Alienation - Painting by Ricky Romain
Ξεχάσαμε την αιτία που τ’ όνειρο ντύνει,
ακόμα κι ο Ήλιος αρνείται ν’ ανατείλει.
" Eάλω…"
Δε μιλώ, δε λαλώ, μόνο κλαίω.
Τις πληγές βλέπω του Φαραώ
και αιμορραγώ…
Αδελφός εναντίον αδελφού,
άνθρωπος εναντίον της πλάσης,
χάθηκε το φως.
Μας αλλοτρίωσε η αφθονία πραγμάτων
ευτελών,
χάσαμε τ’ όραμα τ’ ουρανού
και της θάλασσας.
Με βιασύνη ντυθήκαμε λερωμένο ένδυμα
στης ψυχής τα κατάβαθα.
Η αδελφοσύνη κιότεψε,
εθελοτυφλεί…,
γερμένη στην απλωσιά του εύκολου
της ζήσης.
Απ’ το χέρι τα προστάγματα μας πήραν,
η ουτοπία έγινε συνήθεια,
για μένα, για σένα, για τον κόσμο όλον.
Τα χαμένα χρόνια, γερμένα στη λήθη
κι εσύ πιστεύεις… πως ζεις παραμύθι.
Σαν να ήταν η κάθε ευκαιρία «παράδεισος»,
μα βλέπουμε να μας κυκλώνει άβυσσος.
Με βιασύνη ξεπουλάμε τις παλέτες,
τα πινέλα…
Με ποιά χρώματα θα προχωρήσουμε;
Σε ποιό παρόν,
σε ποιό μέλλον θα ελπίσουμε;
Δικαιολογίες συλλαβίζουμε,
ερμηνείες στ’ ανερμήνευτα ψιθυρίζουμε.
Το σπαθί το νου χαράζει
και η πεθυμιά σπαράζει.
Ρομφαία χαρίζεται,
την υποκρισία που μας διέπει
να τρυπήσουμε.
Υπήρξαμε δένδρα αγλαόκαρπα…
Μα, πάψαμε να λεγόμαστε Άνθρωποι!
ακόμα κι ο Ήλιος αρνείται ν’ ανατείλει.
" Eάλω…"
Δε μιλώ, δε λαλώ, μόνο κλαίω.
Τις πληγές βλέπω του Φαραώ
και αιμορραγώ…
Αδελφός εναντίον αδελφού,
άνθρωπος εναντίον της πλάσης,
χάθηκε το φως.
Μας αλλοτρίωσε η αφθονία πραγμάτων
ευτελών,
χάσαμε τ’ όραμα τ’ ουρανού
και της θάλασσας.
Με βιασύνη ντυθήκαμε λερωμένο ένδυμα
στης ψυχής τα κατάβαθα.
Η αδελφοσύνη κιότεψε,
εθελοτυφλεί…,
γερμένη στην απλωσιά του εύκολου
της ζήσης.
Απ’ το χέρι τα προστάγματα μας πήραν,
η ουτοπία έγινε συνήθεια,
για μένα, για σένα, για τον κόσμο όλον.
Τα χαμένα χρόνια, γερμένα στη λήθη
κι εσύ πιστεύεις… πως ζεις παραμύθι.
Σαν να ήταν η κάθε ευκαιρία «παράδεισος»,
μα βλέπουμε να μας κυκλώνει άβυσσος.
Με βιασύνη ξεπουλάμε τις παλέτες,
τα πινέλα…
Με ποιά χρώματα θα προχωρήσουμε;
Σε ποιό παρόν,
σε ποιό μέλλον θα ελπίσουμε;
Δικαιολογίες συλλαβίζουμε,
ερμηνείες στ’ ανερμήνευτα ψιθυρίζουμε.
Το σπαθί το νου χαράζει
και η πεθυμιά σπαράζει.
Ρομφαία χαρίζεται,
την υποκρισία που μας διέπει
να τρυπήσουμε.
Υπήρξαμε δένδρα αγλαόκαρπα…
Μα, πάψαμε να λεγόμαστε Άνθρωποι!
ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ ΟΛΓΑ
Από το βιβλίο " Ταξιανθίες Στοχασμών "
Από το βιβλίο " Ταξιανθίες Στοχασμών "
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου