Οι δεσποινίδες της Αβινιόν
Ο Πάμπλο Ρουίθ ι Πικάσο, περισσότερο γνωστός ως Πάμπλο Πικάσο, ( 25 Οκτωβρίου 1881 - 8 Απριλίου 1973) ήταν Ισπανός ζωγράφος, χαράκτης, γλύπτης, ποιητής, σκηνογράφος και δραματουργός.
Είναι ένας από τους κυριότερους Ισπανούς εκπροσώπους της τέχνης του20ού αιώνα, συνιδρυτής μαζί με τον Ζωρζ Μπρακ του κυβισμού και με σημαντική συνεισφορά στη διαμόρφωση και εξέλιξη της μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης. Υπήρξε υποστηρικτής του Κομμουνισμού, καθ'όλη τη διάρκεια της ζωής του , ενώ από το 1944 ήταν ενταγμένος στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα
Ο πατέρας του ονομαζόταν Χοσέ Ρουίθ ι Μπλάσκο και ήταν επίσης ζωγράφος ενώ μητέρα του ήταν η Μαρία Πικάσο για Λόπεθ. Τα πρώτα έργα του τα υπέγραφε ως Ρουίθ Μπλάσκο αλλά από το 1901 άρχισε να χρησιμοποιεί το όνομα της μητέρας του.
Γεννήθηκε στη Μάλαγα της Ισπανίας όπου πέρασε και τα δέκα πρώτα χρόνια της ζωής του. Τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής, τα έλαβε από τον πατέρα του, ο οποίος δίδασκε σε διάφορες ακαδημαϊκές σχολές. Ο ίδιος ο Πικάσο ξεκίνησε να ζωγραφίζει σε πολύ μικρή ηλικία και έδειξε από νωρίς δείγματα του ταλέντου του. Το 1891 η οικογένειά του μετακόμισε στην Λα Κορούνια όπου έζησε για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, σπουδάζοντας στην τοπική σχολή καλών τεχνών. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Βαρκελώνη το φθινόπωρο του 1895, και ο Πάμπλο έγινε δεκτός στην τοπική Ακαδημία Καλών Τεχνών (La Llotja), όπου είχε προσληφθεί ο πατέρας του ως καθηγητής του σχεδίου. Η οικογένεια ήλπιζε ότι ο γιος της θα σημείωνε επιτυχία ως ακαδημαϊκός ζωγράφος, και το 1897 η μελλοντική φήμη του στην Ισπανία φαινόταν εξασφαλισμένη. Τον ίδιο χρόνο το έργο του «επιστήμη και συμπόνοια» όπου για το πρόσωπο του γιατρού είχε ποζάρει ο πατέρας του, έτυχε διακρίσεως στην Έκθεση Καλών Τεχνών της Μαδρίτης. Ο Πάμπλο Ρούιθ έφυγε για την Μαδρίτη το φθινόπωρο του 1897 και έγινε δεκτός στην βασιλική ακαδημία του Σαν Φερνάντο. Βρίσκοντας όμως τη διδασκαλία εκεί χωρίς νόημα, περνούσε όλο και περισσότερο τον καιρό του αποτυπώνοντας τη ζωή γύρω του, στα καφενεία, στους δρόμους, στα πορνεία και στο Πράδο, όπου ανακάλυψε την ισπανική ζωγραφική. Έγραψε «ο Βελάσκεθ πρώτης κατηγορίας, ο Ελ Γκρέκο έχει ζωγραφίσει μερικά υπέροχα κεφάλια, ο Μουρίγιο δεν με πείθει σε όλα του τα έργα». Τα έργα αυτών και άλλων καλλιτεχνών, όπως λ.χ., του Γκόγια, θα αιχμαλωτίσουν τη φαντασία του Πικάσο σε διάφορες περιόδους της μακρόχρονης σταδιοδρομίας του.
Ο Πικάσο αρρώστησε την άνοιξη του 1898 από οστρακιά και πέρασε την υπόλοιπη χρονιά αναρρώνοντας στο καταλανικό χωριό Όρτα ντε Εμπρο με συντροφιά το φίλο του από τη Βαρκελώνη Μανουέλ Παλάρες. Όταν ο Πικάσο επέστρεψε στην Βαρκελώνη στις αρχές του 1899, ήταν άλλος άνθρωπος, είχε παχύνει, είχε μάθει να ζει μόνος του στην ύπαιθρο, μιλούσε καταλανικά, και το σπουδαιότερο, είχε πάρει την απόφαση να διακόψει την καλλιτεχνική του εκπαίδευση σε σχολές ζωγραφικής και να αγνοήσει τα σχέδια της οικογένειας του για το μέλλον του. Άρχισε ακόμη να δείχνει σαφή προτίμηση στο επίθετο της μητέρας του και επέγραφε πιο συχνά τα έργα του ως Π. Ρ. Πικάσο (από τα τέλη του 1901 εγκατέλειψε εντελώς το επίθετο Ρουίθ).
Το 1900 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και συγκεκριμένα στη Μονμάρτρη, που αποτελούσε σημαντικό κέντρο της καλλιτεχνικής ζωής.
Έργo
Λόγω της ποικιλομορφίας αλλά και της χρονικής έκτασης που παρουσιάζει το έργο του Πικάσο, χωρίζεται συνήθως σε διαφορετικές περιόδους. Ο κυριότερες από αυτές είναι:
Μπλε ή Γαλάζια περίοδος (1901-1904): οι πίνακες του Πικάσο, αυτής της περιόδου, χαρακτηρίζονται από το μπλεχρώμα ή αποχρώσεις του και συμβολίζουν μία συναισθηματικά φορτισμένη περίοδο της ζωής του. Μερικά από τα πιο γνωστά έργα του ανήκουν σε αυτή, απεικονίζοντας ακροβάτες, αρλεκίνους, πόρνες, επαίτες και καλλιτέχνες. Η μπλε περίοδος περιλαμβάνει πίνακες που ολοκληρώθηκαν κυρίως στο Παρίσι αλλά είναι περισσότερο επηρεασμένοι από την ισπανική ζωγραφική.
Ροζ ή Ρόδινη περίοδος (1905-1907): Στους πίνακες αυτής της περιόδου, κυριαρχούν τα κεραμικά χρώματα και οι γήινοι τόνοι, ενώ συχνά χαρακτηρίζονται ως περισσότερο λυρικοί και εύθυμοι. Θεωρείται η περίοδος κατά την οποία ο Πικάσο επηρεάστηκε περισσότερο από την γαλλική ζωγραφική.
Αναλυτικός κυβισμός (1907-1912): είναι η τεχνοτροπία που ανέπτυξε ο ίδιος ο Πικάσο μαζί με τον Μπρακ και ένας από τους δύο βασικούς τομείς του ρεύματος του κυβισμού.
Συνθετικός κυβισμός (1912-1915): η περίοδος κατά την οποία ο Πικάσο και ο Μπρακ εξέλιξαν την κυβιστική οπτική, χρησιμοποιώντας την τεχνική του κολάζ.
Οι επόμενες περίοδοι στο έργο του Πικάσο περιλαμβάνουν μια στροφή του σε περισσότερο κλασικές μορφές και ένα μεσογειακό πνεύμα (1916-1924), την αλληλεπίδρασή του με το υπερρεαλιστικό κίνημα στα μέσα της δεκαετίας του 1920, την ενασχόλησή του με την γλυπτική (από τα τέλη της δεκαετίας του '20) καθώς και το έργο που πραγματοποίησε μετά το Β' Παγκόσμιο πόλεμο.
Αν και ο Πικάσο ήταν πρώτα απ' όλα ζωγράφος (στην πραγματικότητα θεωρούσε ότι ένας καλλιτέχνης οφείλει να ζωγραφίζει για να μπορεί να θεωρηθεί αληθινός καλλιτέχνης), εργάστηκε επίσης με μικρά κεραμικά και χάλκινα γλυπτά, ενώ έγραψε ακόμη και ποιήματα. Ο ίδιος αυτοπροσδιοριζόταν και ως ποιητής λέγοντας "Je suis aussi un poète", δηλαδή "είμαι κι εγώ ένας ποιητής". Θεωρείται πως μέσα από τα ποιήματά του, ο Πικάσο εξέφρασε πιο έντονα την σχέση του με τον υπερρεαλισμό. Ξεκίνησε τη συγγραφή τους το1934 και συλλογές αυτών δημοσιεύτηκαν αργότερα στα περιοδικά Cahiers d' Art (Τετράδια τέχνης) και La Caceta de Arte.
Pablo Picasso with his sister Lola, 1889 |
Το διασημότερο ίσως έργο του Πικάσο είναι η Γκερνίκα (ή Γκερνίκα, με λατινική απόδοση στα ελληνικά), η απεικόνιση του Γερμανικού βομβαρδισμού της πόλης της Ισπανίας Γκερνίκα. Αυτός ο μεγάλος καμβάς περιγράφει την απανθρωπιά, την βιαιότητα και την απόγνωση του πολέμου. Η διαδικασία της ζωγραφικής του πίνακα αποτυπώθηκε σε μια σειρά φωτογραφιών από τη διασημότερη ερωμένη του Πικάσσο, την Dora Maar, μια διακεκριμένη καλλιτέχνιδα. Η Γκερνίκα έμεινε κρεμασμένη στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης για πολλά χρόνια και ο Πικάσο είχε δηλώσει πως δε θα επέστρεφε στην Ισπανία προτού αποκατασταθεί πλήρως η δημοκρατία. Το 1981 η Γκερνίκα επιστράφηκε στην Ισπανία και εκτέθηκε αρχικά στο Casón del Buen Retiro και κατόπιν στο Μουσείο ντελ Πράδο. Το 1992 ο πίνακας μεταφέρθηκε στην οριστική του θέση στο Εθνικό Μουσείο Τέχνης Βασίλισσα Σοφία στη Μαδρίτη, του οποίου έγινε το διασημότερο και σπουδαιότερο έκθεμα.
Ο Πικάσο ήταν εξαιρετικά ταλαντούχος ως ζωγράφος και ως σχεδιαστής, ακόμη και για τα δεδομένα των μεγαλύτερων καλλιτεχνών του κόσμου. Εργάστηκε εξίσου με ελαιογραφίες, υδατογραφίες, παστέλ, κάρβουνο, μολύβι και μελάνι. Απέδωσε σύνθετες σκηνές ως απλές γεωμετρικές μορφές στα έργα του Κυβισμού, αλλά δημιούργησε επίσης και μεγαλοπρεπή ρεαλιστικά πορτραίτα. Τα σκίτσα του με μελάνι και μολύβι φίλων του από την εποχή του Κυβισμού και κατόπιν, εκτιμούνται για την υποτιμημένη οικειότητα τους, και είναι παραδείγματα των δεξιοτήτων του. Ο Πικάσσο κινήθηκε με ευκολία στις τέχνες παρά την περιορισμένη ακαδημαϊκή του κατάρτιση (παρακολούθησε μόνο ένα έτος στη βασιλική ακαδημία της Μαδρίτης). Τα ταλέντα του αυξήθηκαν από μια αυστηρή αίσθηση καθήκοντος στην εργασία του, που κράτησε μέχρι τα τελευταία έτη της μακρόχρονης ζωής του.
Το 1966 φιλοξενήθηκε στο Γκραν Παλέ και στο Πτί Παλέ στο Παρίσι μεγάλη έκθεση του 85χρονου τότε Πικάσο, με περισσότερα από 1.000 έργα. Τα ρεπορτάζ της εποχής εκτιμούσαν ότι επρόκειτο για τη "μεγαλύτερη αναδρομική εκδήλωση που έχει ποτέ οργανωθεί για ζώντα καλλιτέχνη". Οι επισκέπτες σχημάτισαν τεράστιες ουρές για να περιπλανηθούν στο σύμπαν από πίνακες, γλυπτά, κεραμικά, σχέδια και γκραβούρες του μεγάλου καλλιτέχνη. Έκθεση που συμπύκνωνε μία πλούσια ζωή: 60 χρόνια δουλειάς, 7 επαναστάσεις, 7 γυναίκες, μισό χιλιόμετρο ζωγραφικής, δεκάδες γλυπτά κ.ο.κ. Ιδιαίτερα παραγωγικός, "ζωγραφίζει όπως αναπνέει" υποστήριζαν, κρατούσε διαρκώς ένα χαρτί κι ένα μολύβι στο χέρι, δημιουργώντας σχέδια, το καθένα από τα οποία στοιχίζει πλέον μία περιουσία. Ανάμεσα στα έργα που εκτέθηκαν στο Παρίσι (ως τις 12 Φεβρουαρίου του 1966) και παρουσίασαν την πορεία του Πικάσο στις εικαστικές τέχνες, περιλαμβάνονταν και ορισμένα που αποτέλεσαν σταθμό στην καριέρα του, όπως Οι δεσποινίδες της Αβινιόν (1907), που έφερε επανάσταση στη σύγχρονη ζωγραφική και θεωρήθηκε προμήνυμα του κυβισμού: "Άλλοτε ένας πίνακας ήταν ένα σύνολο από προσθέσεις. Εγώ θέλησα να δώσω ένα σύνολο από αφαιρέσεις", είπε ο Πικάσο. Ακόμη: Οι μουσικοί με τις μάσκες (1921), Ο ακροβάτης (1930), Κοπέλα μπροστά σε καθρέφτη (1932) κ.α. Η Γκερνίκα δεν βρισκόταν ανάμεσά τους, γιατί είχε ήδη εκτεθεί στο Παρίσι, στο Μουσείο Διακοσμητικών Τεχνών το 1955. Τα γενέθλια του ζωγράφου γιορτάστηκαν σε όλη τη Δύση με αφιερώματα και εκδηλώσεις. Ο ίδιος παρέμενε ανήσυχος και δημιουργικός, σκεπτόμενος διαρκώς το μέλλον.
Picasso in 1904.
Photograph by Ricard Canals.
|
Πέθανε σε ηλικία 92 ετών το 1973 και τάφηκε δίπλα στην σύζυγό του, Ζακλίν Ροκ, στον κήπο του κάστρου Βωβενάργκ, που του ανήκε, στο χωριό Βωβενάργκ της Γαλλίας.
Διάφορα έργα ζωγραφικής του Πικάσσο συγκαταλέγονται ανάμεσα στα πιο ακριβά έργα τέχνης στον κόσμο. Στις 4 Μαΐου2004 ο πίνακας Garçon à la pipe πωλήθηκε έναντι 104 εκατομμυρίων δολαρίων σε δημοπρασία του οίκου Σόθμπι (Sotheby's).
Προσωπική ζωή
Πρώτη σύζυγος του Πικάσο ήταν η Ρωσίδα χορεύτρια Όλγα Κοκλόβα. Στις αρχές Μαρτίου του 1961, σε ηλικία 79 ετών, ο Πάμπλο Πικάσο παντρεύτηκε την 34χρονη Ζακλίν Ροκ, μοντέλο, μελαχρινή με πράσινα μάτια, την οποία απαθανάτισε σε αρκετούς πίνακές του. Ο γάμος, όχι θρησκευτικός, τελέσθηκε εν πλήρει μυστικότητα στο Βαλορί της Κυανής Ακτής και ήταν ο δεύτερος και για τους δύο. Αν και υπήρξε κομμουνιστής,εξέφρασε πολλές φορές την αντίθεσή του σε διάφορες πρακτικές του Σοβιετικό μπλοκ, όπως η Σοβιετική επέμβαση στην Ουγγαρία το 1956 και στην Τσεχοσλοβακία το 1968, χωρίς όμως να διαγραφεί ποτέ από το κόμμα. Είχε στηρίξει μαζί με άλλους διανοούμενους τον Νίκο Μπελογιάννη και μάλιστα του αφιέρωσε και ένα πίνακα μετά την εκτέλεσή του. Όταν τον ρώτησαν γιατί δεν έκλεισε το πορτρέτο είπε χαρακτηριστικά ''Έναν τόσο μεγάλο άνθρωπο δεν μπορείς να τον κλείσεις σε ένα πορτρέτο''... Κάποτε είχε δημιουργήσει ένα πορτρέτο που να αναπαριστά τον Στάλιν, κατόπιν πιέσεων των συντρόφων του, όμως προκάλεσε σάλο στους ηγέτες του κόμματος, διότι στο πορτρέτο διαφαινόταν μία σατυρική ματιά για τον Στάλιν, μία διαπεραστική ειρωνεία.Γενικά, οι σχέσεις του με τον Σοβιετικό ηγέτη δεν ήταν και οι καλύτερες δυνατές. https://el.wikipedia.org/
Femme au café (Absinthe Drinker)
La Vie (1903)
The Old Guitarist (1903)
The Blue Room
The Old Beggar
mother and child
Woman in a Shawl, 1902
Boy with a Pipe
1905, Au Lapin Agile (At the Lapin Agile)
Portrait of Gertrude Stein, 1906,
1909, Femme assise
1910, Girl with a Mandolin
1911, Still Life with a Bottle of Rum
1911, The Poet (Le poète),
1913, Femme assise dans un fauteuil (Eva)
1913–14, L'Homme aux cartes (Card Player),
1914–15, (Still Life with Compote and Glass)
1918, Pierrot
1919, Sleeping Peasants
self portrait 1907
Girl Before a Mirror
Mediterranean Landscape
1901–02, Femme aux Bras Croisés
Οι δεσποινίδες της Αβινιόν
two women running on the beach
Nude on a background of green leaves and bust
Guernica
Η Γκερνίκα (Guernica) είναι ίσως το διασημότερο έργο του Πικάσο. Βρίσκεται στο Μουσείο Reina Sofia στη Μαδρίτη και έχει διαστάσεις 3,5 m x 7,8 m. Περιγράφει τη βιαιότητα του πολέμου αντλώντας έμπνευση από τον βομβαρδισμό της ομώνυμης πόλης της χώρας των Βάσκων στις 26 Απριλίου 1937, στο πλαίσιο του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου. Στο βομβαρδισμό σκοτώθηκαν 1.650 άνθρωποι και ισοπεδώθηκε το 70% της πόλης. Εκείνες τις ημέρες ο Ισπανός ζωγράφος έπρεπε να ετοιμάσει έναν πίνακα ως παραγγελία της Ισπανικής Δημοκρατικής Κυβέρνησης για τη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού. Ο Πικάσο, συγκλονισμένος από το περιστατικό, εμπνέεται τον πίνακά του και τον ολοκληρώνει μέσα σε μόλις ένα μήνα.
Στον πίνακα χρησιμοποιεί συμβολική γλώσσα και δε βάζει ως θέμα του βόμβες και ερείπια. Κυρίαρχες μορφές είναι ένας ταύρος, ένα άλογο και τέσσερις γυναίκες που θρηνούν κρατώντας νεκρά μωρά.
Κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου οι Γερμανοί εισήλθαν στο Παρίσι και προσπάθησαν να κατασχέσουν καλλιτεχνικούς θησαυρούς. Φημολογείται πως ένας Γερμανός αξιωματικός έδειξε σε φωτογραφία τον πίνακα στον ίδιο τον Πικάσο και τον ρώτησε «Εσείς τον κάνατε αυτόν τον πίνακα;» και εκείνος του απάντησε «Όχι. Εσείς.»
Για την Γκερνίκα δείτε :
Ανάλυση της Γκερνίκα εδώ
και Guernica 3D
Οδυσσέας Ελύτης - Ωδή στον Picasso
Όπως όταν
βάζουν φωτιά σ’ ένα φυτίλι τρίχινο
Τρέχοντας ύστερα μακρυά οι άνθρωποι των λατομείων
Και κάνουνε σινιάλα σαν τρελλοί
Και μια ριπή του ανέμου άξαφνη σέρνει στις ρεμματιές τα ψάθινα
καπέλα τους ―
Όπως όταν
ένα βιολί ολομόναχο παραμιλάει μέσα στα σκοτεινά
Μελαγχολικά η καρδιά του ερωτευμένου ανοίγει την Ασία της ―
Οι παπαρούνες μες στη λάμψη της χειροβομβίδας
Και τα πέτρινα χέρια μες στις ερημιές που ασάλευτα και τρομερά δείχνουν κατά την ίδια θέση πάντα
Φωνάζουν:
Σημαίνουν:
Η ζωή δεν είναι ερημητήριο
Η ζωή δεν αντέχει στη σιωπή
Με θερμοπίδακες και με χιονοστιβάδες πάει ψηλά ή κυλιέται
χαμηλά και ψιθυρίζει λόγια αγάπης
Λόγια που ό,τι κι αν πουν δε λεν ποτέ τους ψέμματα
Λόγια που ξεκινούν πουλιά και φτάνουν «πυρ αιθόμενον»
Γιατί δεν έχει δυο στοιχεία ο κόσμος ― δε μοιράζεται
Παύλε Πικασσό ― κ’ η χαρά με τη λύπη στο μέτωπο του ανθρώπου μοιάζουν juego de luna y arena ― σμίγουν εκεί που ο ύπνος
Αφήνει να μιλούν τα σώματα ― εκεί που ζωγραφίζεις
Το Θάνατο ή τον Έρωτα
Ίδια γυμνούς και ανυπεράσπιστους κάτω απ’ τα τρομερά ρουθούνια του Βοριά
Γιατί έ τ σ ι μ ό ν ο υπάρχεις.
Αλήθεια Πικασσό Παύλε υ π ά ρ χ ε ι ς
Και μαζί με σένα εμείς υπάρχουμε
Ολοένα χτίζουν μαύρες πέτρες γύρω μας ― αλλά συ γελάς
Μαύρα τείχη γύρω μας ― αλλά συ με μιας
Ανοίγεις πάνω τους μυριάδες πόρτες και παράθυρα
Να ξεχυθεί στον ήλιο κείνη αχ η πυρόξανθη κραυγή
Που μ’ έρωτα παράφορο μεγαλύνει και διαλαλεί τ’ αέρια, τα υγρά,
και τα στερεά του κόσμου ετούτου
Έτσι που να μη μάχεται πια κανένα το άλλο
Έτσι που να μη μάχεται πια κανείς τον άλλον
Να μην υπάρχει εχτρός
Πλάι – πλάι να βαδίζουνε το αρνί με το λεοντάρι
Κ’ η ζωή ―αδερφέ μου― ωσάν τον Γουαδαλκιβίρ των άστρων
Να κατρακυλάει με καθαρό νερό και με χρυσάφι
Χιλιάδες λεύγες μες στα όνειρά της
Χιλιάδες λεύγες μες στα όνειρά μας…
Β΄
Έτσι μπαίνει το μαχαίρι στη σάρκα ― κ’ η άχνα του ζεστού ψωμιού έτσι ανεβαίνει. Αλλά
Το τρίξιμο της αψηλής οξιάς
Στα βουνά που ο Κεραυνός σεβάστηκε ― Αλλά και
Τα πλήθη στις πλατείες που τρικυμίζουν με μαντήλια κόκκινα
Πρωτομαγιά ―
Τα μεγάλα μαύρα μάτια σου ζεστοβολούν τον κόσμο
Μέσα τους λιάζεται η Μεσόγειος και τεντώνουν τον τραχύ λαιμό τους
οι αίγαγροι των βράχων
Αγερομπασιά ―
Τα πλατειά μαλλιαρά στήθη σου σα θειαφισμένο αμπέλι
Και το δεξί το χέρι σου έντομο μυθικό
Πάει κ’ έρχεται στ’ άσπρα χαρτιά, στο φως και στο σκοτάδι
Πάει κ’ έρχεται βουίζοντας
Και ξεσηκώνει χρώματα και σχήματα
Όχι μόνο απ’ αυτά που βάζουν οι νοικοκυρές το μέγα Σάββατο
στα ράφια τους
Θύμησες φεγγαριού των αρρεβωνιασμένων
Όλο πούλιες χρυσές και ρόμβους ρόδινους
Αλλά κι απ’ τ’ άλλα που μπορεί να δει κανείς όταν τον πιάνει
ένα βαθύ μεράκι
Μέσα στα καροτσάκια των παιδιών
Μέσα στις σούστες τις διπλές των ντελμπεντέρηδων
Μέσα στ’ αυγά της χελώνας
Μέσα στις όχεντρες που δέρνονται με τη νοτιά
Ή ακόμη μες στα δάση των Ηπείρων τ’ απέραντα
― Πέφτοντας η νύχτα ―
Όταν οι μαύροι σταυροπόδι γύρω απ’ τη φωτιά ψάλλουν όλοι μαζί
το «αλληλούϊα» με τις φυσαρμόνικες…
Τ’ είναι αυτό λοιπόν που δεν καίγεται ― τ’ είναι αυτό που αντέχει
Στα μεγάλα υψίπεδα του Έρωτα, στα χαμένα μνημεία των Αζτέκων
Στο λειψό φεγγάρι, στον γεμάτο ακανθοφόρο ήλιο ― τ’ είναι
αυτό που δε λέγεται
Όμως κάποτε σε στιγμές περίσσειας θεϊκής φανερώνεται
Πικασσό: με το θάμπος που ξεχύνει ο Γαλαξίας στο άπειρο
Πικασσό: με το πείσμα που γυρνάει κατά τον Βορρά η μαγνητική βελόνα
Πικασσό: καθώς καίει ο χάλυβας μες στα χυτήρια
Πικασσό: καθώς χάνεται στα βάθη ένα θωρηκτό ανοικτής θαλάσσης
Πικασσό: μες στο ασύμμετρο της υπερρεαλιστικής χλωρίδας
Πικασσό: μες στο ευσύνοπτο της χιλιομετρικής πανίδας
Πικασσό: Παλόμα
Πικασσό: Ιπποκένταυρε
Πικασσό: Guernica
Γ΄
Νικά η περήφανη καρδιά τα μαύρα σκότη ― και τον γόρδιο
κόβει δεσμό των πραγμάτων καθώς ξίφος η περήφανη καρδιά
Είναι σπουδαίο πράγμα ο άνθρωπος, μόνο να το σκέφτεσαι
Τα στάχυα όταν οσφραίνονται τον ουρανό
Είναι η κοπέλα που κυττάει μέσα στα μάτια πάλι τον αγαπημένο της
Είναι η γλυκιά κοπέλα που λέει «σ’ αγαπώ»
Την ώρα που οι μεγάλες πολιτείες
Γυρίζοντας αργά πάνω στον άξονά τους
Δείχνουν τετράγωνα παράθυρα κακοφωτισμένα
Λείψανα παλιών ανθρώπων με τριγωνικά κεφάλια που στριφογυρίζουν
τόνα μάτι τους
Κλίμακες μες στις κλίμακες διαδρόμους μες στους διαδρόμους
ΚΙΝΔΥΝΟΣ
ΑΔΙΕΞΟΔΟΝ
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ
Ο μισός αλογάνθρωπος ο απαγωγέας καλπάζει ― κ’ η γυναίκα
με τη γιγαντιαία πατούσα
Στον αέρα ― τεντώνει τα οριζόντια μπράτσα της
Έτη μετά Χριστόν πικρά
Παρά λίγη καρδιά θάταν ο κόσμος άλλος
Θάτανε άλλη του κόσμου η εκκλησιά
Όμως να ― ο καλός Σαμαρείτης κλαίει λησμονημένος και στα
πόδια του πάλι δένει ρίζα παμπάλαιη δρακοντιά
Την ώρα που εσύ θηρίο
Εσύ Παύλε Πικασσό
Πικασσό Παύλε που μες στ’ αμάραντα μάτια σου
Χώρεσες όσα δε μπόρεσε να χωρέσει ο Θεός μέσα σ’ εκατομμύρια
στρέμματα φυτεμένης γης
Δουλεύεις το πινέλο σου σα να τραγουδάς
Σα να χαϊδεύεις λύκους ή σα να καταπίνεις πυρκαγιές
Σα να πλαγιάζεις νύχτα – μέρα με μια γυναίκα νυμφομανή
Σα να πετάς πορτοκαλλόφλουδες στη μέση ενός γλεντιού
Ενώ εσύ θυελοχαϊδεμένε
Πικασσό Παύλε αρπάζεις τον Θάνατο από τους καρπούς των χεριών
Και τον παλεύεις ωσάν ωραίο κ’ ευγενικό Μινώταυρο
Που όσο χάνει εκείνος το αίμα του τόσον εσύ αντρειεύεσαι
Παίρνεις περνάς αφήνεις ξαναπιάνεις
Λουλούδια, ζώα, φιλιά, ευωδιές, κοπριές, κοτρώνια και διαμάντια
Για να τα εξισώσεις όλα μέσα στο άπειρο καθώς η ίδια η κίνηση της γης που μας έφερε και που θα μας πάρει
Και ζωγραφίζεις για σένα και για μένα
Και ζωγραφίζεις για όλους τους συντρόφους μου
Και ζωγραφίζεις για όλα τα χρόνια που πέρασαν που περνούν και
που θα περάσουν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου