“Ο χρόνος άπαντα τοίσιν ύστερον φράσει. Λάλος γαρ ούτος ουκ ερωτώσιν λέγει” (Ευριπίδης, Ο χρόνος δίνει όλες τις απαντήσεις. Είναι πολύ ομιλητικός και δεν χρειάζεται καν τις ερωτήσεις).
Από την εποχή (σύμφωνα με την μυθολογία) που ο Κρόνος –Χρόνος έτρωγε τα παιδιά του για να διατηρήσει την εξουσία του οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν τον Χρόνο με μία αμφιθυμία. Ο φόβος και το δέος εναλλάσσονταν με την ελπίδα και τον ενθουσιασμό.
Ο Κρόνος και ο Χρόνος συνιστούν τα αρχέτυπά μας και καταδεικνύουν την βιολογική ωρίμαση του ανθρώπου αλλά και την εξέλιξη της ανθρωπότητας. Η ασταμάτητη ροή του Χρόνου μάς παραπέμπει στο ποτάμι του Ηράκλειτου που δεν γυρίζει πίσω, αλλά ούτε μάς αφήνει να μπούμε για δεύτερη φορά σε αυτό, γιατί ποτέ δεν είναι ίδιο.
“Ποταμώ γαρ ουκ έστιν εμβήναι δις τω αυτώ”.
Το ποτάμι, λοιπόν, του Χρόνου κυλάει συνεχώς και άλλους αυτή η αέναη ροή φοβίζει σκορπίζοντας μελαγχολία και άλλους χαροποιεί γιατί συνεχώς ανανεώνει τις ελπίδες για κάτι καλύτερο. Ωστόσο εκείνα τα συναισθήματα που επικρατούν είναι ο Φόβος και το Δέος.
Η αξιολόγηση του χρόνου
Πώς μπορεί να μας φοβίζει ο χρόνος, αφού ως μέγεθος φυσικό δεν υπάρχει; Πώς επενδύουμε σε αυτόν, αφού ποτέ δεν μάς υποσχέθηκε τίποτα; Πώς τον αξιολογούμε θετικά ή αρνητικά, αφού αυτός είναι ουδέτερος και ως μέγεθος ή οντότητα(;) μη προσδιορίσιμος;
Τελικά είχε δίκιο ο Επίκτητος όταν έλεγε πως: “Δεν μας φοβίζουν τα πράγματα, αλλά η γνώμη(δόξα)-εντύπωση που έχουμε γι αυτά”.
Σε κάθε επιθετικό προσδιορισμό του Χρόνου ανιχνεύουμε τις διαψεύσεις μας, τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες μας και τις μαξιμαλιστικές ελπίδες μας .Ίσως στην αξιολόγηση του Χρόνου να ισχύει το: ”Πες μου πως χαρακτηρίζεις τον Χρόνο να σου πω ποιος είσαι”.
Ωστόσο τα ερωτήματα και οι απορίες παραμένουν, αφού δεν μπορούμε ούτε να τον επιταχύνουμε, ούτε να τον επιβραδύνουμε, ούτε να τον σταματήσουμε, ούτε να τον καταργήσουμε. Τον αποδεχόμαστε ως κάτι αναπόφευκτο όπως την αναπνοή μας.
Απέναντι στον Χρόνο δεν πρέπει να είμαστε ούτε μοιρολάτρες, ούτε αλαζονικοί. Δίνουμε μία μάχη μαζί του άνιση, με προδιαγεγραμμένο τον νικητή. Ωστόσο δεν παραιτούμαστε. Αγωνιζόμαστε για το καλύτερο σε ό,τι ο Χρόνος μάς ορίζει. Είμαστε υπάλληλοι κύκλοι του και ένα τυχαίο του συμβάν.
Συνιστά ανθρώπινη παραδοξολογία, όμως, στο βαθμό που ευχόμαστε «Χρόνια Πολλά» να αποκρύπτουμε την ηλικία μας όταν αυτή αγγίζει τα όρια τα πρώτα…ήντα και πάνω. Προς τι αυτή η στάση; Εξάλλου κάθε χρόνος που περνά και ζούμε είναι μία νίκη μας και όχι κάτι που πρέπει να αποκρύπτουμε. Πώς μπορεί κάποιος να ντρέπεται για τα πολλά του χρόνια που έζησε; Αυτό είναι κατόρθωμα και όχι ντροπή.
Αφού δεν προσβλέπουμε στην αθανασία γιατί μάς τρομάζει το πέρασμα του χρόνου; Ο “παράδεισος της αθανασίας ίσως να ήταν η κόλαση της ζωής μας”.
Οι εφιάλτες μας δεν σχετίζονται με την κακότητα του Χρόνου, αλλά με τις δικές μας απαιτήσεις που η ματαίωσή τους μάς πλημμυρίζει με μελαγχολία. Ο Χρόνος μάς φθείρει χωρίς να μάς τραυματίζει, μάς τρομάζει χωρίς να μάς εμφανίζεται και μάς χαροποιεί χωρίς να μας υπόσχεται τίποτα.
Στις ανθρώπινες παραδοξολογίες ανήκουν και οι πανηγυρισμοί στο τέλος του χρόνου και στον ερχομό του νέου χρόνου ( παραμονή πρωτοχρονιάς). Αλήθεια γιατί πανηγυρίζουμε για τον χρόνο που φεύγει ξεχνώντας πως προστίθεται ως βάρος στην ζωή μας και στην ηλικία μας; Γιατί πανηγυρίζουμε με τον ερχομό του νέου έτους; Μάς υποσχέθηκε κάτι;To αντίθετο. Σε λίγο θα προστεθεί κι αυτός ως βάρος στο σώμα μας και θα μάς φέρει πιο κοντά στο μοιραίο.
Προϊόντα του χρόνου
Είμαστε προϊόντα του Χρόνου (ιστορικού, ψυχολογικού…) ή οι πλάστες του; Χωρίς να τον βιώνουμε ως εμπειρία ή αίσθηση, δημιουργήσαμε τις υποδιαιρέσεις του και προσπαθούμε να νοηματοδοτήσουμε την ζωή μας μέσα από αυτές. Ένα πλήθος λέξεων έχει ως σημείο αναφοράς τον χρόνο, όπως: Ημέρα, στιγμή, αργότερα, ετήσιος, πάραυτα.
Η σκέψη μας τροφοδοτείται συνεχώς από τον χρόνο κι ας είναι αυτός κάτι το υποθετικά υπαρκτό ως φαινόμενο ή γεγονός. Άλλοτε μελαγχολούμε μετρώντας τα χρόνια που πέρασαν, ενώ θα έπρεπε να πανηγυρίζουμε. Άλλοτε μάς τρομάζει η ιδέα πως μάς έμειναν μόνον λίγα χρόνια ζωής,αλλά όταν ήμασταν μικροί βιαζόμασταν να μεγαλώσουμε.
Φορτώσαμε την γραμματική μας με ρήματα σε διαφορετικό χρόνο στοχεύοντας στην χρονική ακρίβεια: Ενεστώς, Μέλλων, Παρακείμενος, καταλήξεις, αυξήσεις, εγκλίσεις…Αόριστος χρόνος, αλλά και γνωμικός Αόριστος. Ενεστώτας χρόνος αλλά και ιστορικός ενεστώτας.
Σε κάποιο άλλο επίπεδο ο άνθρωπος παλεύει με τον Χώρο και τον Χρόνο. Οι νίκες μας με τον χώρο είναι πολλές. Με τον χρόνο είναι λίγες. Συνέχεια ρωτάμε: Πού και πότε; O χρόνος κατέκλυσε και την ενημέρωση.
Τελικά είμαστε δέσμιοι της θεότητας του Χρόνου που ορίζει τα όριά μας; Όροι όπως θνητότητα, εφήμεροι μάς γονατίζουν ψυχικά. Η σφοδρή επιθυμία μας για υστεροφημία είναι μία ένδειξη της νίκης μας απέναντι στον χρόνο. Ό,τι, δηλαδή, δεν μπορεί να πετύχει ο φθαρτός άνθρωπος, προσπαθεί να το αντισταθμίσει με την λειτουργία της μνήμης. Γι αυτό υπάρχουν τα μνημόσυνα και η ευχή για κάποιον ήρωα ”Α θ ά ν α τ ο ς”.
Η στάση μας απέναντι στον χρόνο
Το παρελθόν το γνωρίζουμε ως κάτι συντελεσμένο και ως τέτοιο το αποδεχόμαστε, αφού δεν μπορούμε να το αλλάξουμε, ούτε να το ξαναζήσουμε. Το μέλλον αγωνιζόμαστε να το προσαρμόσουμε σύμφωνα με τις ανάγκες μας και τις φιλοδοξίες, αλλά πάντοτε αγωνιούμε για τις εκπλήξεις που μπορεί να κρύβει ο χρόνος. Tο παρόν έτσι κι αλλιώς για πολλούς δεν υπάρχει, αφού κάθε στιγμή γλιστράει στο χθες-παρελθόν.
Κι ενώ το παρελθόν ως χρόνος είναι απόμακρο και δεν μάς απειλεί εντούτοις πολλές φορές συγκινούμαστε ακούγοντας ιστορίες του χθες. Από την άλλη πλευρά το μέλλον ενώ υφίσταται μόνον ως προοπτική χαιρόμαστε γι αυτά που προσμένουμε στο αύριο. Τα αρνητικά του παρόντος τα αφήνουμε στο χρόνο του μέλλοντος να τα σβήσει, ενώ για τα θετικά ευχόμαστε “να μην τελειώσει ποτέ αυτή η ωραία στιγμή “ .
Δεν ορίζουμε τίποτα απόλυτα από το χρόνο που μάς δυναστεύει με τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα, τις ώρες, τις μέρες ,τις εβδομάδες. Είμαστε υποχρεωμένοι να πετύχουμε πολλά σε κάποιον ορισμένο χρόνο (τον ελάχιστο δυνατόν),αλλά μάς κακίζουν όταν τον σπαταλάμε άσκοπα γιατί παραβιάζουμε το “Χρόνου Φείδου”. Κι αυτό γιατί ο “χρόνος είναι χρήμα”. Η παραγωγικότητα ως το μέγα ζητούμενο του καπιταλισμού έχει ως βασική της συνιστώσα τον ελάχιστο χρόνο για την μέγιστη δυνατή ποσότητα.
Eν τω μεταξύ στο λεξιλόγιό μας υπάρχουν λέξεις και φράσεις που αποτυπώνουν την ψυχική ευφορία ή δυσφορία μας, όπως: ”Ωραία χρόνια ήταν εκείνα τα παλιά που…” ή “ Μαύρα χρόνια έζησε η γενιά μας” ή ” Aχ… να μην τελείωνε ποτέ αυτή η μέρα !”. Ο χρόνος σχετίζεται και με την συνείδησή μας. Όταν, δηλαδή, χαιρόμαστε ,ο χρόνος συστέλλεται, ενώ όταν πονάμε ο χρόνος διαστέλλεται
Γενικότερα ο βιολογικός μας χρόνος συνδέεται με τις μέρες, τις νύχτες και όλες τις υποδιαιρέσεις του. Συνδέεται, όμως, και με τις ψυχικές μας καταστάσεις, τα συναισθήματα, τις αγωνίες μας και τα όνειρά μας. Έτσι η ζωή μας είναι άμεσα προσδιορισμένη και περιχαρακωμένη από τον χρόνο. Εξάλλου στον χρόνο και ως λαός εναποθέσαμε τις ελπίδες μας με το εμβληματικό “ Πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θά ναι”.
Ε π ι μ ύ θ ι ο ν
Στο δεσποτάτο του Χρόνου δεν έχουμε και πολλές ελευθερίες ή επιλογές. Σε όσους διαμαρτύρονται για την έλλειψη του απαραίτητου χρόνου για την πραγμάτωση των επιθυμιών και των στόχων τους ,τους παραπέμπουμε στην θέση του Επίκουρου.
“Ο παντελής βίος ουθέν έτι του απείρου χρόνου προσεδεήθη”( H πλήρης-γεμάτη νόημα ζωή δεν χρειάζεται άπειρο χρόνο).
Γι αυτό ας ακολουθήσουμε την προτροπή του Χαλίλ Γκιμπράν:
“Κι αφήστε το παρόν να αγκαλιάζει το παρελθόν με ενθύμηση, και το μέλλον με λαχτάρα”(O Προφήτης).
Από https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου