ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ - ΔΗΜΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Διανομή των εθνικών γαιών σε ακτήμονες και η θέσπιση συντάγματος
Το πολιτικό κλίμα είναι εξαιρετικά τεταμένο. Η απόφαση του να προχωρήσει στην διανομή των «Εθνικών Γαιών» στους ακτήμονες έχει ήδη πυροδοτήσει σφοδρές αντιδράσεις μεταξύ των μεγάλων οικογενειών του Μωριά που κατά την τουρκοκρατία διατηρούσαν μεγάλες εκτάσεις γης.
Πριν από το 1821, τα 2/3 περίπου της καλλιεργήσιμης γης ανήκαν σε Τούρκους γαιοκτήμονες, στην εκκλησία και τα υπόλοιπα στους Ελληνες προεστούς, με αποτέλεσμα οι Ελληνες αγρότες να εργάζονται ως ενοικιαστές στα κτήματα Τούρκων και Ελλήνων ιδιοκτητών.
Οι πρώτες επαναστατικές εθνοσυνελεύσεις είχαν κηρύξει τις τουρκικές γαίες ιδιοκτησία του Εθνους και είχαν υιοθετήσει την αρχή ότι με τον καιρό κάθε Ελληνας θα έπαιρνε ως ατομική του ιδιοκτησία ένα κομμάτι εθνικής γης, ανταμοιβή για τις υπηρεσίες του στον Αγώνα. Το θέμα πρωτοτέθηκε στην Εθνοσυνέλευση του Αστρους, αλλά υπήρξαν έντονες διαμαρτυρίες από τα συγκεντρωθέντα εκεί πλήθη, καθώς και παρέμβαση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, και σταμάτησε κάθε συζήτηση και το "άφησαν για αργότερα".
Φαίνεται, όμως, ότι ήδη από το 1822 κάποιοι είχαν κάνει "μοιρασιές" ή καταπατήσεις, με την ευλογία των Εθνοσυνελεύσεων, και όταν ο Καποδίστριας επεδίωξε να ρυθμίσει το θέμα βρέθηκε προ τετελεσμέων καταστάσεων.
Το ζήτημα της διανομής των εθνικών γαιών σε ακτήμονες και η θέσπιση συντάγματος ήταν οξύ και φλέγον. Τα δυο προβλήματα φαίνονται σε εμάς άσχετα μεταξύ τους, αλλά η διορατικότητα του Καποδίστρια τα συνδύασε με τρόπο άρρηκτο. Αξίζει της προσοχής μας η διεξοδικότερη ανάλυση του θέματος και τα συμπεράσματα είναι καταλυτικά για την πορεία του Ελληνικού Εθνους από τότε μέχρι και σήμερα.
Οι Εθνικές Συνελεύσεις είχαν αποφασίσει ότι όλοι οι πολίτες είχαν το δικαίωμα ψήφου άσχετα αν είχαν ή όχι ατομική ιδιοκτησία. Ειδική αναφορά έκανε επί του θέματος ο Καποδίστριας όταν αναφέρθηκε προς την Γερουσία το 1830 και είπε: «Ασχοληθέντες και ημείς οι ίδιοι περί το έργον τούτο, καθώς σας προανηγγέλομεν, επείσθημεν ότι τα συντάγματα του Αστρους, της Επιδαύρου και της Τροιζήνος,δίδοντα το δικαίωμα της ψήφου εις τους πολίτας, όσοι οφείλουν να το ενεργήσουν, δεν προαπαιτούν παρ' αυτών ουδεμίαν ιδιοκτησίαν». Ο Καποδίστριας όμως ο οποίος αγωνίσθηκε να οργανώσει συνταγματικά τη χώρα έθεσε μία αναγκαία προϋπόθεση, την ύπαρξη ατομικής ιδιοκτησίας.
Διαμορφώθηκαν λοιπόν δύο τάσεις, η μια προερχόταν από την καθεστυκυία τάξη και ήθελε το δικαίωμα ψήφου να το έχουν όλοι οι πολίτες, ακτήμονες και γαιοκτήμονες. Η άλλη τάση -αυτή του Καποδίστρια- έθετε την ύπαρξη ατομικής ιδιοκτησίας ως προύπόθεση για το δικαίωμα ψήφου των πολιτών. Γιατί, όμως ο Καποδίστριας επέμενε στην ύπαρξη ατομικής ιδιοκτησίας αφού και ο ίδιος καταλάβαινε ότι με την ενέργεια του αυτή: «ήθελον αποστερήσει του δικαιώματος τούτου το μέγα μέρος των πολιτών», αφού οι περισσότεροι Έλληνες ήταν ακτήμονες; Γιατί ο Καποδίστριας στερούσε το δικαίωμα ψήφου στους ακτήμονες; Γιατί οι πρόκριτοι και οι κοτζαμπάσηδες κόπτονταν για το άνευ προύπόθεσεων διακαίωμα ψήφου; Για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα πρέπει να δούμε την κατάσταση που επικρατούσε την εποχή εκείνη.
Οι πρόκριτοι και οι κοτζαμπάσηδες ήλεγχαν μεγάλες εκτάσεις, ενώ ο λαός ήταν ακτήμονας και δούλευε σε αυτούς υπό δύσκολες συνθήκες. Ακόμα και τα καλύβια που ζούσαν δεν τους ανήκαν. Ολα αυτά θα είχαν ως αποτέλεσμα θα είναι να ψηφίζει ο κάθε ακτήμονας ό,τι ο κοτζαμπάσης ήθελε και όποιο εκπρόσωπο επιθυμούσε. Όπως ο Καποδίστριας έγραφε: «όσοι των Ελλήνων πολιτών δεν έχουν ιδιοκτησίαν... ο νόμος, διά του οποίου θέλουν δυνηθή να ενεργώσι το δικαίωμα της ψήφου, δεν θέλει είσθαι πλέον επικίνδυνος απάτη,...» Πράγματι επίκινδυνη απάτη θα ήταν διότι ο ακτήμονας, ο δουλόπαροικος θα εξαρτάται αποκλειστικά απο τον κοτζαμπάση για τον οποίο ζει και αναπνέει.
Στο δίλημμα που υπήρχε: ψηφοφόροι όλοι οι Έλληνες ή ψηφοφόροι οι Έλληνες που είχαν ατομική ιδιοκτησία, ο Καποδίστριας πολύ εύστοχα πρότεινε: Να έχουν ατομική ιδιοκτησία όλοι οι Έλληνες ώστε όλοι να είναι ψηφοφόροι. Και πώς αυτό θα γίνει εφικτό; Για να το πετύχει ο Καποδίστριας, ζήτησε την έγκριση της Γερουσίας ώστε να διανείμει στους ακτήμονες την εθνική γή.
Ο Καποδίστριας έγραφε: «... η Κυβέρνηση θέλει δυνηθή να δώση εις όλους τους ακτήμονας των επαρχιών κατοίκους, μερικά στρέμματα γής. Τούτου γενομένου, ... θέλουσιν απολαύση το δικαίωμα της ψηφοφορίας. Άν όμως εισαχθή σύνταγμα πριν ταύτα εκτελεσθώσιν, εις ατομικά μόνον συμφέροντα θέλει χρησιμεύση, και το κράτος του ισχυροτέρου θέλει στηρίξη εις την αμαθίαν και αποκτήνωσιν του πλήθους... Τοιαύτη είναι η ομολογία και πίστις μου περί του μεγάλου τούτου κεφαλαίου των τιμιωτάτων της Ελλάδος συμφερόντων, ...».
Τις αρχές του αυτές τις εξέθεσε και στην «Πραγματεία περί της καταστάσεως της Ελλάδος», την οποία απηύθυνε το Νοέμβριο του 1830 προς τον Μιχαήλ Σούτσο, διπλωματικό εκπρόσωπο της Ελλάδας στο εξωτερικό: «Αι αρχαί αύται συνοψίζονται εις μίαν και μόνην: ο Ελληνικός λαός ο οποίος σήμερον αποτελεί μία μάζα ακτημόνων [proletaires], να ανέλθη εις την τάξιν ενός λαού ιδιοκτητών. Ότε ο σκοπός ούτος θα έχη επιτευχθή, η συνταγματική οργάνωσις της Ελλάδος θα είναι όχι μόνον δυνατή, αλλά και εύκολος. Δια του αντιθέτου συστήματος, το οποίον εξυμνούν περισσότερον οι δολοπλόκοι και οι φιλόδοξοι οι ανατραφέντες εις την μουσουλμανικήν σχολήν (εννοεί τους Φαναριώτες), η οργάνωσις αύτη θα έπρεπε να γίνη την στιγμήν ταύτην και το αποτέλεσμα θα ήτο ότι η αναγέννησις του λαού».
Επιπλέον, ο Καποδίστριας θεωρούσε οτι η διανομή της Εθνικής γης στους ακτήμονες ήταν η αρχή για την πορεία της χώρας προς τη συνταγματικότητα και την Εθνική Ενότητα. Ο Καποδίστριας γνώριζε ότι ξένοι πολίτες θα ενδιαφέρονταν να αγοράσουν κτήματα στην Ελλάδα. Από τη στιγμή όμως που υπήρχαν ακτήμονες Έλληνες τότε δίκαια θα αγανακτούσαν. Επίσης κάποιοι καλοθελητές εύστοχα θα τους έλεγαν: «Αφ' ού εθυσιάσθητε ίνα ελευθερωθήτε από τους Τούρκους τους μόνους κτήτορας της γής σας, σείς μεν και σήμερον ακτήμονες εμείνατε, ξένοι δε πάλιν θέλουσι σας κυριεύση, προτιμώμενοι παρά της Κυβερνήσεως, και πρώτοι λαμβάνοντες παρ' αυτής γαίας και ιδιοκτησίας δικαίωμα». Ο Καποδίστριας καταλάβαινε ότι αν δεν εξασφαλισθεί πρώτα ο κάθε Έλληνας πολίτης δεν θα αναπτυχθεί η κοινωνική συνείδηση. Εξασφαλίζοντας τον πολίτη με ένα κομμάτι γης, τον ενεργοποιούσε και τον καθιστούσε υπεύθυνο για την τύχη αυτού του τόπου.!!!!!!!!! Δυστυχώς η διορατικότητα και η λογική του Καποδίστρια δεν έγινε μάθημα για τους συγχρόνους πολιτικούς γιατί παρατηρείται στις μέρες μας να υπαρχουν απο τη μια μεριά χιλιάδες ακτήμονες συμπολίτες μας και απο την άλλη ξένοι πολίτες και εταιρείες ξένων συμφερόντων να αγοράζουν με ξέφρενους ρυθμούς την ελληνική γη.
Χαρακτηριστική ήταν και η συνομιλία του Καποδίστρια με τον Άγγλο, πλοιάρχο Λάγενς επί της φρεγάτας: «Μαδαγασκάρη» περί του συντάγματος και του τρόπου με τον οποίο ο Καποδίστριας έβλεπε τα πράγματα.
- Εγώ όμως, ανεφώνησε εντόνως ο Κυβερνήτης, προσκληθείς να κυβερνήσω τον τόπον τούτον, κλυδωνιζόμενον όσον και το υμέτερον πλοίον εν ώρα τρικυμίας, και να φέρω αυτόν εις λιμένα σωτηρίας, ούτε σκοπώ, ούτε προαιρούμαι να πράξω παρά το καθήκον μου, οφείλω να σώσω και ουχί να καταστρέψω. Εάν δώσετε εις το βρέφος τούτο, προσείπε δακτυλοδεικτήσας τον οκταετή υιόν του πλοιάρχου, ξυράφιον, δεν θα κόμη δι' άγνοιαν τον λαιμόν αυτού; Το αυτό συμβαίνει και επί των αμαθών λαών. Το σύνταγμα ομοιάζει προς ξυράφιον, εις ου την χρήσιν δεν εγυμνάσθησαν έτι αι χείρες των Ελλήνων. Μη λησμονήτε δε ότι η ανατροφή αυτών υπήρξε δουλική.
- Δι' αυτό δη τούτο, διότι δεν λησμονώ πώς ανετράφη, ιδού τι θα έπραττον αν ήμην Κυβερνήτης, θα έδιδον ξυράφιον εις το παιδίον και είτα, κρατών μετά προσοχής την δεξιάν, θα ωδήγουν αυτό πώς να ξυρισθή ίνα μη κοπή.
απάντησε ο πλοίαρχος Λάγενς .
- Κύριε πλοίαρχε, υπέλαβεν οργισθείς ο Κυβερνήτης, δεν ήλθον εις την Ελλάδα ίνα με χλευάση η Ευρώπη,εγώ μεν χρεωστώ να ξυρίζομαι ενώπιον του βρέφους, αυτό δε να μάθη πώς να μεταχειρίζεται το ξυράφιον ίνα μη κοπή.
Ο θάνατος πρόλαβε τον Καποδίστρια και δεν τελεσφόρησε το ζήτημα της διανομής της γης στους ακτήμονες. Το μόνο που πρόλαβε ήταν να κατοχυρώσει με το ψήφισμα ΙΗ' της 26 Αυγούστου 1830 την κυριότητα των κολίγων επί των καλυβών που έμεναν και του συναφούς εδάφους ώστε να μην τους τα πάρουν και αυτά: «Αι περί ων ο λόγος καλύβαι ή οικίαι, τα ερείπια και το έδαφος, επί το οποίο υπήρχον ή υπάρχουσιν αι καλύβαι αύται ή τα ερείπιά των, λογίζονται ιδιοκτησία των γεωργών, οι οποίοι κατώκουν εις αυτάς και προ της επαναστάσεως, ή των κληρονόμων αυτών ...».
Οι προσεκτικοί χειρισμοί και η ιδιαίτερα έντεχνη μεταστροφή της εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας, εγκλώβισε ουσιαστικά την Αγγλία και την Γαλλία σε μια συνεχή διπλωματική πλειοδοσία υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Ο Καποδίστριας όμως δεν παύει να αντιπροσωπεύει μια απειλή για τα συμφέροντα τους. Δεν μπορούν καν να τον ελέγξουν και για αυτό επιχειρούν να του δημιουργήσουν προσκόμματα τόσο στα εσωτερικά ζητήματα όσο και στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, όπου συνεχίζονται οι πυρετώδεις διαβουλεύσεις για τον τελικό καθορισμό των συνόρων.
Η στιγμή είναι εξαιρετικά κρίσιμη και για έναν ακόμη λόγο. Μόλις τον Αύγουστο του 1831 είχε συγκληθεί στο Άργος από τον Κυβερνήτη η νέα συνέλευση των Γερουσιαστών, η οποία είχε εγκρίνει το μέχρι τότε έργο του Κυβερνήτη και τον εξουσιοδοτούσε να προσχωρήσει εν λευκώ το μεταρρυθμιστικό του έργο. Ο Καποδίστριας τους πίεζε να ολοκληρώσουν την επεξεργασία των Διαταγμάτων της διανομής γης
Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί πως η διανομή της εθνικής γής που σχεδίαζε να προχωρήσει ο Καποδίστριας για την τόνωση της οικονομίας πλήττει καίρια τα αγγλικά συμφέροντα, αφού η εθνική γή αποτελούσε την μόνη αξιόπιστη εγγύηση του ελληνικού κράτους έναντι των αγγλικών τραπεζών για τα χορηγηθέντα τραπεζικά δάνεια της πρώτης επαναστατικής περιόδου.
Μέσα σ’ αυτό το τεταμένο πολιτικό κλίμα, μια δολοφονική απόπειρα κατά του Κυβερνήτη δεν είναι απλά ενδεχόμενη, αλλά σφόδρα πιθανή.
Κριτική του έργου του απο εχθρούς και φίλους..
Η αντίληψη πως ο Καποδίστριας, εγκρίνοντας ή και απλώς ανεχόμενος τις πράξεις του Αυγουστίνου(πληρεξούσιου τοποτηρητού στην Στερεά Ελλάδα), του Βιάρου( διοικητής Σποράδων και υπουργός ναυτικών), του Γιαννετά, του Σπηλιάδη(Γραμματέας της Επικράτειας ), αδικούσε το Έθνος, ήταν ριζωμένη σε πολλούς και μάλιστα συνετούς Έλληνες.
Παράλληλα, δημιούργησε ένα συγκεντρωτικό και προσωποπαγές σύστημα διακυβέρνησης. Ανέστειλε το σύνταγμα, κατήργησε την ελευθεροτυπία και διόρισε σε υψηλές θέσεις τα αδέρφια του Αυγουστίνο και Βιάρο,. Να πούμε εδώ οτι το σύνταγμα το είχε γράψει ο Μαυροκορδάτος,θανάσιμος αντίπαλος του, περιορίζοντας κατά πολύ τις εξουσίες του Καποδίστρια.
Ο Κυριακίδης, αν και φίλος του Καποδίστρια, τον ελέγχει για την ανεπίτρεπτη συμπεριφορά του προς τους αγωνιστές, για τους Μαυρομιχαλαίους δε λέει:
«Η προς τούτους διαγωγή ιδία των αδελφών του Κυβερνήτου πολλούς τοιούτους επισήμους εξώθησεν εις την κατ’ αυτού αντιπολίτευσιν, ιδιαίτατα όμως αυτός ούτος ατομικώς ο Κυβερνήτης σκληρώς και μέχρι σημείου τινός αδίκως, προσηνέχθη κατά μιας των εγκριτοτάτων και ενδοξοτάτων οικογενειών, της των Μαυρομιχαλών».
Ο Κοραής τελειώνοντας το «Διάλογο» με τη φράση «Η Ελλάς δεν ανέστη τάφον, μόνον ήλλαξε και από νεκροθάπτην Τούρκον απέρασεν εις Έλληνα» είναι βέβαιο ότι αδίκησε τον Καποδίστρια.
Πρέπει όμως να θεωρηθεί εξ ίσου βέβαιο ότι και ο Καποδίστριας, εμπιστευόμενος την ασφάλεια και την ελευθερία του Μακρυγιάννη, του Κουντουριώτη, του Μιαούλη, του Δεληγιάννη, του Λόντου, του Μαυρομιχάλη, του Ζαΐμη και τόσων άλλων εντίμων Ελλήνων στη διακριτική εξουσία του Βιάρου, του Αυγουστίνου, του Γιαννετά, δεν προσέβαλλε και δεν αδικούσε πρόσωπα, αλλά αδικούσε το Έθνος
Ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας κατά τον αγώνα του να ανασυγκροτήσει ένα κράτος από τα ερείπια της επανάστασης και τους εμφύλιους μεταξύ των ηρώων του ‘21 είναι στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής του. Ο διπλωμάτης που θριάμβευσε στην Ευρώπη ακόμα και ο αντίπαλος του ο Metternich γράφει σε μια επιστολή προς την κόμησσα Δωροθέα Lieven.
«Ο αγώνας ανάμεσα στον Καποδίστρια και σε μένα μοιάζει με αγώνα ανάμεσα σε μιά θετική και μιά αρνητική δύναμη. Δύο δυνάμεις της ίδιας φύσεως θα συγχωνεύονταν. Στη δική μας όμως περίπτωση, καμιά από τις δύο δεν θα μπορέσει να θριαμβεύσει, προτού ο ένας από τους δύο αντιπάλους εκμηδενιστεί. Από πόση όμως υπομονή έχω ανάγκη για να κρατηθώ; ...
Τότε μονάχα θα μπορέσω να κοιμηθώ ήσυχα, όταν ο Καποδίστριας θα έχει θανατωθεί! ... Ενόσω ζεί, θα είναι πάντοτε επικίνδυνος. Όμως, για να ειπώ την αλήθεια, αυτός είναι ένας έντιμος και πολύ χρήσιμος άνθρωπος, ενώ εγώ; ... Ο μόνος αντίπαλος που δύσκολα ηττάται είναι ο απόλυτα έντιμος άνθρωπος, και τέτοιος είναι ο Καποδίστριας!»
Ο διπλωμάτης που θριάμβευσε στην Ευρώπη, αντιμετώπισε στην πατρίδα του, την πιο δύσκολη αποστολή της ζωής του.Το νεοελληνικό κράτος συγκροτήθηκε σε μια από τις πιο καθυστερημένες, την εποχή εκείνη, περιοχές του ελληνισμού και εντελώς κατεστραμμένη από τον πόλεμο. Το κράτος αυτό δεσμεύτηκε από τις Δυνάμεις δίκην προτεκτοράτου.
Το έργο του ως Κυβερνήτη
H Γ΄ Εθνοσυνέλευση τον Απρίλιο του 1827 τον εξέλεξε Κυβερνήτη για μια επταετία.
Ορκίσθηκε στην Εκκλησία και επιδόθηκε στον πολύπλευρο αγώνα του.
Πρώτο μέλημά του στα 4 χρόνια, που κυβέρνησε τον τόπο, ήταν να υπάρξει το κράτος ως εδαφική υπόσταση. Αγωνίζεται με όλες του τις δυνάμεις να μεγαλώσει τον ελληνικό χώρο, να διευρύνει και να διασφαλίσει τα αδιαμόρφωτα σύνορά του.
Η Ελλάδα δεν απελευθερώθηκε, όπως είχε γραφεί, από τη ναυμαχία του Ναβαρίνου, όσο και αν αυτή στάθηκε κορυφαίο γεγονός. Ως ψάρι στο δίχτυ σπαράζει σε πολλούς κινδύνους. Η επανάσταση βρισκόταν σε έσχατο σημείο εξάντλησης. Η συνθήκη του Λονδίνου είχε υπογραφεί τον Ιούλιο του 1827 από τις τρεις Δυνάμεις, αλλά ο σουλτάνος δεν την είχε αποδεχθεί ούτε και μετά τη ναυμαχία.
Κατάφερε να απομακρυνθεί ο εχθρός από την Πελοπόννησο και τη Στερεά και να αναγνωρισθεί η πλήρης ανεξαρτησία της Ελλάδας με βιώσιμα σύνορα.
Στα σύνορα, εκτός από την Πελοπόννησο, τη Στερεά και την Εύβοια, συμπεριελήφθησαν η Σκύρος, οι Κυκλάδες, η Αιτωλία και η Ακαρνανία.
Να συγκροτηθεί τακτικός πειθαρχημένος στρατός. Να ανασυνταχθεί ο στόλος, να εμπεδωθεί αίσθημα ασφάλειας της ζωής και της περιουσίας στη θάλασσα, στην ύπαιθρο και στις πόλεις, καταπολεμώντας τη ληστεία και την πειρατεία. Να ανασυγκροτηθεί η γεωργία και να εμπλουτισθεί με νέες καλλιέργειες και νέες μεθόδους. Να ανανεωθεί η κτηνοτροφία. Να ενισχυθεί το εμπόριο και η ναυτιλία. Να φτιαχτεί ένα υποτυπώδες φορολογικό σύστημα. Να οικοδομηθεί σύστημα απονομής δικαιοσύνης.
Μπόρεσε με συνεχείς και άοκνες προσπάθειες να εξαγοράσει αιχμαλώτους. Να αποκαταστήσει πρόσφυγες. Να ανοικοδομήσει ερείπια χωριών και πόλεων.
Να κατασκευάσει έργα οδοποιίας και λιμάνια. Να αναδιοργανώσει τη στοιχειώδη και μέση εκπαίδευση, με την ελπίδα να προχωρήσει βαθμιαία στην οργάνωση της ανώτατης παιδείας.
Και όλα αυτά με πενιχρά οικονομικά μέσα. Ο ίδιος συνεισέφερε ένα μέρος του επιδόματος που έπαιρνε από τη Ρωσία, για να χρηματοδοτηθούν εκπαιδευτικά προγράμματα και έκανε έκκληση στους φιλέλληνες και στους Έλληνες της διασποράς να πράξουν το ίδιο.
Θέλησε να δώσει ισχυρή κυβέρνηση στον τόπο θέτοντας τέρμα στην πολυαρχία και στην ανομία. Η χώρα, χαρακτηριστικά, έδινε την εικόνα αθροίσματος πολλών και διαφόρων πολιτικώς μεν ανεξαρτήτων, φυλετικώς δε και θρησκευτικώς συνεχόμενων «κρατών». Συγκάλεσε Εθνική Συνέλευση και υπό την απειλή της παραιτήσεώς του ανάγκασε τη Βουλή να αυτοδιαλυθεί, αφού πρώτα ψήφισε ένα νέο κυβερνητικό σύστημα, την Προσωρινή Διοίκηση της Επικρατείας, που αντιστοιχούσε σε ένα είδος Προεδρικής Δημοκρατίας, με την εξουσία του Προέδρου ενισχυμένη. Το κυριότερο στοιχείο της μεταβολής ήταν ότι η νομοθετική εξουσία συγκεντρώθηκε στα χέρια του Κυβερνήτη, που θα την ασκούσε με τη βοήθεια του «Πανελληνίου», 27μελούς συμβουλευτικού οργάνου.
Την εξέλιξη αυτήν άλλοι την είπαν πραξικόπημα και τυραννία και άλλοι συγκεντρωτισμό και αυταρχισμό, που προήλθε από έναν καλοπροαίρετο πατριωτισμό. Προσέθεσε δε στους ολιγαρχικούς και στους ψευδοσυνταγματικούς που τον αντιπολιτεύονταν αγρίως, τους λογιότατους και τους φιλελεύθερους που επιζητούσαν τη δημοκρατική νομιμότητα ως επιστέγασμα της εθνικής ελευθερίας.
Δηλαδή σιγά-σιγά όλο το κατεστημένο στρεφόταν εναντίον του, ενώ ο λαός συνέχιζε να αγαπά τον «μπαρμπα-Γιάννη», όπως τον αποκαλούσε, με πάθος και αφοσίωση, να τον ευλογεί ως λυτρωτή του, να τον έχει είδωλό του.
Ο διορισμός του αδελφού του Αυγουστίνου τον Ιανουάριο του 1829, ως πληρεξούσιου τοποτηρητή του Κυβερνήτη στη Στερεά, αν και έγινε έπειτα από αίτηση πολλών οπλαρχηγών και είχε μάλλον ευεργετικές επιδράσεις στη διεξαγωγή του πολέμου, ήταν σοβαρό πολιτικό λάθος, γιατί στήριξε τις εναντίον του κατηγορίες για νεποτισμό και οικογενειοκρατία.
Το ακανθώδες ζήτημα των εθνικών γαιών δεν μπόρεσε να το λύσει και κατηγορήθηκε γι’ αυτό σφοδρά. Η αλήθεια είναι ότι αποτελούσαν τη μόνη αξιόλογη εγγύηση της χώρας για τον εξωτερικό δανεισμό και ήταν ήδη υποθηκευμένα στους Άγγλους ομολογιούχους για τα γνωστά ληστρικά δάνεια της Ανεξαρτησίας του 1824 και 1825. Πάντως, είχε αρχίσει την προεργασία της διανομής, αφού κατάφερε να απαλλάξει το έθνος από τον επαχθή όρο, ότι τα επίμαχα κτήματα ήταν τουρκικές περιουσίες και έπρεπε να αποζημιωθούν (Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 10ης Μαρτίου 1829). Δεν την ολοκλήρωσε, γιατί κόπηκε το νήμα της ζωής του βιαίως από άνανδρους δολοφόνους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο φάκελος για την δολοφονία του Καποδίστρια στα βρετανικά αρχεία παραμένει απόρρητος.
Το τραγικό τέλος του κυβερνήτη βύθισε εκ νέου τη χώρα στο χάος και λίγα χρόνια μετά, οδήγησε στην έλευση του Όθωνα και της «ελέω Θεού» βασιλείας
Τα γεγονότα μετα την δολοφονία..
Η είδηση για τη δολοφονία του κυβερνήτη προκάλεσε την άμεση αντίδραση των διοικητών του ελληνικού τακτικού στρατού που έβγαλαν περιπόλους στους δρόμους και κατάφεραν να διατηρήσουν την τάξη.
Μόλις έξι ώρες μετά τη δολοφονία, ο Γέρος του Μοριά έμπαινε στο Ναύπλιο καλπάζοντας, επικεφαλής 150 καβαλάρηδων. Η παρουσία του προκάλεσε ανακούφιση σε λαό και Γερουσία. Με ψήφισμά τους, οι γερουσιαστές εξέλεξαν τριμελή «Διοικητική Επιτροπή της Ελλάδος» με τον Αυγουστίνο Καποδίστρια πρόεδρο και μέλη τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον εκπρόσωπο του γαλλικού κόμματος, έμπειρο πολιτικό Ιωάννη Κωλέττη, που όμως είχε τις δικές του φιλοδοξίες. Εναντίον τους συνασπίστηκαν οι αντιπολιτευόμενοι τον νεκρό Καποδίστρια «συνταγματικοί» (αυτοί που ζητούσαν την ψήφιση συντάγματος). Οι Έλληνες χωρίστηκαν σε δύο στρατόπεδα
Προκηρύχθηκαν εκλογές για την ανάδειξη νέων εκπροσώπων σε μια ανανεωμένη Εθνοσυνέλευση (την είπαν Ε’)
Στην πρώτη τακτική συνεδρίαση, 7 Δεκεμβρίου του 1831, η τριμελής Επιτροπή υπέβαλε τις παραιτήσεις της. Στη δεύτερη, 8 του μήνα, ο Αυγουστίνος Καποδίστριας εκλέχτηκε προσωρινός (μέχρι την οριστική ψήφιση συντάγματος) «πρόεδρος της κυβερνήσεως», προκαλώντας οριστική διάσπαση της εθνοσυνέλευσης. Οι μάχες κυβερνητικών και συνταγματικών ξεκίνησαν την επομένη, 9 Δεκεμβρίου, με τους κυβερνητικούς να έχουν μαζί τους και τον τακτικό στρατό και να στριμώχνουν άσχημα τους αντιπάλους τους. Την επομένη, οι συνταγματικοί ζήτησαν να τους επιτραπεί ειρηνική αποχώρηση. Έφυγαν στις 12 του μήνα και μαζί τους πήγε και ο Κωλέττης. Στην Κόρινθο, έστησαν νέα συνέλευση.
Αυτόματα, στην Ελλάδα λειτουργούσαν δύο εθνοσυνελεύσεις και δύο κυβερνήσεις: Του Αυγουστίνου Καποδίστρια και των συνταγματικών με ουσιαστικό «πρωθυπουργό» τον Κωλέττη, καθώς οι δυο άλλοι εκλεγέντες (Κουντουριώτης και Ζαΐμης) έμεναν στην Ύδρα. Ο εμφύλιος ήταν πια γεγονός.
Τον Φεβρουάριο του 1832 ξεκίνησαν οι διαδικασίες των τριών δυνάμεων για την εκλογή του Όθωνα. Τον Μάρτιο, η Εθνοσυνέλευση του Ναυπλίου ανακήρυξε τον Αυγουστίνο Καποδίστρια «κυβερνήτη της Ελλάδος» με προφανή σκοπό να αναγνωριστεί πρωθυπουργός από τον νέο βασιλιά, όποτε αυτός ερχόταν. Σε καθοριστικές μάχες, οι κυβερνητικοί νικήθηκαν από τους συνταγματικούς, επήλθε ένα είδος συμβιβασμού, ο Αυγουστίνος παραιτήθηκε κι έφυγε στην Κέρκυρα.
Στο Ναύπλιο πανηγύριζαν. Διαδηλωτές φώναζαν «Ζήτω το σύνταγμα, ζήτω ο Όθων». Μόλις είχε γίνει γνωστό το περιεχόμενο της κοινής προκήρυξης των τριών μεγάλων δυνάμεων, που είχε εκδοθεί στις 26 Φεβρουαρίου. Ανάμεσα στα άλλα, έλεγε:
«Έλληνες,
Τα της νέας τύχης σας συνεπληρώθησαν. Αι Αυλαί της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας και της Ρωσίας εξέλεξαν εσχάτως τον βασιλέα σας κατά την γενομένη προς αυτάς υπό του ελληνικού έθνους αίτησιν (…).
Έλληνες,
Περικλείσατε τον νέον υμών άνακτα μετ’ ευγνωμοσύνης και αγάπης. Πιστοί υπήκοοι, κυκλώσατε τον θρόνον του. Βοηθήσατε δια της αφοσιώσεώς σας αυτόν να παράσχη οριστικόν σύνταγμα εις το κράτος και εξασφαλίσει εξωτερικώς μεν την ειρήνην, εσωτερικώς δε την ησυχίαν, το κράτος των νόμων και την τάξιν…».
Οι διαδηλωτές δεν έδιναν σημασία στο γεγονός ότι κανένας δεν είχε ζητήσει από τους ξένους να βρουν βασιλιά για την Ελλάδα και κολλούσαν στην αναφορά ότι ο «βασιλιάς» τους θα παραχωρούσε σύνταγμα.
Στον εκλεγμένο Κυβερνήτη για μια επταετία απο την Γ΄ Εθνοσυνέλευση τον Απρίλιο του 1827 απαιτουσαν Σύνταγμα και κράτος αμέσως,στον διορισμένο Οθωνα το ξέχασαν
Τελειώνω ενα θέμα που νομίζω οτι χρίζει πολύ προσεκτικής μελέτης με μια φράση του Διονυσίου Σολωμού...Δυστυχισμένε μου λαέ καλέ και αγαπημένε. Πάντα ευκολόπιστε και πάντα προδομένε
ΠΗΓΕΣ..........
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου