Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα στον κόσμο από το να έχεις κακό αφεντικό.
Να είσαι υποχρεωμένος κάθε μέρα, για χρόνια, ν’ αντικρίζεις τα ξινισμένα
μούτρα του, το εξεταστικό του βλέμμα, το όλο απαιτήσεις, ανικανοποίητο
ύφος του. Τέτοιο ακριβώς είναι το αφεντικό μου. Αν και βρίσκομαι στη
δούλεψή του μια ζωή, δεν με συμπάθησε ποτέ. Κατέβαλα φιλότιμες
προσπάθειες, είμαι εργατικός και συνεπής,
κοπιάζω ακόμα και τις Κυριακές, αλλά γλυκό λόγο από το στόμα του δεν
έχω ακούσει. Μονάχα παρατηρήσεις, επικρίσεις, προσβολές, θαρρείς και
ηδονίζεται να με ταπεινώνει. Και να σκεφθείτε ότι είμαι ο μοναδικός του
υπάλληλος – ταμίας και λογιστής μαζί. Όταν με βλέπει εύθυμο, πάντα
ανακαλύπτει κάτι δυσάρεστο για να σκιάσει τη χαρά μου. Κι όταν είμαι
περίλυπος, γελά χαιρέκακα σαρκάζοντας τον πόνο μου. Γνωρίζει την ανάγκη
μου για επιβίωση και την εκμεταλλεύεται στο έπακρο, το κάθαρμα!
Εντούτοις, με τα χρόνια, είναι ουσιαστικά ο μόνος δικός μου άνθρωπος που
μου απέμεινε. Το ίδιο κι εγώ – ποιος άλλος θα συναναστρεφόταν ένα
τέτοιο υποκείμενο; Έτσι, κάθε φορά που βαρυθυμώ κι αποζητώ κάποιον για
ν’ αλαφρώσω, σ’ αυτόν εκμυστηρεύομαι, ο ανόητος, την παράξενη ζωή μου.
Κι αυτό το τέρας, μαθαίνοντας όλες μου τις αδυναμίες, μ’ έχει μεταβάλλει
σε μαριονέτα του. Χειρίζεται δε με τόση πανουργία και μαεστρία τους
σπάγκους, ώστε πραγματοποιώ και την παραμικρή επιθυμία του σα να ήταν
δική μου, μολονότι τον αποστρέφομαι όσο κανέναν. Υπάρχουν στιγμές,
ωστόσο, όπου διακρίνω στην κόχη του ματιού του να λαμπυρίζει μια στάλα
δάκρυ. Και τότε, ο αφελής, είμαι έτοιμος να τον σφίξω στην αγκαλιά μου
και να τον συγχωρήσω. Να του ζητήσω ν’ ανακαινίσουμε επιτέλους την
επιχείρηση, να φιλιώσουμε, να κάνουμε καινούργιο ξεκίνημα σε όλα! Θα
μπορούσαμε ίσως να ταξιδέψουμε οι δυο μας, να διασκεδάσουμε λίγο, η
ύπαρξη δεν είναι αποκλειστικά μόχθος, ευθύνες και υπολογισμοί. Αλλά
προτού προλάβω να μιλήσω, απότομα σκοτεινιάζει πάλι και γεμάτος
περιφρόνηση μού δείχνει με το δάκτυλο την πόρτα. Με ξαναστέλνει
απάνθρωπα στο ταμείο. Σε μια τέτοια στιγμή κάποτε δεν συγκρατήθηκα και
του κατέφερα οργισμένος μια δυνατή γροθιά στα δόντια. Παρέμεινε
ανέπαφος! Το μόνο που πέτυχα ήταν να κατακρεουργήσω το χέρι μου και να
θρυμματίσω τον πανάκριβο καθρέπτη του νιπτήρα μου. Και ξέσπασα σε χάχανα
βλέποντας τον θλιβερό υπάλληλό μου ν’ αποχωρεί αιμόφυρτος και σκυφτός,
για πολλοστή φορά ηττημένος. Γιατί το αφεντικό είμαι εγώ – λογιστής και
ταμίας μαζί.
΅΅Η αφεντιά μου΅¨.Μια έκφραση, τόσο ελλιπής πια, που κάνει το κείμενό σου λαχταριστό,σκαμπριόζικο,ονειροπόλο,καθώς σέρνουμε τις αλυσίδες μας που μας τοποθέτησαν άγνωστα τριχωτά χέρια,καθόλου τα δικά μας.
ΑπάντησηΔιαγραφή