Βλέπω τους πιο έξυπνους ανθρώπους της γενιάς μου να μαραζώνουν από την ανεργία και τις ελλείψεις, υλικές που γίνονται και συναισθηματικές σχεδόν πάντα. Παλεύουν με οικογένεια, με λογαριασμούς και πάντα η συζήτηση με φίλους καταλήγει στα λεφτά, όπως οι γέροι στα καφενεία που συζητούν για τα φάρμακα που παίρνουν. Τις νύχτες πετάγονται ιδρωμένοι και όσοι καπνίζουν τρέχουν στη βεράντα για θυμωμένο τσιγάρο. Όσοι δεν καπνίζουν μαλώνουν με το ''γάμα'' του ''γαμώτο''.
Και χαρά δεν υπάρχει, ακόμη και η ιδέα του sex τους απωθεί. Πού να βρεθεί η όρεξη για παιχνίδια; Μοιάζει σενάριο σε ταινία φαντασίας. Τα χέρια ψαχουλεύουν σε τσέπες και αναποδογυρίζουν κουμπαράδες από χαρτζιλίκια των γονιών. Και το καλοκαίρι μας είναι εδώ, οργιάζει με πείσμα και η θάλασσα θελκτική και λάγνα, κουνά πρόστυχα τους γοφούς της στον δικό της ερωτικό χορό...
Όμως θέλω να πάμε απόψε για νυχτερινό μπάνιο...Θα μου δώσεις ένα παθιάρικο φιλί στα χείλη, από κείνα που μυρίζουν μέντα; Θέλω να πιω την έγνοια σου και να γευτώ τα παιδικά σου καλοκαίρια, βρόμικος και ιδρωμένος, να παίζεις με τους φίλους σου και να φτύνεις το φόβο κατάμουτρα! Έλα, γέλα μου λίγο! Γουστάρω ακόμα που με γδύνεις με τα μάτια...Πάμε, μου είσαι απαραίτητος και έχουμε ξεμάθει στις συγκινήσεις και δεν μας ταιριάζουν τα εύκολα πια! Μη ζητιανεύεις λίγη ζωή, πρόσκαιρο είναι. Βάλε το χέρι σου στις μνήμες μας, χωρίς να με ρωτήσεις. Θα γελάσω δυνατά, ίσως αναστενάξω και θα σε κοιτάξω πονηρά στα μάτια...Θυμάσαι ακόμα; Ησύχασε στην αγκαλιά μου, δε χρειάζεται να καταλάβεις, μόνο νιώσε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου