Οι Έμποροι των εθνών (1822) είναι το δεύτερο από τα τρία μυθιστορήματα του συγγραφέα. Η δράση του τοποθετείται μεταξύ 1199 και 1207, δηλαδή λίγο πριν και λίγο μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους της τέταρτης Σταυροφορίας.
Πρόκειται άραγε για ιστορικό μυθιστόρημα, με θέμα τη σύγκρουση Βενετών και Ελλήνων στο Αιγαίο; Ή μήπως για ένα μυθιστόρημα με θέση το οποίο υπερασπίζεται την Ελληνορθόδοξη Ανατολή κατά της Ρωμαιοκαθολικής Δύσης; Πρόκειται κυριότατα για μια οξυδερκή και διεισδυτική μελέτη του ερωτικού πάθους, της σαρκικής επιθυμίας, του πόθου. Η Αυγούστα εγκαταλείπει τον σύζυγό της Ιωάννη Μούχρα και ακολουθεί τον Βενετό Μάρκο Σανούτο, όχι επειδή δυστυχεί με τον πρώτο και θέλει να ευτυχήσει με τον δεύτερο, αλλά γιατί είναι αιχμάλωτη μιας ακατανίκητης, κυριολεκτικά θανάσιμης ερωτικής επιθυμίας. Σε πλήρη ψυχική αδυναμία να κάνει οτιδήποτε άλλο, η Αυγούστα θα τραβήξει το δρόμο του πάθους της μέχρι τέλους, μέχρι θανάτου, του δικού της ασφαλώς θανάτου: καίγεται ζωντανή, μόνη, πάνω στη ναυαρχίδα του εραστή της.http://www.greekbooks.gr/
*****
"Πάντοτε είχα την εντύπωση ότι το παπαδιαμαντικό μυθιστόρημα "Οι Έμποροι των Εθνών" (δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Μη Χάνεσαι" από τις 8.11.1882 ως τις 8.2.1883) κουβαλούσε, τουλάχιστο στον τίτλο του, μέρος του "Εμπόρου της Βενετίας". Πίστευα ότι ο Παπαδιαμάντης έβλεπε στη Βενετία μια από τις ελιοτικές "ανύπαρχτες πολιτείες", έναν τερατώδη Σάυλοκ, μια σαράφισσα των λαών. "Ωστόσο το δάνειο από τον Σαίξπηρ, που τον ήξερε καλά ο Παπαδιαμάντης, μου φαινόταν πλάγιο. Είχα την υποψία ότι η έκφραση "Έμποροι των εθνών", ανεξάρτητα από το αν αναφερόταν και σε άλλα κράτη εκτός από τη Βενετία, ήταν κοινός τόπος στη διάρκεια του 19ου αιώνα. [...]
"Η χρονική περίοδος στην οποία εκτυλίσσεται η δράση των ηρώων του μυθιστορήματος είναι τα τέλη του 12ου αιώνα και η αρχή του 13ου, παραμονές της τέταρτης Σταυροφορίας, που έδωσε το προθανάτιο πλήγμα στην Κωνσταντινούπολη. Πρωταγωνιστής στους "Εμπόρους των Εθνών" ένα ιστορικό πρόσωπο, ο Μάρκος Σανούτος, ο επιφανέστερος γόνος του οίκου των Σανούτων ή Σανούδων. Φιλήδονος, φιλόδοξος, γόης και μηδενιστής, αποπλανά την κεντρική ηρωίδα του μυθιστορήματος Αυγούστα, γυναίκα του σωτήρα του και ευπατρίδη της Νάξου Ιωάννη Μούχρα, και την απάγει στη Βενετία. Εκείνη τον ερωτεύεται με πάθος ακατανίκητο, ωστόσο τον εγκαταλείπει και γίνεται μοναχή σε μοναστήρι της Πάτμου, ενώ ο Μούχρας θέλει να εκδικηθεί τον απαγωγέα, αλλά δεν κατορθώνει παρά μόνο να τον πληγώσει. Και οι δύο αναζητούν επίμονα την Αυγούστα, που εγκαταλείπει το μοναστήρι..."
(Από το προλογικό κείμενο "Ανύπαρχτη Πολιτεία" του φιλολογικού επιμελητή της έκδοσης Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου).
http://www.biblionet.gr/
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
"Η χρονική περίοδος στην οποία εκτυλίσσεται η δράση των ηρώων του μυθιστορήματος είναι τα τέλη του 12ου αιώνα και η αρχή του 13ου, παραμονές της τέταρτης Σταυροφορίας, που έδωσε το προθανάτιο πλήγμα στην Κωνσταντινούπολη. Πρωταγωνιστής στους "Εμπόρους των Εθνών" ένα ιστορικό πρόσωπο, ο Μάρκος Σανούτος, ο επιφανέστερος γόνος του οίκου των Σανούτων ή Σανούδων. Φιλήδονος, φιλόδοξος, γόης και μηδενιστής, αποπλανά την κεντρική ηρωίδα του μυθιστορήματος Αυγούστα, γυναίκα του σωτήρα του και ευπατρίδη της Νάξου Ιωάννη Μούχρα, και την απάγει στη Βενετία. Εκείνη τον ερωτεύεται με πάθος ακατανίκητο, ωστόσο τον εγκαταλείπει και γίνεται μοναχή σε μοναστήρι της Πάτμου, ενώ ο Μούχρας θέλει να εκδικηθεί τον απαγωγέα, αλλά δεν κατορθώνει παρά μόνο να τον πληγώσει. Και οι δύο αναζητούν επίμονα την Αυγούστα, που εγκαταλείπει το μοναστήρι..."
(Από το προλογικό κείμενο "Ανύπαρχτη Πολιτεία" του φιλολογικού επιμελητή της έκδοσης Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου).
http://www.biblionet.gr/
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Το μυθιστόρημα· Οι Έμποροι των Εθνών, του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, αρχίζει να λαμβάνει χώρα το 1119. Τόπος του είναι η Νάξος, όπου ένας πλούσιος ευπατρίδης, ο Ιωάννης Μούχρας, κατεδίωκε τους πειρατές, με σκοπό νά λάβει δίπλωμα ναυάρχου και ευπατρίδη της Βενετίας. Σε μια τέτοια καταδίωξη απελευθέρωσε έναν Βενετό κόμητα, τον Μάρκο Σανούτο, ο οποίος είχε πέσει σκλάβος των πειρατών και του πρόσφερε φιλοξενία στην οικία του. Όμως, ο Βενετός κόμης, επιθύμησε την γυναίκα του οικοδεσπότη του –ονόματι Αυγούστα- και βρίσκοντας ευκαιρία, την απήγαγε.
Στο επόμενο κεφάλαιο, η πλοκή του έργου μας πηγαίνει 7-8 χρόνια μετά, στην Βενετία. Εκεί συναντάμε τον Μάρκο Σανούτο, ο οποίος είχε πέσει σε κατάθλιψη, καθώς τον εγκατέλειψε η απαχθείσα και προετοιμάζεται κατ’ εντολή της Διοίκησης της Βενετίας, για μια εκστρατεία στα νησιά του Αιγαίου. Στο διάστημα αυτό, τον ανακαλύπτει ο Ιωάννης Μούχρας και του επιτίθεται μέσα σε μια βάρκα σε κάποιο κανάλι της Βενετίας, χωρίς όμως η μάχη να έχει κάποιο αποτέλεσμα, απλώς να τραυματισθεί σοβαρά ο Ιωάννης Μούχρας, ο οποίος και καταφέρνει να ξεφύγει.
Ύστερα, η δράση του έργου μας μεταφέρει στην Πάτμο, όπου βρίσκουμε την σύζυγο του Νάξιου ευπατρίδη να διαμένει σε μοναστήρι, σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Η άσχημη αυτή ψυχολογική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η Αυγούστα είναι απόρροια δύο λόγων, όπως αφήνεται να εννοηθεί από το σύνολο του κειμένου· πρώτον γιατί αγαπούσε τον Βενετό κόμητα και τον εγκατέλειψε για αυτό ακριβώς τον λόγο καθώς δεν είχε την αποκλειστικότητα, και δεύτερον γιατί νιώθοντας αυτά τα συναισθήματα θεωρούσε πως πρόδωσε τον σύζυγό της. Στο μοναστήρι αυτό την ανακάλυψε απεσταλμένη του Μάρκου Σανούτου, η οποία όμως ενημέρωσε ψευδώς τον κόμητα ότι είχε εξαφανιστεί ή είχε πεθάνει. Ύστερα από αυτή την συνάντηση, η Αυγούστα εγκαταλείπει το νησί, την ίδια ώρα που ο σύζυγός της αφικνείτο εκεί, έχοντας πληροφορηθεί την εκεί παραμονή της.
Η τελευταία πράξη του έργου περατώνεται στην Νάξο. Εκεί, ο Μάρκος Σανούτος, προσπαθώντας ματαίως να κατακτήσει την νήσο από την κυριαρχία των Γενοβέζων, και βλέποντας την πρόθεση των συμμάχων του να τον εγκαταλείψουν, αποφασίζει να κάψει τα πλοία τους, ώστε αναγκαστικά να παραμείνουν στο νησί. Την νύκτα εκείνη και αφού είχε δώσει τις οδηγίες του στους υπηρέτες του, πορεύεται για το γυναικείο μοναστήρι όπου διέμενε η Αυγούστα. Η Αυγούστα, βλέποντας τον κόμητα να καθυστερεί να έρθει προς επίσκεψή της, φεύγει κρυφά από την μονή και ανεβαίνει στο πλοίο του, την ίδια ώρα ακριβώς που μπήκε η φωτιά για να καούν τα πλοία. Καιομένης της ναυαρχίδας, η Αυγούστα βλέπει στον απέναντι βράχο τον σύζυγό της και προτού αποθάνει του ζητά συγχώρεση, η οποία και της δίδεται.
Περατώνεται το έργο στον ίδιο τόπο από όπου άρχισε η πλοκή του. Στο σπίτι του Νάξιου ευπατρίδη κατοικεί πια ο Βενετός κόμης, ως νικητής και κύριος της νήσου, ο οποίος και φονεύεται από τον πιστό δούλο του, που είχε αγανακτήσει για την αχαριστία του κυρίου του, στο ίδιο ακριβώς μέρος όπου πρωτοσυνάντησε ο Σανούτος τον Αυγούστα. Ο δε Ιωάννης Μούχρας γίνεται μοναχός, καθώς δεν είχε τι άλλο καλύτερο να πράξει, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Παπαδιαμάντης.http://voutsinasilias.blogspot.gr/
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ
-«Εν έτει σωτηρίω 1199 ουδείς καθ΄όλον το Αιγαίον πέλαγος είχεν ωραιοτέραν σύζυγον της του Ιωάννου Μούχρα, πλουσίου ευπατρίδου, κατοικούντος εν Νάξω. Αλλά τούτο δεν εκώλυε αυτόν του να εκτελή παραβόλους εκδρομάς κατά των Γενουαίων Πειρατών, των ενοχλούντων αδιαλείπτως τους Βενετούς επιδρομείς και τους φιλησύχους νησιώτας.»
*****
«Τι εζήτει η Βενετία πέμπουσα τους στόλους τούτους εις το Αιγαίον; Ό,τι ζητεί ο σφαγεύς παρά του θύματος, τας σάρκας αυτού, ίνα κορέση την πείναν του. Διατί αι ιδιωτικαί αύται και κεκυρωμέναι με τα σήματα του Αγίου Μάρκου επιχειρήσεις; Διατί οι τοσούτοι εργολάβοι των κατακτήσεων, των ως διά δημοπρασίας εκτελουμένων; Η Βενετία προσηγόρευεν εαυτήν Πολιτείαν, και είχεν υιούς τυράννους. Τοις έδιδε το χρίσμα της και τους έπεμπεν ίνα κατακυριεύσωσι της γης. Η γενεαλογία της πολιτικής είναι συνεχής και γνησία κατά τους προγόνους.
Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκε την πείναν. Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν. Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν. Ιδού η αυθεντική καταγωγή του τέρατος τούτου. Τότε και τώρα, πάντοτε η αυτή. Τότε διά της βίας, τώρα διά του δόλου… και διά της βίας.
Πάντοτε αμετάβλητοι οι σχοινοβάται ούτοι, οι Αθίγγανοι, οι γελωτοποιοί ούτοι πίθηκοι (καλώ δε ούτω τους λεγομένους πολιτικούς).
Μαύροι χαλκείς κατασκευάζοντες δεσμά διά τους λαούς εν τη βαθυζόφω σκοτία του αιωνίου εργαστηρίου των».http://sophia-siglitiki.blogspot.gr/
Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκε την πείναν. Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν. Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν. Ιδού η αυθεντική καταγωγή του τέρατος τούτου. Τότε και τώρα, πάντοτε η αυτή. Τότε διά της βίας, τώρα διά του δόλου… και διά της βίας.
Πάντοτε αμετάβλητοι οι σχοινοβάται ούτοι, οι Αθίγγανοι, οι γελωτοποιοί ούτοι πίθηκοι (καλώ δε ούτω τους λεγομένους πολιτικούς).
Μαύροι χαλκείς κατασκευάζοντες δεσμά διά τους λαούς εν τη βαθυζόφω σκοτία του αιωνίου εργαστηρίου των».http://sophia-siglitiki.blogspot.gr/
*****
Περνάει ο Παπαδιαμάντης στους «Εμπόρους των Εθνών» την πάντα ζωντανή διαμάχη μεταξύ ελληνορθόδοξης Ανατολής και ρωμαιοκαθολική Δύσης; Εμμέσως. Αναγνωρίζει στους Βενετούς τυχοδιώκτες, «εμπόρους» της δικής του εποχής; Μπορεί. Τα πολιτικά σχόλια, ωστόσο, που υπάρχουν, ωχριούν μπροστά στο ερωτικό δράμα των τριών προσώπων. Κυρίως του τυχοδιώκτη, γόη, άθεου και μηδενιστή Βενετού, και της Αυγούστας. Ο Σανούτος, καταχρώμενος τη φιλοξενία του Μούχρα, την κλέβει και την οδηγεί στη Βενετία. Οκτώ χρόνια μετά, ωστόσο, η Αυγούστα τον έχει εγκαταλείψει από ζήλια (για τις ελευθέριες σχέσεις του και τη φιλήδονη ζωή του) κι έχει κλειστεί σε μοναστήρι. Η στιγμή της εξομολόγησης του άσβεστου πάθους της στον πνευματικό της είναι συγκλονιστική (θυμίζει το γράμμα της Ελοΐζας στον Αβελάρδο) και προκαλεί εύλογα ερωτήματα για το πώς μπόρεσε να αποδώσει τόσο σφοδρά αισθήματα ένας «κοσμοκαλόγερος»:
«[...] Ως κατάδικος δεμένος εις τον σκόλοπα, δι' ου μέλλει να εκτελεσθή η ποινή του, είναι και η ψυχή μου δεμένη εις τον έρωτα τούτον, όστις είναι η ποινή μου εις τον νυν αιώνα και εις τον μέλλοντα. Αγαπώ εκείνον όστις κατέστρεψε την οικιακήν μου ευδαιμονίαν και κατεσπάραξε την καρδίαν του συζύγου μου, τον αγαπώ τοσούτον εμμανώς, ώστε ο έρως ούτος είναι δαιμόνιον κατοικούν εις την σάρκα μου, είναι λεγεών όλη δαιμόνων εξηπλωμένη, ως πολύπους με τους πλοκάμους του, εις τας φλέβας μου, εκμυζώσα το αίμα μου και απορροφώσα την πνοήν μου. Ουδέποτε μετενόησα διά το έγκλημά μου τούτο, πάτερ, ουδέ πιστεύω ότι είναι δυνατόν να μετανοήσω. Απορώ, πάτερ μου, πώς ο Θεός επιτρέπει να υπάρχη εν τη υπ' αυτού δημιουργηθείση φύσει αίσθημα ισχυρότερον της εις αυτόν πίστεως και θεός ανώτερος πάσης θείας παντοδυναμίας. Εις μάτην, πάτερ μου, εκτελώ παρατεταμένας νηστείας, εις μάτην κάμνω καθ' εκάστην χιλίας γονυκλισίας. Η σαρξ δεν δύναται να καταβληθή, ο έρως δεν δύναται να υποχωρήση. Τα μεν χείλη μου ψιθυρίζουσι μηχανικώς τας τυπικάς προσευχάς, ας παιδιόθεν απεστήθισα, η δε καρδία μου αντηχεί το όνομα εκείνου...» www.lifo.gr
ΑΠΟ http://lolanaenaallo.blogspot.gr/ |
Η ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ
"Οι Έμποροι των Εθνών" ήταν η πρώτη μεταφορά λογοτεχνικού έργου στην Ελληνική τηλεόραση.
Οι έμποροι των Εθνών (1973)
Τηλεοπτική σειρά, 52 επεισοδίων. Ημέρα προβολής: Τετάρτη.
Διάρκεια επεισοδίου: 45'
Ημερομηνία προβολής πρώτου επεισοδίου: Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 1973
Ημερομηνία προβολής τελευταίου επεισοδίου: Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 1974
Είδος: Ιστορική, Κανάλι: ΕΙΡΤ
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Ποντίκας, Κώστας Φέρρης
Σενάριο: Γιώργος Μπαλλής, Κώστας Δαρλάσης
Συγγραφέας: Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Μουσική σύνθεση: Σταύρος Ξαρχάκος
Σκηνικά: Μανώλης Μαριδάκις, Τάσος Ζωγράφος
Παραγωγός: Δημήτρης Ποντίκας
Ηθοποιοί: Νίκος Τζόγιας (Ιωάννης Μούχρας), Κατερίνα Αποστόλου (Αυγούστα), Ανδρέας Μπάρκουλης (Μάρκος Σανούτος 1, 1973-1974), Στάθης Ψάλτης (γελωτοποιός), Μαρία Αλκαίου (καλόγρια, 1973-1974), Γιώργος Μπέλλος (Μάρκος Σανούτος 2, 1974), Ελένη Χαλκούση (παραμάνα), Αντώνης Αντωνίου (Μιρχάν), Θόδωρος Μορίδης (Μέγας Δόγης), Νίκος Λυκομήτρος (Σκιάχτης), Λάζος Τερζάς (Μηνάς), Ειρήνη Κουμαριανού (Μάγισσα), Ακτή Δρίνη (Ζηνοβία), Γιώργος Καραφάς (Ευτύχιος), Σταύρος Αβδούλος (Κορτάτσης), Νίκος Παγκράτης (Κόμης Γύζης), Γιώργος Παγκός (Κόμης Κουϊρίνης), Κυριάκος Κατριβάνος, Μαίρη Σολωμού, Νικήτας Τσακίρογλου.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ (1851-1911)
Ο Αλέξανδρος Εμμανουήλ γεννήθηκε στη Σκιάθο, γιος του ιερέα Αδαμαντίου Εμμανουήλ από οικογένεια ναυτικών και κληρικών του νησιού και της Γκιουλώς (Αγγελικής) Εμμανουήλ το γένος Μωραΐτη, καταγόμενης από αρχοντική οικογένεια του Μυστρά. Είχε τέσσερις αδελφές και δύο αδερφούς, από τους οποίους ο Εμμανουήλ, πρωτότοκος της οικογένειας, πέθανε σε νηπιακή ηλικία. Στη γενέτειρά του τέλειωσε το δημοτικό σχολείο και γράφτηκε στο Σχολαρχείο (1860), την τρίτη τάξη του οποίου όμως αναγκάστηκε να παρακολουθήσει στη Σκόπελο (1865), καθώς στη Σκιάθο είχε καταργηθεί. Η πορεία των γυμνασιακών του σπουδών πραγματοποιήθηκε επίσης μετ' εμποδίων, συνοδευόμενη από διαρκείς διακοπές εξαιτίας κυρίως της οικονομικής ανέχειας της οικογένειάς του. Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο Γυμνάσιο της Αθήνας το 1874 σε ηλικία εικοσιτριών ετών, ενώ είχε προηγηθεί περιπλάνησή του στα γυμνάσια της Χαλκίδας και του Πειραιά. Ως το 1872, οπότε ταξίδεψε στο Άγιο Όρος, όπου έμεινε μερικούς μήνες ως προσκυνητής, ολοκλήρωσε την (χαμένη) κωμωδία Ο διοπτροφόρος και ένα ποίημα αφιερωμένο στη μητέρα του. Από το 1873 και για δέκα χρόνια περίπου έζησε στην Αθήνα (με κάποιες επισκέψεις στη Σκιάθο) σε συνθήκες οικονομικής ανέχειας, συγκατοικώντας με συγγενείς και συμπατριώτες του και εργαζόμενος ως οικοδιδάσκαλος για να κερδίσει τα προς το ζην. Το 1874 γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, όπου παρακολούθησε μαθήματα για δύο μόνο χρόνια, εξακολούθησε όμως να προφασίζεται συνέχιση των σπουδών του στην οικογένειά του για αποφυγή της επιστροφής του στη Σκιάθο και της στράτευσής του. Το 1877 δημοσίευσε ανώνυμα σειρά άρθρων στην Εφημερίδα με τίτλους Η εβδομάς των Αγίων Παθών και Το Άγιον Πάσχα, ενώ δυο χρόνια αργότερα δημοσίευσε με την υπογραφή Α.Πδ. το ιστορικό μυθιστόρημα Η μετανάστις στην εφημερίδα Νεολόγος Κωνσταντινουπόλεως με παρακίνηση του εκδότη της και φίλου του Βλάση Γαβριηλίδη. Το 1881 δημοσίευσε το ποίημα Δέησις (Εράνισμα εκ των ψαλμών) στο περιοδικό Σωτήρ, εγκαινιάζοντας την επίσημη πλέον παρουσία του στα γράμματα με το όνομα Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (το επώνυμο συνδυασμός του ονόματος και της ιερατικής ιδιότητας του πατέρα του). Ένα χρόνο αργότερα προσλήφθηκε ως μεταφραστής στην Εφημερίδα του Δημητρίου Κορομηλά και παράλληλα δημοσίευσε σε συνέχειες το μυθιστόρημα Οι Έμποροι των Εθνών στο περιοδικό Μη χάνεσαι του Γαβριηλίδη με το ψευδώνυμο Μποέμ. Τα οικονομικά του προβλήματα άρχισαν να υποχωρούν και έτσι ανακοίνωσε και στην οικογένειά του τη συγγραφική του δραστηριότητα. Ως το 1885 συνέχισε να δημοσιεύει έργα του στην εφημερίδα Ακρόπολις (Η Γυφτοπούλα - 1884) και το περιοδικό Εστία (Χρήστος Μηλιώνης - 1885). Ακολούθησαν δυο χρόνια σιωπής του (οι πληροφορίες αναφέρουν συγκατοίκησή του με τον μοναχό Νήφωνα που είχε τότε εγκαταλείψει το Άγιο Όρος) ως το 1887, οπότε σημειώθηκε η δημοσίευση του διηγήματος Το Χριστόψωμο στην Εφημερίδα. Η τελευταία αυτή συνεργασία του κράτησε ως το 1891 και καρποί της στάθηκαν πολλά διηγήματά του και λογοτεχνικές μεταφράσεις με κορυφαία εκείνη του έργου του Ντοστογιέφσκι Έγκλημα και τιμωρία. Το 1891 επιχείρησε χωρίς επιτυχία να πραγματοποιήσει έκδοση επιλογής των διηγημάτων του με τίτλο Θαλασσινά Ειδύλλια (δεύτερη προσπάθειά του το 1902 απέτυχε επίσης).Είχε προηγηθεί μια έκδοση διηγημάτων του μαζί με έργα των Α.Μωραϊτίδη και Α.Σπηλιωτόπουλου από τον Γαβριηλίδη (1890) καθώς και το άρθρο του Παλαμά για τον Παπαδιαμάντη στην Τέχνη (1889). Εξακολούθησε να δημοσιεύει διηγήματα και να εργάζεται ως μεταφραστής σε εφημερίδες και περιοδικά, προσπαθώντας παράλληλα να ενισχύσει οικονομικά την οικογένειά του (το 1895 πέθανε ο πατέρας του). Από το 1902 ως το 1904 έμεινε στη γενέτειρά του, όπου αφοσιώθηκε στη μετάφραση των έργων History of the Greek Revolution του Thomas Gordon και History of the Greek Revolution του George Finlay κατά παραγγελία του Γιάννη Βλαχογιάννη με τον οποίο η φιλία του χρονολογείται από το 1901. Από τη Σκιάθο συνέχισε να στέλνει έργα του στα αθηναϊκά φύλλα (το 1903 δημοσιεύτηκε η Φόνισσα). Το 1904 επέστρεψε στην Αθήνα. Είχε προηγηθεί νευρικός κλονισμός του αδερφού του Γιώργη και ακολούθησε ο θάνατός του το 1895. Εξακολούθησε τη συγγραφική του δραστηριότητα (παρά την κακή κατάσταση της υγείας του), χωρίς ποτέ να δει έκδοση των έργων του και το 1906 ο Γιάννης Βλαχογιάννης τον πηγαίνει στο φιλολογικό καφενείο της Δεξαμενής. Ως τότε ο Παπαδιαμάντης απέφευγε τους λόγιους κύκλους, λόγω της οικονομικής του ανέχειας, του φόρτου εργασίας του αλλά και της μοναχικής φύσης του και προτιμούσε να συχνάζει σε λαϊκές αθηναϊκές συνοικίες ή να ψέλνει στην εκκλησία του Προφήτη Ελισσαίου στο Μοναστηράκι με τον ξάδερφό του Αλέξανδρο Μωραϊτίδη. Στη Δεξαμενή φωτογραφήθηκε (για πρώτη φορά στη ζωή του) από τον Παύλο Νιρβάνα και η ιστορική πλέον φωτογραφία του δημοσιεύτηκε ολοσέλιδη συνοδεία εκτενούς άρθρου για το πρόσωπό του από το Νιρβάνα στα Παναθήναια. Η κατάσταση της υγείας του παρουσίαζε διαρκή επιδείνωση Το Μάρτη του 1908 αρνήθηκε να παρευρεθεί στον εορτασμό των εικοσιπέντε χρόνων του στο χώρο της λογοτεχνίας στον Παρνασσό και στο τέλος του ίδιου μήνα έφυγε για τη Σκιάθο, όπου έμεινε ως το θάνατό του, εξακολουθώντας να στέλνει διηγήματα σε εφημερίδες και περιοδικά της Αθήνας. Πέθανε από πνευμονία το Γενάρη του 1911. Μια μέρα πριν πληροφορήθηκε πως είχε τιμηθεί με το παράσημο του Αργυρού Σταυρού του Σωτήρος.http://www.ekebi.gr/
ΠΗΓΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου