Φωτογραφία - marcos damascena |
- Να περνάς, έλεγες. Να περνάς
Να περνάς όταν ο γύψος στο ταβάνι στεγνώνει
τον ουρανίσκο της σιωπής
Όταν η κουρτίνα στο πατζούρι ριχτή πενθεί την απουσία
στο σπάργανο της λύπης
Είπες κι ακούμπησε η νύχτα την παλάμη της στο μέτωπο
Βουή πυρετού τρικύμισε άδεια τη στιγμή στα πέρατα του ήχου
Κι ένα πουλί πικρό απόμεινε να σφυροκοπά του ράμφους του το ξύλο γαντζωμένο
στο νύχι του χειμώνα του
Πέρασαν από τότε νύχτες πολλές τους αιώνες των θανάτων τους
Θυμιάματα βροχών ξέπλυναν το μάρμαρο της σκέπης τους τονίζοντας
τη νέκρα του επιγράμματος
Κι όμως στη μοναξιά των Μεγάλων Εσπερινών
χρονιάρες μέρες σέρνουν των βημάτων τους το βλέμμα
Διανερίζοντας στο κέντρο των δακρύων τους
τη φλόγα του καντηλιού να καίει και να τρυπά
– μια καμπανιά μοναχική- την κρούστα του καιρού
Αγγίζοντας το ροδαλό σημάδι
που θρέφει ο σπόρος την κραυγή
που σπά η κραυγή το θάνατο
α. ζ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου