Σακατεμένη καρδιά,
πλασμένη ανθρώπινα
μα απάνθρωπα σμιλεμένη
γιομάτη αγκάθια
που μοναχά αίμα δεν βγάνουν
σε κάθε άγγιγμα,
παρά χτικιό και πρέζα
ανάκατα, ατάκτως ερριμένα.
Ετσι πέρα και κάτου από σύγνεφα βαριά
σε θωρώ να περιδιαβαίνεις αναίτια,
πολεμώντας τις φυλλωσιές μιας ακακίας
με ένα μάβρο κοντυλοφόρο για δόρυ
και με το πράσινο της ελπίδας
ξεχασμένο στην αραχνιασμένη φαρέτρα σου.
Κάπου κάπου το βλέμμα λυγάς
αποστρέφοντας το από ομορφιές περίλαμπρες
του βυθού της ψυχής σου,
πασπαλισμένες αργυρόσκονη,
τριγυρισμένες από κοράλλια μισάνοιχτα
που χάχανα μικρού παιδιού θυμίζουν.
Κει πάνου σε είδα
να δρασκελάς ανάλαφρα
θάμνα γοερά με γυμνά ποδάρια
από φόβο μην ακούσεις το κλάμα τους,
και με χέρια υψωμένα στο γαλάζο πέπλο
υφασμένο με αστροφεγγιές
από λιγνά ακροδάχτυλα μανάδων αγέννητων.
Μια άλλη φορά σε θυμάμαι
με το πρόσωπο βυθισμένο στα σκέλια
να βλαστημάς τα κουρέλια σου
γλείφοντας πληγές ολάνθιστες,
όχι δικές σου.
Τότες ήταν που πήρες
εβλαβικά το φαρμάκι της οχιάς
και το κάμες μύρο
να γιάνεις στόματα και μυαλά,
και μυρουδιές ανθρώπων γιόμισαν τα σοκάκια
που στη μεγάλη πλατεία οδηγούσαν,
κει που τα χρόνια τα παλιά
το νυφοπάζαρο λάβαινε χώρα,
με βλέμματα βουτηγμένα στη λαχτάρα
του απρόσμενα ωραίου.
Αχ αφτό το νυφοπάζαρο
της λέφτερης βούλησης
και όχι της τύχης ………
Αχ αφτό το νυφοπάζαρο
όπου συντρόφους διαλέγεις ……
ΑΝΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ http://anorthografies.net/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου