Ο ποιητής Ηλίας Σιμόπουλος γεννήθηκε στις 23 Νοέμβρη του 1913 στον Κραμποβό (σήμερα Καστανοχώρι) Αρκαδίας, από γονείς αγρότες. Εκεί φοίτησε στο δημοτικό σχολείο και στη συνέχεια στο «Ελληνικό Σχολείο» στο Ίσαρι. Το 1925 πήγε στην Αθήνα όπου τέλειωσε το Γυμνάσιο, τη, Nομική σχολή, και το Γαλλικό Iνστιτούτο. Μιλάει Γαλλικά, Αγγλικά και Ρώσικα.
Σαν φοιτητής πήρε ενεργό μέρος στο φοιτητικό κίνημα της εποχής και ήταν υπεύθυνος στη «Φοιτητική Φωνή», όργανο της αριστερής φοιτητικής παράταξης. Παράλληλα δούλεψε σε πολλές εφημερίδες. Από μαθητής στο γυμνάσιο είχε αρχίσει να γράφει ποιήματα και κείμενά του δημοσιεύονταν στη «Διάπλαση των Παίδων», την «Παιδική Χαρά» και άλλα έντυπα. Αργότερα με το ψευδώνυμο Παύλος Ροδής δημοσίευσε ποιήματα, μελέτες και άλλα λογοτεχνικά κείμενα σε πολλά περιοδικά και εφημερίδες. Στο διάστημα 1934 - 1936 ήταν Γραμματέας της Καλλιτεχνικής Επιτροπής στην «Ενωτική Συνομοσπονδία Ελλάδας» (με μέλη τους: Κώστα Βάρναλη, Γιάννη Ρίτσο, Μενέλαο Λουντέμη, Γιώργη Ζάρκο, Τίμο Βιτσώρη, και Πέτρο Στυλίτη) και σκηνοθέτες στο Εργατικό Θέατρο.
Το καλοκαίρι του 1936 με την κήρυξη της δικτατορίας του Μεταξά η λογοκρισία σταμάτησε την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής του με τίτλο «Εναγώνια» που βρισκόταν στο τυπογραφείο. Αργότερα για την όλη δραστηριότητά του συνελήφθη από την ειδική ασφάλεια, βασανίστηκε και μετατάχθηκε από τη σχολή εφέδρων αξιωματικών στο 11ο σύνταγμα πεζικού σαν απλός στρατιώτης. Πιο μπροστά μετά από αλλεπάλληλες επιδρομές στο σπίτι του κατασχέθηκαν όλα του τα χειρόγραφα και καταστράφηκε όλο του το αρχείο. Πήρε μέρος στον πόλεμο της Αλβανίας και στην Εθνική Αντίσταση.
Το 1946 κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή. Όμως με τον εμφύλιο πόλεμο και τα γεγονότα που ακολούθησαν, διώχθηκαν όλα τα μέλη της οικογένειας του και για λόγους επιβίωσης υποχρεώθηκε, όχι μόνο να αναστείλει κάθε δραστηριότητα, αλλά να σταματήσει και κάθε δημοσίευση. Έτσι, μόλις το 1958 κυκλοφόρησε η «Αρκαδική Ραψωδία» που, μαζί με πολλά έργα του, ήταν έτοιμη από το 1919.
Με την έκδοση του τρίτου βιβλίου του, έγινε μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Λογοτεχνών στις 2.6.1959 και παράλληλα της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών στις 20.3.1960. Επειδή όμως η εκλογή του στο Σύνδεσμο προηγήθηκε, για λόγους ευαισθησίας παρέμεινε σ' αυτόν. Στις εκλογές Δ.Σ. που έγιναν το Μάρτη του 1961 προτάθηκε υποψήφιος και μετά την εκλογή του τιμήθηκε με τη θέση του αντιπροέδρου μέχρι τις 22.3.1967, οπότε έγινε Γενικός Γραμματέας για δύο διετίες και από 3.3.1971 ομόφωνα Πρόεδρος μέχρι τη Συγχώνευση του Συνδέσμου με την Εταιρεία στις 5 Δεκέμβρη 1982. Στις νέες αρχαιρεσίες που ακολούθησαν μετά τη συγχώνευση ήρθε πρώτος επιτυχών και διετέλεσε αντιπρόεδρος από 22.5.83 και συνέχεια πρόεδρος από 18.10.84 για δύο διετίες μέχρι τις 18 Μαρτίου 1989, οπότε αποσύρθηκε, για να επιμεληθεί το έργο του.
Πηγή φωτογραφίας |
Το έργο του
Ποίηση - Βιβλία
1) Χαιρετισμός στον πρώτο ήλιο, 1946. 2) Αρκαδική Ραψωδία, 1958. 3) Έκτη Εντολή, 1959. 4) Το σπίτι με τις χελιδονοφωλιές, 1961. 5) Το μεγάλο ποτάμι, 1964. 6) Τεκμήρια, 1968. 7) Τα ρόδα της Ιεριχώς, 1970. 8) Το τετράδιο της γης, 1971. 9) Μικρές Μαρτυρίες, 1972. 10) Εναγώνια, 1974. 11) Προσπελάσεις, 1976. 12) Σημαφόροι, 1980. 13) Εσπερινός Απόλογος, 1983. 14) Οι πληγές και τα παράθυρα, 1986. 15) Μακρινό ταξίδι, 1990. 16) Πέτρες, 1992. 17) Κέρματα, 1995. 18) Σε αναδρομική έκδοση: Ποίηση, τόμος Α΄ 1989 και Ποίηση τόμος Β΄ 1990. 19) Θροΐσματα ανέμων, 1996.
Μελέτες
Επαφές και προσεγγίσεις, 1981. Επίσης πολλές μελέτες που κυκλοφορούν σε ανάτυπα.
Ανθολογίες.
Αιγαιοπελαγίτικη Ποιητική ανθολογία, 1974
.
Μεταφρασμένα
Α) Στη Γαλλία κυκλοφόρησαν: α) «Έκτη Εντολή», 1961. β) Τα «Εναγώνια», 1975 και «Οι πληγές και τα παράθυρα» 1978, σε μετάφραση Gaston - Henry Ayfrée
Β) Στην Ιταλία, «Τα ρόδα της Ιεριχώς», 1970, σε μετάφραση Michele Innelli.
Γ) Στη Βουλγαρία, μια επιλογή 74 ποιημάτων με τίτλο «Το όραμα της Ιθάκης», 1989, σε μετάφραση Κιρίλ και Λιούμπεν Τοπάλοφ.
Δ) Στην Τσεχοσλοβακία μία επιλογή ποιημάτων, 1992, σε μετάφραση Ruzena Dostalova και Vaclan Danek.
Ε) Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί και δημοσιευτεί σε ξένα περιοδικά: Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Ρώσικα, Ισπανικά, Βουλγάρικα, Τσέχικα, Σλοβάκικα, Πολωνικά, Αλβανικά, Τούρκικα, Σουηδικά, Αραβικά, Σλοβένικα, Ινδικά, Πορτογαλικά κ.ά.
Είναι μέλος
1. Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών. 2. International writers and Artists Association. 3. Cruasada mundial a amistad. 4. Cento cultura, literario e artistico. 5. Société des poétes et des ecrivains regionalistes. 6 Connaissance Hellenique ( Association culturelle). 7. Ligue Franco - Hellenique. 8. Accadémia intenazionale di «PONZEN» 9. Εταιρία Εικαστικών Τεχνών «Α.Τάσσος». 10. Εταιρία «Οι φίλοι του Θεάτρου». 11. Ελληνοκουβανικός Σύνδεσμος Φιλίας. 12. Ελληνική Επιτροπή για την Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη». 13. Ελληνική Επιτροπή Διεθνούς Δημοκρατικής Αλληλεγγύης.
Διακρίσεις
1. Χρυσό μετάλλιο της Ένωσης Βουλγάρων Συγγραφέων.2. Διεθνές ποιητικό μετάλλιο «Βαπτσάροφ».3. Α΄ Βραβείο «Συνδέσμου Ελλήνων Λογοτεχνών».4. Μετάλλιο «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ειρήνης».5. Who's who in the world (Η.Π.Α. Έκδοση 10η 1990)6. Βιογραφικό λεξικό Προσωπικοτήτων (Who's who 1979)7. Λεξικό Ελλήνων Συγγραφέων, Πράγα. 1975 (Slovnik Spisovatelu, Αρχαίων - Βυζαντινών - σύγχρονων εκδ. «Odeon»)
Μελοποιήσεις έργων του:
Η «Αρκαδική Ραψωδία» μελοποιήθηκε από το μουσικοσυνθέτη Ιωσήφ Μπενάκη και πρωτοπαρουσιάστηκε στην Τρίπολη (Κινηματογράφο Αρκαδία) στις 29.12.1980 με μεγάλη χορωδία και με τους πρωταγωνιστές της Λυρικής σκηνής Αντρέα Κουλουμπή και Μυρτώ Δουλή. Επαναλήφθηκε στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά 3.2.81 στις εκδηλώσεις «Έκφραση» του Υπουργείου Πολιτισμού και στην τηλεόραση 2 στις 28 Οκτωβρίου 1987.Επίσης πολλά ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από διαφόρους συνθέτες, όπως «Ο Φονιάς» από τον Ιωσήφ Μπενάκη, «Ο Θρήνος της Μάνας» από τον Γιάννη Σπανό, επίσης το ίδιο ποίημα μελοποιήθηκε από τον Ιωσήφ Μπενάκη καθώς και «Ο ύμνος της ειρήνης». Ακόμα το ποίημα «Ναυάγιο» μελοποιήθηκε από τον συνθέτη Teo el Greco στη Νέα Υόρκη, και ο «Ύμνος στα Λύκαια» από τον Ηλία Στασινό. Επίσης το ποίημα «Ο Φονιάς» μελοποιήθηκε και από τον Φαίδωνα Πρίφτη και κυκλοφόρησε σε δίσκο.
Υποψήφιος για Nobel Λογοτεχνίας 2011
Ασκώντας το προνόμιο που διαθέτει από πολλές δεκαετίες, η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, να υποβάλλει υποψηφιότητες Ελλήνων για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, για φέτος υποβάλλει δύο υποψηφιότητες από την Ελλάδα, η μια εκ των οποίων είναι αυτή του Αρκάδα ποιητή Ηλία Σιμόπουλου, από τον Κραμποβό, σημερινό Καστανοχώρι, Μεγαλοπόλεως. Ο άλλος προτεινόμενος υποψήφιος είναι ο Ακαδημαϊκός, συγγραφέας και ποιητής Ιάκωβος Καμπανέλλης.
Κάθε Αρκάς και ειδικότερα κάθε Μεγαλοπολίτης θα πρέπει να αισθάνεται υπερήφανος για την υψίστη αυτή τιμή που γίνεται στον Ηλία Σιμόπουλο, που με συνέπεια και σεμνότητα υπηρετεί τα ελληνικά γράμματα για περισσότερο από μισό αιώνα.http://www.inarcadia.gr/
πηγή φωτογραφίας |
Ο Θρήνος της Μάνας («Αρκαδική Ραψωδία»)
Όλη τη μέρα που 'λειπες το σπίτι μας ρημάδι.
Κι όμως πώς ήταν όμορφα σα γύριζες το βράδυ
Κι ας τρώγαμε ξερό ψωμί κι ας έλειπε το λάδι.
Κι ας έλειπαν τα κάρβουνα φτάνει που ήσουν κοντά μου.
Αχ πως στο κάθε χτύπημα της πόρτας η καρδιά μου
Ραγίζουνταν, αγόρι μου, και μου 'φευγε η λαλιά μου.
Θυμάσαι τις τριανταφυλλιές μπροστά στο περιβόλι
Που ανθίζανε την άνοιξη και πια την κάθε σκόλη
Γιομίζαμε τριαντάφυλλα την αγκαλιά μας όλη.
Κι ο γέρος ο πατέρας σου καμάρωνε κι αντάμα
Καμάρωνα κι η δόλια εγώ, κι αν έκλαιγα - τι θάμα!-
Περσότερο ξαλάφρωνε η καρδιά μου από το κλάμα.
Μεγάλωσες. Δε μ' άκουγες. Έφευγες όλη μέρα.
Κι όταν τα βράδια μου 'λεγες «Η Λευτεριά μητέρα
Θα ρθεί» μ' άγγιζαν την καρδιά τα λόγια σα φοβέρα.
Μ' αν μου 'φευγες πρωί πρωί, προτού να φέξει, μόνος
Κι αργοκυλούσαν οι ώρες μου, κάθε στιγμή ένας χρόνος
Το 'ξερα πως θα γύριζες κ' ήταν γλυκός ο πόνος.
Τώρα στο παραγώνι μας κουβαριασμένη ρέβω
Σαν αστραποκαμένη ελιά και πια δε σε γυρεύω
Τι 'ναι ψηλός ο ανήφορος και δε μπορώ ν' ανέβω.
Γιατί δεν άκουες, γιόκα μου, τη μάνα που σ' εγέννα;
Κι αν έρθει τώρα η Λευτεριά πουν' όλα ρημαγμένα
Τι να την κάνω, αγόρι μου γλυκό, χωρίς εσένα;
Μελοποιημένο ποίημα του Ηλία Σιμόπουλου, από τον Γιάννη Σπανό. (cd Γιάννης Σπανός - ανθολογία Γ'). Ερμηνεία: Αρλέτα
Μελοποιημένο ποίημα του Ηλία Σιμόπουλου, από τον Γιάννη Σπανό. (cd Γιάννης Σπανός - ανθολογία Γ'). Ερμηνεία: Αρλέτα
Ιερή Μνήμη («Τεκμήρια»)
Πατέρα μου αγρότη
πως τα ήξερες όλα.
Ν' ανασταίνεις παιδιά
να φυτεύεις να σπέρνεις
να ποτίζεις τη γηνα μιλάς
με τ' αρνιά με τα δέντρα
ν' ακούς την ανάσα του χόρτου
να γυρνάς
φορτωμένος τα βράδια στο σπίτι
να σκορπάς τη χαρά και το γέλιο.
Δεν έγραψες στίχους εσύ.
Και ποτέ μου
Δε θ' άλλαζα εγώ
με τα' αλέτρι την πέννα.
Μ' απ' τους δυό μας πατέρα
ποιητής μόνο εσύ 'σουν!
Ο Δρόμος («Τεκμήρια»)
Πόσες χαμένες μάχες
πόσες νίκες πικρές
πόσα ποτάμια αίματα
χρειάστηκαν
ν' ανοίξει ο δρόμος.
Μη σκαλίζεις τους τάφους.
Κάποτε
οι πόνοι θα σωπάσουν.
Τι θα φυτέψεις
Τι θ' αφήσεις
να σκέφτεσαι μόνο.
Είναι τόσο σύντομη
η διαδρομή.
Συνομιλία («Χαιρετισμός στον πρώτο ήλιο»)
Και ξανανθίσαν τα κλαδιά και φύγαν οι χειμώνες
και γιόμισε μ' ανθούς η γη και γιούλια κι ανεμώνες
και πλημμυρίσανε χαρές κι είναι ηδονές γεμάτα
τα γέρα τα καλότυχα και τα' ανθισμένα νιάτα.
Μα είναι κάποιοι κι όλο αυτούς στοχάζομαι 'γω μόνο,
που ακόμα δέρνει η χειμωνιά κι ακόμα ζουν στον πόνο.
Κι όλο τους σκέφτομαι: άραγε της άνοιξης η ευωδιά
θα πάει ν' αγγίξει κάποτε και η δικιά τους καρδιά.
Το Δέντρο («Η Έκτη Εντολή»)
Ο άνθρωπος, αγάπη μου
Την ίδια ώρα
γίνεται ποιητής ή δολοφόνος
Ένας άγγελος τον παραστέκει
Ένας δαίμονας του Χαμογελά.
Σκυμμένος στις εξισώσεις του
Με πολλούς αγνώστους
Σπέρνει τον όλεθρο στη Χιρισίμα
Εξακοντίζει τους Σπούτνικ στους αιθέρες.
Ο άνθρωπος, αγάπη μου
Μπορεί μονάχος του
Να γίνεται φως ή νύχτα
Να σκοτώνεται σ' όλους τους πολέμους
Για τη λευτεριά και τη δικαιοσύνη
Και να λυντσάρει το μικρό νέγρο
Που τόλμησε να ζητωκραυγάσει έξαλλος
την ομορφιά μιάς άσπρης.
Ο άνθρωπος, αγάπη μου
Την ίδια ώρα
Σηκώνει από τα Τάρταρα
Τους ίσκιους του τρόμου
Να φράξει το δρόμο μας
Κι ανοίγει τους κρουνούς της ζωής
Να μας χαρίσει το μέλλον
Καθώς εσύ ανοίγεις την πόρτα σου
και λες στους επισκέπτες
-«Περάστε!».
Ο άνθρωπος, αγάπη μου
Ποτίζει μέρα νύχτα
Με το αίμα του και με τα δάκρυά του
Το δέντρο της ζωής
Που μεγαλώνει αφάνταστα
Για να μας δώσει κάποτε
Τους πιο γλυκούς καρπούς του.
Η Ανατολή («Το σπίτι με τις χελιδονοφωλιές»)
Όθε κοιτάξω αρίφνητοι σταυροί
πάνου από ανθρώπους κι όνειρα
Αχ, κ' έχω ένα βουνό καημό
που δε μπορώ να πάρω ανάσα.
Έλα μωρέ τρελοβοριά με τη μεγάλη σκούπα σου
Σάρωσε τούτ' τα μαύρα σύννεφα
που μας σκεπάζουνε τον ήλιο
Σάρωσε τούτ' τα μαύρα σύννεφα που μας βαραίνουν Σα μολύβι.
Μέσα στη νύχτα περπατάει η λεβεντιά
-Λευτέρωσε το δρόμο της
Μέσα στη νύχτα περπατάει η λεβεντιά
-Πως μπαίνει στην καρδιά μας το τραγούδι της.
Σιγά αδερφέ
Δε λέγεται με λόγια αλλά με δάκρυα
Σιγά αδερφέ
Δε λέγεται με δάκρυα αλλά με τόλμη
Μέσα στη νύχτα περπατάει η λεβεντιά!
Παραπονιάρη βιολιτζή Δε θέλω μοιρολόγια.
Ταίριαξε τα τραγούδια σου στο βήμα το δικό της.
Το δρόμο μας τον βρήκαμε:
Είναι η Ανατολή.
Το μεγάλο ποτάμι
Γυρεύοντας τον έρωτα, γυρεύοντας
την άνοιξη, γυρεύοντας τη γεύση
του ψωμιού, γυρεύοντας την ειρήνη
γυρεύοντας τα χείλη που πλέκουνε τραγούδια
γυρεύοντας την τέλεια μορφή, γυρεύοντας
τον άρτιο λόγο που θα ζωντανέψει τη μορφή
γυρεύοντας, γυρεύοντας, όλο γυρεύοντας
σπαταλήσαμε τη χρυσή νιότη που έδενε
τη ζωή με τ' όνειρο
Κι οδεύοντας
μέσα στη νύχτα φτάσαμε
στα σύνορα της νύχτας. Κι αρμενίζοντας
σ' ατελείωτους πόντους φτάσαμε
τα σύνορα του θανάτου. Και τώρα
έρμαια της ανάμνησης
τινάζουμε τα ντροπιασμένα μας φτερά
και ζητάμε βοήθεια. Κοιτάζουμε
το σύνορο που δεν περάσαμε
και ζητάμε βοήθεια. Απλώνουμε
τα χέρια στους φονιάδες μας
και ζητάμε βοήθεια. Η φωνή μας
χάνεται. Κανένα αφτί δε βρίσκεται
να την περιμαζέψει.
Βαλαντωμένοι
γέρνουμε στην πλώρη. Βαλαντωμένοι
γέρνουμε στην κουπαστή. Πλέουμε στο αίμα
ζητιανεύοντας λίγον ύπνο:
Έλα ύπνε και πάρε μας. Πλέουμε στο αίμα
ζητιανεύοντας λίγο κουράγιο:
Βόηθα Χριστέ που γνώρισες
τον πλέριο πόνο. Πλέουμε στο αίμα
ζητιανεύοντας λίγο έλεος:
Δώσε μας Μοίρα το μαγικό κλειδί
ν' ανοίξουμε τα παράθυρα του στοχασμού
ν' ανοίξουμε τις πόρτες της καρδιάς μας
να ξεχυθεί πολύτιμος ο θησαυρός
της πικρής πείρας μαύρες κουκίδες
στη λευκότητα του χαρτιού
έτσι που να γνωρίσουν οι απόγονοι
την αγωνία τούτης της ώρας
που αθροίζοντας πόνο στον πόνο
μαρτύριο στο μαρτύριο
σπαραγμό στο σπαραγμό
κυοφορεί τον αόρατο κόσμο
του εικοστού πρώτου αιώνα.
Το μεγάλο ποίημα
Ένα ποτάμι αιμάτινο
Κυλάει πάνου στ' αχνάρια μας
Πίσω απ' της άνοιξης την έπαρση
Παραμονεύει η νύχτα.
Εδώ σε τούτ' την έρημο
Που ζώνουν μόνο οι άνεμοι
Η μαύρη νύχτα και η σιωπή
Τη μοίρα μας θα πούμε.
Τα δάχτυλά μας αγρυπνούν
Απάνου στη σκανδάλη.
Μ' αυτά τα δάχτυλα θα γράψουμε
Το πιο μεγάλο ποίημα.
Αλήθεια πόσο ειν' όμορφο
Να ζεις και να ελπίζεις
Τα δακρυσμένα μάτια μας
Είναι γιομάτα θρίαμβο.
Έλα ρίξε δυο ριπές
Σημάδεψε ίσια στην καρδιά μας
Με τα μυδράλια των στίχων σου
Αδελφέ ποιητή.
Σ' αυτό το χώμα που πατάς
Τόσοι νεκροί μας ξαγρυπνούν
Ν' ακούσουν το τραγούδι σου.
Το μέλλον μας ανήκει.
Μοσκοβολάει τριαντάφυλλο η ζωή
Ο ήλιος είναι μέσα μας.
Άνοιξε το καλύβι μου
Και πάρε όλο το βιός μου
Άνοιξε και το στήθος μου
Και πάρε την καρδιά μου.
Σαράντα χρόνια ακούραστη
Χτυπάει για σένα μόνο.
Κυλάει πάνου στ' αχνάρια μας
Πίσω απ' της άνοιξης την έπαρση
Παραμονεύει η νύχτα.
Εδώ σε τούτ' την έρημο
Που ζώνουν μόνο οι άνεμοι
Η μαύρη νύχτα και η σιωπή
Τη μοίρα μας θα πούμε.
Τα δάχτυλά μας αγρυπνούν
Απάνου στη σκανδάλη.
Μ' αυτά τα δάχτυλα θα γράψουμε
Το πιο μεγάλο ποίημα.
Αλήθεια πόσο ειν' όμορφο
Να ζεις και να ελπίζεις
Τα δακρυσμένα μάτια μας
Είναι γιομάτα θρίαμβο.
Έλα ρίξε δυο ριπές
Σημάδεψε ίσια στην καρδιά μας
Με τα μυδράλια των στίχων σου
Αδελφέ ποιητή.
Σ' αυτό το χώμα που πατάς
Τόσοι νεκροί μας ξαγρυπνούν
Ν' ακούσουν το τραγούδι σου.
Το μέλλον μας ανήκει.
Μοσκοβολάει τριαντάφυλλο η ζωή
Ο ήλιος είναι μέσα μας.
Άνοιξε το καλύβι μου
Και πάρε όλο το βιός μου
Άνοιξε και το στήθος μου
Και πάρε την καρδιά μου.
Σαράντα χρόνια ακούραστη
Χτυπάει για σένα μόνο.
Η Πληγωμένη Γη
Εμείς
Εχτίσαμε όλα τα σπίτια
του κόσμου. Όμως
δεν έχουμε σπίτι.Εμείς
Εσπείραμε όλα τα χωράφια
της γης. Όμως
δεν έχουμε ψωμίΕμείς
Εσκοτωθήκαμε σε όλους τους πολέμους
Όμως δεν έχουμε πατρίδα
Που πάμε
Η πληγωμένη γη στενάζει
Κάτου απ τα βαριά μας πέλματαΑλλά εμείς είμαστε η γη
από τότε που υπάρχουμε
Εμείς
τα σπλάχνα μαχαιρώνοντας
ο ένας του αλλουνούΣκεπάσαμε τον ουρανό με σύννεφα
Σκορπίσαμε τα δάκρυα μας ποτάμια.
Το μέγα μήνυμα
Γνωρίζω τα ματωμένα σου βήματα
στον απάτητο δρόμο.
Ξέρω τις αγρύπνιες σου στις αξημέρωτες νύχτες
της ανέλπιδης αναμονής.
Θυμάμαι
την ομορφιά σου, που δεν τη λέκιασε δάκρυ
τη μορφή σου
γιομάτη θυσία, εγκαρτέρηση και αξιοπρέπεια.
Και σ’ έχω πάντα μέσα μου
και σ’ αναπνέω.
Την ιστορία σου
την πήραν οι άνθρωποι, τα πουλιά και οι άνεμοι,
την έκαναν τραγούδι
και την τραγουδούν
όλα τα στόματα.
Την ιστορία σου
την πήρε η φήμη στ’ άσπρα της φτερά
και την ακούμπησε πα στο κατώφλι της αιωνιότητας.
Εσύ ποτέ δε θα πεθάνεις.
Τον τόπο που σε γέννησε τον λεν
Ε λ λ ά δ α.
ΠΗΓΕΣ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ
http://www.arcadians.gr/
http://arcadia.ceid.upatras.gr/
http://www.arcadians.gr/
http://arcadia.ceid.upatras.gr/