Μωρά με πιπίλες. Μωρά που θηλάζουν. Μωρά που κοιμούνται στην αγκαλιά. Μωρά ουρλιάζουν από το επίπονο ταξίδι της προσφυγιάς. Μωρά σε καρότσια ξεσπούν σε κλάματα. Μωρά με άρωμα δροσιάς σαν την κορυφή ενός νεογέννητου.
Μωρά ταξιδεύουν νηστικά στο μυαλό μας. Παντού μωρά αγγελικά που κλαίνε ή γελάνε. Μικρά μωρά της προσφυγιάς μακριά από τις φλόγες του πολέμου, περιφέρονται σε δρόμους και σε πλατείες, βυζαίνοντας γάλα στην αγκαλιά της μάνας τους.
Δεκάδες μωρά αρνούνται να χάσουν το χαμόγελο τους στην συνοριακή γραμμή του δρόμου εδώ και μέρες. Δεκάδες μωρά γαντζωμένα στο συρματόπλεγμα της ουδέτερης ζώνης της Ελλάδας.
Μωρά προσφυγόπουλα ξυπνούν τρομαγμένα την κρύα γκρίζα νύχτα και όταν τα αστέρια λάμπουν στον ουρανό κάνουν μια ευχή με την ελπίδα να βρουν καταφύγιο στην πιο πικρή προσφυγιά της χαράς. Άλλα πονεμένα και ταλαιπωρημένα πάνω σε κουβέρτες ριγμένες και άλλα σωριασμένα καταγής όπως όπως στο πάτωμα.
Εικόνες ζωγραφισμένες στα παιδικά τους μάτια. Εικόνες γραμμένες στα παιδικά τους πρόσωπα. Eικόνες χαραγμένες στο μάτι του κυκλώνα μέσα σε μια παιδική νύχτα τρόμου.
Ένα αγοράκι απ’ το χειρότερο σημάδι του πολέμου κατεβάζει την μπλούζα με τον σάκο στην πλάτη του
Ένα κοριτσάκι με κόκκινα τα μάγουλά του προτιμά ένα μπουκέτο λουλούδια από το ζεστό γάλα της μητέρας του
Ένα παιδί κουβαλά μαζί του μια μπάλα, που είναι το μόνο που του θυμίζει ότι παραμένει ακόμα παιδί
Παιδιά ονειρεύονται να ζήσουν ειρηνικά. Παντού παιδιά που δεν αντέχουν και υποφέρουν. Μικρά παιδιά ζωγραφίζουν με πολύχρωμα μολύβια ένα καλύτερο αύριο και αναζητούν διέξοδο στο πρόσωπο της προσφυγιάς.
Δεκάδες παιδιά ξυπόλυτα στο τσιμέντο παίζουν ένα παιχνίδι χωρίς νικητές και χαμένους. Δεκάδες παιδιά εξουθενωμένα χωρίς παπούτσια περπατούν προς το άγνωστο για ν’ αποδώσουν την αλήθεια.
Παιδιά εξαντλημένα μέσα από τις στάχτες και τα ερείπια στέκονται στο δρόμο για μια μερίδα φαγητού από το συσσίτιο. Παιδιά κουρασμένα τρεκλίζουν από την κούραση αλλά προχωρούν για τη δική τους ελευθερία με άγνωστο την ελπίδα.
Πεινασμένα παιδιά σφίγγουν στα χέρια τους κομμάτια ψωμί και δοκιμάζουν ξανά μετά από μέρες λίγο γάλα. Άλλα περιμένουν στη σειρά για να μπορούν να βρεθούν κοντά στη βρύση, ενώ άλλα προσπαθούν να ζεσταθούν γύρω από την φωτιά.
Ανθρώπινα ποτάμια με πράξεις και όχι με λόγια συρρέουν στη χώρα για το μέλλον όλης της ανθρωπότητας που όμως ποτέ δε θα διαβάσουμε γιατί ποτέ δε θα το πλησιάσουμε.
Βλέπω παιδιά με πλαστικές σακούλες που περπατούν και τα ακολουθώ σ’ ένα μακρύ κομμάτι του δρόμου προς τα σύνορα. Εκατοντάδες παιδιά τσακισμένα από την πεζοπορία και τις κακουχίες με δυσκολία κρατούν τα δάκρυά τους.
Απόγνωση, πόνος, δάκρυα και χαρά μαζί στην μάχη διαφυγής και επιβίωσης. Λίγο φαγητό, μια ανάσα και μετά την καταιγίδα η ηρεμία της ελπίδας στον ματωμένο φράκτη της απελπισίας.
Όλα τα συναισθήματα στα μάτια αυτών των παιδιών με εκείνα τα ανείπωτα, τα ζωντανά και πεθαμένα της ψυχής μας. Ένα « γιατί » που κραυγάζει ξεριζωμένο σε όλο τους το πρόσωπο γίνεται απάντηση στα δεινά των προσφύγων.
Μας κοιτάζουν με τα πελώρια παιδικά τους μάτια και δεν χαμογελούν με όνειρα μεγάλα και αθωότητα αφοπλιστική. Δραπέτευσαν από τον εφιάλτη του πολέμου και αναζητούν ένα ασφαλές μέρος για την επί γης ειρήνη.
Στην εποχή αυτή που αρχίζει να δροσίζει, που καθετί αλλάζει και πεθαίνει
Στην ηχώ των περασμένων καιρών, καιρών μακρινών που η ανάμνηση τους έχει αρχίσει να σβήνει
Στην ανοιχτή πληγή εφήμερης ζωής, κάτι σαν ανάλαφρη πνοή, ένα σιγανό ψίθυρο που σου μιλάει
Θυμήσου πρόσφυγα του πολέμου πριν πάρεις το καραβάνι απελπισίας που θα σε φέρει στην πατρίδα, να προλάβεις να σωθείς από ένα βομβαρδισμό, μια φωτιά κι έπειτα τη φυγή, το πέρασμα της θάλασσας και την άφιξη σου σ’ ένα άγνωστο λιμάνι.
Την στιγμή εκείνη που ένας αυστριακός ανεπάγγελτος νέος με κολλημένα τζελ μαλλιά, ανεβασμένος στο καπό αυτοκινήτου, σ’ ένα ατέρμονο ανθελληνικό παραλήρημα κουνάει με ένα μπουκάλι μπύρα το δάχτυλο του στην Ελλάδα.
Θυμήσου πρόσφυγα του πολέμου πριν πάρεις το καραβάνι απελπισίας, να προλάβεις να δεις πως κάπου στον κόσμο υπάρχει ένα καλύτερο αύριο για σένα, κουβαλώντας το πιο σημαντικό κομμάτι της ζωής σου. Αυτό που γλίτωσες από την φρίκη του πολέμου. Το παιδί σου.
Χρήστος Αθανασίου
Aπόφοιτος της Βαρβακείου Σχολής. Kάτοχος πτυχίων Υποκριτικής Θεάτρου – Κινηματογράφου του Υπουργείου Παιδείας και Υπουργείου Πολιτισμού καθώς και τίτλων Μεταπτυχιακών Σπουδών και Σεμιναρίων Υποκριτικής, Σωματικού Θεάτρου, Δημιουργίας Θεατρικού Λόγου, Κορυφωμένης και Επεισοδιακής Δραματικής Δομής - Γραφής και Σημειολογίας προς την παραστασιολογία, ως επιστήμη που αναλύει σε βάθος φαινόμενα της θεατρικής πράξεως. Ακροατής – Φοιτητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστήμιου Αθηνών.
Συγγραφικό έργο:
«Λογοτεχνικές Αστραπές» ( Υπό έκδοση )
«Όταν ο ηλεκτρικός σπινθήρας φωτίζει την ζωή και το όνειρο»
«Aφιερώματα στους ταξιδευτές της υποκριτικής τέχνης» ( Υπό έκδοση )
«Η Δραματική αλήθεια και το κωμικό αθώο των Ελλήνων Ηθοποιών»
«Μίμηση Πράξεως στην 7η Τέχνη του Ουρανού»
[Επεξήγηση: Aφιερώματα των εκλιπόντων Ηθοποιών από τα τέλη του 19 ου αιώνα μέχρι σήμερα σε λογοτεχνική μορφή]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου