολουθώ τα σχήματα προσφάτως αναρτηθείσης φωτεινής διαφημίσεως στην πρόσοψη ισογείου χώρου παραπλεύρως κειμένης αιθούσης – υπογείας αιθούσης – κινηματογράφου ανακαλύπτω.
Πλανώμαι στους δρόμους του Νότου.
Επιγραφή αναρτημένη στα δεξιά της φωτισμένης προσόψεως βεβαιώνει και υποδεικνύει την τοπογραφία του άγνωστου χώρου.
Χωρίς ουσιαστικές εναντιώσεις στις βολικές διαστάσεις ξηραμένης ρίζας φυτού, χωρίς γνώση προσφάτου ή αχανούς παρελθόντος στα κεχαραγμένα όρια του Νότου. Πλανώμαι.
Μετακινούμαι αποκλειστικά κατά την φορά του διαδρόμου των επικλινών επιπέδων, με αυξημένη ευαισθησία στα κάτω μου άκρα.
Υπακούω στην επιγραφή της προσόψεως υπογείας αιθούσης κεντρικού κινηματογράφου στην ένταση των δεσμίδων φωτός αγνώστου προς το παρόν προελεύσεως, με αιφνιδίως οξυμένη την όραση και ευαισθησία κινδύνου.
Λαμβάνω συνείδησιν των υπογείων διαβάσεων.
Απομονώνω σε αρραγές περιχαρακωμένο περίβλημα την οποιαδήποτε υπόνοια ονείρου ή μνήμης.
Αλλάζω ταχύτατα το ένδυμα του φόβου.
Αποκτώ καινούργια κομψά υποδήματα.
Βραδύνω την μετακίνηση στο επικλινές του διαδρόμου με συνεχώς αυξανόμενη την υγρασία στα κάτω μου άκρα, και πλήθος ερωτηματικών αφορώντων αποκλειστικώς τον εξαερισμό της αιθούσης την εξεύρεσιν θέσεως την ένταση των δεσμίδων φωτός που ακολουθώ από ώρα.
Υπακούω σχολαστικά στην επιγραφή της προσόψεως, στις υποδείξεις των ασαφών φωτεινών προεκτάσεων, στο επικλινές του διαδρόμου.
✦✦✦✦
Γραφή Γ΄ (απόσπασμα)
Ποια μέθη κρατάει τα βλέφαρά σας μισόκλειστα;
Η μνήμη του αδιέξοδου; ή η γνώση του ελάχιστου;
Έτσι τους μίλησα και κρατούσα τα μάτια ορθάνοιχτα μέσα στη νύχτα.
Γιατί αυτή των φθόγγων η δύναμη των αισθήσεων μαλακτικό και μαστίγιο.
Όμως άπνοια του θέρους και θρηνωδία πουλιών.
Τότε τα πράγματα με πλησίασαν ανάλγητα και αυτά περιγράφω.
Προχωράω σε βάθος.
Διαπερνώ τον χώρο του λόγου.
Αρθρώνω τους φθόγγους που βγαίνουν απρόθυμοι απ’ την καρδιά των αντικειμένων.
Περισφίγγω ασφυκτικά το αντικείμενο.
Ενσωματώνω κι ενσωματώνομαι στις μορφές του αντικειμένου.
Η γλώσσα ακόμα ανάπηρη.
Το εκεί, το εδώ, που πάντα συμπλέκεται.
Το εγώ και το συ στους δικούς του τους νόμους.
Ακούω τους κραδασμούς του ανέκφραστου,
των ανάρθρων τους ήχους,
των φθόγγων φευγαλέα την άρθρωση,
την ροή του χειμάρρου.
Μετράω σιωπή.
Αθήνα 1964-67
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου