Τρίτη 23 Ιουνίου 2015

Ιστίου Τόπος,Δημιουργική Γραφή με τη Σοφία Νινιού " Ελευθερία Παπαδημητρίου-Τσακρή - Είναι στο σπίτι και σε περιμένει "



Στέκομαι στη μέση μιας ουράς αρκετών μέτρων. Σήμερα θα πάρω το επίδομα ανεργίας 220ευρώ. Τα πόδια μου μετά από μια ώρα δεν με  κρατούν και νοιώθω ότι θα καταρρεύσω. Με τα μάτια μου γύρω στο χώρο προσπαθώ να βρω κάτι για να καθίσω. Υπάρχει μόνο μια χαλασμένη καρέκλα που κάθεται ένας άνδρας γύρω στα εξήντα . Ίσως να ήταν και πιο μικρός αλλά το ταλαιπωρημένο του πρόσωπο, δεν βοηθούσε .Αισθάνομαι ότι δεν θα τα καταφέρω και χωρίς καλά, καλά να το καταλάβω έχω βρεθεί γονατισμένος στο δάπεδο.
«Αχ το παλικάρι το παλικάρι» ακούω μόνο  και αμέσως καταφέρνω να σηκωθώ και να ψελλίσω μέσα στην ντροπή μου «εντάξει καλά είμαι δεν έχω τίποτα» .Τρέξανε και μου φέρανε καρέκλα και νερό αλλά αρνήθηκα, για να υπερασπιστώ ότι όλα είναι καλά και λάθος πιστεύετε πως ένα παλικάρι 30 ετών μπορεί να λιποθυμήσει .Προσπαθώ να κρύψω την ντροπή μου και να φανώ άνετος ,αλλά μάλλον το αντίθετο έχω καταφέρει.
Φτάνω στο γκισέ και η υπάλληλος αφού κοίταξε το όνομά μου, μου λέει πως πια δεν δικαιούμαι επίδομα ,γιατί έληξε ο χρόνος . «Πέρασε ένα έτος και πια δεν μπορείτε να παίρνετε το επίδομα.» Μα πως ψέλλισα.
Οι φωνές όμως της ουράς που ήτανε πίσω από μένα, με ανάγκασαν να μην επιμείνω για περισσότερες εξηγήσεις, αλλά να φύγω γρήγορα. Τα συναισθήματά μου, πολλά. Αν και δεν μπορώ να περιγράψω ,το τι συνέβαινε εκείνη την στιγμή στην ψυχή μου, θα πω μόνον ,ότι απελπισία, θυμός, ντροπή, ήταν τα λίγα που μπορώ να ξεχωρίσω.
Φτάνω στο στέκι μου στην πλατεία Κοτζιά που περιμένω κάθε μέρα μαζί με άλλους συναδέλφους ,μήπως και φανεί κάποιο μεροκάματο. Είμαι από τους καλύτερους ελαιοχρωματιστές.
Κάθομαι σε ένα τσιμεντένιο κράσπεδο και περιμένω. Η ώρα περνά και εγώ έχω στεγνώσει να περιμένω. Κοιτάζω γύρω μου και νοιώθω ότι ο κόσμος έχει σταματήσει να κινείται. Όλα περνούν από τα μάτια μου χωρίς να αφήνουν το είδωλό τους. Άνθρωποι σπίτια αυτοκίνητα δέντρα όλα ακίνητα όπως και η ψυχή μου. Ψάχνω στις τσέπες μου και έχω μόνο 1 ευρώ και 20 λεπτά .Δεν έχει νόημα να περιμένω άλλο. Η  ώρα έχει πάει 2μ.μ. Σηκώνομαι και προχωράω με κατεύθυνση ένα κοντινό καφενείο .Όχι για να κάτσω αλλά μήπως και βρω κάτι για δουλειά .
Δεν πρόλαβα να καθίσω και ακούω το γκαρσόν να μου λέει: «.Τι θα πάρετε κύριε». Δεν είχα το θάρρος να του πω τίποτα και χωρίς να το καλοσκεφτώ του λέω ,ένα καφέ. Σε λίγο φτάνοντας ο καφές ακριβώς δίπλα και η απόδειξη. 1.40  και με λούζει κρύος ιδρώτας. Σκέφτηκα να του έλεγα πως θα του τα έφερνα αύριο τα υπόλοιπα.
  Και ενώ είμαι μέσα στις σκέψεις μου ,ακούω από δίπλα ,ενώ καθαρίζει ένα τραπέζι « κύριε μπορείτε να με πληρώσετε γιατί αλλάζω βάρδια;»
Ο κόμπος στο λαιμό στρογγυλοκάθισε και με πνιγμένη φωνή του εξηγώ πως τα χρήματα δεν μου φτάνουν.
Με φωνή που να ακούγεται σε όλο το καφενείο αρχίζει τον φιλοσοφημένο του από καιρό λόγο . «Σας ξέρω εγώ κάτι τέτοιους τύπους σαν και σας. Νομίζεις πως εγώ τρώω κουτόχορτο. Έρχεστε πίνετε ωραία- ωραία το καφεδάκι σας και μετά ζήτω τα κορόιδα. Και από που κύριε θα τα πληρώσω εγώ .Εργαζόμενος είμαι δεν είμαι το αφεντικό. Μεροκάματο βγάζω και θα τα βάλω από την τσέπη μου; Αλλά έπρεπε  να φωνάξω το εκατό να σε μπουζουριάσει. Όλοι οι πρεζάκηδες και οι τεμπέληδες μαζευτήκανε εδώ.
      Αν έπρεπε να ανοίξει η γη να με καταπιεί, θα μου έκανε μεγάλη εξυπηρέτηση ,αλλά όλο το λέμε και ποτέ δεν γίνεται. Αφήνω 1.20 και μη μπορώντας να αντιδράσω με σκυμμένο κεφάλι και έχοντας καρφωμένα τα βλέμματα των θαμώνων πάνω μου έφυγα.
Έφτασα στην στάση του λεωφορείου κάθισα στο καναπέ και έβαλα το κεφάλι μου ανάμεσα στα χέρια μου και έκλεισα τα μάτια μου. Πάντα  όταν κλείνω τα μάτια μου χαλαρώνω και  ξαναβρίσκω την αυτοκυριαρχία μου. Έτσι  σκυμμένος και με τα μάτια κλειστά δεν ξέρω πόση ώρα πέρασε. Όταν σήκωσα το κεφάλι μου δίπλα καθόταν ένας άνδρας γύρω στα εξήντα τυλιγμένος μέσα σε ένα τριμμένο γκρίζο παλτό. Με κοιτάζει περίεργα αλλά προσπαθώ να κάνω πως δεν το καταλαβαίνω.
     Τόσο σκέφτηκα θα ήταν σήμερα ο πατέρας μου αν ζούσε. Σκοτώθηκε όταν τον πλάκωσε ένα σκαπτικό μηχάνημα στα θεμέλια μιας οικοδομής. Ήμουν αγέννητος .Έγκυος η μάνα μου οκτώ μηνών. Όταν γεννήθηκα πήρα το όνομα του πατέρα μου . Δημήτρης ή όπως με φώναζε η μάνα μου Δημητράκης. Άνδρας και γιος για κείνη πια .
       Η ώρα περνά και το κρύο με περνά πέρα για πέρα με τα πόδια μου να μην τα νοιώθω. Σηκώνομαι και κατηφορίζω για το σπίτι μου ενώ έξω αρχίζει να σουρουπώνει παρ όλο που η ώρα ήταν ακόμη έξι. Περπατώ ίσως και μία ώρα για να φτάσω σπίτι μου. Πλησιάζοντας στο ψιλικατζίδικο του κυρ  Φώτη βλέπω και το παράθυρο της κουζίνας φωτισμένο . Η μάνα μου είναι εκεί και περιμένει όπως κάνει τόσα χρόνια τώρα . Σκέφτηκα πάντα θα είναι εκεί και θα σε περιμένει.
      Όταν γύρισα το κλειδί στην πόρτα ,ακούστηκε εκείνη η γνώριμη καθησυχαστική φωνή της. «Ήρθες Δημητράκη;»
Πόση δύναμη έχει αυτή η φράση που ακούω κάθε βράδυ. Τόσα χρόνια να επαναλαμβάνεται και να μην έχει χάσει την γλύκα της, να μην την έχω βαρεθεί να την ακούω κάθε φορά που μπαίνω στο σπίτι. «Ήρθες Δημητράκη;»
Είναι εκεί και σε περιμένει, σκέφτηκα. 

Ιστίου Τόπος,Δημιουργική Γραφή με τη Σοφία Νινιού


Ο διαδικτυακός αυτός τόπος δημιουργήθηκε για να φιλοξενεί τα κείμενα, που μέσω του μαθήματος της δημιουργικής γραφής, που διδάσκω, εμπνεύστηκαν και έγραψαν οι εκπαιδευόμενοι.
Αφορμή στάθηκε η συνεργασία μου την Άνοιξη του 2015 με τα Κέντρα Δια Βίου Μάθησης των Δήμων

Μοσχάτου-Ταύρου
Καλλιθέας
Αλίμου
Στο χώρο όμως αυτό φιλοξενούνται και τα κείμενα φίλων, που εξ αποστάσεως συμβουλεύω και διδάσκω.
Επέλεξα το μάθημα αυτό, γιατί πιστεύω στην απελευθερωτική του επίδραση στην ψυχή του ανθρώπου, γιατί τον εισάγει στην Τέχνη και του ανοίγει δρόμους στην έκφραση των συναισθημάτων του και στη διατύπωση της σκέψης του.
Σοφία Νινιού








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου