Άφησε τα πέπλα σου, στο πάτωμα να πέσουν,
αποκάλυψέ μου,
τα φύλλα μιας όμορφης ψυχής.
Το άρωμά σου να αισθανθώ.
Εικόνα είσαι μαγική,
στο αεράκι του Απρίλη, στο φως το αχνό.
Στη φωτιά σου γίνομαι, θύελλα κι οργή,
αισθάνομαι το άρωμά σου,
κράτησέ με πιο σφιχτά,
βασίλειο για μένα, η αγκαλιά σου,
η δική μας μάχη,
δε γνωρίζει νικητή, ούτε ηττημένο.
Είσαι πλημμύρα,
κύμα που μανιασμένα χτυπάει τα βράχια,
κράτησέ με πιο σφιχτά,
στα πελάγη σου ο ναυαγός,
θάλασσα για μένα η αγκαλιά σου,
η δική μας μάχη...
δεν έχει νικητή,
δε γνωρίζει ήττα...
στη δύναμή σου η λογική μου παραιτείται,
είσαι το φως, παραμυθένιου δάσους μονοπάτι,
καβαλάρισσα περήφανη,
ο πήγασος να είμαι ή το χρυσό σου, αν θέλεις άτι...
Στο ταξίδι μας, είπες πως μπορείς,
να με κάνεις βασιλιά, έχεις τη δύναμη,
να με εξοργίζεις ή να με ηρεμείς.
Αν σε κρατήσω, η φίλη μου θα είσαι η παντοτινή,
το κορμί σου, για μένα θα ευωδιάζει,
μα να το δω ως προσκυνητής,
που ψελλίζει γλυκιά προσευχή...
Για να γίνω επιβάτης,
πρέπει να αγκαλιάσω τις βροχές,
την άνοιξη να βλέπω, σε όλες τις εποχές...
Τρυφερά με κράτησες απ' το χέρι,
δίχως να μιλάς, και λίγο πριν το τέλος,
εκεί που εκρήγνυνται τα άστρα,
η θάλασσα φουσκώνει σε ολόγιομο φεγγάρι,
...το μέλλον συναντιέται με το παρόν,
και τα όνειρα χορεύουν με τις αλήθειες...
ξεχασμένες σκιές σε παράλογο θεατρικό,
στο φόρεμά σου, ξύπνησα τις μνήμες,
στο σώμα σου, γεύτηκα το νάμα,
των φιλιών σου ένιωσα τη φωτιά,
στις επάλξεις σου, κρατήθηκα γερά...
Στις εκρήξεις μας, σημάδι βάλαμε τον εαυτό μας,
τα όνειρα χόρεψαν με τις αλήθειες,
οι σκιές δεν ξεχάστηκαν, άστρα γίναμε κι εμείς,
σε κατακόκκινο ουρανό, με πλημμύρισαν οι μυρωδιές,
μιας ανοιξιάτικης αυγής...
Αλέξανδρος Β.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου