Της λήθης ο σύντροφος,
του χρόνου το ρολόι
μόνο αυτό ξέρει να ρυθμίζει
αργά αργά το μοιρολόι,
το μακρινό βουητό το πελαγίσιο ακούω
ω αγρύπνια μου δώσε με φτερά να πάω,
να μην αργήσω!
Ύπνε Επιδότη, όπου κι αν είσαι
απόψε που στη σκέψη μου δε στέκει
ο γήινος ρύπος,
απ΄το μαβί του ουρανού στις νύχτες τις γλαυκές
να φέγγει η μια την άλλη τις ανατολές
στης γης τα σπλάχνα, να αγρυπνώ
κοιτώντας το αστραφτερό κρουστάλλι
με της ανάσας μου την άχνα
τον στίχο άπλωσα πάνω στην παλάμη
με λέξεις λαβωμένες.
Αιώνες φαρμάκι γενιές φαρμάκι
όλα τα σκληρά κοχύλια τα μέτραγα
που τα έγλυφε η θάλασσα
κι ο ήλιος τα παίδευε
τα κοίταγα κι αυτά ροβολούσαν κατά κει
μες στη σκιά στην αθώα γαλήνη
να σβήνει σκιά χιμαιρική σε ότι μένει
μακρινό πολύ το γιατί στην παλιά ζωή
το στερνό παραμύθι.
Είναι πολύ σκληρό να μην μας αφήνουν
να πάρουμε μαζί την θύμησή μας
απ΄τα νερά τα σκοτεινά που νοσταλγούν
φεγγάρια,
ανήμπορα να χαρούν ανώφελα να ζήσουν
ούτε από τα βάθη του μυαλού
να μην μπορείς να συγκρατήσεις
ένα παράπονο μεγάλο
που φεύγει,-τίποτ΄ άλλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου