Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΝΘΟΣ " Στον νυγμό του διαβήτη " Ποιητική Συλλογή


Γεώργιος Μάνθος : Στον νυγμό του διαβήτη
Εκδότης: Αρισταρέτη
Έτος έκδοσης: 2018
Είδος : Ποιητική Συλλογή
Μορφή: Μαλακό εξώφυλλο
Αριθμός σελίδων: 126
Διαστάσεις: 21×14
ISBN: 978-618-5273-19-4


Αφιέρωση: Στους γονείς μου, που μου πρόσφεραν το κάλλος τούτου του κόσμου και στη γυναίκα μου, που μου άνοιξε πύλη στο κάλλος του σύμπαντος...
Γ. Μάνθος 


ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΚΔΟΤΟΥ 

Να ομιλήσεις για χάλκινα κύματα, είναι που χάλκινος είναι ο χρόνος κι η ηχώ του που γαληνεύει οικείους, που διώχνει το ετερόφωτον έρημο, που καλεί λόγον ιδιαιτέρως ανθοστόλιστον, ουχί διά εντυπωσιασμόν, μα, διά την επαλήθευσιν της ποιήσεως, ταπεινή ποίηση, ως αρμόζει στους μεγάλους της γραφής καλλιτέχνες, ως αρμόζει στο διαβατάρικο μελάνι που κεντά η ψυχή στο χαρτί, τέτοιο μέγεθος ποιήσεως, που οι φωταψίες δεν περιέχονται σε φωλιές και σε ολίγους, είναι το φως όλων, που δυστυχώς δεν το ανέχονται, μα, ποίηση είναι η αλήθεια και η φωτιά που εκπέμπεται από φρυκτωρίες ενήμερες για την σκέψιν και την αίσθησιν, την αισθητική και την καλλιέπεια. Οφείλει η ποίηση να εκπέμπει; Η ποίηση οφείλει να στέκεται αρωγός των συναισθημάτων και του λογισμού, της αγάπης και του λόγου. Η ποίηση του Γιώργου Μάνθου είναι η θύμηση των μεγάλων συγγραφέων και το μέλλον των αυριανών στιγμών κάθε επίδοξου γραφέως. 

ΣΤΟΝ ΝΥΓΜΟ ΤΟΥ ΔΙΑΒΗΤΗ βρίσκουμε την ακριβή σχέση του με την πηγή της εμπνεύσεώς του, η αγάπη που κυοφορεί η πένα του, η αγάπη που γεννά η πένα του και απλόχερα μας δίνει, δίχως να φείδεται σκέψεων, δίχως να φοβάται την έκφρασιν της ολότητος και της αποκλειστικής δύναμης μιάς ατάραχης ομιλίας. Ο Γιώργος Μάνθος, τολμά να χρησιμοποιεί την γλώσσα, γνώστης καλός της γλώσσας μας, δεν διστάζει να τραγουδήσει αυτά που ο νους του ξεσπά προς επανάστασιν, δεν διστάζει να ενσκήπτει σε μύθους και ιστορικές εικόνες, ως οφείλει στην ψυχή του. Είναι που δεν διστάζει να ομολογεί την αγάπη του, τον έρωτά του, για την ποιήτρια της ζωής του, την Μαρίνα του. Είναι που δεν τον αφορά η εύπεπτη ανάγνωση, μα, η βαθιά μελέτη, είναι ίδιον των αληθινών συγγραφέων η αγάπη για το νόημα και την σχέση του εγώ με το εμείς, του εαυτού με την κοινωνία, του μικρόκοσμου με τον μακρόκοσμο. 

Ο Γιώργος Μάνθος, πέρα από την επαγγελματική του ιδιότητα του Ιατρού, είναι ένας αληθινός ποιητής, δραπετεύει στο άπειρο και επιστρέφει ανθολογώντας τα συμβάντα της οπτικής μαγείας. Θωρεί τα κοσμικά ως μέσον κινήσεως της αγάπης. Θεωρώ, πως ο λόγος του είναι ικανός, να συγκινήσει, να δακρύσει, να χαμογελάσει, να αγαπήσει και να αγαπηθεί, να σιωπήσει, μόνον όταν πρέπει να πάρει ανάσα και να συνεχίσει την φωνή του να κυματίζει. ΣΤΟΝ ΝΥΓΜΟ ΤΟΥ ΔΙΑΒΗΤΗ. Κι αν γράψουμε ένα κύκλο γύρω από την ακίδα των γραμμάτων, κάπου εντός του θα βρούμε τον Γιώργο Μάνθο, να προσφέρει απλόχερα την αλήθεια, ουχί την δική του, την ολότητα της αληθείας. 

ΣΤΟΝ ΝΥΓΜΟ ΤΟΥ ΔΙΑΒΗΤΗ από τον Γιώργο Μάνθο, ακολουθούμε τα χνάρια του, από το δειλινό έως την χαραυγή, έως το χαρτί να αποδώσει αυτές τις αχτίδες του που μας ταξιδεύουν... 
Για τις εκδόσεις Αρισταρέτη: Σταυρακάκης Δημήτριος


Οπισθόφυλλο

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΣΥΛΛΟΓΗΣ 

Χάλκινες φωταύγειες

Μέσα στο δείλι που φιλά τα όμορφά σου χείλη,
με βάμμα βυσσινόχροο που στάζει σαν σταφύλι,
αχ, να μην νόθευε ποτέ το χρώμα που σαστίζει
με την ανάσα της νυχτιάς που το κερί το σβήνει.

Είναι νυχτιές που η βροχή τον άνεμο φωνάζει,
να αγκαλιάσουνε μαζί το φτωχικό καλύβι,
με ξόρκια και με αστραπές να σπάσουνε το φύλλο,
να μπούνε μέσα στης καρδιάς, ν’ αλέσουνε τον μύλο.

Εκεί μπροστά στο τζάκι μας, στη φλόγα των κεριών μας,
που σφιχταγκαλιαζόμαστε και λέμε τον καημό μας,
ορμάει η θύελλα να βρει σχισμή στο όνειρό μας,
με προδοσία να χωθεί στο άβατο ιερό μας.

Είχες το χρώμα του χαλκού να γράφει τις γραμμές σου,
το μέτωπο ήταν θάλασσα, τα φρύδια δυο βαρκούλες
και η μυτούλα, η λεπτή, το ξάρτι στο κατάρτι,
του πλοίου της αγάπης μας, στη λάβα που οδηγούσε.

Κι είν’ το ηφαίστειο ενεργό κι η μπόρα δεν το σβήνει,
το τρέμουν τα στοιχειά της γης, το τρέμει κι ο αγέρας,
μον’ η νυχτιά το καρτερεί με δόλο στη στροφή της,
να το τυλίξει ύπουλα στον πέπλο τον βαρύ της.

Φύγε νυχτιά, φύγε φονιά, φύγε αλλοπαρμένη,
που θέλεις της αγάπης μου το χρώμα να κουρσέψεις,
να λιώσεις τον ορείχαλκο του αγάλματος που λάμπει
και τον καπνό να του φοράς, ανάσα να μην παίρνει!

✧    ✧    ✧    ✧ 
    
Η σκόνη του βιβλίου

Με βήματα νωθρότητας και οπισθοπορείας
σκάλωσ’ η νύχτα στ’ όνειρο αλλοτινής μαγείας.
Πολέμησα να κρατηθώ στα φύλλα που μετρούσαν
χρόνους και τόπους μαγικούς, μύθους που ακουμπούσαν.


Νεράιδες να προικίζονται μ’ ατλάζι και χρυσάφι,
ιππότες ν’ αγωνίζονται στη ρώμη μες στο θειάφι.
Κι ήταν τα έπη ηρωικά, ν’ αντέχουν στο μελάνι,
με χρώματα ανεξίτηλα να διώχνουνε την πλάνη.

Να γράφουνε ορόσημα του ορίζοντα στεφάνι,
τα νέφη να διαλύουνε στου νου την παραζάλη.
Κι όπως στου στίχου χάνεσαι την ξέφρενη πορεία,
απελπισμένος ναυαγός, στου χρόνου τα αρχεία,
εκεί ξεβράζει ο ωκεανός σανίδα σωτηρίας,
στα ύφαλα και στα γκρεμνά να λάμψει η Ιστορία.

Η σκόνη που ανατάραξα ψάχνοντας την ελπίδα
εικόνες αποκάλυψε, που δείχνουν την αιτία.
Αυτήν που την γυρεύουμε μ’ ανυπομονησία
κινώντας γη και ουρανό, μα, ζει μες στα βιβλία!

✧    ✧    ✧    ✧ 


Καθαρόαιμο


Στην Μαρίνα μου...

Περπάτησα μονάχος μου στο μάτι του κυκλώνα
να σώσω γη και ουρανό στη δίνη του φιλιού.
Σκόρπισα την ανάσα μου σε μίλια και σε δώρα
κι έσυρα τα φεγγάρια μου στην κόψη του σπαθιού.

Την σκόνη του παραμυθιού τίναξα απ’ την κώμη,
που έπεσε στ’ αλάφιασμα εκείνου του ατιού,
που γνώρισα μεσονυχτίς σε έρημο που λιώνει,
εκεί που ανεμοδέρνονταν όρνεα τ’ ουρανού.

Κι ο ουρανός εσάστισε, ξύπνησε απ’ το κώμα
επότισε με δάκρυα την χαίτη την στιλπνή,
που ανέμιζε σαν τη βροχή στο βάθος του αιώνα,
να υφαίνει με τ’ ατλάζι της τ’ αγρίμι να ντυθεί.

Ω, άτι μου, ατίθασο του ανέμου παραγάδι,
καβάλα έχεις το σύγνεφο και σκίζεις την βροχή.
Διψάς, πίνεις νερό στου ονείρου το πηγάδι,
κι αστέρι αμέσως γίνεσαι που αστράφτει στη ζωή!

✧    ✧    ✧    ✧ 

Μονόλογος ενδοσκόπησης

Αγαπημένη...
Γέρνω πάνω στα ακρόθυρα της καρδιάς σου θλιμμένη μου 
Χρυσαλλίδα,
γροικώ το φτερούγισμα μιας φωτεινής έκρηξης.

Αράχνες και δίχτυα πύργων αλαργινών και σημάδια δίσεκτου 
καιρού
απείλησαν τον καταρράκτη του χειμώνα να παγώσει στα βρεφικά 
σου σάβανα.

Μια ηλιαχτίδα φωτός έσχισε τα σύννεφα,
φωτοστέφανο και φτερά αγγέλου στο δακρυσμένο σου 
προσκέφαλο,
κεραυνός ορίστηκε στο διψασμένο κορμί σου,
σημάδια αρχαίου χρησμού χαράχτηκαν στα πέταλά σου…

Ιέρεια της μύησης με πλεξούδες τους αστερισμούς εκλήθη
πρέσβειρα του αέναου φωτός με ρίζες από φύκια στα φαράγγια 
του βυθού αναδύθηκε.

Σύννεφα της βροχής, κύματα της τρικυμίας,
ναυάγια ξεβρασμένα σε ξέρες
ανταρσίες κουρσάρων εκάλεσαν το φως.

Το νάμα σου, η αμβροσία και η αθανασία
πλέρια αγάπης και ζωής,
απαντοχή στο φόβητρο και το τέλμα
του χρόνου και του χειμώνα...

Το φως της Άνοιξης κούρνιασε στην κούνια σου,
το σύμπαν υπέγραψε την ανάσταση.
Οι σκιές υπέγραψαν τη συνθήκη…

Μια πεταλούδα πετάχτηκε από τα δεσμά σου
και χορεύει στους ήχους και τους ρυθμούς του δικού σου φωτός...
Αγαπημένη...



Βιογραφικό: 

Ο Γιώργος Μάνθος γεννήθηκε στην Καρδίτσα. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πήρε την ειδικότητα της γαστρεντερολογίας. Έκτοτε ασκεί ιδιωτικά την ιατρική στο ιατρείο του στην ιδιαίτερή του πατρίδα. Είναι λάτρης των τεχνών και ιδιαιτέρως της ποιήσεως και της μουσικής. Έχει σπουδάσει πιάνο στο ωδείο Αρίων Καρδίτσας, καθώς και θεωρητικά. Είναι παντρεμένος με την ποιήτρια Μαρίνα Σολδάτου. Αυτή είναι η πρώτη ποιητική του συλλογή.










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου