Βάσω Κατράκη – Σκηνή από την κατοχή .. |
Χειμώνας του 41!
Χειμώνας βαρύς… μα πιο βαριά η μπότα του κατακτητή, που στάθηκε στο στήθος μας εκείνη την εποχή και καταδυνάστευε όλη μας την ύπαρξη! Τα τρόφιμα λιγοστά κι’ η πείνα αυτή η αληθινή μάστιγα της εποχής… θέριζε όλους όσους δεν ήθελαν ή δε μπόραγαν να συνεργαστούν με τους κατακτητές!
Τόσο θέριζε η πείνα, που κι’ η μάνα ακόμη σκέπτονταν αν θα έπρεπε να δώσει μια μπουκιά απ’ το υστέρημα της στο σπλάχνο της… απ’ το να το φάει αυτή και να στυλώσει έτσι τα πόδια της λίγο! Δύσκολοι οι καιροί για τον απλό λαό και για τους περισσότερους, εκτός από τους μαυραγορίτες και τους δοσίλογους! Στοίβες ο λαός στην ουρά για ένα κομμάτι ψωμί… και για λίγα δράμια τροφή… μα η ζωή έπρεπε να συνεχιστεί! Και συνεχίστηκε για όσους άντεξαν… οι άλλοι όλοι έφυγαν θέλοντας και μη! Ας πούμε… ήταν το τυχερό τους αυτό!
Σε ένα φτωχικό καλυβάκι έσερνε καιρό τα κουρασμένα βήματα της στη προσπάθεια να πάρει κάποια βίζιτα, από κανένα ξέμπαρκο και προβληματικό σερνικό, που θέλοντας να εκτονώσει τον ανδρισμό του έπεφτε στην δικαιοδοσία της δικής της εξυπηρέτησης, κάνοντας του και σκόντο με το διάφορο… τρώγοντας και αυτή ένα κομμάτι ψωμί! Ήταν ευτύχημα να της φέρει λίγη τροφή αντί για χρήμα! Δύσκολοι καιροί μα… το στομάχι δεν λογαριάζει οικονομική δυσπραγία θέλει με κάποιο τρόπο να γιομίσει Είχε προ πολλού περάσει η νιότη της, μα… μιας και δεν υπήρχε σύνταξη για τον επιούσιο… στην προσπάθεια της να στεριώσει αντάμα με τις θύμησες της και το στομάχι της, συνέχιζε αγόγγυστα το αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου, που άλλωστε το ήξερε τόσο καλά! Κάποτε… μα πάνε χρόνια από τότε… μέτραγε η υπόσταση της και το κορμί της τραβούσε σαν μαγνήτης αρκετούς σερνικούς πελάτες!!!! Ολοένα και θυμόταν… γιατί οι θύμησες έρχονται πιότερο σαν δεν τις καρτεράς και τις πιότερες φορές σε παιδεύουν! Μα οι θύμησες μπορεί να σε ταλαιπωρούν… αλλά δεν σε στεριώνουν στα πόδια σου να βιοπορευτείς! Σαν ήτανε και μπόραγε κάποτε… καθώς μετράγανε τα σκέρτσα και τα χάδια της στους άντρες… είχε πέραση και κονόμες καλές! Τι ωραία που ήταν τότε… η ζωή! Είχε πολλούς θαυμαστές! Μαγνήτης για τους άντρες όλους και το σεξ που πούλαγε, καθώς και η ιδιαίτερη περιποίηση που προσέφερε στους «τυχερούς»! Είχε βγάλει και καλό όνομα στην πιάτσα για την τέχνη της… τότε! Μα αυτό ήταν τότε… καθώς τα χρόνια σαν διαβαίνουν, όνειρα και ελπίδες πάντα μαζί τους παίρνουν… αφήνοντας βαρυχειμωνιά και ανημπόρια! Δεν βαριέσαι ήταν τότε.. μα πέρασαν χάθηκαν οι όμορφες εκείνες μέρες, γίνανε μνήμες θολές και πικρές αναμνήσεις! Τώρα όμως τι γίνεται; Τώρα κρυώνει μοναχή δίχως λίγα κάρβουνα στο μαγκάλι και δίχως ένα πιάτο φαΐ να ξεγελάσει το στομάχι έστω για λίγο!
Ήταν τα γεράματα, τα κεσάτια, η αρρώστιες… το πιο δύσκολο ήταν η πείνα! Ήταν πού ‘ταν γριά και ανήμπορη… με το τόσο λιγοστό φαΐ πώς να στυλώσει το κορμί της και να σταθεί στα πόδια της; Προσπαθούσε… μα δεν το μπόραγε! Τις πιότερες ώρες ξάπλωνε στο στρώμα και ξεγελιόταν με θύμησες… πολλές παλιές θύμησες! Μα αυτές δε σε κρατούν στη ζωή!
Έτσι εκεί στο δώμα μοναχή την βρήκε ο χάρος μιαν αυγή και με το κοφτερό του δρεπάνι έκοψε το νήμα της δόλιας της ζωής! Ίσως κάπου αλλού αν θα πήγαινε … θα ήταν πιο καλά γι’ αυτή! Έτσι έφυγε άπορη κι’ άκληρη αυτή η γυναίκα λησμονημένη από όλους τους ανθρώπους… αφήνοντας το έρμο κουφάρι της, δίχως να υπάρχει άνθρωπος να νοιαστεί γι’ αυτή!
Μα… την άλλη μέρα… σα μαθεύτηκε το νέο βούιξε όλος ο μαχαλάς:
- Τα μάθατε; Τα μάθατε;
- Η κυρά Κατίνα μας άφησε χρόνους!
- Ήρθε πουρνό – πουρνό ο χάροντας με το δρεπάνι του και της πήρε τη ζωή! Αναπαμένη να είναι στους ουρανούς και ίσως εκεί βρει ανάπαυση το τυραννισμένο της κορμί που δεν ήβρε εδώ σε αυτήν την αφιλόξενη γη! Πέρναγε άσχημες μέρες η δόλια!
- Μα… κάτι πρέπει να κάνουμε για το σώμα της! Δεν πρέπει να πάει με το καρότσι όπως οι άλλοι στον λάκκο! Ήταν τόσο καλή πονετική και είχε πάντα ένα καλό λόγο για όλους μας! Να συγχωρηθεί κι’ η ψυχούλα της, ρε παιδιά κάτι πρέπει να κάνουμε κι’ εμείς!!
Και ο ψίθυρος για το θανατικό γίνηκε βοή γιομίζοντας τις στράτες! Συμφώνησαν με μιας όλες μαζί! Γιατί, τις πιότερες φορές, όσο πιο χαμηλά κατεβαίνει ο άνθρωπος στη ζωή, ακόμα και κάνοντας πεζοδρόμιο… τόσο πιο πονετική γίνεται η ψυχή του για το δράμα και τον πόνο του αλλού! Γιατί πόρνες μπορεί να ήτανε δεν ήταν όμως απάνθρωπες!
- Μα.. τα λεφτά που χρειάζονται είναι πάρα πολλά… δεν έχουμε αυτή τη δύσκολη εποχή τόσα πολλά να δόκουμε!
- Τι κάθεστε και λέτε βρε κορίτσια; Υπάρχει λύση! Να κάνουμε κι’ εμείς μια παλικαριά και να βάλουμε… λίγα εγώ… λίγα εσύ, ότι μπορεί η κάθε μια μας τελικά! Να διαβαστεί η δόλια πριν μπει στο μαύρο χώμα… ίσως και βρει ανάπαυση η ψυχή της !! Ήταν καλή και πονόψυχη η μακαρίτισσα… μην πάει σαν σκυλί στο αμπέλι! Κρίμα θα ‘ναι!
- Σύμφωνες είμαστε!... είπαν όλες με ένα στόμα!
Έτσι κι’ έγινε… συστάθηκε επιτροπή και η ταμίας εμάζωξε τα κατοχικά νομίσματα για τον ιερό αυτό σκοπό! Έτσι η κηδεία είχε πολύ κόσμο και ακούστηκαν οι ψαλμωδίες όπως έπρεπε και γίνηκαν όλα κατά γράμμα για την αδικοχαμένη! Και τα μάτια όλων βούρκωσαν, λες και ήταν δικός τους άνθρωπος, σαν ακούστηκε το «αιωνία της η μνήμη»! Κι’ όλες όσες τη συνόδεψαν ίσαμε την τελευταία της κατοικία, δίνοντας της το στερνό αντίο… είχαν να πούνε κι’ ένα καλό λόγο για το «δικό τους» άνθρωπο!
Ήταν τότε μες την κατοχή και τη μεγάλη πείνα που θέριζε αδιάκριτα κορμιά ο χάρος!
Αυτή η πράξη έδειξε ότι υπάρχει ακόμη ανθρωπιά τόσο που τους τίμησε όλους! Φορές – φορές όσο πιο χαμηλά κατεβεί ό άνθρωπος… τόσο πιο ψηλά ανεβαίνει η ανθρωπιά του! Ήταν μια απλή πράξη αλληλεγγύης! Από στόμα σε στόμα διαδόθηκε το συμβάν και έφτασε ως τις μέρες μας! Αυτό ήταν τότε ένα γεγονός… μες τη μεγάλη πείνα που θέριζε ολάκερη την Αθήνα! Ήταν Χειμώνας του 41 μες στην Γερμανική κατοχή! Το κρύο έτσουζε κι’ η πείνα θέριζε κορμιά…
«Ευδαίμων Συριανός» 2016
Η φωτογραφία είναι από :http://cityculture.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου