Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2020

Ευαγόρας Παλληκαρίδης (26 Φεβρουαρίου 1938 - 14 Μαρτίου 1957) , Η ΖΩΗ ΤΟΥ - ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ

Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης (Τσάδα Πάφου, 26 Φεβρουαρίου 1938 - Λευκωσία, 14 Μαρτίου 1957) ήταν Έλληνας επαναστάτης και ποιητής.

Βιογραφία
Γεννήθηκε στην Τσάδα της Πάφου, στις 26 Φεβρουαρίου 1938. Ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας του Μιλτιάδη. Στην οικογένεια του Ευαγόρα ανήκει – δεύτερος ξάδερφος – και ο Στέλιος Μαυρομμάτης.
Πέρασε τις 6 τάξεις του Δημοτικού σχολείου με άριστα. Την 1η Απριλίου 1953, ο Ευαγόρας πρωταγωνιστεί σε διάφορες διαδηλώσεις κατά των Άγγλων. Συγκεκριμένα, στις 2 Ιουνίου θα γινόταν η στέψη της βασίλισσας Ελισάβετ. Στην Αγγλία και σε όλες τις αποικίες γίνονταν προετοιμασίες για το μεγάλο γεγονός. Στην Πάφο στο «Ιακώβιο Γυμναστήριο» αναρτάται η αγγλική σημαία, γεγονός που εξοργίζει τους μαθητές. Παραμονή της στέψης, οι μαθητές της Πάφου και οι φοιτητές του Λιασιδίου Κολεγίου οργάνωσαν διαδήλωση με αίτημα να υποσταλεί η αγγλική σημαία και να εκκενωθεί το γήπεδό τους από στρατιώτες και αστυνομικούς. Ο 15χρονος τότε Ευαγόρας αναρριχάται στον ιστό, κατεβάζει και σκίζει την αγγλική σημαία: το γεγονός αυτό έδωσε το έναυσμα για επέκταση των διαδηλώσεων.
Οι μαθητές και το πλήθος συγκρούονται με την αστυνομία, η οποία ενισχύεται από Τούρκους. Ο διοικητής στέλνει διαταγή να αποσυρθούν οι αστυνομικοί, γιατί δεν έπρεπε η στέψη της βασίλισσας να αμαυρωθεί με αίμα. Έτσι οι μαθητές παρέσυραν ό,τι είχε σχέση με τους εορτασμούς για την στέψη. Η Πάφος έγινε το μόνο μέρος όπου δεν γιορτάστηκε η στέψη. Ο Ευαγόρας συνελήφθη, αλλά αφέθηκε ελεύθερος λόγω της μικρής του ηλικίας.
Σε ηλικία 17 χρόνων, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης εγκατέλειψε το σχολείο και εντάχθηκε στις αντάρτικες ομάδες της ΕΟΚΑ. Στις 17 Νοεμβρίου 1955 οι μαθητές του Γυμνασίου συγκεντρώθηκαν και προετοίμαζαν μια διαδήλωση από τις γνωστές που οργάνωνε η ΑΝΕ (Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ) ως αντιπερισπασμό. Οι στρατιώτες είχαν διαταγή να πυροβολήσουν αδιάκριτα τους διαδηλωτές. Ο Ευαγόρας συλλαμβάνεται και οδηγείται στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι συμμετείχε παράνομα σε οχλαγωγίες. Ο Ευαγόρας δεν παραδέχτηκε την κατηγορία και η δίκη αναβλήθηκε για τις 6 Δεκεμβρίου. Ήταν η αρχή του τέλους. Μια μέρα πριν τη δίκη, μπαίνει κρυφά στο σχολείο και αφήνει στην έδρα ένα σημείωμα:

Παλιοί συμμαθηταί,

Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του, Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.

Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς, τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι, βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά, θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ, θα μπω σ΄ ενα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη, δεν θαν αληθινό.
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο να κάθεται σ΄ αυτό.
Κόρη πανώρια θα της πω, άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου, μονάχα αυτό ζητώ.
Γειά σας παλιοί συμμαθηταί. Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας. Κι όποιος θελήσει για να βρει ένα χαμένο αδελφό, ένα παλιό του φίλο, ας πάρει μιαν ανηφοριά ας πάρει μονοπάτια να βρει τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά. Με την ελευθερία μαζί, μπορεί να βρει και μένα. Αν ζω, θα μ΄ βρει εκεί.

Ευαγόρας Παλληκαρίδης

Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 μαζί με άλλους 2 συναγωνιστές του μετέφεραν όπλα και τρόφιμα από τη Λυσό. Ξαφνικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με αγγλική περίπολο. Οι 2 συναγωνιστές του Ευαγόρα κατάφεραν να διαφύγουν, αλλά ο ίδιος συνελήφθη. Στην κατοχή του είχε ένα οπλοπολυβόλο Μπρεν γρασαρισμένο. Ήταν συνεπώς ανέτοιμο για να χρησιμοποιηθεί. Επίσης κουβαλούσε 3 γεμιστήρες γεμάτες.

Κατηγορήθηκε για κατοχή και διακίνηση οπλισμού και μεταφέρθηκε στη Λευκωσία και η δίκη ορίζεται για τις 25 Φεβρουαρίου. Στη δίκη του ο Παλληκαρίδης δεν άφησε περιθώρια στους δικηγόρους του να τον υπερασπιστούν, αφού παρά τις αντιρρήσεις τους παραδέχθηκε την ενοχή του:

Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο.

Την επόμενη μέρα της καταδίκης του Παλληκαρίδη, οι μαθητές του Γυμνασίου Πάφου απείχαν από τα μαθήματά του σε ένδειξη διαμαρτυρίας και έστειλαν τηλεγράφημα στον Χάρτινγκ, με το οποίο του ζητούσαν να απονεμηθεί χάρη στον Ευαγόρα. Όλος ο κόσμος αρχίζει μια προσπάθεια να σώσει τον νεαρό μαθητή. Η Ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να αποτρέψει την εκτέλεσή του. Η Κυπριακή αδελφότητα Αθηνών ζητά προσωπική παρέμβαση του βασιλιά Παύλου. Η Βουλή των Ελλήνων στέλνει τηλεγραφήματα προς την Βουλή των Κοινοτήτων και τα Ηνωμένα Έθνη. Ο Αρχιεπίσκοπος Δωρόθεος, ο Χωρεπίσκοπος Σαλαμίνος Γεννάδιος, ο δήμαρχος Λευκωσίας κ. Δέρδης, 40 Εργατικοί Άγγλοι βουλευτές, συντεχνίες, ο Αρχιεπίσκοπος Νοτίου Αφρικής Νικόδημος, ο Αμερικανός Γερουσιαστής Fulton, απλοί πολίτες προσπαθούν να ματαιώσουν αυτή την εκτέλεση. Ο Χάρτινγκ όμως και η Αγγλική διπλωματία απορρίπτει την απονομή χάριτος.

Ο Ευαγόρας στο τελευταίο γράμμα του δηλώνει:

Θ΄ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί.

Συγκλονιστικό επίσης αποτελεί το ποίημα, του Φώτη Βαρέλη, που μετέδωσε ο ραδιοφωνικός σταθμός της Λευκωσίας :

Εψές πουρνό μεσάνυχτα στης φυλακής τη μάντρα
μες στης κρεμάλας τη θελιά σπαρτάραγε ο Βαγόρας.
Σπαρτάρησε, ξεψύχησε, δεν τ’ άκουσε κανένας.
Η μάνα του ήταν μακριά, ο κύρης του δεμένος,
οι νιοί συμμαθητάδες του μαύρο όνειρο δεν είδαν,
η νια που τον ορμήνευε δεν είχε νυχτοπούλι.
Εψές πουρνό μεσάνυχτα θάψαν τον Ευαγόρα.
Σήμερα Σάββατο ταχιά όλη η ζωή σαν πρώτα.
Ετούτος πάει στο μαγαζί, εκείνος πάει στον κάμπο,
ψηλώνει ο χτίστης εκκλησιά, πανί απλώνει ο ναύτης,
και στο σκολειόν ο μαθητής συλλογισμένος πάει.
Χτυπά κουδούνι, μπαίνουνε στην τάξη του ο καθένας.
Μπαίνει κι η πρώτη η άταχτη κι η τρίτη που διαβάζει,
μπαίνει κι η πέμπτη αμίλητη, η τάξη του Ευαγόρα.
- Παρόντες όλοι;
- Κύριε, ο Ευαγόρας λείπει.
- Παρόντες, λέει ο δάσκαλος. Και με φωνή που τρέμει:
- Σήκω, Ευαγόρα, να μας πεις ελληνική ιστορία.
Ο δίπλα, ο πίσω, ο μπροστά, βουβοί και δακρυσμένοι,
αναρωτιούνται στην αρχή, ώσπου η σιωπή τους κάμνει
να πέσουν μ’ αναφιλητά ετούτοι κι όλη η τάξη.
- Παλληκαρίδη, άριστα, Βαγόρα,
πάντα πρώτος,
στους πρώτους πρώτος, άγγελε πατρίδας δοξασμένης,
συ μέχρι χθες της μάνας σου ελπίδα κι αποκούμπι,
και του σχολειού μας σήμερα Δευτέρα Παρουσία.
Τα ‘πε κι απλώθηκε σιωπή πα’ στα κλαμένα νιάτα,
που μπρούμυτα γεμίζανε της τάξης τα θρανία,
έξω απ’ εκείνο τ’ αδειανό, παντοτινά γεμάτο.

Απαγχονίστηκε στις 14 Μαρτίου 1957, σε ηλικία μόλις 19 ετών. Ήταν ο νεαρότερος αλλά και ο τελευταίος αγωνιστής που απαγχονίστηκε από τους Άγγλους.
Ο τάφος του βρίσκεται στα Φυλακισμένα Μνήματα στη Λευκωσία.




ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ 

ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Για σένα, Κύπρο αθάνατη,
Πατρίδα σκλαβωμένη,
Θα δώσω απ' το αίμα μου
Κάθε σταλαματιά…

Για να σε δω ελεύθερη
Και χιλιοδοξασμένη
Δε θα διστάσω,
Κύπρο μου,
Nα πέσω στη φωτιά.

☀     ☀

Η ΚΥΠΡΟΣ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ

Την Κύπρο μασ κι αν δέσανε
οι Άγγλοι μ' αλυσίδα,
έχει για πάντα την καρδιά
πίστη σε μια πατρίδα.
~
Η Κύπρος κι αν ελύγισε
δεν είναι σκλαβωμένη
Ελληνοπούλ' αδούλωτη
πάντα η ψυχή της μένει.
~
Το λέει ο γιαλός,
το λέει η στεριά,
κάθε βουνού κορφούλα.
Το λέει κάθε ανηφοριά
και κάθε της βρυσούλα.
~
Η Κύπρος δεν απέθανε
κι ούτε ποτέ πεθαίνει
κι απ' της σκλαβιάς τα σίδερα
τη βλέπω γω να βγαίνει.
~
Την Κύπρο δεν τρομάζουνε
φοβέρες και κανόνια
έχει βαριά κληρονομιά
απ' τα παλιά τα χρόνια.
~
Στην Κύπρο την αθάνατη,
την Κύπρο τη γενναία
είναι καιρός να στήσουμε
Ελληνική σημαία.

☀     ☀

ΗΡΩΩΝ ΓΗ

Όλη η φύση κοιμάται
Τη ναρκώνει το κρύο
Και 'γω φεύγω λαλώντας
Το στερνό μου αντίο
Και τη μάνα φιλώντας

Τη κοιτάζω να κλαίει
Μάνα μην κλαις της λέω
Μάνα μην κλαις και κλαίω
Κι όλο πάω και τρέχω

και το δάκρυ της σβήνει
για μια μόνο στιγμούλα
και μιαν άλλη μανούλα
την Ελλάδα μας έχω
που όλο κλαίει κι εκείνη

Στου βουνού τη ραχούλα
στ΄ ανθοστόλιστα πλάγια
τη γλυκειά μου μανούλα
ψάχνω να βρω την άγια

και ανεβαίνω ραχούλες
χιονισμένες κορφές
ώσπου να βρω ΗΡΩΩΝ ΓΗ
κι ηρώων μορφές.

☀     ☀

ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ

Σκλαβωμένη μου Κύπρος, λατρευτή μου πατρίδα
που δεμένη στενάζεις με βαριάν αλυσίδα.
Τα δεσμά τα βαριά σου σε λιγάκι θα σπάσεις
και στης μάνας Ελλάδας την αγκάλη θα φτάσεις.
Της σκλαβιάς η φουρτούνα ολοένα σε δέρνει
και τη νίκη ζητάει και γιαλός και στεριά.
Όμως νάτην, η νίκη με χαμόγελο φέρνει
σαν σε όνειρο μέσα τη γλυκιά Λευτεριά
στο κεφάλι σου, Κύπρος, με χαρά στο φορεί.

☀     ☀

ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΣΚΛΑΒΟΣ ΠΙΑ

"- Τη σκλαβιά τη βαρέθηκα,
Μάνα, κλέφτης θα γίνω.
Της σκλαβιάς δηλητήριο,
Μάνα, ως πότε θα πίνω;"
~
Κι αφού πρώτα εφίλησα
τη γλυκειά μου μανούλα,
τον ανήφορο τράβηξα
στου βουνού την κορφούλα.
~
Κι εκεί πάνω σαν βρέθηκα,
με χαρά στην καρδιά,
με λαχτάρα εφώναξα:
"-Σκλάβος δεν είμαι πια!"

http://isxusenosi.blogspot.com/

ΜΕΛΟΠΟΙΗΜΕΝΑ 

Ερωτικό

Στίχοι: Ευαγόρας Παλληκαρίδης
Μουσική: Μάριος Τόκας

Καινούργιους έρωτες τώρα γνωρίζεις
και οι παλιοί λησμονιούνται, θαρρείς,
μα, όμως, φίλε μου, μόνο αν νομίζεις,
γιατί, στ’ αλήθεια, να ξεχάσεις δεν μπορείς.

Δε σβήνουν όλα, όσο κι αν κλάψεις,
δεν λησμονιούνται μέσ’ στην ζωή
κι αν, μέσ’ στη λήθη όλα τα θάψεις,
πάλι θα βγούνε κάποιο πρωί.

Ποτέ δε χάνονται μα πάντα ζούνε
κάποιοι παλιοί, της αγάπης, σκοποί
κι αν, πως λησμόνησες, τα χείλη πούνε,
άκουσε μόνο, η καρδιά τι θα σου μπει.

Δε σβήνουν όλα, όσο κι αν κλάψεις,
δεν λησμονιούνται μέσ’ στην ζωή
κι αν, μέσ’ στη λήθη όλα τα θάψεις,
πάλι θα βγούνε κάποιο πρωί.


Την Ελλάδα αγαπώ

Στίχοι: Ευαγόρας Παλληκαρίδης
Μουσική: Μάριος Τόκας

Ρώτησε τα μάτια που δακρύζουν,
κάποια αλήθεια να σου πουν,
κλαίνε πικρά να σ’ αντικρίσουν
γιατί μπορεί να σ’ αγαπούν.

Την Ελλάδα αγαπώ αλλά κι εσένα
μ’ έναν έρωτα μεγάλο, αληθινό,
τα γαλάζια σου τα μάτια, τα θλιμμένα,
τον καθάριο της, θυμίζουν, ουρανό.

Ρώτησε εκείνη, φλογισμένο
όταν σε δουν, γιατί σιωπούν,
θα κινηθούν κι’ αυτά θλιμμένα
για να σου πουν πως σ’ αγαπούν.

Την Ελλάδα αγαπώ αλλά κι εσένα
μ’ έναν έρωτα μεγάλο, αληθινό,
τα γαλάζια σου τα μάτια, τα θλιμμένα,
τον καθάριο της, θυμίζουν, ουρανό.

☀     ☀

Λες αλλού πως γυρίζω

Στίχοι: Ευαγόρας Παλληκαρίδης
Μουσική: Μάριος Τόκας


Λες αλλού πως γυρίζω,
γι’ άλλην πως τραγουδώ,
μάτια άλλα αντικρίζω,
δεν κοιτώ να σε δω.

Μα, να πω την αλήθεια,
τα δικά σου τα μάτια
μοιάζουν σαν παραμύθια
και με κάνουν κομμάτια.

☀     ☀

Πατέρα μου

Στίχοι: Ευαγόρας Παλληκαρίδης
Μουσική: Μάριος Τόκας


Πατέρα μου, οι φυλακές απόψε με καλούνε,
τα σίδερά τους τα βαριά, τ’ ακούω που χτυπούν,
σαν, να με πνίξουν, θέλουνε και όλο με ζητούνε
και νιώθω κρύο, μοναξιά, εμένα να τρυπούν.

Μα γρήγορα θα βγω ξανά
για να σας ανταμώσω
και άλλους στίχους συντροφιά
και πάλι να σας δώσω.

Μην κλάψεις, ω, πατέρα μου, που πάω για ταξίδι
κι αν σε ρωτούν οι φίλοι μου, πού, τώρα, τριγυρνώ,
κρασί να δώσεις στους εχθρούς που με ποτίσαν ξύδι,
να πίνουν εις υγείαν μου, εμέ που τους κερνώ.

Κι εσείς, λουλούδια κόκκινα, που από τους κήπους κλέβω,
σας αποχαιρετώ γιατί στη φυλακή μισεύω,
γαρύφαλά μου ευωδιαστά, γεμίσετε τη γλάστρα
και στείλετέ μου ευωδιά τη νύχτα με τα άστρα.

Μα γρήγορα θα βγω ξανά
για να σας ανταμώσω
και άλλους στίχους συντροφιά
και πάλι να σας δώσω.

http://www.stixoi.info/



ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗ 

ΤΕΥΚΡΟΣ ΑΝΘΙΑΣ -Το παιδί με τα τετράδια…

(Του Ευαγόρα Παλληκαρίδη)


… Και «πήρε μιαν ανηφοριά,
πήρ᾽ ένα μονοπάτι,
σ᾽ ένα χρυσό παλάτι
να βρει τη Λευτεριά».

Όπλο και πένα αγκαλιασμένα…
Σύμπλεγμα που ζωγράφισε
στα στήθια των αιώνων
Γκρέκο και Πικασσό η πολυκύμαντη Ιστορία.

«Ηρωική Συμφωνία» ενός Μπετόβεν
που δάμασε τη θύελλα
με την ορμή της αρμονίας.

Και προχωρεί ο λεβεντονιός
— παιδάκι αμούστακο —
στα ματωμένα Ηλύσια της θυσίας.

Ένα βιβλίο τ᾽ απόμεινε στο χέρι:
Του Σοφοκλέους «Η Αντιγόνη».

Κι όλο διαβάζει την ανθρώπινη κραυγή της,
κραυγή της νιότης που δεν έζησε,
κραυγή του ονείρου που έχει κλείσει
με τραγικά αποσιωπητικά…

Μα προχωρεί στο βωμό με θούριο βάδισμα
Με μάτια ονειροπόλα, φεγγοβόλα.

Ώριμος άντρας στην αντρειοσύνη του.
Και δάσκαλος — αυτός ο μαθητής
π᾽ άλλαξε το θρανίο με το εδώλιο της αγχόνης —
στην έδρα τη χτισμένη από την πίστη
σ᾽ ό,τι ομορφαίνει κι ανεβάζει τη ζωή:
στην ερωμένη όλου του κόσμου Λευτεριά.

Αντιλαλεί η φωνή του με τα τύμπανα
Και με τα φλάουτα μιας ορχήστρας
Που όλο τονίζει κι αναλύει το προανάκρουσμα:

«Και σαν πρώτ᾽ αντρειωμένη
χαίρε, ω χαίρ᾽ Ελευθεριά».

Μ᾽ αυτό τον ύμνο έφυγε
απ᾽ τον κόσμο
Σεμνός, ωραίος, μεγάλος — το παιδί
με τα τετράδια και την πένα του ποιητή.

Τον αποχαιρετούνε τα θρανία της Ιστορίας.
Τον αποχαιρετούνε οι λαγκαδιές, τα μονοπάτια…
Κι ένα φιλί του στέλνει η Λευτεριά
Με το χαρμόσυνο μήνυμα:

«Ξεκίνησα. Και φτάνω. Ναι, θα φτάσω
στους ώμους του λαού, που κι όταν πέφτει
στη μάχη ανασηκώνεται σα γίγαντας
κι όλο βαδίζει προς τη νίκη.

Είναι οι καιροί μας κύματα και γλάροι τα όνειρά μας.
Καράβι ο πόθος της ελεύθερης ζωής.
Κι όλα προς ένα λιμάνι ταξιδεύουν.

Στολίστε τα κατάρτια με στεφάνια και χαμόγελα.
Γλάρος σας συνοδεύει η Λευτεριά.

Δημοσιεύεται στα «Ποιητικά Άπαντα, 1928-1962» (Λονδίνο 1962)

☀     ☀

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΣΤΕΛΛΑΣ -Άδεια θρανία

[Το ποίημα δεν αναφέρεται ειδικά στον Ευαγόρα Παλληκαρίδη, αλλά σε όλους τους ήρωες της ΕΟΚΑ, ειδικά τους ήρωες μαθητές. Κορυφαίος βέβαια ανάμεσά τους, αν υπάρχει ιεραρχία στους ήρωες, είναι ο Παλληκαρίδης.]

Διάβασα το κατάλογο και σεις λείπατε,
γράφατε την ορθογραφία σας στους τοίχους.
Διάβασα τον κατάλογο
Και σεις βρισκόσαστε στα οδοφράγματα
Διάβασα τον κατάλογο
και σεις γράφατε στις φυλακές
στα μικρά σας γόνατα
την Ιστορία του ανθρώπου.
Κι έγραψα στον κατάλογο: όλοι παρόντες!
Και πλάι το βαθμό του καθενός σας: Άριστα.

Από τη συλλογή «Χώρος Διασποράς» (1970)

☀     ☀

ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΝΤΗΣ 

i.Ευαγόρας Παλληκαρίδης

Όταν διάβασα την ιστορία σου,
το βράδυ είχα πυρετό.

ii. Για τον εικοσάχρονο ποιητή Ευαγόρα Παλληκαρίδη, που απαγχόνισαν οι Εγγλέζοι

Όταν εμείς εξακολουθούσαμε να γράφουμε στίχους
εκείνος διέκοπτε κι ανέβαινε στην αγχόνη.

Από τη συλλογή «Στιγμές» (Λευκωσία, 1958)

☀     ☀

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ - Του Βαγορή

Τα αθλητικά του παπούτσια κρεμασμένα
στου ποδηλάτου το τιμόνι επί το θάττον
έκαμναν την Παράδεισο να σειέται.

Λοιπόν ο νεαρός μας αθλητής
σαν βγήκε στο κλαρί να κελαδήσει
αμούστακος μπροστά στους αστακούς
Εγγλέζους που τον έψαχναν στα φαράγγια
με κάτι δολοφονικούς φακούς, με κάτι
δόκανα σιδερένια και σκεπέτους,
φώλιαζε στο ξωκλήσι τ᾽ Άι Ονούφριου
κρυμμένου στην ποδήρη του γενειάδα.

Μια μέρα μια γυναίκα του λαού
Παράπονα και κλάματα μπροστά
στον Άγιο της και τον ερωτούσε:
«Γιατί δεν μου κάνουμε στην χάρη που σου γύρεψα
κι εις τες παράκλησές μου τι κωφεύεις;»

Δεν άντεξε ο καλός μας Βαγορής
οπίσω από τη γενειάδα της εικόνας:
«Και πώς να κάνω κείνο που μου ζήτησες
αφού και συ δεν μου ᾽φερες λαμπάδα;»

Χύθηκε αυτή με μίας μες στο λιβάδι
Κράζοντας για το θαύμα της φανέρωσης!

Όσο να φτάσουν οι πιστοί ως εκεί,
επήρε την γενειάδα του κι εχάθη.

Συμπέρασμα δεν έχει· τούτο μόνο:
Αν τη ζωή κορώνα-γράμματα την παίζεις,
γλυκό να της παρέχεις ευφρόσυνη
με τη δικιά σου γρηγορούσα χάρη.

Μάρτης 1998
Από τη συλλογή «Δοκίμιν» (Αθήνα, 2000)

☀     ☀

ΧΛΟΗ ΑΧΑΪΚΟΥ -Ευαγόρας Παλληκαρίδης

Έσφιξε τον Σταυρό ξανά
στην τρυφερή καρδιά του
«Ελευθερία ή Θάνατος!»
και πνίγηκε το σύνθημα
στο βρόχι του θανάτου.

Ποια ᾽ν η ψυχή π᾽ ο ουρανός
ανοίγει ν᾽ αγκαλιάσει
μες τη Μαρτιάτικη νυχτιά;
κι οσφράνθηκαν τα μύρα της
δάφνες, λεμονοδάση;

Σαν τον Ταρσίζιο καθαρό
το φως της πίστης έχει
και στην τρανή παλικαριά
στη γνώμη την αλύγιστη
είναι του Διάκου αδέρφι.

Μόνο μ᾽ ένα ψιθύρισμα
στο ρώτημα του εχθρού
πού κρύβονται οι αντάρτες
κι ανθοσπαρμένες θ᾽ άνοιγαν
μπροστά του χίλιες στράτες.

Μα την αγχόνη ακλόνητος
διάλεξ᾽ ο Ευαγόρας.
Προδότες του αγώνα της
η Κύπρος δεν γεννά.
«Καλύτερα μιας ώρας…».

Ώσπου να φέξει η χαραυγή
μη τ᾽ αριθμήσαν τ᾽ άστρα
όσα μαρτύρια βάσταξε;
Στήθια γεμάτα προσευχή
Γιγαντωμένα κάστρα!

«Στάσου, Χριστέ μου, ενισχυτής
ως το στερνό μου βήμα.
Κι ας γίνει, Κύριε τ᾽ ουρανού
ν᾽ ανθίσουνε στον τάφο μου
της Λευτεριάς τα κρίνα!»

Λευτερωμένε μας αητέ,
ψηλά στο φως τ᾽ ουράνιο
με τη ρομφαία της προσευχής
αρματωμένος πέταξες
στο Σταυροβούνι απάνω.

Και σάλπιξες με βροντερή
Σάλπιγγα Λευτεριά
Ν᾽ ακούνε και να τρέμουνε
Τα στίφη των τυράννων:
ἢ τάν ἢ ἐπί τᾶς!

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ζωή του Παιδιού»

https://antonispetrides.wordpress.com/













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου