Ο Έζρα Ουέστον Λούμις Πάουντ (Ezra Weston Loomis Pound, 30 Οκτωβρίου 1885 – 1 Νοεμβρίου 1972) ήταν Αμερικανός ποιητής και δοκιμιογράφος. Μαζί με τον Τ.Σ. Έλιοτ θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς ποιητές του αγγλοαμερικανικού μοντερνισμού.
Ο Έζρα Πάουντ γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1885 στο Χάλεϊ του Αϊντάχο των Η.Π.Α.. Υπήρξε παιδί παλιάς αποικιακής οικογένειας: οι πρόγονοί του από την πλευρά του πατέρα του και της μητέρας του έφθασαν εκεί προερχόμενοι από την Αγγλία του 17ου αιώνα. Ήταν μοναχογιός του Χόμερ Λούμις από το Ουισκόνσιν, ομοσπονδιακού υπαλλήλου και της Ιζαμπέλας Γουέστον από τη Νέα Υόρκη. Στα δεκαπέντε του χρόνια γράφτηκε στην Στρατιωτική Ακαδημία του Τσέτελχαμ για να την εγκαταλείψει γρήγορα.
Το 1900-05 σπούδασε συγκριτική λογοτεχνία και ξένες γλώσσες στο πανεπιστήμιο της Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια και στο Χάμιλτον Κόλετζ της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Αυτό το διάστημα συνδέθηκε φιλικά με τον Ουίλιαμ Κάρλος Ουίλιαμς και την Χ.Ντ. (Χίλντα Ντούλιτλ).
Κατόπιν, διδάσκει στο Γουάμπας Κόλετζ του Κρόφορντσβιλ της Ιντιάνα για λιγότερο από ένα χρόνο, από το οποίο και φεύγει εξαιτίας ενός μικρού σκανδάλου. Το 1908 ταξιδεύει στην Ευρώπη και αρχικά μένει στη Βενετία. Από το 1909 μέχρι το 1920 ζει με διακοπές στο Λονδίνο, όπου και συγχρωτίζεται με τους σημαντικότερους ανθρώπους των αγγλικών γραμμάτων της εποχής, μεταξύ των οποίων οι Τζαίημς Τζόυς, Φόρντ Μάντοξ Φόρντ και Ουίνταμ Λιούις.
Από τη συνάντησή του με τον γλύπτη Χένρι Γκωντιέ-Μπρτζέσκα γεννήθηκε ο βορτισισμός* (από τον αγγλικό όρο vortex).
Τα πρώτα ποιήματα του Πάουντ ήταν εμπνευσμένα απ' τους Προραφαηλίτες και άλλους ποιητές του 19ου αιώνα και τη μεσαιωνική λογοτεχνία, όπως και από τις αποκρυφιστικές/μυστικιστικές φιλοσοφίες. Όταν μετακόμισε στο Λονδίνο, υπό την επιρροή του Φ.Μ. Φόρντ και του Τ.Ε. Χιούλμ, άρχισε να απορρίπτει τα υπερβολικά αρχαϊκά στοιχεία της ποιητικής του γλώσσας σε μια προσπάθεια να μεταλλάξει τον ποιητικό του εαυτό. Πίστευε πως ο Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς ήταν ο μεγαλύτερος εν ζωή ποιητής, και έκανε παρέα μαζί του όταν έμενε στην Αγγλία. Μαζί, βοήθησε ο ένας τον άλλο να εκμοντερνίσει την ποίησή του. Κατά τη διάρκεια του πολέμου έζησαν μαζί στο Στόουν Κότατζ στο Σάσεξ, μελετώντας ιαπωνικά, κυρίως θεατρικά έργα Νο. Έδωσαν ιδιαίτερη προσοχή στην εργασία του Έρνεστ Φενολλόζα, ενός αμερικανού καθηγητή στην Ιαπωνία, του οποίου την εργασία για τους κινέζικους χαρακτήρες ο Πάουντ ανέπτυξε σ' αυτό που ονόμασε Ιδεογραμμική μέθοδο. Το 1914, παντρεύεται την Ντόροθι Σαίξπηρ, καλλιτέχνη και κόρη της Ολίβια Σαίξπηρ, μυθιστοριογράφο και ερωμένη του Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς.
Ο Πάουντ διόρθωσε την Έρημη Χώρα του φίλου του Τ.Σ. Έλιοτ, το ποίημα που ώθησε την καινούργια ποιητική ευαισθησία στην προσοχή του κοινού.
Εντούτοις, ο πόλεμος κατέστρεψε την πίστη του Πάουντ στο σύγχρονο δυτικό πολιτισμό και σύντομα εγκατέλειψε το Λονδίνο, αλλά όχι προτού δημοσιεύσει το Homage to Sextus Propertius (1919) και το Hugh Selwyn Mauberley (1920). Αν αυτά τα ποιήματα δίνουν σχήμα σ' ένα αποχαιρετισμό στα χρόνια του Πάουντ στο Λονδίνο, τα Κάντος, που αρχίζουν το 1915, δείχνουν το δρόμο μπροστά.
Το 1920, ο Πάουντ μετακόμισε στο Παρίσι όπου κινήθηκε μεταξύ ενός κύκλου καλλιτεχνών, μουσικών και συγγραφέων που ξεσήκωσαν ολόκληρο τον κόσμο της μοντέρνας τέχνης. Ήταν φίλος με ανθρώπους όπως ο Μαρσέλ Ντυσάν, ο Τριστάν Τζαρά, ο Φερνάν Λεζέ και άλλους ντανταϊστές και σουρεαλιστές. Συνέχισε να δουλεύει τα Κάντος, γράφοντας τον όγκο της ακολουθίας Μαλατέστα η οποία εισήγαγε μια από τις σημαντικότερες περσόνες του ποιήματος. Επίσης, το ποίημα έδειχνε όλο και περισσότερο τις ανησυχίες του με την πολιτική και τα οικονομικά. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, έγραψε επίσης κριτικά κείμενα, μεταφράσεις και συνέθεσε δύο πλήρεις όπερες (με τη βοήθεια του George Antheil) και διάφορα κομμάτια για σόλο βιολί. Το 1922 συναντήθηκε και συνδέθηκε με την Όλγα Ράντζ, μια βιολίστρια. Μαζί με την Ντόροθι Σαίξπηρ, διαμόρφωσαν ένα ταραγμένο ερωτικό τρίγωνο που επρόκειτο να διαρκέσει μέχρι το τέλος της ζωής του ποιητή.
Στις 10 Οκτωβρίου 1924, ο Πάουντ αφήνει για πάντα το Παρίσι και μετακομίζει στο Ραπάλλο της Ιταλίας. Εκεί, αυτός και η Ντόροθι, μένουν για λίγο, μετά ταξιδεύουν στη Σικελία και τον Ιανουάριο του 1925 επιστρέφουν για να εγκατασταθούν στο Ραπάλλο. Στην Ιταλία συνέχισε να είναι ένας δημιουργικός καταλύτης. Ο νεαρός γλύπτης Χάινζ Χέντζις τον είδε να φτάνει αδέκαρος. Του δόθηκε κατάλυμα και μάρμαρο να σκαλίσει, και γρήγορα έμαθε να δουλεύει την πέτρα. Τον ίδιο καιρό, ο ποιητής Τζέιμς Λόφλιν ξεκίνησε τον εκδοτικό οίκο Νέοι Ορίζοντες που θα γινόταν όχημα για πολλούς νέους συγγραφείς.
Εκείνο τον καιρό, ο Πάουντ οργάνωσε επίσης μια ετήσια σειρά συναυλιών όπου εκτελούνταν ένα ευρύ φάσμα της κλασσικής και σύγχρονης μουσικής. Ειδικότερα αυτή η μουσική δραστηριότητα συνέβαλε στην αναβίωση στον 20ό αιώνα του ενδιαφέροντος για τον Αντόνιο Βιβάλντι, ο οποίος ήταν ξεχασμένος από τον καιρό του θανάτου του.
Στην Ιταλία ο Πάουντ έγινε ενθουσιώδης υποστηρικτής του Μουσολίνι και αντισημιτικά συναισθήματα αρχίζουν να εμφανίζονται στα γραπτά του. Έκανε το πρώτο ταξίδι στις ΗΠΑ μετά από πολλά χρόνια το 1939, την παραμονή του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, και σκέφτηκε να μείνει εκεί μόνιμα, αλλά στο τέλος επέλεξε να επιστρέψει στην Ιταλία.
Ο Πάουντ παρέμεινε στην Ιταλία μετά το ξέσπασμα του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Έγινε κορυφαίος προπαγανδιστής του Αξονα. Συνέχισε επίσης να συμμετέχει σε φιλολογικές εκδόσεις, και έγραψε πολλά άρθρα στις εφημερίδες. Αποδοκίμασε την αμερικανική συμμετοχή στον πόλεμο και προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τις πολιτικές επαφές του στην Ουάσιγκτον για να την αποτρέψει. Μίλησε στο ιταλικό ραδιόφωνο και έδωσε μια σειρά συζητήσεων πάνω σε πολιτιστικά θέματα. Αναπόφευκτα, άγγιξε και πολιτικά θέματα, η αντίθεσή του στον πόλεμο και ο αντισημιτισμός του ήταν προφανή. Δεν είναι σαφές αν κάποιος στις Ηνωμένες Πολιτείες άκουσε τις ραδιοφωνικές εκπομπές του, δεδομένου ότι οι συσκευές αποστολής ραδιοφωνικού σήματος του ιταλικού ραδιοφώνου ήταν αδύνατες και αναξιόπιστες. Είναι σαφές, εντούτοις, ότι τα άρθρα του στις ιταλικές εφημερίδες (καθώς επίσης και διάφορα βιβλία και μπροσούρες) είχαν κάποια επιρροή στην Ιταλία.
Τον Ιούλιο του 1943 οι Συμμαχικές δυνάμεις εισέβαλαν στο νότιο μισό της Ιταλίας. Ο βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ ΙΙΙ απομάκρυνε, ύστερα από συνεδρίαση του Μεγάλου Φασιστικού Συμβουλίου τον Μουσολίνι από πρωθυπουργό του βασιλείου της Ιταλίας. Ο Μουσολίνι δραπέτευσε στο Βορρά, όπου αυτοανακηρύχθηκε Πρόεδρος της νέας Δημοκρατίας του Σαλό. Ο Πάουντ διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στις πολιτιστικές και προπαγανδιστικές δραστηριότητες στη νέα αυτή δημοκρατία, η οποία διήρκεσε μέχρι την άνοιξη του 1945.
Στις 2 Μαΐου 1945, συνελήφθη από τους Ιταλούς παρτιζάνους, και οδηγήθηκε (σύμφωνα με το Hugh Kenner) στη βάση τους στο Τσιάβαρι, όπου σύντομα απελευθερώθηκε μην παρουσιάζοντας κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Την επόμενη ημέρα, παραδόθηκε οικειοθελώς στις αμερικανικές δυνάμεις. Φυλακίστηκε σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως του αμερικανικού στρατού έξω από την Πίζα, κλεισμένος για 25 μέρες σε ένα ανοικτό κλουβί πριν του δοθεί μια σκηνή. Εδώ υφίσταται νευρικό κλονισμό. Κατά τη διάρκεια της φυλακισής του συνέταξε τα Κάντος της Πίζας (The Pisan Cantos). Αυτό το τμήμα της ποίησης υπό εξέλιξη (work in progress) χαρακτηρίζει μια μετατόπιση στην ποίηση του Πάουντ· μια περισυλλογή στην καταστροφή τη δική του και της Ευρώπης, και στη θέση του στο φυσικό κόσμο. Τα Κάντος της Πίζας κέρδισαν το πρώτο βραβείο Bollingen από τη βιβλιοθήκη του Κογκρέσου το 1948.
Στην πατρίδα του θα δικαστεί, αλλά με το ελαφρυντικό της ψυχικής διαταραχής του δεν θα του καταλογισθεί καμία ποινική ευθύνη. Όμως θα παραμείνει έγκλειστος έως το 1958 στο Ψυχιατρείο των ποινικών κρατουμένων στο Σαιντ Ελίζαμπεθ χόσπιταλ της Ουάσινγκτον. Εκεί θα συνεχίσει να γράφει τα Κάντος του, ενώ μετέφρασε αρχαία κινέζικη ποίηση και την τραγωδία του Σοφοκλή Τραχίνιαι.
Το 1958 θα αποφυλακιστεί με το αιτιολογικό της φρενοβλάβειας και θα επιστρέψει στην Ιταλία. Θα πεθάνει στη Βενετία την 1η Νοεμβρίου του 1972.
Έργα του Έζρα Πάουντ στα ελληνικά
Ποιητική τέχνη Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
Ποιήματα. Εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις: Χρίστος Γούδης. Αθήνα: Νέα Θέσις, 2013.
32 ποιήματα. Εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις: Γιάννης Λειβαδάς. Αθήνα: Κουκούτσι, 2013. ISBN 978-618-80069-3-5.
Χιου Σέλγουιν Μώμπερλυ. Μετάφραση και επιμέλεια: Χάρης Βλαβιανός. Αθήνα: Πατάκης, 2010. ISBN 978-960-16-3633-7.
Τα 'Ασματα της Πίζας. Πρόλογος, μετάφραση και ερμηνευτικές σημειώσεις: Αντώνης Ζέρβας. Αθήνα: Ίνδικτος, 2003. Νέα αναθεωρημένη και διορθωμένη έκδοση (α' έκδ. Καστανιώτης, 1984). ISBN 960-518-216-5.
Κατάη. Μετάφραση: Κώστας Λάνταβος. Αθήνα: Αρμός, 2001. ISBN 960-527-185-0.
Κάντο xvii. Μετάφραση: Γιάννης Λειβαδάς. Άκρον 2000 (Σειρά φυλλαδίων ποίησης).
Σπουδή των Κάντο Ι-XXX. Μετάφραση: Γιώργος Βάρσος. Αθήνα: Πατάκης, 1999. ISBN 960-600-231-4.
Σχεδιάσματα και αποσπάσματα των Κάντος CX-CXX (Τα τελευταία Κάντος). Πρόλογος: Mary de Rachewiltz. Εισαγωγή και μετάφραση: Χάρης Βλαβιανός. Αθήνα: Νεφέλη, 1991. ISBN 960-211-107-0.
Personae, Τα Κάντο της Πίζας. Εκλογή απ' τα Κάντο. Μετάφραση: Ηλίας Κυζηράκος. Αθήνα: Δωδώνη, 1984. ISBN 960-248-155-2.
Ποιήματα. Μετάφραση: Ηλίας Κυζηράκος. Αθήνα: Τυπ. Π. Μπόλαρη, 1966.
https://el.wikipedia.org/
*Ο Βορτισισμός ή Βορτικισμός (Vorticism) αποτέλεσε καλλιτεχνικό κίνημα στις αρχές του 20ου αιώνα. Αν και διήρκεσε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, περίπου την τριετία 1912-1915, θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα οργανωμένα ρεύματα αφηρημένης τέχνης που αναπτύχθηκαν στην Αγγλία και συγγενεύει με τα κινήματα του κυβισμού και του φουτουρισμού.
Ο όρος βορτισισμός αποδίδεται στον ποιητή Έζρα Πάουντ, ο οποίος τον χρησιμοποίησε το 1913.Κυρίαρχη φυσιογνωμία του κινήματος αποτέλεσε ο ζωγράφος και λογοτέχνηςWyndham Lewis. Ανάμεσα στους υπόλοιπους εκπροσώπους του ανήκουν οι ζωγράφοι William Roberts, Edward Wadsworth, David Bomberg, Jessica Dismorr, Frederick Etchells, Cuthbert Hamilton, Lawrence Atkinson, CRW Nevinson, οι γλύπτες Jacob Epstein και Henri Gaudier-Brzeska καθώς και οι συγγραφείς Έζρα Πάουντ και T. E. Hume.
Το 1914, τα μέλη του βορτισισμού δημοσίευσαν το πρώτο τεύχος του περιοδικού BLAST, στο οποίο αποτυπώνονται δείγματα της αισθητικής του βορτισισμού ενώ ακολούθησε και μια τελευταία δεύτερη κυκλοφορία το 1915.
Το κίνημα αναπτύχθηκε κατά κύριο λόγο στο χώρο της ζωγραφικής και της γλυπτικής -- με έντονες επιρροές και δάνεια από τα κινήματα του κυβισμού και του φουτουρισμού -- καθώς επίσης και στη λογοτεχνία κυρίως λόγω της σημαντικής παρουσίας τoυ Έζρα Πάουντ. Αξιοσημείωτη είναι και η επίδρασή του στη φωτογραφία, καθώς ο βορτισιστής Alvin Langdon Coburn επινόησε την πρώτη αμιγώς αφηρημένη φωτογραφία το 1917, η οποία και ονομάστηκε Vortograph. Οι φωτογραφίες αυτού του είδους απεικόνιζαν έναν αντικείμενο με τη βοήθεια καθρεφτών -- τριγωνικής συνήθως διάταξης -- και είχαν την μορφή ενός καλειδοσκοπίου.
Στην ιστορία του κινήματος καταγράφεται μόνο μία έκθεση, το 1915 στην Γκαλερί Doré. Το επόμενο διάστημα, κυρίως λόγω της έναρξης του Α' Παγκοσμίου πολέμου το κίνημα του βορτισισμού διαλύθηκε. Την περίοδο του 1920 προσπάθειες για την αναβίωσή του μέσω της καλλιτεχνικής ομάδας Group X απέτυχαν. Το 1956, η Tate Gallery φιλοξένησε επίσης έκθεση για τον βορτισισμό.
Αν και ως καλλιτεχνικό ρεύμα δεν κατατάσσεται στις κυρίαρχες τάσεις της μοντέρνας τέχνης, θεωρείται πως συνέβαλε γενικά στην διαμόρφωση των μεταγενέστερων κινημάτων της αφηρημένης τέχνης.
Εzra Pound - Olga Rudge
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Με την Τοκογλυφία
Με την τοκογλυφία κανείς δεν έχει σπίτι πέτρινο
με κάθε πέτρα να σμιλεύεται σωστά και τέλεια να δένει
έτσι ώστε ένα σχέδιο να είναι δυνατό να περαστεί πάνω στην πρόσοψή του,
με την τοκογλυφία
κανείς δεν έχει έναν παράδεισο ζωγραφιστό
στους τοίχους του ναού του
άρπες και φλάουτα
ή την παρθένο εκεί που δέχεται το μήνυμα κι
η άλως να προβάλλεται απ΄ τη χαραγματιά,
με την τοκογλυφία
κανείς δεν βλέπει τον Γκοντσάγκα
με τους διαδόχους και τις παλλακίδες του
καμιά ζωγραφική δεν γίνεται να διαρκέσει ή να ζήσει,
γίνεται μόνο για να πουληθεί,
και μάλιστα στο άψε-σβήσε,
με την τοκογλυφία, αμάρτημα κατά της φύσης,
είν΄ το ψωμί σου ακόμα πιο μπαγιάτικο
ειν' το ψωμί ξερό σαν να ΄ταν χάρτινο,
χωρίς πληθώρα από σιτάρι, χωρίς αλεύρι δυνατό
με την τοκογλυφία γίνεται η γραμμή τραχιά
με την τοκογλυφία δεν υπάρχει σύνορο καθάριο
κανείς δεν βρίσκει μέρος για να κατοικήσει.
Ο λιθοξόος κρατιέται μακριά απ΄ την πέτρα του
κι ο υφαντής μακριά από τον αργαλειό του.
ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΚΟΓΛΥΦΙΑ
δεν έρχεται μαλλί στην αγορά
τα πρόβατα δεν φέρνουν κέρδος.
Είναι πανούκλα η τοκογλυφία,
αμβλύνει τη βελόνα στης κοπελιάς το χέρι
βάζει φραγμό στού υφαντή την τέχνη.
Ένας Πιέτρο Λομπάρδο δεν μας προέκυψε ποτέ από τοκογλυφία
και ένας Ντούτσιο δεν έγινε ποτέ από τοκογλυφία
ούτε Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα,
ούτε Μπελλίνι γίνανε ποτέ απ΄ την τοκογλυφία
ούτε και ζωγραφίστηκε ποτέ "Η Συκοφαντία".
Ένας Αντζέλικο δεν μας προέκυψε από τοκογλυφία,
ουτ' ο Αμπρότζιο ντε Πρέντις.
Ουτ΄ εκκλησιά με λαξευμένο λίθο
με χαραγμένο το "Αδάμ εποίει".
Ούτε ο Σαιντ Τροφίμ από τοκογλυφία.
Ούτε ο Σαιντ Ιλαίρ από τοκογλυφία.
Διάβρωσε την σμίλη η τοκογλυφία.
Διάβρωσε και τέχνη και τεχνίτη.
Ροκάνισε το νήμα τ΄αργαλειού
Καμιά δεν έμαθε να πλέκει το χρυσόνημα
με το πατρόν της
Το γαλανό πιάνει μελίγκρα απ΄ την τοκογλυφία,
και η πορφύρα μένει ακέντητη.
Και το σμαράγδι δεν συναντά κανέναν Μέμλινκ
Σκοτώνει το παιδί στη μήτρα η τοκογλυφία
Του νέου το φλερτάρισμα το σταματά
Έφερε την παραλυσία στο κρεβάτι, ξαπλώνει
ανάμεσα στη νεαρή τη νύφη και τον άντρα της
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΦΥΣΗ
Φέρανε πόρνες για την Ελευσίνα
Πτώματα στήθηκαν στο δείπνο
κατ΄ εντολήν της τοκογλυφίας.
μτφρ: Χρίστου Γούδη
✤ ✤ ✤ ✤
Πηγαίνετε τραγούδια μου
στους μοναχικούς και τους ανικανοποίητους
Πηγαίνετε σε αυτούς με τα σπασμένα νεύρα,
στους δούλους της συμβατικότητας
Χαρίστε τους την περιφρόνησή μου για τους δυνάστες τους.
Πηγαίνετε σαν μεγάλο κύμα από κρύο νερό
Κουβαλώντας την περιφρόνησή μου για τους δυνάστες.
Μιλήστε κατά της ασυνείδητης καταπίεσης
Μιλήστε κατά της τυραννίας των πεζών ανθρώπων
Μιλήστε ενάντια στους δεσμούς.
Πηγαίνετε στην αστή που πεθαίνει από πλήξη
Πηγαίνετε στις γυναίκες των προαστίων
Πηγαίνετε στους κακοπαντρεμένους
Πηγαίνετε σε αυτούς που η αποτυχία τους μένει κρυμμένη
Πηγαίνετε σε αυτούς που ζευγάρωσαν κακότυχα
Πηγαίνετε στην αγορασμένη σύζυγο
Πηγαίνετε στην γυναίκα με την προίκα
Πηγαίνετε σε αυτούς που έχουν λεπτούς τρόπους
Πηγαίνετε σε αυτούς που
οι λεπτές επιθυμίες τους δεν πραγματοποιούνται
Πηγαίνετε σαν σαράκι στην απραξία του κόσμου
Βαδίστε με την κόψη εναντίον της και δυναμώστε τις λεπτές χορδές
Γεμίζοντας εμπιστοσύνη τα φύκια και τις κεραίες της ψυχής.
Πηγαίνετε με φιλικό τρόπο
Πηγαίνετε με ανοιχτό λόγο
Ερευνήστε για καινά δαιμόνια και για καινά αγαθά
Σταθείτε αντίθετα σε κάθε μορφή καταπίεσης
Πηγαίνετε στους μεσήλικες που χόντρυναν
Και σε όσους έχασαν το ενδιαφέρον τους
Πηγαίνετε στους έφηβους που ασφυκτιούν μέσα στην οικογένεια
Ω πόσο απαίσιο είναι
Να βλέπεις τρεις γενιές κάτω από την ίδια στέγη
Είναι σαν δένδρο με νέα βλαστούς
Και με κλαδιά που πέφτουν σαπισμένα.
Πηγαίνετε να ταρακουνήσετε την κοινή γνώμη
Σταθείτε αντίθετα στη δουλεία του αίματος
Σταθείτε αντίθετα σε κάθε είδους χειραφέτηση.
Πηγαίνετε τραγούδια μου, αναζητήστε τον έπαινό σας από τους νέους
Και από τους αδιάλλακτους
Βαδίστε μόνο ανάμεσα στους εραστές της τελειότητας.
Επιδιώξτε ακόμα να στέκεστε κάτω από το σκληρό Σοφόκλειο φως
Και αποδεχθείτε με ευχαρίστηση τα τραύματά σας από αυτό.
✤ ✤ ✤ ✤
Ώ λαμπρέ Απόλλωνα τιν' άνδρα, τιν' ήρωα, τίνα θεόν,
Σε ποιον θεό, ήρωα ή άνδρα
τσίγκινο ένα στεφάνι να φορέσω;»
« Είναι παλιά σας συνήθεια να ξεκάνετε τους καλούς συγγραφείς
εσείς ή τους τρελλαίνετε
ή κλείνετε τα μάτια σαν αυτοκτονούν
ή πάλι βρίσκετε δικαιολογίες για τα ναρκωτικά τους
και μιλάτε για παραφροσύνη και μεγαλοφυία
Όμως εγώ δεν θα τρελλαθώ για να σας ευχαριστήσω
δεν θα σας κολακέψω με έναν πρόωρο θάνατο
Ώ όχι, εγώ θα αντέξω ως το τέλος
θα νιώσω τα μίση σας να γλιστρούν στα πόδια μου
σαν ευχάριστο γαργάλημα
να τα κοιτάζουν κοροϊδευτικά
ενώ πολλοί κινούνται ύποπτα
και φοβούνται να πουν πως σας μισούν
η γεύση της αρβύλας μου;
Ορίστε η γεύση της αρβύλας μου
χαϊδέψτε την
βγάλτε και το βερνίκι με την γλώσσα σας»
μτφρ: Χρίστου Γούδη
Ελπήνωρ
Αλλά ήλθε πρώτος ο Ελπήνωρ, ο φίλος μας Ελπήνωρ,
Άθαφτος, απορριγμένος πάνω στη μεγάλη γης,
Κουφάρι που τ' αφήσαμε στο σπίτι της Κίρκης,
Άκλαυτο κι ασαβάνωτο, τα βάσανα μας κέντριζαν γι' αλλού.
Αξιολύπητο πνεύμα. Και φώναξα μιλώντας βιαστικά:
"Ελπήνωρ, πώς έφτασες στο σκοτεινό τούτο ακρογιάλι;
Πεζοδρόμος ήρθες ξεπερνώντας τους θαλασσινούς;"
Και αυτός βαριά μιλώντας:
"Τύχη κακιά και το πολύ κρασί.
Γλίστρησα στο μέγαρο της Κίρκης.
Κατεβαίνοντας την αψηλή σκάλα αφύλαχτος
Έπεσα πάνω στον τοίχο,
Τσάκισα το κόκαλο του αυχένα, κ' η ψυχή γύρεψε τον Άδη.
Μα εσύ, Βασιλιά, παρακαλώ θυμήσου με,
άκλαυτον, άθαφτο,
Σώριασε τ' άρματά μου,
φτιάξε μου τάφο στην ακρογιαλιά, και γράψε:
"Ένας άμοιρος άνθρωπος και μ' όνομα μελλούμενο.
Και στήσε το κουπί μου που έλαμνα μαζί με τους συντρόφους".
μετάφραση: Γιώργος Σεφέρης από "Αντιγραφές"
Σε ποιον θεό, ήρωα ή άνδρα
τσίγκινο ένα στεφάνι να φορέσω;»
« Είναι παλιά σας συνήθεια να ξεκάνετε τους καλούς συγγραφείς
εσείς ή τους τρελλαίνετε
ή κλείνετε τα μάτια σαν αυτοκτονούν
ή πάλι βρίσκετε δικαιολογίες για τα ναρκωτικά τους
και μιλάτε για παραφροσύνη και μεγαλοφυία
Όμως εγώ δεν θα τρελλαθώ για να σας ευχαριστήσω
δεν θα σας κολακέψω με έναν πρόωρο θάνατο
Ώ όχι, εγώ θα αντέξω ως το τέλος
θα νιώσω τα μίση σας να γλιστρούν στα πόδια μου
σαν ευχάριστο γαργάλημα
να τα κοιτάζουν κοροϊδευτικά
ενώ πολλοί κινούνται ύποπτα
και φοβούνται να πουν πως σας μισούν
η γεύση της αρβύλας μου;
Ορίστε η γεύση της αρβύλας μου
χαϊδέψτε την
βγάλτε και το βερνίκι με την γλώσσα σας»
μτφρ: Χρίστου Γούδη
✤ ✤ ✤ ✤
Αλλά ήλθε πρώτος ο Ελπήνωρ, ο φίλος μας Ελπήνωρ,
Άθαφτος, απορριγμένος πάνω στη μεγάλη γης,
Κουφάρι που τ' αφήσαμε στο σπίτι της Κίρκης,
Άκλαυτο κι ασαβάνωτο, τα βάσανα μας κέντριζαν γι' αλλού.
Αξιολύπητο πνεύμα. Και φώναξα μιλώντας βιαστικά:
"Ελπήνωρ, πώς έφτασες στο σκοτεινό τούτο ακρογιάλι;
Πεζοδρόμος ήρθες ξεπερνώντας τους θαλασσινούς;"
Και αυτός βαριά μιλώντας:
"Τύχη κακιά και το πολύ κρασί.
Γλίστρησα στο μέγαρο της Κίρκης.
Κατεβαίνοντας την αψηλή σκάλα αφύλαχτος
Έπεσα πάνω στον τοίχο,
Τσάκισα το κόκαλο του αυχένα, κ' η ψυχή γύρεψε τον Άδη.
Μα εσύ, Βασιλιά, παρακαλώ θυμήσου με,
άκλαυτον, άθαφτο,
Σώριασε τ' άρματά μου,
φτιάξε μου τάφο στην ακρογιαλιά, και γράψε:
"Ένας άμοιρος άνθρωπος και μ' όνομα μελλούμενο.
Και στήσε το κουπί μου που έλαμνα μαζί με τους συντρόφους".
μετάφραση: Γιώργος Σεφέρης από "Αντιγραφές"
✤ ✤ ✤ ✤
Εικόνα χορού
Μαυρομάτα
Ω γυναίκα των ονείρων μου
Με τα σανδάλια σου από φίλντισι
Καμιά δεν είναι σαν και σε ανάμεσα στους χορευτές
Καμιά με πόδια τόσο γρήγορα
Δεν σε βρήκα στις σκηνές
Στο ραγισμένο σκοτάδιΟύτε στο φιλιατρό του πηγαδιού
Ανάμεσα στις γυναίκες με τις στάμνες.
Τα χέρια σου όπως το νεαρό δένδρο κάτω από τον φλοιό,
Το πρόσωπό σου ' καθώς ποτάμι στο φως
Λευκοί όπως το αμύγδαλο οι ώμοι σου
Όπως φρέσκα αμύγδαλα χωρίς το κάλυμμα
Δεν σε φυλάνε με ευνούχους
Ούτε με κάγκελα χαλκού
Ασήμι και χρυσωμένη ταρταρούγα εκεί, όπου αναπαύεσαι
Και γύρω σου φόρεμα καστανό
Πλεγμένο με κλωστές χρυσού έχεις τυλίξει
Ω Νάθατ-Ικαναίη ' πλάι-στο-ποτάμι-δένδρο'
Τα χέρια σου είναι πάνω μου σαν το ρυάκι ανάμεσα στα βρύα
Τα δάκτυλά σου ρεύμα παγωμένοΟι υπηρέτριες λευκές όπως τα βότσαλα,
Ή μουσική τους γύρω σου!Καμιά δεν είναι σαν και σε ανάμεσα στους χορευτές
Καμιά με πόδια τόσο γρήγορα.
Μαυρομάτα
Ω γυναίκα των ονείρων μου
Με τα σανδάλια σου από φίλντισι
Καμιά δεν είναι σαν και σε ανάμεσα στους χορευτές
Καμιά με πόδια τόσο γρήγορα
Δεν σε βρήκα στις σκηνές
Στο ραγισμένο σκοτάδιΟύτε στο φιλιατρό του πηγαδιού
Ανάμεσα στις γυναίκες με τις στάμνες.
Τα χέρια σου όπως το νεαρό δένδρο κάτω από τον φλοιό,
Το πρόσωπό σου ' καθώς ποτάμι στο φως
Λευκοί όπως το αμύγδαλο οι ώμοι σου
Όπως φρέσκα αμύγδαλα χωρίς το κάλυμμα
Δεν σε φυλάνε με ευνούχους
Ούτε με κάγκελα χαλκού
Ασήμι και χρυσωμένη ταρταρούγα εκεί, όπου αναπαύεσαι
Και γύρω σου φόρεμα καστανό
Πλεγμένο με κλωστές χρυσού έχεις τυλίξει
Ω Νάθατ-Ικαναίη ' πλάι-στο-ποτάμι-δένδρο'
Τα χέρια σου είναι πάνω μου σαν το ρυάκι ανάμεσα στα βρύα
Τα δάκτυλά σου ρεύμα παγωμένοΟι υπηρέτριες λευκές όπως τα βότσαλα,
Ή μουσική τους γύρω σου!Καμιά δεν είναι σαν και σε ανάμεσα στους χορευτές
Καμιά με πόδια τόσο γρήγορα.
✤ ✤ ✤ ✤
Το δέντρο μπήκε μέσα στα χέρια μου,
Ο χυμός ανέβηκε στα μπράτσα μου,
Το δέντρο μεγάλωσε μέσα στο στήθος μου-
Κάτω,
Τα κλαδιά βλαστάνουν από πάνω μου, σαν μπράτσα.
Δέντρο είσαι,
Βρύο είσαι,
Είσαι βιολέτες, κι από πάνω τους ο άνεμος.
Ένα παιδί – τόσο ψηλό – είσαι,
Κι όλα αυτά είναι μια τρέλα για τον κόσμο!
Μετάφραση Νεοκλής Κυριάκου
*
A Girl
The tree has entered my hands,
The sap has ascended my arms,
The tree has grown in my breast -
Downward,
The branches grow out of me, like arms.
Tree you are,
Moss you are,
You are violets with wind above them.
A child - so high - you are,
And all this is folly to the world.
✤ ✤ ✤ ✤
Αυτή η κυρία με τη ρόμπα του μπάνιου που
την λέει πενιουάρ,
είναι για την ώρα η φιλενάδα του φίλου μου,
και τα ντελικάτα λευκά πόδια του μικρού λευκού
πεκινουά της
Δεν είναι τόσο ντελικάτα όσο εκείνη,
Κι ούτε ο Γκωτιέ θα περιφρονούσε το κοντράστο
των λευκών
Όπως κάθεται στη μεγάλη πολυθρόνα
Ανάμεσα στα δυο νωθρά κεριά
Μετάφραση Νεοκλής Κυριάκου
*
Albatre
This lady in the white bath-robe which she calls a
peignoir,
Is, for the time being, the mistress of my friend,
And the delicate white feet of her little white dog
Are not more delicate than she is,
Nor would Gautier himself have despised their contrasts
in whiteness
As she sits in the great chair
Between the two indolent candles.
http://www.poiein.gr/
✤ ✤ ✤ ✤
Κάντο LΧXXΙ, Λιμπρέττο
Ωστόσο
πριν πεθάνει από το κρύο η εποχή
που κουβάλησε ένας ζέφυρος στους ώμους
στον χρυσαφένιο υψώθηκα ουρανό
ο Λωζ κι ο Τζένκις τον ύπνο σου φυλάνε
ο Ντόλμετς στο πλάι σου πάντα να 'ναι,
Αυτός λείανε το ξύλο
της βιόλας για να δυναμώσει την χαμηλή και την ψηλή;
Αυτός στρογγύλεψε την σκάφη του λαγούτου;
ο Λωζ κι ο Τζένκις τον ύπνο σου φυλάνε
ο Ντόλμετς στο πλάι σου πάντα να 'ναι,
Επλασες κόσμο ευάερο να φέρεις
το φύλλο από την ρίζα;
Σύγνεφο βρήκες διάφανο, που ομίχλη
και ίσκιος δεν του έμοιασαν ποτέ;
Ε, τότε λύτρωσέ με, πες μου -αλήθεια-
αν τραγούδησε ο Ουώλερ κι αν έπαιξε ο Ντάουλαντ.
Τα δυο σου μάτια θα γενούν μαχαίρια να με σφάξουν
αφού πλέον δεν δύναμαι ν' αντέξω την μπωτέ τους
Κι επί 180 χρόνια τίποτε σχεδόν.
Εντ ασκολντάντο ιλεγκιέρ μορμόριo
μπήκε στην σκηνή μου μια καινούργια λεπτή ισορροπία ματιών,
κι αν ήταν πνεύμα,
υπόσταση κι αν ήταν- δεμένα μάτια τίποτε,
κρυμμένα μάτια,
μάτια σε καρναβάλι πάντως
θυμό δεν είχανε ζευγάρι
κι εγώ δεν είδα παρά μάτια, κι ανάμεσα στα μάτια χρώμα
διάστημα,
αμέριμνο ή ανύποπτο πάντως δεν είχε
όλο τον χώρο της σκηνής
μήτε ήταν τόπος για πλήρη Ειδώς
διείσδυση, διάτρηση
μονάχα μια σκιά πέρα
στα πέρα φώτα
γαλάζιο τ' ουρανού
θάλασσα μες στην νύχτα
πράσινη λίμνη απάνω στα βουνά
λάμψη από μάτια ακάλυπτα στην επικράτεια μιας μάσκας τόσης δα.
Ο,τι πολύ αγάπησες σου μένει,
τα υπόλοιπα σαβούρα
Ο,τι πολύ αγάπησες δεν θα το στερηθείς
Ο,τι πολύ αγάπησες το αληθινό σου μέρισμα
κληρονομιά ενός κόσμου, δικού μου και δικού τους
ή μήπως κανενός;
Πρώτα ήρθαν τα ορατά, κι ακολούθησαν τ' απτά
Ηλύσια, έστω και στις αίθουσες του Αδη,
Ο,τι πολύ αγάπησες το αληθινό σου μέρισμα
Ο,τι πολύ αγάπησες δεν θα το στερηθείς
κένταυρος είναι το μυρμήγκι για τους δικούς του δράκοντές του.
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία, δεν έπλασε ο άνθρωπος
την τόλμη και την δύναμη, δεν έπλασε την τάξη ο άνθρωπος την χάρη,
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία, τέλειωνε λέω.
Μάθε απ' το πράσινο του κόσμου την θέση σου στην κλίμακα
της δημιουργίας ή της γνήσιας καλλιτεχνίας,
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία,
τέλειωνε Πακίν!
Ο πράσινος ο σκούφος ξέκανε την κομψότητά σου.
κυβέρνησε τον εαυτό σου κι οι άλλοι θα σε αντέξουν
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία
ένα σκυλί δαρμένο είσαι και πέφτει το χαλάζι,
μια κουρούνα που κορδώνεται και πάνω πότε βγαίνει πότε κρύβεται ο ήλιος,
Ασπρόμαυρη, μισή μισή,
δεν ξεχωρίζεις καν την φτερούγα απ' την ουρά σου
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία
Βρώμα φρικτή το μίσος σου
και τρέφεται με ψέμα,
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία,
Αμε, ταχιά και τέλειωνε, τσιγκούνης στην αγάπη, ναι
μα τέλειωνε μ' αυτήν την ματαιοδοξία,
τέλειωνε λέω.
Να πράξεις, άπρακτος μην μείνεις
αυτό δεν είναι δα ματαιοδοξία
Να χτυπήσεις μ' ευγένεια την πόρτα
που θ' ανοίξει ένας Μπλαντ να μυρίσεις στον αέρα
μια ζωντανή παράδοση ν' αδράξεις
σε μια ματιά σοφή γριά ματιά την φλόγα την αιώνια
όχι αυτό δεν είναι δα και ματαιοδοξία.
Το λάθος βρίσκεται σ' εκείνο,
που δεν πραγματοποίησες,
το λάθος όλο σε μιαν απόφαση που δεν την πήρες
και τρέκλισε η απόφαση...
μτφρ.: Γιώργος Μπλάνας
Ωστόσο
πριν πεθάνει από το κρύο η εποχή
που κουβάλησε ένας ζέφυρος στους ώμους
στον χρυσαφένιο υψώθηκα ουρανό
ο Λωζ κι ο Τζένκις τον ύπνο σου φυλάνε
ο Ντόλμετς στο πλάι σου πάντα να 'ναι,
Αυτός λείανε το ξύλο
της βιόλας για να δυναμώσει την χαμηλή και την ψηλή;
Αυτός στρογγύλεψε την σκάφη του λαγούτου;
ο Λωζ κι ο Τζένκις τον ύπνο σου φυλάνε
ο Ντόλμετς στο πλάι σου πάντα να 'ναι,
Επλασες κόσμο ευάερο να φέρεις
το φύλλο από την ρίζα;
Σύγνεφο βρήκες διάφανο, που ομίχλη
και ίσκιος δεν του έμοιασαν ποτέ;
Ε, τότε λύτρωσέ με, πες μου -αλήθεια-
αν τραγούδησε ο Ουώλερ κι αν έπαιξε ο Ντάουλαντ.
Τα δυο σου μάτια θα γενούν μαχαίρια να με σφάξουν
αφού πλέον δεν δύναμαι ν' αντέξω την μπωτέ τους
Κι επί 180 χρόνια τίποτε σχεδόν.
Εντ ασκολντάντο ιλεγκιέρ μορμόριo
μπήκε στην σκηνή μου μια καινούργια λεπτή ισορροπία ματιών,
κι αν ήταν πνεύμα,
υπόσταση κι αν ήταν- δεμένα μάτια τίποτε,
κρυμμένα μάτια,
μάτια σε καρναβάλι πάντως
θυμό δεν είχανε ζευγάρι
κι εγώ δεν είδα παρά μάτια, κι ανάμεσα στα μάτια χρώμα
διάστημα,
αμέριμνο ή ανύποπτο πάντως δεν είχε
όλο τον χώρο της σκηνής
μήτε ήταν τόπος για πλήρη Ειδώς
διείσδυση, διάτρηση
μονάχα μια σκιά πέρα
στα πέρα φώτα
γαλάζιο τ' ουρανού
θάλασσα μες στην νύχτα
πράσινη λίμνη απάνω στα βουνά
λάμψη από μάτια ακάλυπτα στην επικράτεια μιας μάσκας τόσης δα.
Ο,τι πολύ αγάπησες σου μένει,
τα υπόλοιπα σαβούρα
Ο,τι πολύ αγάπησες δεν θα το στερηθείς
Ο,τι πολύ αγάπησες το αληθινό σου μέρισμα
κληρονομιά ενός κόσμου, δικού μου και δικού τους
ή μήπως κανενός;
Πρώτα ήρθαν τα ορατά, κι ακολούθησαν τ' απτά
Ηλύσια, έστω και στις αίθουσες του Αδη,
Ο,τι πολύ αγάπησες το αληθινό σου μέρισμα
Ο,τι πολύ αγάπησες δεν θα το στερηθείς
κένταυρος είναι το μυρμήγκι για τους δικούς του δράκοντές του.
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία, δεν έπλασε ο άνθρωπος
την τόλμη και την δύναμη, δεν έπλασε την τάξη ο άνθρωπος την χάρη,
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία, τέλειωνε λέω.
Μάθε απ' το πράσινο του κόσμου την θέση σου στην κλίμακα
της δημιουργίας ή της γνήσιας καλλιτεχνίας,
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία,
τέλειωνε Πακίν!
Ο πράσινος ο σκούφος ξέκανε την κομψότητά σου.
κυβέρνησε τον εαυτό σου κι οι άλλοι θα σε αντέξουν
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία
ένα σκυλί δαρμένο είσαι και πέφτει το χαλάζι,
μια κουρούνα που κορδώνεται και πάνω πότε βγαίνει πότε κρύβεται ο ήλιος,
Ασπρόμαυρη, μισή μισή,
δεν ξεχωρίζεις καν την φτερούγα απ' την ουρά σου
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία
Βρώμα φρικτή το μίσος σου
και τρέφεται με ψέμα,
Τέλειωνε πια μ' αυτήν την ματαιοδοξία,
Αμε, ταχιά και τέλειωνε, τσιγκούνης στην αγάπη, ναι
μα τέλειωνε μ' αυτήν την ματαιοδοξία,
τέλειωνε λέω.
Να πράξεις, άπρακτος μην μείνεις
αυτό δεν είναι δα ματαιοδοξία
Να χτυπήσεις μ' ευγένεια την πόρτα
που θ' ανοίξει ένας Μπλαντ να μυρίσεις στον αέρα
μια ζωντανή παράδοση ν' αδράξεις
σε μια ματιά σοφή γριά ματιά την φλόγα την αιώνια
όχι αυτό δεν είναι δα και ματαιοδοξία.
Το λάθος βρίσκεται σ' εκείνο,
που δεν πραγματοποίησες,
το λάθος όλο σε μιαν απόφαση που δεν την πήρες
και τρέκλισε η απόφαση...
μτφρ.: Γιώργος Μπλάνας
Ο Γιώργος Σεφέρης με τον Εζρα Πάουντ, σε φωτογραφία της δεκαετίας του ‘60 |
Canto τῶν Ἑφτά Λιμνῶν» ή Canto XLIX
Γιά τίς ἑφτά λίμνες, κι’ ὄχι ἀπό χέρι ἀνθρώπου τοῦτοι οἱ στίχοι:
Βροχή· ἄδειο ποτάμι· ἕνα ταξίδι,
φωτιά ἀπό μαργωμένο σύννεφο· χοντρή βροχή στό μούχρωμα
κάτω ἀπό τῆς καλύβας τήν σκεπή εἴταν ἕνα φανάρι.
Εἶναι βαρειά τά καλάμια· λυγισμένα·
καί τά μπαμπού μιλοῦν θἄλεγες κλαῖνε.
Φεγγάρι φθινοπωρινό· λόφοι γύρω σέ λίμνες
πάνω στό λιόγερμα
Τό βράδι μοιάζει μιά κουρτίνα σύννεφα,
θάμπωμα πάνω σέ σπηλιάδες· καί διακρίνεις
ἀψηλούς τούς μυτερούς μίσχους τῆς κανέλας,
ἕνας κρύος σκοπός μές στά καλάμια.
Πίσω ἀπ’ τό λόφο τοῦ καλόγερου ἡ καμπάνα
πού παίρνει ὁ ἄνεμος.
Πανιά πέρασαν δῶθε τόν Ἀπρίλη· μπορεῖ νά ξαναρθοῦνε τόν Ὀχτώβρη
Ἡ βάρκα χάνεται στ’ ἀσήμι· ἀργά·
Ὁ ἥλιος καίει μονάχος στό ποτάμι.
Ἐκεῖ πού τό κρασάτο φλάμπουρο σμίγει τό λιόγερμα
Σπάνιες καμινάδες καπνίζουν στό παράλληλο φῶς.
Ezra Pound – Canto XLIX [ ἀπόσπασμα ],
ΑΝΕΚΔΟΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Canto XLIX: Μιά ματιά στόν Παράδεισο
Τό «Canto τῶν Ἑφτά Λιμνῶν», ὅπως εἶναι γνωστό τό Canto XLIX, ἀναπνέει σχεδόν στό κέντρο τῆς γραφῆς ἑνός Παραδείσου, ὅπως θέλησε τά Cantos του ὁ Πάουντ, καί ἀποτελεῖ καί τό ἴδιο, μέ τά λόγια τοῦ ποιητῆ, μιά ὄψη ἤ ματιά στόν Παράδεισο.
Ἐκδίδεται τό 1937 καί εἶναι ἡ ἠχώ τοῦ Canto XIII, μέ τό ὁποῖο συνδέεται μέσω τῆς ἔννοιας τῆς ὀργανικῆς ἁρμονίας καί τάξης ὅπως διατυπώνεται στή διδασκαλία τοῦ Κομφούκιου, καί μιά προοικονομία τῶν Cantos κινεζικῆς ἱστορίας (LII-LXI).
Ἦταν, σύμφωνα μέ τήν κόρη τοῦ Μαίρυ ντέ Ράχεβιλτς (Mary de Rachewiltz), ἕνα ἀπό τά ἀγαπημένα Cantos τοῦ ἴδιου τοῦ Πάουντ καί ὁ Χιού Κέννερ (Hugh Kenner) τό ἀποκαλεῖ ἄξονα γύρω ἀπό τόν ὁποῖο περιστρέφονται τά Cantos, συμπυκνώνοντας ἔτσι τήν ἰδιαίτερη σημασία του. διαβάστε περισσότερα εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου