Φωτογραφία - Γιώργος Θ. Τζιας |
Στη γειτονιά των θεών
Στα παλιατζίδικα
φτηνοπουλιέται η μπέσα του πατέρα,
αζήτητος αχταρμάς παραπεταμένων υλικών χωρίς αξία,
ένα με τα σκουριασμένα εργαλεία του γέρο Ήφαιστου,
σ’ αραχνιασμένες γωνιές
πλάι σε λιμνάζοντα απόνερα.
φτηνοπουλιέται η μπέσα του πατέρα,
αζήτητος αχταρμάς παραπεταμένων υλικών χωρίς αξία,
ένα με τα σκουριασμένα εργαλεία του γέρο Ήφαιστου,
σ’ αραχνιασμένες γωνιές
πλάι σε λιμνάζοντα απόνερα.
Στ’ αζήτητα του μπιτ παζάρ
η ανθρωπιά της κυρά Βάσως,
σε σκουροπράσινο χρώμα της χολής η εικόνα του τοπίου,
παλιά μισοκαμμένα εξώφυλλα δερμάτινων αναγνωστικών,
αγκαλιά με άψυχες
κιτρινισμένες απ’ τον καιρό σελίδες.
η ανθρωπιά της κυρά Βάσως,
σε σκουροπράσινο χρώμα της χολής η εικόνα του τοπίου,
παλιά μισοκαμμένα εξώφυλλα δερμάτινων αναγνωστικών,
αγκαλιά με άψυχες
κιτρινισμένες απ’ τον καιρό σελίδες.
Η γνώση των αιώνων ρακένδυτη,
ηττημένη και φοβισμένη,
με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια ανήμπορο γέρικο ζευγάρι,
κρύβεται στα σκουπίδια,
έρμαιο στις ορέξεις των τρωκτικών,
παραδομένη σε άρρωστα πρωτόγονα καταστροφικά ένστικτα.
ηττημένη και φοβισμένη,
με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια ανήμπορο γέρικο ζευγάρι,
κρύβεται στα σκουπίδια,
έρμαιο στις ορέξεις των τρωκτικών,
παραδομένη σε άρρωστα πρωτόγονα καταστροφικά ένστικτα.
Πλαστικά αγάλματα της Αθηνάς
και κινέζικα τσολιαδάκια,
κρεμασμένα λικνίζονται στις βιτρίνες των σουβλατζίδικων,
κακέκτυπα απομεινάρια στο καινούργιο ναό του εμπορίου,
νοτισμένα απ’ τη τσίκνα της ψησταριάς
και τη ξινή οσμή της μπύρας.
και κινέζικα τσολιαδάκια,
κρεμασμένα λικνίζονται στις βιτρίνες των σουβλατζίδικων,
κακέκτυπα απομεινάρια στο καινούργιο ναό του εμπορίου,
νοτισμένα απ’ τη τσίκνα της ψησταριάς
και τη ξινή οσμή της μπύρας.
Κουστουμαρισμένα διοπτροφόρα στελέχη των πολυεθνικών
χαχανίζουν κάτω από τον Παρθενώνα
τρωγοπίνοντας ασταμάτητα,
σχολιάζουν τις διακυμάνσεις του πετρελαίου, του Dow jones,
αγέλαστα ψυχρά πρόσωπα
στο άψυχο βασίλειο των αριθμών.
χαχανίζουν κάτω από τον Παρθενώνα
τρωγοπίνοντας ασταμάτητα,
σχολιάζουν τις διακυμάνσεις του πετρελαίου, του Dow jones,
αγέλαστα ψυχρά πρόσωπα
στο άψυχο βασίλειο των αριθμών.
Το δάκρυ της Καρυάτιδας
διαπερνά αλώβητο την όξινη βροχή,
σμίγει με τις φωνές των παιδιών της μαθητικής διαδήλωσης,
ποτίζει τις ξεραμένες ακακίες,
τις βοκαμβίλιες και τα αγιοκλήματα,
αγιασμένο μύρο, παλιό γιατρικό στων ανθρώπων το παίδεμα.
διαπερνά αλώβητο την όξινη βροχή,
σμίγει με τις φωνές των παιδιών της μαθητικής διαδήλωσης,
ποτίζει τις ξεραμένες ακακίες,
τις βοκαμβίλιες και τα αγιοκλήματα,
αγιασμένο μύρο, παλιό γιατρικό στων ανθρώπων το παίδεμα.
Τα παιδιά σταματούν στα λασπόνερα,
τη μπέσα, το φιλότιμο,
την ανθρωπιά των γονιών μου προσεκτικά μαζεύουν με ευλάβεια,
από τα υλικά του Ήφαιστου φτιάχνουν σπαθιά και πανοπλίες,
αγκαλιάζονται, φιλιούνται, ερωτεύονται,
πλάθουν μονάχα τους το μέλλον.
τη μπέσα, το φιλότιμο,
την ανθρωπιά των γονιών μου προσεκτικά μαζεύουν με ευλάβεια,
από τα υλικά του Ήφαιστου φτιάχνουν σπαθιά και πανοπλίες,
αγκαλιάζονται, φιλιούνται, ερωτεύονται,
πλάθουν μονάχα τους το μέλλον.
Η χρυσή άρπα του Απόλλωνα
μελωδικά ερεθίζει το είναι μας,
μυρωδιές ανοιξιάτικες πλημμυρίζουν καρδιά και συναίσθημα,
το διψασμένο χώμα
ρουφά το σπέρμα των ερωτευμένων παιδιών,
χαρούμενη η γη των γονιών και των παππούδων μας ξανακαρπίζει.
μελωδικά ερεθίζει το είναι μας,
μυρωδιές ανοιξιάτικες πλημμυρίζουν καρδιά και συναίσθημα,
το διψασμένο χώμα
ρουφά το σπέρμα των ερωτευμένων παιδιών,
χαρούμενη η γη των γονιών και των παππούδων μας ξανακαρπίζει.
Γιώργος Θ. Τζιας από τη συλλογή "...του αστεριού ο τοκετός"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου