Λαβύρινθος το υφάδι της αγάπης! Έτσι και μπλεχτείς στον αργαλειό της, βγαίνεις αν είσαι αδαής, μαλλιά κουβάρια από μέσα.
Τι έλεγα λοιπόν; Α, ναι…αφού έδιωξα κακήν κακώς την Κατερίνα από το σπίτι, έτρεξα στο κρυφό μας το λημέρι να συναντήσω τη Χριστίνα.
Αυτό το κορίτσι που άθελά μου, του είχα δείξει συναισθηματική αγνωμοσύνη...
'‘άθελά μου;’’ ή μήπως και ηθελημένα για να καψουρέψω την θλιμμένη ‘’πριγκίπισσα’’ της βίλας?
‘’Πέρνα μια μέρα από το σπίτι’’ δεν είχα πει στην πρώην, όταν κάποια στιγμή τυχαία την συνάντησα στον δρόμο;
Πώς λοιπόν να΄ρθεί στο ραντεβού, μετά το φιλί που είδε από το παράθυρό της; Τo γκαράζ της βίλας, που νύχτες ατέλειωτες ρουφούσαμε τον απαγορευμένο έρωτα, το βρήκα κλειδωμένο.
Ξαναλούφαξα στην τρεμουλιαστή μου αγωνία. Θέλω να΄ρθει, το γρηγορότερο να΄ρθεί, να θεραπεύσω την δικαιολογημένη της ζήλεια, την πικρία. Να αποκαταστήσω στην ψυχούλα της, τη σιγουριά της αποκλειστικής αγάπης ! Είναι το μόνο που γυρεύω.
Ποια σιγουριά; Υπάρχει στον έρωτα σοκάκι που να οδηγεί στην σιγουριά; Τρέμουν τα φυλλοκάρδια σου κάθε φορά που εναγώνια ρωτάς:
‘’Πες μου, μ΄αγαπάς;’’ Όσο πιο μεγάλη, τόσο πιο ανασφαλής, σαν το νεογέννητο που γυρεύει από σένα προστασία.
Θα΄ταν περασμένες δύο, όταν αποφάσισα με κείνον τον χιονιά, να ανέβω σπίτι μου να κοιμηθώ. Πώς να κοιμηθώ; Κάτι τέτοιες ώρες ο ύπνος γίνεται από σύμμαχος, εχθρός. Στέκεται από πάνω σου ακοίμητος φρουρός, προσμένοντας να αναμετρηθεί μαζί σου με τύψεις και ταχυπαλμία, όταν…
όταν άκουσα έναν υπόκωφο θόρυβο απ΄έξω.
Σαν τρελός, που έχει απογειωθεί από την τρέλα του, άνοιξα την πόρτα και είδα τη Χριστίνα. Με το μαρτύριο της ζήλειας της στους ώμους και τον ακρωτηριασμό της προσωπικότητάς της, στης αγάπης τη θυσία.
Με τη νέκρα της στο βλέμμα που το σάπιζε ο λυγμός, άρχισε να ψελλίζει, ατενίζοντας τον χαμένο ουρανό:
-Ώστε για σένα, τον συναισθηματικά ανάπηρο, ήμουν έτοιμη να τινάξω την ασφάλεια του σπιτιού μου στον αέρα; Ένα καπρίτσιο ήτανε λοιπόν;
Δεν ξέρω πόσους αιώνες, έλεγε και έκλαιγε, εκείνη τη νύχτα η καψερή, εγώ όμως δεν την άκουγα.
Το παραλήρημα στο σωθικά μου, να τη νοιώθω για πρώτη φορά μέσα στο δωμάτιο μου, εδώ που άπειρες φορές την είχα φιλοξενήσει με την φαντασία μου, δεν μου άφηνε περιθώριο να συγκινηθώ με την δική της ανασφάλεια.
Αντίθετα, ένα αυθόρμητο γελόκλαμα μου μπούκωνε το στόμα, μη και προδοθώ.
Δεν βαριέσαι! Από την αντίληψη μιας ξύπνιας θηλuκιάς, δεν μπορείς τίποτα να κρύψεις.
-Ώστε γελάς και από πάνω, ε; Δε σε αδικώ. Είσαι και συ από κείνους που οι ορέξεις τους κρατάνε, μέχρι να πέσει το οχυρό. Από σήμερα λοιπόν, μπορείς να είσαι ευτυχής με την ανάμνησή μου. Αντίο..
‘’Αντίο’’! μου έλεγε λοιπόν αντίο; Να καταπιώ τη γλώσσα μου εγώ, παρ΄όλο που με ενθουσίαζε η παρουσία μιας γυναίκας στην ζωή μου, που δεν ανήκε Επιτέλους, στον Aστερισμό της Ανοχής!!!
Αστραπιαία την άρπαξα στην αγκαλιά μου και την πέταξα με όση λαχτάρα είχα πάνω στο κρεββάτι, ψάχνοντας για ένα αληθοφανές άλλοθι για κείνο το φιλί που είχε δει πριν λίγο από το παράθυρό της.
-Μα βρε κουτό, πώς φαντάστηκες ότι θα έφερνα άλλη γυναίκα εδώ μέσα; Μια φίλη της αδελφής μου ήταν που μου έφερε ένα δέμα απ΄την Ελλάδα, της λάλησα με στόμφο, ενώ με το πόδι μου άνοιγα το φύλλο της ντουλάπας, που για καλή μου τύχη, φιλοξενούσε ένα μισανοιγμένο δέμα από παλιά.
Η αταξία και η τσαπατσουλιά μου, με είχαν σώσει ξαφνικά, ανταποδίδοντας την αδυναμία που τις είχα, να τις στεγάζω σπίτι μου τόσο τακτικά.
Γύρισα και την κοίταξα. Η ανασφάλειά της, είχε δώσει τώρα τη θέση της στην αυτοπεποίθηση της γυναίκας που νοιώθει, ότι μόνη της Αυτή και μόνον Αυτή, μπορεί να χαλιναγωγήσει την υποτιθέμενη υπερσεξουαλικότητα του άντρα.
Θύμα και η ίδια της σκηνοθετημένης πολυγαμίας των αντρών, αφ΄ενός για να απατούμε αναφαίρετα και δικαιωματικά και αφ΄ετέρου για να κρατούμε τη γυναίκα σε μαγκάλια πυρωμένα .
Αντρικός σεξουαλισμός σου λέει ο άλλος! Κι έρχεται η ώρα της γυμνής αλήθειας, πέντε οργασμούς αυτή κι εσύ… έναν ο φουκαράς και άντε με υγεία ως την επόμενη σοδειά!
Απότομα, πετάχτηκε έντρομη , με τύψεις για τούτο το σκασιαρχείο. Κοίταξε απέναντι. Η βίλα βυθισμένη σε σωτήρια μακαριότητα.
Θα μέναμε πολύ ώρα έτσι, εκστασιασμένοι από την σιωπηλή θέα του έρωτα, αν ένας μακρόσυρτος αναστεναγμός δεν μας θύμιζε την ασέβεια απέναντι στην τύχη, να εκμεταλλευτούμε κι άλλο την υψηλή της προστασία.
Εκείνη τη νύχτα, στην παγωμένη φεγγαράδα
είπα στη Χριστίνα ‘’Μόνο εσένα αγαπώ’’
Και με μιας η πλάση μοσχοβόλησε
Του ΄Ερωτα και της Αγάπης τη Λιακάδα!!!
ΑΠΟ ΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΣΑΛΟΝΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΟΝ ΜΙΝΤΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου