Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2019

Γιλμάζ Γκιουνέι ( 1 Απριλίου 1937 - 9 Σεπτεμβρίου 1984 )



Ο Γιλμάζ Γκιουνέι (Yılmaz Güney, 1 Απριλίου 1937 - 9 Σεπτεμβρίου 1984) ήταν σημαντικός Τούρκος ηθοποιός, σεναριογράφος και σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Ήταν κουρδικής καταγωγής και έχει καθιερωθεί ως σύμβολο κοινωνικών αγώνων. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιλμάζ Πουτούν.

Γεννήθηκε στις 1 Απριλίου του 1937, στη νοτιοανατολική Τουρκία, κοντά στα Άδανα, στο χωριό Γκιουνέι (= Νότος), το οποίο στη συνέχεια χρησιμοποίησε ως επώνυμό του. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας και οικονομικά στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Αρχικά ασχολήθηκε με την λογοτεχνία και την ποίηση και το 1958 στράφηκε στον κινηματογράφο ως ηθοποιός και σεναριογράφος. Το 1961 εξέδωσε ένα βιβλίο που χαρακτηρίστηκε κομμουνιστικό και συνελήφθη και για 18 μήνες παρέμεινε στη φυλακή. Μετά την αποφυλάκισή του συμμετείχε σε 40 περίπου κινηματογραφικές ταινίες. Το 1968 ίδρυσε δική του εταιρεία κινηματογραφικής παραγωγής στην οποία ανέλαβε και τη σκηνοθεσία.

Το 1972 ο Γκιουνέι συνελήφθη και πάλι με την αιτιολογία ότι υποστήριζε επαναστατικές ομάδες με συνέπεια να οδηγηθεί στη φυλακή για δύο χρόνια μετά από χάρη που του απένειμε η νέα κεντροαριστερή κυβέρνηση του Ετσεβίτ. Ακολούθησε το γύρισμα της επόμενης ταινίας του "Ανησυχία" (Endise). Μία εβδομάδα μετά το γύρισμα και με αφορμή ένα καυγά που σημειώθηκε σε κάποιο καφενείο, όπου σκοτώθηκε ένας δικαστής κατηγορήθηκε ο Γκιουνέι ως αίτιος του φόνου, όπου με συνοπτική διαδικασία καταδικάστηκε σε 24 χρόνια φυλάκιση, που αργότερα μειώθηκαν στα 18. Τελικά κατάφερε και δραπέτευσε και φθάνοντας στη Γαλλία ζήτησε πολιτικό άσυλο, όπου και του δόθηκε. Εκεί ολοκλήρωσε το γύρισμα της ταινίας "ο Δρόμος" που είχε ξεκινήσει ο βοηθός του Σερίφ Γκερέν.

Σημαντικότερες ταινίες του είναι "Το κοπάδι" (1978) - τουρκικά "Suru", που βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο, "Ο δρόμος" (1982) -τουρκικά "Yol", που βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ των Κανών, καθώς και "Ο τοίχος" - τουρκ. "Duvar" (1983).

Το 1984 ο Γιλμάζ Γκιουνέι ενώ ετοιμαζόταν να γυρίσει νέα ταινία με ελληνικό θέμα, έχοντας προσβληθεί από τον καρκίνο στομάχου πέθανε στο Παρίσι στις 9 Σεπτεμβρίου του 1984 σε ηλικία 47 ετών.



Γιλμάζ Γκιουνέι, ο αληταράς, το κουρδόσπερμα, ο βρωμοανατολίτης ο Κομμουνιστής !!!

Με αυτά τα λόγια ο τουρκικός τύπος υποδέχτηκε το 1982 τη βράβευση με το Χρυσό Φοίνικα των Καννών και την παγκόσμια αναγνώριση του Γιλμάζ Γκιουνέϊ. Ενός μεγάλου Κούρδου σκηνοθέτη ακτιβιστή και επαναστάτη που την προηγούμενη χρονιά είχε δραπετεύσει από τις περιβόητες τουρκικές φυλακές, όπου εξέτιε ποινή 18 ετών.

Γεννημένος το 1937 σε ένα χωριό των Αδάνων, γόνος μιας Κούρδικης φτωχής εργατικής οικογένειας, ο Γιλμάζ από μικρός είχε έφεση στα μαθήματα και κυρίως στις ξένες γλώσσες και τα Αγγλικά. Περίεργο πράγμα για την ηλικία του και την καταγωγή του καθώς δούλευε από πολύ μικρός για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες της ζωής.

Προσπαθεί να σπουδάσει οικονομικά πρώτα στο πανεπιστήμιο της Άγκυρας και μετά στην Κωνσταντινούπολη και στα 21 του χρόνια ασχολείται ενεργά με τη σκηνοθεσία. Στα τέλη της δεκαετίας του 50 δικάζεται και φυλακίζεται για 18 μήνες στο Ικόνιο επειδή έκδωσε ένα κομμουνιστικό διήγημα. Από κει και πέρα αρχίζουν οι φυλακίσεις και οι εξορίες που θα τον ακολουθήσουν έως και το τέλος της ζωής του. Ο Γκιουνέι υπήρξε το πιο διάσημο όνομα που αναδύθηκε από τον Τούρκικο κινηματογράφο σαν ηθοποιός και σαν σκηνοθέτης, το σκληρό πρόσωπο του του χαρίζει το ψευδώνυμο άσχημος βασιλιάς και η επιλογή του να απευθύνεται στον λαό και τα προβλήματά του τον κάνει μια από τις πιο λαοφιλής φιγούρες στην Τουρκία, φτάνοντας σε σημείο να συμμετέχει σε 20 ταινίες τον χρόνο. Αρχίζει να σκηνοθετεί τις δικιές του ταινίες το 1965. Οι τίτλοι των ταινιών του καθρεφτίζουν την κατάσταση και τα αισθήματα του Τούρκικου λαού:Umut (Ελπίδα,1970), Ağıt (Ελεγεία, 1972), Acı (Πόνος, 1971), Umutsuzlar (Οι αβοήθητοι, 1971). Μετά το 1972, ωστόσο, ο Γκιουνέι θα περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη φυλακή. Απελευθερώνεται από τη φυλακή το 1974, από γενική αμνηστία η οποία δόθηκε. Όσο είναι φυλακισμένος εκδίδει το περιοδικό «Γκιουνέι», που αριθμεί 13 τεύχη πριν το κλείσει ο στρατιωτικός νόμος και εξαιτίας των γραπτών του ξεκινήσουν δέκα διαφορετικές δίκες. Οι κατηγορίες ήταν: κομμουνιστική προπαγάνδα, αποδυνάμωση του εθνικού συναισθήματος, παρακίνηση του λαού σε διάπραξη εγκλημάτων, εγκλήματα που κλονίζουν το κύρος του κράτους στο εσωτερικό και το εξωτερικό και πάει λέγοντας.

Τον Αύγουστο του 1974 ανακατεύεται στη δολοφονία ενός εισαγγελέα και καταδικάζεται σε 19 χρόνια. Προσμετρώντας και τις άλλες καταδίκες του, η ποινή του πλησιάζει τα 100 χρόνια φυλάκισης. Στα έργα του ο Γκιουνέι προσπάθησε με τιμιότητα και ειλικρίνεια να κάνει τα βιώματα και τις αντιλήψεις του πράξη. Προσπάθησε να λύσει το πρόβλημα της ισορροπίας ανάμεσα σε μορφή και περιεχόμενο, δίνοντας φυσικά έμφαση στο δεύτερο. Ο φακός του προώθησε τις μέχρι τότε φόρμες του σοσιαλιστικού ρεαλισμού με τη μυθοποίηση πραγματικών κοινωνικοπολιτικών δεδομένων («Ελπίδα»), την με απλή γλώσσα δραματοποίηση των σχέσεων και των αδιεξόδων της τούρκικης καθημερινότητας («Δρόμος») και την έξυπνη, πλατιά και διακριτική μαρξιστική θεώρηση της κοινωνικοοικονομικής εξέλιξης με την «επικολυρική πνοή ενός ποιητή της εικόνας» («Κοπάδι»).

Η αφηγηματική τεχνική του, συχνά σαρκαστικά, χιουμοριστικά και αισιόδοξα, αποδίδει πρωταγωνιστικό ρόλο στις συνθήκες όπως αυτές διαμορφώνονται και διαμορφώνουν πρόσωπα, πράγματα και γεγονότα.
Αξίζει να αναφερθεί ακόμα η πλούσια λαογραφική και ηθογραφική παρουσία που τονίζει τα όποια βιώματα των ηρώων του και τους χαρακτηρίζει γλαφυρά σε τόπο και χρόνο. Το 1981 το σκάει από την φυλακή και το 1982 έρχεται και η παγκόσμια αναγνώριση στις Κάννες για την ταινία του Yol (Ο Δρόμος) που του χαρίζει και τον χρυσό φοίνικα. Η παγκόσμια αναγνώριση του Γκιουνέι αναγκάζει τις εφημερίδες να γράψουν «αυτό το κουρδόσπερμα, αυτός ο τσαμπουκάς βρωμοανατολίτης, ο αληταράς, ο νταβατζής και δολοφόνος, ο κομμουνιστής, εχθρός και διχαστής του έθνους» έγινε ο καλύτερος πρέσβης του ποιοτικού τούρκικου κινηματογράφου. Το 1983 σκηνοθετεί στην Γαλλία την τελευταία του ταινία Duvar (Ο τοίχος) μια βίαιη ιστορία φυλακισμένων παιδιών,μαζί με πολιτικούς κρατούμενους από το φασιστικό Τούρκικο καθεστώς. Το 1984 πεθαίνει από καρκίνο στο στομάχι στη Γαλλία, ακόμα και μετά το θάνατο του, οι ταινίες του είναι απαγορευμένες στην πατρίδα του. Στην Τουρκία φωτογραφίες του διατίθενται στους δρόμους, ενώ στους τοίχους κρεμάστηκαν αφίσες που γράφουν: «Εσένα που για χρόνια πολεμούσαν να σβήσουν το όνομά σου από την ιστορία του τουρκικού κινηματογράφου, κρατώντας σε πίσω απ’ τα σιδερένια κάγκελα, δεν μπόρεσαν να δέσουν τις Ελπίδες σου στις αλυσίδες. Καλώς ήρθες ανάμεσά μας, Γιλμάζ Γκιουνέι».



ΤΑΙΝΙΕΣ

Το Κοπάδι (Suru, 1977)
Η αριστουργηματική και θρυλική πλέον ταινία του Γιλμάζ Γκιουνέι «Το Κοπάδι» (1977) που τη γύρισε και την υπογράφει τυπικά ο βοηθός του Ζεκί Οκτέν , αφού ο Γκιουνέι ήταν στην φυλακή για πολιτικούς λόγους.
«Ουσιαστικά, Το κοπάδι δεν είναι φιλμ τού Ζεκί Οκτέν αλλά του Γιλμάζ Γκιουνέι. Για μας το ό­νομα αυτό δε σημαίνει τίπο­τα, αλλά για τους Τούρκους είναι ένα όνομα σχεδόν μυ­θικό. Μεγάλη βεντέτα τού τουρκικού κινηματογρά­φου, τούτος ο Κούρδος που γεννήθηκε το 1937 σ’ ένα χωριό κοντά στα Άδανα, τα χρήματα που κερδίζει ως η­θοποιός στη δεκαετία του ’60 τα ρίχνει στην παραγω­γή τη δεκαετία του ’70, σε ταινίες που παράγει, γράφει και σκηνοθετεί ο ίδιος, όχι πια για να κάνει μια προσο­δοφόρα επένδυση, αλλά για να παίξει έναν συγκεκριμέ­νο πολιτικό ρόλο, μέσα από την τέχνη του κινηματογράφου. Η πολιτικοκαλλιτεχνική του δρα­στηριότητα τον οδηγεί στη φυλακή, για πρώτη φορά το 1961 (δύο χρόνια), για δεύτε­ρη φορά το 1972 (τρία χρόνια) και για τρίτη φορά το 1974. Σήμερα βρίσκεται στη φυλα­κή, με 19 χρόνια στην αλύγιστη ράχη του, για ένα φόνο που δε διέπραξε: ο πραγματικός δολοφόνος ομολόγησε την ενοχή του, αλλά ο Γκιουνέι συνεχίζει να πληρώνει τόσο για τη συμμετοχή του στο Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο όσο και για τις ταινίες του που ε­κλαϊκεύουν τις θέσεις της παραπάνω αρι­στερής πολιτικής οργάνωσης. Αυτός ο τρομερός άνθρωπος έγραψε το σενάριο του Κοπαδιού στη φυλακή, κι από κει το έβγαλε παράνομα μαζί με λεπτομερείς σκηνοθετικές οδηγίες προς το φίλο και βοη­θό του Ζεκί Οκτέν. Στην πραγματικότητα έ­χουμε να κάνουμε εδώ με την απίθανη περί­πτωση μιας ταινίας που γυρίστηκε μέσα από τη φυλακή και με χρήματα ενός φυλακισμέ­νου. Γεγονός μοναδικό στην ιστορία του κι­νηματογράφου.
Το κοπάδι είναι το φθίνον και ανεστραμ­μένο έπος της πτώσης και της διάλυσης μιας υπεπατριαρχικής οικογένειας Κούρδων νο­μάδων, που έρχονται στην Άγκυρα να που­λήσουν το κοπάδι χους. Η ταινία παρακο­λουθεί τούτη τη φοβερή κάθοδο προς τον «πολιτισμό» μιας κοινωνίας που στηρίζεται ακόμα σε ό,τι απόμεινε από μια πανάρχαια φεουδαρχία, και που είναι υποχρεωμένη να αστικοποιηθεί με ρυθμό καλπαστικό.
Όλο το δράμα της σημερινής Τουρκίας έ­χει τη ρίζα του σε τούτη την ιστορική επιτά­χυνση, που δημιουργεί μια ουσιαστικά επα­ναστατική κατάσταση. Ο Γκιουνέι, λοιπόν, περιγράφει με έναν τρόπο εκπληκτικό τούτο το προτσές της αστικοποίησης και ριζοσπαστικοποίησης της πατρίδας του, χρησιμο­ποιώντας το μέρος (την ιστορία μιας οικογέ­νειας) αντί του όλου (την Ιστορία της Τουρ­κίας). Τούτο το ταξίδι σε χώρο είναι στην πραγματικότητα ένα ταξίδι σε χρόνο ιστορι­κό, μια αναδρομή στην τουρκική ιστορία και μια σύνοψη της, που οδηγεί έμμεσα στο καίριο ερώτημα: είναι δυνατόν να υπερπη­δηθεί, στην Τουρκία, το αστικό στάδιο στην εξέλιξη της; Η σχολαστική και πανέξυπνη περιγραφή του χάους και του αδιεξόδου δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για μια καταφατική απάντηση, που λανθάνει συμπαραδηλωτικά μέσα στο καταδηλωτικό επίπεδο της ρεαλι­στικής μυθοπλασίας. Το τρένο δε μεταφέρει μόνο το κοπάδι από τα υψίπεδα της κεντρικής Μικρός Ασίας στην Άγκυρα, αλλά ολόκλη­ρο το τουρκικό έθνος που έχει μπει πια στις ράγες της Ιστορίας και έχει φορτωθεί στα βα­γόνια της εξέλιξης. Όλες οι ληστείες, οι α­πάτες και οι εκβιασμοί που τελούνται καθ’ οδόν από ληστές παράνομους και νόμιμους, που έχουν κατακλύσει την Τουρκία, δεν είναι δυνατόν να ανακό­ψουν την πορεία του τρένου προς ένα αν­θρωπινότερο μέλλον».(Κριτική του Βασίλη Ραφαηλίδη).
https://artdiadrasi.wordpress.com/

"Ο Δρόμος" 1982
Τούρκικη ταινία, σκηνοθεσία Γιλμάζ Γκιουνέι, Σερίφ Γκορέν με τους: Ταρίκ Ακάν, Χαλιλ Εργκιούν, Νετζ Τσοπάνογλου, Στέφανο Ντιονίζι
Πέντε κρατούμενοι παίρνουν άδεια από τις φυλακές και ξεκινούν για τα σπίτια τους. Ο Γκιουνέι μέσα από την πορεία τους μας δίνει μιαν εικόνα της κατάστασης (πολιτικής και κοινωνικής) στην Τουρκία του Εβρέν. Μεγάλο βραβείο του Φεστιβάλ Καννών.


Μισονόμιμος ... ο "Δρόμος" του Γκιουνέι
Μετά από 17 χρόνια από τη βράβευσή της με το "Χρυσό Φοίνικα" στις Κάννες και 15 από το θάνατο του σπουδαίου δημιουργού της, Γιλμάζ Γκιουνέι, θα προβληθεί "Ο Δρόμος" του στους κινηματογράφους της Τουρκίας. Η προβολή της ταινίας, όπως μετέδωσε το Γαλλικό Πρακτορείο του ΑΠΕ, αρχίζει αύριο μετά από προσπάθειες του ιδρύματος "Γιλμάζ Γκιουνέι για τον Πολιτισμό και τις Τέχνες", που δαπάνησε μεγάλο μέρος των 300.000 δολαρίων, που χρειάστηκαν για την αναπαραγωγή και προβολή της ταινίας στις αίθουσες της Τουρκίας.
Αριστερός σκηνοθέτης, κουρδικής καταγωγής, διωκόμενος επί χρόνια, ο Γκιουνέι στερήθηκε την τουρκική ιθαγένειά του το 1983 και πέθανε εξόριστος στη Γαλλία το 1984. Με το "Δρόμο", ο Γκιουνέι μετέγραψε διάφορες μορφές καταπίεσης του τουρκικού και κουρδικού λαού.
"Σίγουρα δεν είναι η καλύτερη περίοδος για να προβληθεί το έργο στην Τουρκία", δήλωσε η Φάτος Γκιουνέι, χήρα του μεγάλου σκηνοθέτη και εκπρόσωπος του ιδρύματος "Γιλμάζ Γκιουνέι", αναφερόμενη στις προσπάθειες της Αγκυρας να συλλάβει τον ηγέτη του ΡΚΚ, Αμπντουλάχ Οτσαλάν, και να θέσει εκτός νόμου το φιλο-κουρδικό κόμμα HADEP.
Για να πάρει, όμως, άδεια για την προβολή της ταινίας και για να μην κατηγορηθεί για "αυτονομιστική - αποσχιστική προπαγάνδα", το Ιδρυμα Γκιουνέι υποχρεώθηκε να λογοκρίνει σκηνές του "Δρόμου", που προσδιόριζαν με μεγάλα κόκκινα γράμματα ένα μικρό χωριό στη νοτιοανατολική Τουρκία ως "Κουρδιστάν".
"Επρεπε να θυσιάσουμε αυτές τις σκηνές, γιατί το έργο δεν παιζόταν και για άλλα 17 χρόνια...", λέει η Φάτος Γκιουνέι. Ο "Δρόμος" γυρίστηκε από τονΣερίφ Γκορέν,αφού τότε ο Γκιουνέι εξέτιε ποινή 17χρονης κάθειρξης για "ανθρωποκτονία". Ο Γκιουνέι, χάρη στις διεθνείς διαμαρτυρίες, πήρε άδεια να φύγει από την Τουρκία το 1981 και να πάει στην Ελβετία, όπου και τελείωσε το "Δρόμο".
Ο Γκιουνέι ήταν δημοφιλέστατος στην Τουρκία στις δεκαετίες του '60 και του '70. Το έργο του όμως - δεκάδες ταινίες, αρκετά βιβλία και άρθρα - απαγορεύτηκε στην Τουρκία το 1982 από τη στρατιωτική δικτατορία, η οποία κατέστρεψε τα αρνητικά των περισσοτέρων από τις 100 ταινίες που σκηνοθέτησε ή πρωταγωνίστησε ο Γκιουνέι. Σώθηκαν, όμως, οι κόπιες 11 ταινιών του, που ήταν στο εξωτερικό. Η απαγόρευση των έργων του υποτίθεται πώς "ήρθη" στην Τουρκία πριν εφτά χρόνια. Ομως, το πόσο "ήρθη" αποδεικνύεται από το λογοκριμένο "Δρόμο". https://www.rizospastis.gr/
Ο Τοίχος

Μια συγκλονιστική τουρκική ταινία, που γυρίστηκε στη Γαλλία μετά κοπών και βασάνων και που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν απαγορευμένη στην Τουρκία και δεν είχε προβληθεί.
Στην Τουρκία που τελεί υπό αυστηρότατο στρατιωτικό καθεστώς μεταφερόμαστε σε μια φυλακή όπου συστεγάζονται άπαντες. Δηλαδή ανήλικοι, άντρες και γυναίκες μαζί και στην οποία επικρατούν εξαιρετικά απάνθρωπες συνθήκες πόνου, εκμετάλλευσης, αυστηρότητας και σκληρότητας.
Η ταινία είναι γυρισμένη κατά τέτοιον τρόπο που σου αφήνει μια αίσθηση ντοκιμαντέρ με την παραστατικότητα και το ρεαλισμό που την περιβάλλουν ώστε νομίζει κανείς ότι βρίσκεται μέσα στη φυλακή και τα παρακολουθεί όλα αυτά σαν τρίτος. Τα παιδιά αντιμετωπίζονται ως ζώα κυριολεκτικά, δεν έχουν φαγητό, νερό να πλυθούν, τα σαπίζουν στο ξύλο και τους φέρονται πάρα πολύ άσχημα.
Κάποιες σκηνές συγκλονίζουν πραγματικά και η ταινία είναι γεμάτη από συναισθήματα. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης ήταν πολιτικός κρατούμενος κι απέδρασε από τη φυλακή οπότε η ταινία έχει κι αυτοβιογραφικά στοιχεία. Αναμφίβολα μια από τις καλύτερες ταινίες με που έχουν γυριστεί και μια ταινία ''δριμύ κατηγορώ'' ενάντια στο πολιτικό και σωφρονιστικό σύστημα της Τουρκίας εκείνης της περιόδου.*
Η ταινία, προτάθηκε για το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών το 1983


Ο ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ - ARKADAS

Τούρκικη ταινία, σκηνοθεσία Γ.Γκιουνέι με τους: Γιλμάζ Γκιουνέι, Μελικέ Ντεμιράγ, Καρίμ Αφσά
Μιά ακόμη ταινία από το σεναριογράφο του"Κοπαδιού", τη φορά αυτή με σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή τον ίδιο. Ενας παράξενος φίλος επισκέπτεται ένα πλούσιο αρχιτέκτονα και την οικογένειά του καταφέρνοντας να διαβρώσει την τάξη τους.


Γιλμάζ Γκιουνέι
Μουσική-στίχος: Θωμάς Κοροβίνη

Περιέχεται στο έργο του Από έβενο κι αχάτη.
Ασίκηδες τραγουδιστές με ούτια και σάζια
τρελοί δερβίσηδες στις μυστικές στροφές σας
κι εσείς ατρόμητοι λεβέντες και νταήδες
κλάψτε τον πρώτο τον πιστό στις διδαχές σας.
Γκιουλέ, γκιουλέ Γιλμάζ Γκιουνέι.

Πλέκει η αδερφή σου στο Σιβάς χρυσό κιλίμι
και τα γκαρντάσια στο Μαρντίν χτυπούν τα τέλια
μα εσύ δεν πρόλαβες να δεις που λαχταρούσες
μπέηδες κι αγάδες στολισμένους με κουρέλια.

Γκιουλέ, γκιουλέ Γιλμάζ Γκιουνέι.

Σ” άγριο φαρί καβάλα τώρα πας σεργιάνι
κοπάδια σέρνοντας και δρόμους περπατώντας
της φυλακής μας το ντουβάρι σιγοσκάβεις
πάντα μπαμπάς και σύντροφος δικός μας.
Γκιουλέ, γκιουλέ Γιλμάζ Γκιουνέι.
Σε κλαίνε απόψε πολεμώντας κούρδοι αντάρτες
θρηνούν οι Κούρδισσες ξεσχίζουν τα σαλβάρια
μα στο στερνό σου ρόλο γελώντας εσύ βάφεις
μ” άσπρη μπογιά της κόλασης ντουβάρια.
Γκιουλέ, γκιουλέ Γιλμάζ Γκιουνέι.
φ.507-508, 4/9/04

https://agonistikiprotovoulia.wordpress.com/




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου