Έγραψε μέσα μου βαθιά ένα μισό φιλί…
Θαρρείς δεν την αγάπησε ποτέ, κανένας…
Τα χείλη μου τα κέρασε μέλι στυφής ζωής,
ψήγμα σκουριάς τα λόγια της ηχούσαν…
Πικρά τα αγριόχορτα την έθρεψαν κι αυτήν,
-παράπονο σαν έκανε-
απ’ την λειψή σοδειά τους…
Για φορεσιά μου πέρασε τ' αγιάζι κεντημένο,
να μην κρυώνω πίστευε,
-χιόνι η σφιχτή ζωή της-.
Τις νότες μου, κι αυτές , ασπρόμαυρες τις στόλισε,
αλίμονο, δεν ήξερε τι χρώμα έχει το γέλιο…
Αυλάκια η αγάπη της χαράχτηκε στα μάγουλα,
δρόμο να βρούνε οι λυγμοί ,
να μη στενάζουν αίμα…
Για χάρισμα δύο δάκρυα βουβά, ανάμεσα στο στήθος,
διαμάντια ακατέργαστα, φώλιασαν στην ψυχή!
Κρυφό μαντήλι στο λαιμό πέρασμα μ’ άσπρο φιόγκο
υποταγής το σύμβολο, χωρίς Ελευθερία !
αχ πόσο πόνο - μου έλεγε - γεννήθηκες γυναίκα…
Κι ένα ζευγάρι, για φτερά, μού ‘δωσε αλυσίδες,
να μάθω να πετώ μ’ αυτές, δεμένη καθώς ήταν…
Το σπρώξιμο αργόσυρτο, με σκόνη και με χώμα !
Μα άπλωσε ρίζες το παιδί, και βρήκε για παιχνίδι,
ένα πανάρχαιο κουτσό -αναπνοή χλωμή-
γκρίζο, στο πεζοδρόμιο, γέφυρα με τη λύπη,
κι ένα παλιό ακορντεόν για να ακροβατεί…
Ντύθηκε και παράξενα μ’ ασπίδα σωτηρίας,
μη το λαβώνει η ανεμελιά απ’ τις θολές φιγούρες
Κλεμμένη η γομολάστιχα, και άφηνε μουτζούρες…
Βαρύ κιτάπι μου άφησε με γράμμα κεφαλαίο :
ΛΥΠΗ, ΑΤΟΦΙΑ ΑΠΑΝΤΟΧΗ και ΧΡΕΟΣ για το δρόμο.
Πήρε μαζί της φεύγοντας
τις στάλες απ’ τα’ Αγιόνερο,
το χάδι μιας ανασεμιάς ,
τα χνάρια της ελπίδας…
Κι άφησε πέτρινο ουρανό,
ήλιο σημαδεμένο.
( στη μνήμη της αγαπημένης μου μητέρας Ελένης )
Ειρήνη Μαγγανάρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου