foto - Andrea Kiss |
Χρόνους πενήντα κι εκατό, μπορεί και δυο χιλιάδες και μέρες μια και χίλιες, τόσες όσες κι οι νύχτες που άκουγε ο Πασάς τις ιστορίες της Σεχραζάτ μαγεμένος, χρειάστηκε να γεννηθεί η ιστορία της Αφήγησης. Ήταν η φωτιά που μάζεψε τους ανθρώπους γύρω της μετά το κυνήγι και πριν τον ανήσυχο ύπνο. Οι φθόγγοι ενώθηκαν σε λέξεις που ηχούσαν άνεμο και βροχή κι οι λέξεις συντάχτηκαν αργά και κοπιαστικά σε προτάσεις. Μέχρι τότε που ευλογήθηκε ο Λόγος, υφάνθηκαν πολλοί χιτώνες στους αργαλειούς, που οι γυναίκες έμαθαν στα κορίτσια τους να πλέκουν μετά το παιχνίδι κι είχαν αυτά τα ρούχα στο υφάδι τους λόγια κομματιασμένα και ξασμένα μαζί με το μαλλί και το μπαμπάκι στην ανέμη. Κι ύστερα ήρθε και η λύρα κι ανέβασε το Λόγο ως εκεί που φτερουγίζαν τα πουλιά κι οι θεοί. Οργανώθηκε όμορφα στα στόματα απλών ανθρώπων, μα και στων παλιών δασκάλων τα μηνύματα στην αγορά, κι άρχισε να μεταδίδεται σα φλόγα από την πυρκαγιά του φλεγόμενου Νου. Έγινε πολυπλόκαμος σαν τις πλεξούδες των κοριτσιών της Ιουδαίας κι άρχισε να γράφεται σε πέτρες και παπύρους του Νείλου. Κι ήρθε ως εμάς σημαδεμένος από πόνο και χαρά .. να κοινωνήσουμε τη δύναμη του. Το παραμύθι ...μικρό παιδάκι της Αφήγησης, η ανάγκη μας στον ύπνο και στον ξύπνιο. Το ποίημα...τα χνάρια της ψυχής μας στην καυτή άμμο... Κι εγώ .. ένας άχαρος μα παθιασμένος υπηρέτης του απλώνω τις κέρινες φτερούγες μου να καούν πετώντας... (Μαρια Μ.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου