Ο Αντρέι Βάιντα (Andrzej Witold Wajda, 6 Μαρτίου 1926 - 9 Οκτωβρίου 2016) ήταν Πολωνός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός.
Γεννήθηκε το 1926 στο Σουβάλκι της Πολωνίας. Σπούδασε ζωγραφική στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Κρακοβίας και σκηνοθεσία στην Σχολή Κινηματογράφου του Λοτζ.Τη δεκαετία του 1950 ξεκίνησε να γυρίζει ταινίες και ντοκιμαντέρ.
Το έργο του αναγνωρίστηκε παγκοσμίως και έλαβε πολλά βραβεία. Στο φεστιβάλ των Καννών το 1957 κέρδισε το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής για το Κανάλ και το 1978 το FIPRESCI για το Άνθρωπος από μάρμαρο. Το 1958 έλαβε το FIPRESCI στο φεστιβάλ της Βενετίας για το Στάχτες και διαμάντια. Το 1981 κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα για το Ο άνθρωπος από σίδερο. To 1983 κέρδισε το Βραβείο BAFTA Καλύτερης Μη Αγγλόφωνης Ταινίας και το βραβείο Σεζάρ καλύτερου σκηνοθέτη για το Υπόθεση Δαντών. Το 2009 κέρδισε το FIPRESCI στα Βραβεία Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου για το Γλυκιά έξαψη.
Το 1982 έλαβε το Τιμητικό Βραβείο Σεζάρ, το 1996 την Τιμητική Χρυσή Άρκτο, το 1998 τον Τιμητικό Χρυσό Λέοντα και το 2000 το Τιμητικό Όσκαρ για την προσφορά του στην Έβδομη Τέχνη.
Απεβίωσε το 2016 στη Βαρσοβία σε ηλικία 90 ετών
Επιλεγμένη φιλμογραφία
1956 Κανάλ
1958 Στάχτες και διαμάντια
1959 Λότνα
1960 Αθώοι μάγοι
1968 Όλα για πούλημα
1969 Κυνηγώντας μύγες
1970 Τοπίο Μετά Τη Μάχη
1973 Ο γάμος
1975 Η Γη της Επαγγελίας
1977 Άνθρωπος από μάρμαρο
1978 Χωρίς αναισθητικό
1979 Οι δεσποινίδες του Βίλκο
1980 Ο μαέστρος
1981 Ο άνθρωπος από σίδερο
1983 Υπόθεση Δαντών
1990 Η θυσία του Κόρτσακ
2007 Κατίν
2009 Γλυκιά έξαψη
2013 Βαλέσα, η δύναμη της ελπίδας
2016 Μετείκασμα
O Άνθρωπος από Μάρμαρο (Czlowiek z Marmuru)
Πολωνία (1977) – Διάρκεια: 165 Λεπτά
Σκηνοθεσία: Αντρέι Βάιντα (Andrzej Wajda)
Σενάριο: Aleksander Ścibor-Rylski
Διεύθυνση φωτογραφίας: Edward Kłosiński
Ηθοποιοί: Jerzy Radziwiłowicz, Krystyna Janda, Tadeusz Łomnicki, Bogusław Sobczuk
Ο Βάιντα είχε γράψει το σενάριο της ταινίας “O Άνθρωπος από Μάρμαρο”, πολλά χρόνια πριν βρει την κατάλληλη στιγμή για να το παρουσιάσει στους υπάλληλους του Πολωνικού Υπουργείου Πολιτισμού, πείθοντάς τους πως η ταινία αυτή δεν αποτελούσε καταφανή κριτική του κομμουνιστικού κράτους. Παραδόξως, η αρχικά περιορισμένη διανομή της ταινίας λειτούργησε μάλλον θετικά, συμβάλλοντας στον ευρύτερο απόηχό της και τη μεγάλη ανταπόκριση του κοινού. Το φιλμ “O Άνθρωπος από Μάρμαρο”, τιμήθηκε με το Βραβείο FIPRESCI στις Κάννες το 1978.
Συνδέοντας την καλλιτεχνική δεξιοτεχνία με την άμεση κριτική του ψεύδους, της βίας και της δουλοπρέπειας, η ταινία έχει απίστευτη δύναμη επίδρασης. Η δραματική πορεία του Ματέους Μπίρκουτ έγινε σύμβολο της πάλης του ατόμου με τον ολοκληρωτισμό. Θα ακολουθήσει “Ο Άνθρωπος από Σίδερο” το 1981, ταινία που αποτελεί τη συνέχεια της ιστορίας του Μπίρκουτ και του γιου του Μάτσιεκ.
«Ο αγώνας του Μπίρκουτ για την αλήθεια δεν τέλειωσε την δεκαετία του ’50 διαρκεί ακόμη και σήμερα. Η απόδειξη είναι ο απελπισμένος αγώνας της Αγνιέσκα με την νομενκλατούρα της τηλεόρασης» λέει χαρακτηριστικά ο Αντρέι Βάιντα μέσω της ταινίας του.
Ο άνθρωπος από σίδερο
Η ταινία Ο άνθρωπος από σίδερο (πολωνικά: Człowiek z żelaza, αγγλικά: Man of Iron) είναι μια πολωνική δραματική - ιστορική ταινία του 1981, σε σκηνοθεσία Αντρέι Βάιντα, βασισμένη σε σενάριο του Αλεξάντερ Τσίμπορ-Ρίλσκι. Πρωταγωνιστούν οι Γέρζι Ραντζιβίλοβιτς και Κριστίνα Γιάντα. Η ταινία αποτελεί συνέχεια της ταινίας του Βάιντα Ο άνθρωπος από μάρμαρο του 1977. Κεντρικό πρόσωπο της ταινίας είναι ο Maciek Tomczyk(Μάτσιεκ Τόμτσικ), γιος του Mateusz Birkut (Ματέους Μπίρκουτ), ο οποίος ήταν ο πρωταγωνιστής της προηγούμενης ταινίας. Η παρούσα ταινία αποσαφηνίζει ταυτόχρονα και το τέλος της πρώτης ταινίας, καταδεικνύοντας ότι ο Μπίρκουτ σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια ταραχών το 1970.Ο Τόμτσικ εδώ εμπλέκεται σε μια αντικυβερνητική εργατική κίνηση και αναφέρεται ως "ο άνθρωπος που ξεκίνησε τις κινητοποιήσεις στο Ναυπηγείο του Γκντανσκ". Απέναντί του ένας δημοσιογράφος, ο οποίος εργάζεται για την κυβέρνηση και του έχει ανατεθεί να δυσφημίσει τον Τόμτσικ και μέσω αυτού την απεργιακή επιτροπή. Ο ρόλος αποτελεί έναν σαφή παραλληλισμό προς το πρόσωπο του Λεχ Βαλέσα (ο οποίος μάλιστα εμφανίζεται στην ταινία).
Η ταινία δημιουργήθηκε στο διάστημα μεταξύ της ίδρυσης του Συνδικάτου Αλληλεγγύη το 1979 και της κήρυξης του Στρατιωτικού Νόμου τον Δεκέμβριο του 1981, με την νέα πολωνική ηγεσία υπό τον Στρατηγό Γιαρουζέλσκι να την λογοκρίνει, επιβάλλοντας περιορισμό και εντέλει πλήρη απαγόρευση προβολής της στην Πολωνία.Αντιθέτως στο εξωτερικό η ταινία έτυχε αναγνώρισης, κερδίζοντας τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών του 1981. Επίσης υπήρξε υποψήφια για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας το 1982.
Πλοκή
Η ταινία τοποθετείται στο Γκντανσκ του 1980. Στα ναυπηγεία της πόλης οι εργάτες απεργούν. Μεταξύ αυτών οργανωτικό ρόλο παίζει ο ακτιβιστής και μέλος του Συνδικάτου Μάτσιεκ Τόμτσικ. Ένας φιλοκαθεστωτικός ραδιοφωνικός δημοσιογράφος και συντάκτης, ονόματι Βίνκελ, στέλνεται εκεί από τον αρχηγό της Ραδιοφωνικής Επιτροπής, ώστε να συλλέξει ενοχοποιητικά στοιχεία σε βάρος του Τόμτσικ.
Σε μια αναδρομή στο παρελθόν βλέπουμε τον Τόμτσικ ως ηγετικό στέλεχος των φοιτητών να συμμετέχει τον Μάρτη του 1968 στις φοιτητικές ταραχές της Πολωνίας και να προσπαθεί -μάταια- να πείσει τον ναυτεργάτη πατέρα του να υποκινήσει τους εργάτες των ναυπηγείων σε συμπόρευση. Αργότερα, τον Δεκέμβρη του 1970, κατά τη διάρκεια της εργατικής εξέγερσης οι ρόλοι αντιστρέφονται και οι φοιτητές αρνούνται να συμμετάσχουν στην κίνηση των εργατών. Κατά τη διάρκεια αυτών των ταραχών ο Ματέους Μπίρκουτ, πατέρας του Τόμτσικ, δολοφονείται από παραστρατιωτικούς. Ο Τόμτσικ εγκαταλείπει τις σπουδές του και γίνεται λιμενεργάτης. Αποπέμπεται όταν προσπαθεί να συνδικαλίσει τους εργάτες και να τους παρακινήσει σε εξέγερση, ενώ στη συνέχεια φυλακίζεται. Μετά την αποφυλάκιση επανέρχεται στην εργασία του.
Ξανά στο παρόν, βλέπουμε τον Βίνκελ ως δημοσιογράφο προσκείμενο στην κυβέρνηση, να εμποδίζεται από τους απεργούς να πλησιάσει την πύλη των ναυπηγείων. Στο πλήθος που βρίσκεται κοντά στην πύλη, ο Βίνκελ ξεχωρίζει έναν φίλο του, τον Τζίτκα, ο οποίος προηγουμένως εργαζόταν στην τηλεόραση του Γκντανσκ. Ο Τζίτκα του δίνει πληροφορίες σχετικά με τον Τόμτσικ, ο οποίο αποδεικνύεται ότι ήταν φίλος του από το κολέγιο. Ο Βίνκελ στο πλαίσιο της έρευνας για τον Τόμτσικ, γνωρίζει μεταξύ άλλων την σύζυγό του και ρεπόρτερ Αγκνιέσκα, από την οποία κυρίως μαθαίνει για το παρελθόν και την πορεία του Τόμτσικ. Όσο περισσότερες λεπτομέρειες μαθαίνει, τόσο αναθεωρεί την θέση του, ώστε τελικά ο δημοσιογράφος οδηγείται στο να παραιτηθεί από την θέση του στο κρατικό ραδιόφωνο και να μην κάνει ποτέ το ρεπορτάζ για τον Τόμτσικ.
Κατίν (Katyn)
Πολωνία (2007) – Διάρκεια: 117 λεπτά
Σκηνοθεσία: Αντρέι Βάιντα (Andrzej Wajda)
Σενάριο: Andrzej Wajda, Władysław Pasikowski, Przemysław Nowakowski
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Paweł Edelman, Marek Rajca Ηθοποιοί: Artur Żmijewski, Andrzej Chyra, Maja Ostaszewska, Danuta Stenka
Ο Βάιντα θίγει για πρώτη φορά στην ταινία αυτή την εικόνα της πολωνικής κοινωνίας με φόντο τα μεταπολεμικά διλήμματα. Πολιτικοί λόγοι για πάνω από μισό αιώνα, όσο και η αμηχανία καλλιτεχνικής έκφρασης για περισσότερο από δέκα χρόνια, εμπόδισαν αρκετούς Πολωνούς σκηνοθέτες να αγγίξουν τη συγκεκριμένη θεματική. Η σοβιετική επιχειρηματολογία, την οποία είχε υιοθετήσει και η Πολωνία, ισχυριζόταν πως οι 20.000 Πολωνοί αξιωματικοί, οι οποίοι αιχμαλωτίσθηκαν το 1939, δολοφονήθηκαν από τους Γερμανούς μετά το 1941, ενώ στην πραγματικότητα εκτελέσθηκαν με εντολή του Στάλιν το 1940.
Ο Πολωνός σκηνοθέτης, με την ταινία αυτή ξεπερνά την αδυναμία αναφοράς σ’ ένα έγκλημα, το οποίο παύει πλέον να είναι ταμπού. Αν και ο ίδιος συνδέεται προσωπικά με την ιστορία, καθώς το όνομα του πατέρα του βρίσκεται στην λίστα των θυμάτων, η αναπαράστασή του εστιάζει κυρίως στις γυναίκες – μάρτυρες της εποχής: μητέρες, σύζυγοι και κόρες. Το φιλμ Κατίν (Katyń), απέσπασε μία υποψηφιότητα για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης το 2008, ενώ μεταξύ άλλων κέρδισε και το Βραβείο Κοστουμιών στα Ευρωπαϊκά Βραβεία Κινηματογράφου την ίδια χρονιά.
Σύμφωνα με δηλώσεις του σκηνοθέτη, το “Κατίν” (Katyn) δεν είναι μία ταινία για το «τι έγινε» αλλά για «το πώς αντέδρασε η πολωνική κοινωνία μετά την τραγωδία». Για το πώς επιβίωσαν τα άλλα θύματα του “Κατίν”, οι τραγικές φιγούρες των γυναικών, που έμειναν πίσω να περιμένουν…
«Κανένα άτομο ή κοινωνία δεν μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει χωρίς αναφορές στην ιστορία. Τα σύγχρονα γεγονότα είναι άμεσα συνδεδεμένα με το παρελθόν. Δε μπορεί κανείς να ατενίσει το μέλλον χωρίς να αποδώσει τιμές σε όσους έχουν φύγει… Δεν ξεκινώ από κάποιο αξίωμα φιλοσοφικό. Οι ταινίες που φτιάχνω είναι ένα κομμάτι από τη ζωή μου. Αν μπορούσα να βρω έναν μίτο στο έργο μου, νομίζω ότι αυτός θα ήταν η πάλη, και η κατάκτηση της ελευθερίας από έναν άνθρωπο. Κάθε φορά, η ελευθερία αυτή σακατεύεται. Και τις περισσότερες φορές, η πάλη καταλήγει σε αποτυχία…» – Αντρέι Βάιντα
Η Γη της Επαγγελίας (Ziemia obiecana)
Πολωνία (1975) – Διάρκεια: 138 λεπτά
Σκηνοθεσία – Σενάριο: Αντρέι Βάιντα (Andrzej Wajda)
(βασισμένο στο μυθιστόρημα του Władysław S. Reymont) Διεύθυνση Φωτογραφίας: Witold Sobociński, Edward Kłosiński, Wacław Dybowski
Ηθοποιοί: Daniel Olbrychski, Wojciech Pszoniak, Andrzej Seweryn, Kalina Jędrusik, Anna Nehrebecka
Η ταινία “Η Γη της Επαγγελίας” (Ziemia obiecana), αποτελεί ουσιαστικά μεταφορά στην μεγάλη οθόνη του μυθιστορήματος του βραβευμένου με Νόμπελ Πολωνού λογοτέχνη Βλαντίσλαφ Σ. Ρέιμοντ. Η ιστορία διαδραματίζεται στην πόλη του Λοτζ, ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά κέντρα υφαντουργίας του 19ου αιώνα, που βρίσκεται σε ραγδαία ανάπτυξη. Η ψαλίδα μεταξύ εργοστασιαρχών, συνήθως Γερμανών, Εβραίων, Πολωνών, και εργατικής τάξης ολοένα και μεγαλώνει.
Από αυτές τις τρεις εθνότητες κατάγονται και οι ήρωες τις ταινίας μας που αποφασίζουν από κοινού να ανοίξουν εργοστάσιο με σκοπό τον πλουτισμό. Όμως ο άγριος καπιταλισμός τους καταπίνει και τους αναγκάζει να πράξουν ενάντια στις ηθικές αρχές τους. Το φιλμ του Αντρέι Βάιντα, συγκαταλέγεται και δικαίως, μεταξύ των αριστουργημάτων του πολωνικού κινηματογράφου. Το φιλμ τιμήθηκε με αμέτρητα βραβεία, ενώ μεταξύ άλλων απέσπασε και μία υποψηφιότητα για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας το 1976.
Πηγή πληροφοριών των ταινιών : http://www.4news.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου