Ν’ αναπνεύσει
προσπάθησε κάποτε η ελιά.
Μια τόση δα μικρή πνοή όση της ανήκει.
Τόπο ίσα δυο σπιθαμές
με τον καρπό της να προσφέρει.
Δυσβάσταχτη
σ’ ανθρώπου νου
τ’ άμοιρου ξωμάχου η ανάγκη.
Μια και η προσφορά
μόνο μέσα στη δυσκολία
καθαγιάζεται.
Παραμέρισαν
τα λιοκαμένα ξερολίθια,
στοιβάχτηκαν το ένα πάνω στ’ άλλο
μοιράστηκαν μαζί της
το λιγοστό τους χώρο.
Εκεί
στου σκορπιού το κατάλυμα,
στης οχιάς
και τ’ αστρίτη τα φιδοπουκάμισα.
Για να μη ματαπούν άνθρωποι
ότι τούτο το κομμάτι
είναι μονάχα άκαρπη γης.
Έτσι
λιτά κι απέριττα
όπως η φύση το ορίζει.
Δυο στάλες λάδι μοναχά
στου πατέρα το χρονιάτικο ξόδι.
Γεράκι έγινα
εφ’ ω μου ετάχθη,
φύλακας άγρυπνος
σε τόπο κακοτράχαλο.
Φωτοστέφανο
στην προσπάθεια επιβίωσης
οι αέναοι στα ουράνια κύκλοι μου.
προσπάθησε κάποτε η ελιά.
Μια τόση δα μικρή πνοή όση της ανήκει.
Τόπο ίσα δυο σπιθαμές
με τον καρπό της να προσφέρει.
Δυσβάσταχτη
σ’ ανθρώπου νου
τ’ άμοιρου ξωμάχου η ανάγκη.
Μια και η προσφορά
μόνο μέσα στη δυσκολία
καθαγιάζεται.
Παραμέρισαν
τα λιοκαμένα ξερολίθια,
στοιβάχτηκαν το ένα πάνω στ’ άλλο
μοιράστηκαν μαζί της
το λιγοστό τους χώρο.
Εκεί
στου σκορπιού το κατάλυμα,
στης οχιάς
και τ’ αστρίτη τα φιδοπουκάμισα.
Για να μη ματαπούν άνθρωποι
ότι τούτο το κομμάτι
είναι μονάχα άκαρπη γης.
Έτσι
λιτά κι απέριττα
όπως η φύση το ορίζει.
Δυο στάλες λάδι μοναχά
στου πατέρα το χρονιάτικο ξόδι.
Γεράκι έγινα
εφ’ ω μου ετάχθη,
φύλακας άγρυπνος
σε τόπο κακοτράχαλο.
Φωτοστέφανο
στην προσπάθεια επιβίωσης
οι αέναοι στα ουράνια κύκλοι μου.
γιώργος θ. τζιας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου