Δι ευχών του πατρός ημών.
Της αγχωμένης για το μεροκάματο ανάσας.
Του ιδρωμένου από τη φάμπρικα κορμιού.
Της ροζιασμένης παλάμης το σπάνιο άγγιγμα.
Του αετίσιου καθαρού παιδικού βλέμματος.
Δι ευχών της μητρός ημών.
Της άδολης χωρίς αντάλλαγμα προσφοράς.
Του ρυτιδιασμένου από τα βάσανα προσώπου.
Του μοιρασμένου στα ίσα λειψού καρβελιού.
Της γιορτινής πάστρας και της ξύλινης σκάφης.
Δι ευχών των πατέρων ημών.
Την παλικαριά των γενειοφόρων αντιστασιακών.
Τις προφητείες των ξεχασμένων ποιητών.
Τη μυρωδιά του ξεραμένου στο μέτωπο αίματος.
Τη γέρικη γενειάδα του αλυσοδεμένου Προμηθέα.
Δι ευχών των απογόνων ημών.
Των παιδιών που φωνάζουν στους έρημους δρόμους.
Των κοριτσιών και των αγοριών που ερωτεύονται.
Της γενιάς που αμφισβητεί και ονειρεύονται.
Της καθάριας λογικής που κρύβουν μέσα τους.
Δι ευχών των στοιχείων της μητέρας φύσης.
Αδικημένα τέκνα
της νέας απρόσωπης εξουσίας,
απανταχού της οικουμένης
ανηλεώς διωκόμενοι,
στον ήλιο, το φως
και την αύρα της θάλασσας,
τη μάνα γης αγκαλιάζοντας,
ευσεβώς δεηθώμεν.
(γιώργος θ. τζιας, από τη συλλογή «…του αστεριού ο τοκετός»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου