Είναι κόκκινο… είναι κόκκινο. Το βλέπω… βαθύ, πηχτό. Ποτάμι απλώνεται. Το μαχαίρι… το βλέπω. Μου είναι βαρύ… γέρνει. Στάζει το αίμα σταγόνα – σταγόνα. Είναι δικό μου; Ρέει πάνω στο σώμα το ακίνητο… το σώμα σου, μητέρα. Στάζει πάνω στο πορφυρό ρούχο σου, το ρούχο της μεγαλοπρέπειάς σου. Κόκκινο και πορφυρό γίναν ένα. Μητέρα, γιατί; Γιατί μας πρόδωσες; Μας ατίμασες στους Έλληνες… εμάς τα σπλάχνα σου, την ίδια σου τη σάρκα ξερίζωσες, το μέλλον μας ορφάνεψες και από πατέρα και από μάνα και η εκδίκηση, να την εδώ… ανελέητη, μαχαίρι και με καρφώνει. Είναι δικό μου, μαχαίρι και αίμα; Ρέει σε πηγάδι βαθύ, κόκκινο. Υπόγεια χάνεται στους αιώνες. Ρυάκια ύπουλα θα ποτίσουν τα βάθη της γης και της ψυχής. Θα πίνουν οι άνθρωποι και θα αγριεύουν. Είναι κόκκινο… είναι φωτιά. Το βλέπω… βαθύ, πηχτό, άπληστο. Ποτάμι απλώνεται … Το μαχαίρι … το βλέπω. Είναι δικό μου; Στάζει το αίμα πάνω στο σώμα το ακέφαλο. Κόκκινο χώμα και πατρίδα γίναν ένα. Μητέρα, γιατί; Γιατί μας πούλησες; Γιατί μας έδωσες; Εγώ πήρα τα βουνά για σένα, ζώστηκα τα φυσεκλίκια, κοιμήθηκα σε σπηλιές σαν αγρίμι. Σε ελευθέρωσα. Έσταξα αίμα-χοή στους νεκρούς των αιώνων. Έγινα Κάϊν για σένα. Και η εκδίκηση ανελέητη… μαχαίρι και με κόβει στα δυο… μισό πλευρό, μισή καρδιά και μίσος ολόκληρο. Μητέρα, γιατί; Μας ατίμασες στους Έλληνες, εμάς τα παιδιά σου εξόρισες, το μέλλον μας ορφάνεψες και από μάνα και από πατέρα. Μητέρα, γιατί;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου