Ο Γιώργος Μπουζιάνης (Αθήνα, 8 Νοεμβρίου 1885 - Αθήνα, 23 Οκτωβρίου 1959) ήταν σημαντικός Έλληνας εξπρεσιονιστής ζωγράφος
Γεννήθηκε το 1885 στην Αθήνα και μεγάλωσε στην γειτονιά της Νεάπολης. Ο πατέρας του Γιώργου Μπουζιάνη ήταν έμπορος κρασιών και δημητριακών με καταγωγή από τα Μπουζιανέικα της Τρίπολης και η μητέρα του Χρυσάνθη, το γένος Προκοπίου, ήταν αθηναϊκής καταγωγής.
Ο Μπουζιάνης σπούδασε ζωγραφική στην Σχολή Καλών Τεχνών (μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών) από το 1897 μέχρι το 1906 με δασκάλους τον Γ. Ροϊλό, τον Νικηφ. Λύτρα, τον Κ. Βολανάκη και τον Δ. Γερανιώτη. Το 1907, έφυγε για να συνεχίσει τις σπουδές ζωγραφικής στην Ακαδημία Τεχνών του Μονάχουκοντά στον Όττο Ζάιτζ (Otto Seitz).
Στα έργα του άρχισε να δίνει περισσότερη έμφαση στην αποτύπωση της ανθρώπινης μορφής,κυρίως της γυναικείας φιγούρας, και στα συναισθήματα που γεννάει αυτή η αποτύπωση. Οι Γερμανοί τεχνοκριτικοί δέχθηκαν θετικά τα νέα έργα του καλλιτέχνη και το 1924 έκλεισε συμβόλαιο με την γκαλερί Μπάρχφελντ. Το 1927 έγινε στο Κέμνιτς μεγάλη έκθεση έργων του στο μουσείο της πόλης. Κατόπιν, με την οικονομική στήριξη της γκαλερί Μπάρχφελντ, πήγε στο Παρίσι, όπου έζησε κατά την περίοδο 1929 έως 1932.
Λόγω της οικονομικής κρίσης που είχε χτυπήσει την Ευρώπη, αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Μόναχο. Όμως, με την σταδιακή εξαφάνιση του εξπρεσιονισμού και την άνοδο του ναζισμού, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει και τη Γερμανία, για να επιστρέψει τελικά το 1934 στην Ελλάδα. Πριν επιστρέψει στην Ελλάδα, ο Έλληνας πρέσβης στο Βερολίνο, Αλέξανδρος Ρίζος-Ραγκαβής, μεσολάβησε για να διοριστεί καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Ο διορισμός αυτός τελικά δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, προς μεγάλη απογοήτευση του Μπουζιάνη. Επιπλέον, ο αθηναϊκός καλλιτεχνικός περίγυρος αντιμετώπισε αρχικά τον ζωγράφο με αδιαφορία έως εχθρότητα.
Τα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου ήταν πολύ δύσκολα για τον ζωγράφο. Μόνο το 1949, όταν πραγματοποίησε μεγάλη αναδρομική έκθεση στον «Παρνασσό», το φιλότεχνο κοινό άρχισε να μιλά και πάλι με ενθουσιώδη λόγια για το ύφος και την τεχνοτροπία του Μπουζιάνη. Τα επόμενα χρόνια συμμετείχε σε εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, λαμβάνοντας μέρος - μεταξύ άλλων- το 1950 στην Μπιεννάλε της Βενετίας. Το 1956 του απονεμήθηκε το α΄ ελληνικό βραβείο του Διεθνούς Διαγωνισμού Γκούγκενχάιμ.Ήταν μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ).
Μετά τον θάνατό του, το σπίτι του ζωγράφου στην Δάφνη Αττικής αγοράστηκε από τον Δήμο Δάφνης και έχει μετατραπεί σε μουσείο. Έργα του Μπουζιάνη υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη καθώς και σε πολλές άλλες δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές εντός και εκτός Ελλάδας. Αναδρομικές εκθέσεις με έργα του πραγματοποιήθηκαν στην Εθνική Πινακοθήκη το 1977 και το 1985, και στο Μουσείο Μπενάκη το 2005.
Ο ζωγράφος μαζί με το γιο του μπροστά στο σπίτι τους στη Γερμανία
Τεχνοτροπία & έργο
Ο Μπουζιάνης θεωρείται ως ο σημαντικότερος Έλληνας εκπρόσωπος του εξπρεσιονισμού. Κατά τα χρόνια της παραμονής του στην κοιτίδα του εξπρεσιονισμού, Γερμανία, γνώρισε από κοντά όλες τις μεταλλάξεις του κινήματος δημιουργώντας ένα δικό του προσωπικό στυλ στο οποίο κυριαρχούν ο ανθρωποκεντρισμός και η απόλυτη ελευθερία του υποκείμενου.
Η καρέκλα |
Η Καρέκλα είναι ένα έργο ζωγραφικής του Γιώργου Μπουζιάνη που χρονολογείται γύρω στο 1945. Πρόκειται για ελαιογραφία σε ύφασμα διαστάσεων 103,9 x 77,8 εκ. και εκτίθεται στο Παράρτημα Κέρκυρας της Εθνικής Πινακοθήκης και Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτζου.
Ο πίνακας φιλοτεχνήθηκε από τον Μπουζιάνη γύρω στο 1945, περισσότερο από μια δεκαετία μετά την επιστροφή του καλλιτέχνη στην Αθήνα από τη Γερμανία όπου πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του. Ο Μπουζιάνης βρίσκεται απομονωμένος στο ατελιέ του. αφοσιωμένος στην τέχνη του, η οποία αντιμετωπίστηκε με αδιαφορία ή ακόμα και με εχθρότητα από την εγχώριο καλλιτεχνικό περίγυρο.
Στο συγκεκριμένο έργο εικονίζεται μια καρέκλα του σπιτιού του καλλιτέχνη σαν μια οντότητα που υπάρχει, με τη ρευστή και φευγαλέα όψη της μέσα στο χρόνο. Τα απαλά χρώματα που χρησιμοποιούνται εμπεριέχουν ένα έντονο συναισθηματικό φορτίο που φανερώνει την αίσθηση της παρουσίας και της απουσίας, την παροδικότητα αλλά και την επίγνωση του ανθρώπου ότι είναι εκτεθειμένος στην πάροδο του χρόνου. Το έργο διακρίνεται από έντονη παραμόρφωση, ένα στοιχείο που επιβεβαιώνει την ένταξη του καλλιτέχνη στο ρεύμα του εξπρεσιονισμού.
Αυτοπροσωπογραφία
Προσωπογραφία του ζωγράφου Waldmuller (1923),
λάδι σε καμβά 75x59 εκ.
Προσωπογραφία κυρίας Κούντσε (1909),
υδατογαρφία 41x31 εκ.
Γυναίκα με ομπρέλα (1935),
υδατογραφία 58x36 εκ.
Παιδί σε πρόγευμα (1921),
υδατογραφία 48,5x41,5 εκ.
Προσωπογραφία γυναίκας (1917),
λάδι σε καμβά 57x37 εκ.
Τοπίο (1917-20),
λάδι σε χαρτόνι 24,5x28,5 εκ.
Το εργοστάσιο γκαζιού στο Μόναχο (1927-28),
υδατογραφία 33x43 εκ.
Άποψη από το Παρίσι (1930-32),
μολύβια 17x22 εκ.
Τοπίο με σπίτια (1934),
λάδι σε καμβά 31x58 εκ.
Ξαπλωμένη γυναίκα (1927),
υδατογραφία 22,5x29,5 εκ.
Αυτοπροσωπογραφία (1926),
υδατογραφία 50x38 εκ.
Αγόρι στο ύπαιθρο (1927),
υδατογραφία 35x23 εκ.
Εσωτερικό δωματίου (1930),
υδατογραφία 59x78 εκ.
Νεκρή φύση (1939),
υδατογραφία 30x45 εκ.
Σύνθεση (μακέτα) (1950-58),
υδατογραφία 30x35 εκ. Ιδιωτική συλλογή
Τοπίο στο Αϊχενάου (1924),
υδατογραφία 36x50 εκ.
Νεκρή φύση (1927-28),
υδατογραφία 44x58 εκ.
Οι πίνακες είναι από http://peritexnisologos.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου