Πίνακας Leonid Afremov
|
Eναν ύμνο λαχτάρησα στη
θάλασσα σε ρυθμούς απλωμένους σαν τις κραυγές των κυμάτων˙
στη θάλασσα όταν ο Ηλιος στα νερά της σαν κατακόκκινη σημαία κυματίζει˙
στη θάλασσα όταν φιλά τα χρυσαφένια στήθη των παρθένων ακτών που καρτερούν διψασμένες˙
στη θάλασσα καθώς ουρλιάζουν οι ορδές της κι εξακοντίζουν οι άνεμοι τις βλαστήμιες τους˙
όταν αστράφτει μέσα στ' ατσάλινο νερό η λαμπερή και αιμόφυρτη σελήνη˙
στη θάλασσα όταν πάνω της διαχέει την απροσμέτρητη πίκρα του το Κύπελλο των Αστρων.
Σήμερα κατηφόρισα απ' το βουνό στην κοιλάδα
κι απ' την κοιλάδα στη θάλασσα.
Ο δρόμος τράβαγε μακρύς όσο κρατάει ένα φιλί.
Οι μυγδαλιές σκορπούσαν τις γαλανές σκιές των κορυφών τους πάνω στο μονοπάτι
και στην κορφή της κοιλάδας, ο ήλιος
τινάζει τις ολόχρυσες Γολκόνδες του στο γλαυκό σου δάσος: Θάλασσα!
Μητέρα, Αδελφή, Ερωμένη...!
Μπαίνω μες στους απέραντους κήπους των νερών σου και κολυμπώ μακριά από τη στεριά.
Τα κύματα έρχονται, με τους εύθραυστους θυσάνους των αφρών και χάνονται μες στη βουή.
Προς την ακτή.
Με τις κοκκινωπές βουνοκορφές της
με τα γεωμετρικά της σπίτια
με τις φοινικιές της, έρμαια του ανέμου
που τώρα έχουν γίνει πελιδνά και παράλογα σαν αποκρυσταλλωμένες
μνήμες!
στη θάλασσα όταν ο Ηλιος στα νερά της σαν κατακόκκινη σημαία κυματίζει˙
στη θάλασσα όταν φιλά τα χρυσαφένια στήθη των παρθένων ακτών που καρτερούν διψασμένες˙
στη θάλασσα καθώς ουρλιάζουν οι ορδές της κι εξακοντίζουν οι άνεμοι τις βλαστήμιες τους˙
όταν αστράφτει μέσα στ' ατσάλινο νερό η λαμπερή και αιμόφυρτη σελήνη˙
στη θάλασσα όταν πάνω της διαχέει την απροσμέτρητη πίκρα του το Κύπελλο των Αστρων.
Σήμερα κατηφόρισα απ' το βουνό στην κοιλάδα
κι απ' την κοιλάδα στη θάλασσα.
Ο δρόμος τράβαγε μακρύς όσο κρατάει ένα φιλί.
Οι μυγδαλιές σκορπούσαν τις γαλανές σκιές των κορυφών τους πάνω στο μονοπάτι
και στην κορφή της κοιλάδας, ο ήλιος
τινάζει τις ολόχρυσες Γολκόνδες του στο γλαυκό σου δάσος: Θάλασσα!
Μητέρα, Αδελφή, Ερωμένη...!
Μπαίνω μες στους απέραντους κήπους των νερών σου και κολυμπώ μακριά από τη στεριά.
Τα κύματα έρχονται, με τους εύθραυστους θυσάνους των αφρών και χάνονται μες στη βουή.
Προς την ακτή.
Με τις κοκκινωπές βουνοκορφές της
με τα γεωμετρικά της σπίτια
με τις φοινικιές της, έρμαια του ανέμου
που τώρα έχουν γίνει πελιδνά και παράλογα σαν αποκρυσταλλωμένες
μνήμες!
Μετάφραση: Δημήτρης Καλοκύρης
Από αυτό το ποίημα, απουσιάζει το καλύτερο κομμάτι. Εκείνο για το οποίο έφτασα εδώ, ψάχνοντας. Ευχαριστώ!
ΑπάντησηΔιαγραφή