Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2016

Τζόναθαν Σουίφτ - Jonathan Swift ( 30 Νοεμβρίου 1667 – 19 Οκτωβρίου 1745 )

Πορτραίτο του Σουίφτ από τον Τσαρλς Τζέρβας


Ο Τζόναθαν Σουίφτ (Jonathan Swift, 30 Νοεμβρίου 1667 – 19 Οκτωβρίου 1745) ήταν Ιρλανδός σατιρικός, δοκιμιογράφος, πολιτικός αρθρογράφος, ποιητής και κληρικός στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Πατρικίου στο Δουβλίνο.

Ο Τζόναθαν Σουίφτ γεννήθηκε στο Δουβλίνο και σπούδασε στο Τρίνιτι Κόλετζ. Έφυγε το 1689 για την Αγγλία αλλά επέστρεψε το 1694, αφού απέτυχε ως πολιτικός. Πίσω στην πατρίδα του εντάχθηκε στην Εκκλησία και έγινε πρωτοπρεσβύτερος του Αγίου Πατρικίου το 1713. Παράλληλα με τα εκκλησιαστικά καθήκοντά του, ο Σουίφτ ήταν ένας χαλκέντερος πολιτικός σχολιαστής. Το γνωστότερο έργο του, «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ», μια φανταστική περιήγηση σε χώρες γιγάντων και νάνων, περιέχει μία πικρή σάτιρα και ανελέητη κριτική για τη σύγχρονή του κοινωνία και τις αγγλοϊρλανδικές σχέσεις.

Η προσωπική ζωή του και ιδιαίτερα η φιλία του με δύο νεότερες γυναίκες, την Έστερ Τζόνσον (γνωστότερη ως Στέλλα) και την Έστερ Βάνομρι, προκάλεσαν επικρίσεις. Προς το τέλος της ζωής του έπασχε από το σύνδρομο Μενιέρ, μία νόσο του έσω ωτός, που οδήγησε πολλούς να θεωρήσουν ότι ήταν τρελός.
Έργα (επιλογή)
The Journal to Stella (Το ημερολόγιο στην Στέλλα, 1710-13)
A Tale of a Tub (Ιστορία της Σκάφης). Σάτιρα των διαιρέσεων του Χριστιανισμού.
Gulliver's Travels (Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ, 1726) ― μτφρ. Αθηνά Κακούρη ("Κλασσικά Παπύρου").
A Modest Proposal... (Μια σεμνή πρόταση..., 1729), όπου συμβουλεύει τους φτωχούς Ιρλανδούς να πουλούν τα παιδιά τους στους πλούσιους «ως εξαίσια και πλήρη τροφή».
Τζόναθαν Σουίφτ, επιλογή από το έργο του, εκδ. στιγμή 2004, μτφρ. Δημοσθένης Κορδοπάτης.


Τα  ταξίδια του Γκιούλιβερ

Το εξώφυλλο της πρώτης αγγλικής εκδόσεως






Τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ (Gulliver's Travels, πλήρης τίτλος: Travels into Several Remote Nations of the World, in Four Parts. By Lemuel Gulliver = Ταξίδια σε αρκετές μακρινές χώρες του κόσμου σε 4 μέρη, υπό Λεμουέλ Γκιούλιβερ, είναι ένα μυθιστόρημα φαντασίας του Ιρλανδού συγγραφέα και κληρικού Τζόναθαν Σουίφτ, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1726 και σε βελτιωμένη εκδοχή το 1735. Το έργο είναι τόσο μια σάτιρα για την ανθρώπινη φύση, όσο και μια παρωδία του είδους των «ταξιδιωτικών ιστοριών». Είναι το γνωστότερο διεθνώς έργο του Σουίφτ και θεωρείται ένα κλασικό έργο της Αγγλικής λογοτεχνίας.

Το βιβλίο έγινε δημοφιλές αμέσως μόλις εκδόθηκε (σε επιστολή του 1726 προς τον Σουίφτ αναφέρεται ότι «διαβάζεται παντού, από το υπουργικό συμβούλιο μέχρι το παιδικό δωμάτιο» και από τότε εκδίδεται συνεχώς.

Περίληψη

Μέρος Α: Ταξίδι στη Λιλιπούτ

Τοιχογραφία που παριστάνει τον Γκιούλιβερ 
τριγυρισμένο από πολίτες της Λιλιπούτ.
4 Μαΐου 1699 — 13 Απριλίου 1702


Το βιβλίο αρχίζει με ένα σύντομο προοίμιο, στο οποίο ο Λεμουέλ Γκιούλιβερ, στο ύφος των αναγνωσμάτων της εποχής, δίνει μια σύνοψη της ζωής και της ιστορίας του πριν από τα ταξίδια του. Λέει ότι απολαμβάνει τα ταξίδια, παρότι αυτή η αγάπη είναι υπεύθυνη για την καταστροφή του.
Κατά το πρώτο του ταξίδι, ο Γκιούλιβερ ξεβράζεται στην ακτή μετά από ένα ναυάγιο και βρίσκεται αιχμάλωτος μιας φυλής μικροσκοπικών ανθρώπων, λιγότερο από 6 ίντσες (περίπου 15 εκατοστά) ψηλών, οι οποίοι είναι κάτοικοι της νησιωτικής χώρας Λιλιπούτ. Αφού πρώτα τους δώσει διαβεβαιώσεις για την καλή συμπεριφορά του, του παραχωρείται μια κατοικία στη Λιλιπούτ και αναδεικνύεται σε ευνοούμενο της βασιλικής αυλής. Από το σημείο αυτό, το βιβλίο ακολουθεί τις παρατηρήσεις του Γκιούλιβερ στην αυλή. Του δίνεται η άδεια να περιφέρεται στην πρωτεύουσα υπό τον όρο ότι δεν θα βλάπτει τους κατοίκους. Ο Γκιούλιβερ βοηθά τους Λιλιπούτειους να υποτάξουν τους γείτονές τους Blefuscudians κλέβοντας τον στόλο τους. Αρνείται ωστόσο να καταστήσει την επίσης νησιωτική χώρα Blefuscu επαρχία της Λιλιπούτ, δυσαρεστώντας έτσι τον βασιλιά και την αυλή. Ο Γκιούλιβερ κατηγορείται για προδοσία επειδή «χύνει νερά» στην πρωτεύουσα (παρότι έσβηνε μια πυρκαγιά σώζοντας αναρίθμητες ζωές), μεταξύ άλλων «εγκλημάτων», και καταδικάζεται να τυφλωθεί. Με τη βοήθεια ενός ευγενικού φίλου, ο Γκιούλιβερ δραπετεύει στο Blefuscu, όπου επισημαίνει μια εγκαταλειμμένη βάρκα, με την οποία ανοίγεται στο πέλαγος και τελικά διασώζεται από ένα περαστικό πλοίο, που τον μεταφέρει με ασφάλεια στην πατρίδα του.
Αυτό το μέρος των Ταξιδιών είναι εκτός των άλλων μια πολιτική σάτιρα με υπαινιγμούς σε επίκαιρα τότε γεγονότα (βλ. παρακάτω).

Μέρος Β: Ταξίδι στο Μπρομπντινγκνάγκ 20 Ιουνίου 1702 — 3 Ιουνίου 1706

Το ιστιοφόρο Περιπέτεια βγαίνει από τη ρότα του μετά από θύελλες και αναγκάζεται να πιάσει σε κάποια στεριά για νερό. Ο Γκιούλιβερ εγκαταλείπεται από τους συντρόφους του, οπότε τον βρίσκει ένας κτηματίας που έχει ύψος 72 πόδια (περίπου 22 μέτρα). Ο αγρότης φέρνει τον Γκιούλιβερ σπίτι και η κόρη του τον περιποιείται. Ο αγρότης τον μεταχειρίζεται ως αξιοπερίεργο και τον επιδεικνύει κερδίζοντας χρήματα. Η ύπαρξή του γίνεται ευρύτερα γνωστή, οπότε η βασίλισσα του Μπρομπντινγκνάγκ θέλει να δει το σόου. Συμπαθεί τον Γκιούλιβερ και τον παίρνει μαζί της ως ευνοούμενο της βασιλικής αυλής.
Επειδή ο Γκιούλιβερ είναι πολύ μικρός για να χρησιμοποιεί τις τεράστιες καρέκλες και μαχαιροπήρουνά τους, η βασίλισσα παραγγέλνει την κατασκευή ενός σπιτιού στα μέτρα του, ώστε να μπορεί να μεταφέρεται μέσα σε αυτό. Αυτό το σπιτάκι αναφέρεται ως το «κουτί ταξιδίου» του. Μεταξύ μικροπεριπετειών, όπως η απόκρουση γιγαντιαίων σφηκών και η απαγωγή του στη στέγη από έναν πίθηκο, ο Γκιούλιβερ συζητά την κατάσταση στην Ευρώπη με τον βασιλιά. Ο βασιλιάς δυσαρεστείται με τις περιγραφές του για την Ευρώπη, ιδιαίτερα όταν μαθαίνει για τη χρήση πυροβόλων όπλων και κανονιών εκεί. Σε μια εκδρομή στην ακρογιαλιά, το κουτί ταξιδίου αρπάζεται από ένα γιγαντιαίο αετό, που ρίχνει τον Γκιούλιβερ και το κουτί του στη θάλασσα, από όπου τον περιμαζεύουν κάποιοι ναυτικοί και τον επιστρέφουν στην Αγγλία.

Ο Γκιούλιβερ ανακαλύπτει τη Λαπούτα, το ιπτάμενο νησί 
(εικονογράφηση του J.J. Grandville).
5 Αυγούστου 1706 — 16 Απριλίου 1710


Μέρος Γ: Ταξίδι στη Λαπούτα, το Μπαλνιμπαρμπί, το Λουγκνάγκ, το Γκλουμπντουμπντρίμπ και την Ιαπωνία

Το πλοίο του Γκιούλιβερ δέχεται επίθεση πειρατών, με αποτέλεσμα ο ήρωάς μας να αποκλεισθεί σε ένα βραχώδες ερημονήσι κοντά στις Ινδίες. Ευτυχώς διασώζεται από το ιπτάμενο νησί της Λαπούτα, ένα βασίλειο αφοσιωμένο στις τέχνες της μουσικής και των μαθηματικών, αλλά ανίκανο να τις χρησιμοποιήσει για πρακτικούς σκοπούς. (Το "La puta" είναι η ισπανική και ιταλική λέξη για την πόρνη. Σε αυτό το μέρος του έργου ο Σουίφτ επιτίθεται στον ορθολογισμό και στο κίνημα του ντεϊσμού.)
Η μέθοδος που ακολουθείται από το βασίλειο της Λαπούτα να πετάνε βράχια σε επαναστατημένες πόλεις στην επιφάνεια της γης φαίνεται να συνιστά την πρώτη φορά που ο αεροπορικός βομβαρδισμός επινοείται ως μέθοδος διεξαγωγής πολέμου. Ενώ βρίσκεται εκεί, ο Γκιούλιβερ περιηγείται τη χώρα ως φιλοξενούμενος ενός χαμηλόβαθμου αυλικού και βλέπει τα ερείπια που σωρεύει η τυφλή επιδίωξη της Επιστήμης χωρίς πρακτικά αποτελέσματα, σε μία σάτιρα της γραφειοκρατίας και της Βασιλικής Εταιρείας και των πειραμάτων της. Στη Μεγάλη Ακαδημία του Λαγκάντο, υπέρογκοι πόροι και ανθρώπινο δυναμικό δαπανώνται σε έρευνες πάνω σε τελείως παράλογα προγράμματα, όπως είναι η εξαγωγή ηλιαχτίδων από τα αγγούρια, το μαλάκωμα του μαρμάρου για να χρησιμοποιείται στα μαξιλάρια, η εκμάθηση του πώς να ανακατεύουμε χρώματα κρίνοντας από τη μυρωδιά, ή η αποκάλυψη πολιτικών συνωμοσιών από την εξέταση των κοπράνων ύποπτων ανθρώπων.
Στη συνέχεια ο Γκιούλιβερ οδηγείται στο Μπαλνιμπαρμπί για να περιμένει εκεί κάποιον έμπορο που μπορεί να τον πάρει μαζί του στην Ιαπωνία. Κατά τη διάρκεια της αναμονής, ο Γκιούλιβερ κάνει ένα μικρό «παράπλευρο» ταξίδι στη νήσο Γκλουμπντουμπντρίμπ, όπου επισκέπτεται την κατοικία ενός μάγου και συζητά περί Ιστορίας με τα φαντάσματα ιστορικών μορφών του παρελθόντος, το πιο φανερό παράδειγμα του θέματος «αρχαίοι έναντι σύγχρονων» στο βιβλίο. Στο Λουγκνάγκ, συναντά τους «στρούλντμπρουγκς», κάτι δυστυχείς που είναι αθάνατοι αλλά όχι «για πάντα νέοι», μάλλον για πάντα γέροι, με όλες τις αναπηρίες των γηρατειών και θεωρούμενοι νομικώς νεκροί στην ηλικία των ογδόντα. Μετά την Ιαπωνία, ο Γκιούλιβερ επιστρέφει σπίτι του, αποφασισμένος να μείνει εκεί για τις υπόλοιπες μέρες της ζωής του.

Μέρος Δ: Ταξίδι στη Χώρα των Χουίνμς

Ο Γκιούλιβερ συζητά με Χουίνμς 
(εικονογράφηση του 1856 από τον J.J. Grandville.)
7 Σεπτεμβρίου 1710 – 2 Ιουλίου 1715

Παρά την πρόθεσή του να παραμείνει πια στο σπίτι του, ο Γκιούλιβερ επιστρέφει στη θάλασσα ως πλοίαρχος ενός εμπόρου, καθώς βαριέται με την εργασία του ως γιατρού! Σε αυτό το ταξίδι αντιμετωπίζει την ανταρσία του πληρώματός του, που τον κρατούν υπό περιορισμό για κάποιο διάστημα και στη συνέχεια αποφασίζουν να τον εγκαταλείψουν στην πρώτη στεριά που θα βρουν και να συνεχίσουν ως πειρατές. Ο Γκιούλιβερ εγκαταλείπεται μέσα σε μια βάρκα και στη στεριά συναντά αρχικώς μια φυλή (φαινομενικά) φρικωδώς παραμορφωμένων και άγριων ανθρωποειδών πλασμάτων. Λίγο αργότερα συναντά ένα άλογο και καταλαβαίνει ότι τα άλογα εδώ αποκαλούν τους εαυτούς τους Χουίνμς (Houyhnhms, που στη δική τους γλώσσα σημαίνει «η τελειότητα της Φύσης»), και ότι είναι τα αφεντικά, ενώ τα παραμορφωμένα ανθρωποειδή, που ονομάζονται «Γιαχού» (Yahoo), είναι ανθρώπινα πλάσματα στην ταπεινότερη μορφή τους.
Ο Γκιούλιβερ γίνεται ένα με την οικογένεια του αλόγου και καταλήγει να θαυμάζει και να μιμείται τους Χουίνμς και τον τρόπο ζωής τους, απορρίπτοντας τους ανθρώπους ως απλώς Γιαχού που είναι προικισμένοι με κάποια ίχνη λογικής, τα οποία χρησιμοποιούν μόνο για να επιδεινώνουν και να προσθέτουν στα κακά που τους έδωσε η Φύση. Ωστόσο, μια Συνέλευση των Χουίνμς αποφασίζει ότι ο Γκιούλιβερ, ένας Γιαχού με κάποια φαινομενική λογική, αποτελεί κίνδυνο για τον πολιτισμό τους, οπότε τον διώχνουν.
Στη συνέχεια ο Γκιούλιβερ διασώζεται παρά τη θέλησή του από ένα πορτογαλικό πλοίο και εκπλήσσεται όταν διαπιστώνει πως ο πλοίαρχος Πέντρο ντε Μεντέζ, ένας «Γιαχού», είναι ένα σοφό, ευγενικό και γενναιόδωρο πρόσωπο. Ο ήρωάς μας επιστρέφει σπίτι του στην Αγγλία, αλλά δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με την ιδέα να ζει ανάμεσα σε Γιαχού και γίνεται ένας μονόχνωτος, κλεισμένος στο σπίτι του, που αποφεύγει την οικογένεια, ακόμα και τη σύζυγό του, και που περνά αρκετές ώρες την ημέρα μιλώντας με τα άλογα στον στάβλο του.

Αυτό το μέρος του έργου χρησιμοποιεί χονδροειδείς μεταφορές για να περιγράψει την ανθρώπινη φαυλότητα και οι Χουίνμς συμβολίζουν όχι μόνο την τέλεια φύση, αλλά και την συναισθηματική ξηρότητα την οποία ο Σουίφτ ισχυριζόταν ότι φέρνει η προσήλωση στον ορθό λόγο.

Συγγραφή και ιστορικό

Είναι αβέβαιο το πότε ακριβώς ο Τζόναθαν Σουίφτ άρχισε να συγγράφει Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ. Κάποιες πηγές το τοποθετούν νωρίς, το 1713, όταν οι Σουίφτ, Πόουπ, Άρμπουθνοτ και άλλοι δημιούργησαν τη λέσχη Scriblerus Club αποσκοπώντας στο να σατιρίσουν τα τότε δημοφιλή λογοτεχνικά είδη. Ο Σουίφτ, σύμφωνα με αυτή την άποψη, ανέλαβε να γράψει τα απομνημονεύματα του φανταστικού συγγραφέα της λέσχης, του Martinus Scriblerus. Είναι γνωστό από την αλληλογραφία του Σουίφτ ότι η καθαυτό σύνθεση του έργου άρχισε το 1720, με τα συμμετρικά μέρη Α και Β να γράφονται πρώτα, το Μέρος Δ το 1723 και τελευταίο το Μέρος Γ, το 1724, αλλά τροποποιήσεις γίνονταν ακόμα και όταν ο Σουίφτ έγραφε τα Drapier's Letters. Το βιβλίο ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο του 1725 και, καθώς αποτελούσε μια καθαρή σάτιρα κατά του φιλελεύθερου κόμματος, των Ουίγων, είναι πιθανό ότι ο Σουίφτ έβαλε και αντέγραψαν το χειρόγραφό του, έτσι ώστε ο γραφικός χαρακτήρας του να μη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο αν ασκείτο ποινική δίωξη (όπως είχε ήδη συμβεί με κάποιες από τις ιρλανδικές του μπροσούρες). Τον Μάρτιο του 1726 ο Σουίφτ ταξίδεψε στο Λονδίνο για να εκδώσει το έργο του. Το χειρόγραφο παραδόθηκε μυστικά στον εκδότη Μπέντζαμιν Μοτ, ο οποίος χρησιμοποίησε 5 τυπογραφεία για να επιταχύνει την εκτύπωση και να αποφύγει την κλεψιτυπία. Ο Μοτ, αναγνωρίζοντας στα Ταξίδια του Γκιούλιβερ ένα ευπώλητο ανάγνωσμα αλλά φοβούμενος ποινικές διώξεις, απλώς «έκοψε» ή τροποποίησε τα πιο προσβλητικά αποσπάσματα (όπως τις περιγραφές των διαγωνισμών των αυλικών στη Λιλιπούτ ή την εξέγερση του Λινταλίνο), προσέθεσε κάποιες γραμμές προς υπεράσπιση της Βασιλίσσης `Αννας στο Μέρος Β και το εξέδωσε. Η πρώτη έκδοση κυκλοφόρησε σε δύο τόμους στις 26 Οκτωβρίου του 1726. Το βιβλίο έγινε δημοφιλές αμέσως και ξεπούλησε την πρώτη του έκδοση σε λιγότερο από μία εβδομάδα.

Ο Μοτ εξέδωσε τα Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ ανώνυμα και, όπως συνηθιζόταν με τα έργα της μόδας, αρκετές «συνέχειες» (Αναμνήσεις της αυλής της Λιλιπούτ), παρωδίες (Δυο Λιλιπούτειες Ωδές, Περί της διάσημης μηχανής με την οποία ο πλοίαρχος Γκιούλιβερ έσβησε την πυρκαγιά των ανακτόρων...) και «κλειδιά» (Gulliver Decipher'd και Lemuel Gulliver's Travels into Several Remote Regions of the World Compendiously Methodiz'd, το δεύτερο έργο από τον Edmund Curll) κυκλοφόρησαν μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια. Τα περισσότερα από αυτά τυπώθηκαν ανώνυμα (ή κάποιες φορές με ψευδώνυμα) και ξεχάστηκαν γρήγορα. Ο Σουίφτ δεν είχε σχέση με κανένα από αυτά και τα αποκήρυξε με σαφή τρόπο στην έκδοση του Faulkner το 1735. Ωστόσο, ο φίλος του ο Αλεξάντερ Πόουπ συνέγραψε ένα σετ πέντε Στίχων στα Ταξίδια του Γκιούλιβερ, που άρεσαν τόσο πολύ στον Σουίφτ, ώστε τους πρόσθεσε στη δεύτερη έκδοση του βιβλίου του, παρότι δεν περιλαμβάνονται γενικά στις σύγχρονες εκδόσεις.


Θεματική και αναλογίες

Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ έχουν δεχθεί πολλούς χαρακτηρισμούς και ταξινομήσεις: από Μενίππεια σάτιρα μέχρι ιστορία για παιδιά, και από πρωτο-επιστημονική φαντασία μέχρι έργο πρόδρομο του σύγχρονου μυθιστορήματος.
Καθώς πρωτοεκδόθηκαν επτά χρόνια μετά τον εξαιρετικά επιτυχημένο Ροβινσώνα Κρούσο του Ντάνιελ Ντεφόε, τα Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ μπορούν να αναγνωσθούν ως μια συστηματική αντίκρουση του οπτιμισμού του Ντεφόε για τις ανθρώπινες ικανότητες. Στο έργο του The Unthinkable Swift: The Spontaneous Philosophy of a Church of England Man (=Ο αδιανόητος Σουίφτ: Η αυθόρμητη φιλοσοφία ενός ανθρώπου της Εκκλησίας της Αγγλίας) ο Warren Montag επιχειρηματολογεί ότι ο Σουίφτ ενδιαφερόταν να αντικρούσει την άποψη πως το άτομο προηγείται της κοινωνίας, όπως φαίνεται να υποστηρίζει το μυθιστόρημα του Ντεφόε. Ο Σουίφτ θεωρούσε μια τέτοια σκέψη επικίνδυνη υιοθέτηση της ριζοσπαστικής (τότε) πολιτικής φιλοσοφίας του Τόμας Χομπς. Για τον λόγο αυτό ο Γκιούλιβερ συναντά επανειλημμένα οργανωμένες κοινωνίες αντί για έρημα νησιά. Ο πλοίαρχος που προσκαλεί τον Γκιούλιβερ να υπηρετήσει ως γιατρός στο πλοίο του στο καταστροφικό τρίτο ταξίδι του, ονομάζεται Ρόμπινσον («Ροβινσών»).

Πιθανώς ένας από τους λόγους για το ότι το έργο του Σουίφτ θεωρείται κλασικό, είναι ότι μπορεί να σημαίνει πολλά διαφορετικά πράγματα σε πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους. Σε γενικές γραμμές, το βιβλίο περιέχει τρία βασικά μοτίβα:
Μια σατιρική όψη της κατάστασης της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής, καθώς και των μικροπρεπών διαφορών ανάμεσα στις θρησκείες.
Μια αναζήτηση για απάντηση πάνω στο ερώτημα αν οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους διεφθαρμένοι ή διαφθείρονται ζώντας μέσα στην κοινωνία.
Μια επαναδιατύπωση της παλαιότερης διαμάχης «αρχαίοι έναντι σύγχρονων», που είχε προηγουμένως απασχολήσει τον συγγραφέα στο The Battle of the Books.

Με όρους αφηγηματικής και κατασκευής τα μέρη του βιβλίου ακολουθούν ένα σχήμα:
Οι κακοτυχίες του ήρωα γίνονται όλο και πιο «κακοήθεις» από μέρος σε μέρος: πρώτα ναυαγεί, μετά εγκαταλείπεται, μετά δέχεται επίθεση από ξένους και στο τέλος από το ίδιο του το πλήρωμα.
Η στάση του Γκιούλιβερ απέναντι στους ανθρώπους σκληραίνει σταδιακά: εκπλήσσεται πραγματικά από τη διαφθορά και τον πολιτικαντισμό των Λιλιπούτειων, αλλά βρίσκει τη συμπεριφορά των Γιαχού στο Μέρος Δ τυπική της συμπεριφοράς των ανθρώπων.
Το κάθε μέρος είναι το αντίστροφο του προηγούμενου — ο Γκιούλιβερ είναι διαδοχικά μεγάλος/μικρός/σοφός/αμαθής, τα έθνη είναι σύνθετα/απλά/επιστημονικά/φυσικά, οι μορφές διακυβερνήσεως είναι χειρότερες/καλύτερες/χειρότερες/καλύτερες από της Αγγλίας.
Οι απόψεις του Γκιούλιβερ για τους άλλους είναι αντίστοιχες με αυτές των άλλων για τους ανθρώπους στο επόμενο μέρος του βιβλίου — ο Γκιούλιβερ θεωρεί τους Λιλιπούτειους διεστραμμένους και ασυνείδητους/αδίσταχτους, και μετά ο βασιλιάς του Μπρομπντινγκνάγκ θεωρεί τους Ευρωπαίους το ίδιο. Ο Γκιούλιβερ θεωρεί τους Λαπουτιανούς παράλογους, και μετά το Χουίνμ αφεντικό του θεωρεί την ανθρωπότητα το ίδιο.
Καμιά μορφή διακυβερνήσεως δεν είναι ιδανική — οι απλοϊκοί Μπρομπντινγκνάγκ απολαμβάνουν τις δημόσιες εκτελέσεις και έχουν τους δρόμους τους γεμάτους ζητιάνους, οι τίμιοι και ειλικρινείς Χουίνμς, που δεν έχουν λέξη στη γλώσσα τους για το «ψέμα» χαίρονται να καταπιέζουν την αληθινή φύση του Γκιούλιβερ ως Γιαχού και είναι εξίσου αδιάφοροι για τις αντιδράσεις του στην εκδίωξή του από τη χώρα τους.
Μεμονωμένα άτομα μπορεί να είναι καλά ακόμα και όταν η φυλή τους είναι κακή — Ο Γκιούλιβερ κάνει ένα φίλο σε κάθε ταξίδι του και, παρά τη φρίκη του κατά του ανθρώπινου γένους μετά την παραμονή του στη χώρα των αλόγων, δέχεται θαυμάσια περιποίηση από τον Πορτογάλο πλοίαρχο Πέντρο, που τον επιστρέφει στην Αγγλία στο τέλος του μυθιστορήματος.

Εξίσου ενδιαφέρων είναι ο χαρακτήρας του ίδιου του Γκιούλιβερ — μεταμορφώνεται από χαρούμενο οπτιμιστή στην αρχή του έργου στον εκδηλωτικά μισάνθρωπο του τέλους και θα πρέπει να φιλτράρουμε την κατανόησή μας του έργου αν πρέπει να πιστέψουμε πως ο μισάνθρωπος του τέλους έγραψε όλα αυτά τα «απομνημονεύματα». Υπό αυτή την έννοια, Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ είναι ένα πολύ σύγχρονο και σύνθετο μυθιστόρημα. Επίσης, παρότι ο Γκιούλιβερ παρουσιάζεται ως ένας συνηθισμένος «καθένας», χωρίς ανώτερη μόρφωση, κατέχει ένα αξιοσημείωτο φυσικό χάρισμα στις ξένες γλώσσες: Μαθαίνει γρήγορα να μιλά καλά τη ντόπια γλώσσα της κάθε ξένης γης στην οποία βρίσκεται, μια ιδιότητα που προσθέτει πολλή... κατανόηση και χιούμορ στο έργο του Σουίφτ.
Παρά το βάθος και τα λεπτά υπονοούμενα του βιβλίου, ταξινομείται συχνά ως παιδική λογοτεχνία εξαιτίας κυρίως της δημοφιλίας του Μέρους Α με τους Λιλιπούτειους: Είναι πολύ πιθανό να αγοράσετε ένα βιβλίο με τον τίτλο Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ που να περιέχει μόνο το ταξίδι στη Λιλιπούτ.


Μια ιστορική αστρονομική παραδοξότητα

Ο Σουίφτ αναφέρει στο έργο τους δύο φυσικούς δορυφόρους (φεγγάρια) του πλανήτη `Αρη περίπου 150 χρόνια πριν την πραγματική τους ανακάλυψη από τον Αμερικανό αστρονόμο Έιζαφ Χωλ, περιγράφοντας μάλιστα με αρκετή ακρίβεια τις τροχιές τους, στο 19ο κεφάλαιο του Μέρους Γ.
Με βάση την πρόβλεψη αυτή, ένας κρατήρας πάνω στον δορυφόρο Δείμο του `Αρη ονομάσθηκε Σουίφτ προς τιμή του συγγραφέα των Ταξιδιών του Γκιούλιβερ.

Γενικότερες επιδράσεις του έργου

Από το 1738 ως το 1746 ο Έντουαρντ Κέιβ (Edward Cave) δημοσίευσε περιστασιακά σε τεύχη του περιοδικού The Gentleman's Magazine καταγραφές συζητήσεων στις δύο βρετανικές βουλές με στοιχεία μυθοπλασίας υπό τον γενικό τίτλο «Συζητήσεις στη Γερουσία της Λιλιπούτ» (Debates in the Senate of Lilliput). Τα ονόματα των ομιλητών, άλλων αναφερόμενων προσώπων, πολιτικών και μοναρχών του παρόντος και του παρελθόντος, και των περισσότερων άλλων χωρών και πόλεων της Ευρώπης («Ντεγουλίας») και Αμερικής («Κολούμπιας») μόλις που αποκρύπτονταν κάτω από το πέπλο ποικιλίας σουιφτιανών ψευδωνύμων. Η απόκρυψη των ονομάτων και η δήλωση ότι οι καταγραφές ήταν πραγματικές μεταφράσεις από λόγους Λιλιπούτειων πολιτικών, ήταν μία αντίδραση σε μια κοινοβουλευτική πράξη που απαγόρευε τη δημοσίευση των κοινοβουλευτικών συζητήσεων. Ο Κέιβ ανέθεσε σε αρκετούς συγγραφείς της εποχής τη σειρά, όπως τους William Guthrie (1738-1740), Samuel Johnson (1740-1743) και John Hawkesworth (1743-1746).

Ο Βολταίρος επίσης επηρεάσθηκε από το έργο του Σουίφτ, π.χ. στο διήγημά του Μικρομέγας για έναν εξωγήινο επισκέπτη της Γης αναφέρεται επίσης στα δύο φεγγάρια του `Αρη.
Η δημοσιότητα και η δημοφιλία των Ταξιδιών του Γκιούλιβερ ήταν τόση, ώστε η λέξη «λιλιπούτειος» μπήκε σε πολλές γλώσσες (και στην ελληνική) ως επίθετο που σημαίνει «πολύ μικρός» ή «λεπτεπίλεπτος». Υπάρχει ακόμα και μια μάρκα μικρών πούρων που ονομάζεται Lilliput. Επίσης, υπάρχει μια σειρά συλλεκτικών μοντέλων σπιτιών με το όνομα "Lilliput Lane" (σε ελεύθερη μετάφραση «οδός Λιλιπούτ»). Το μικρότερο μέγεθος στελέχους λαμπτήρα (5 χιλιοστά σε διάμετρο) στη σειρά των βιδωτών του Έντισον (Edison screw series) αποκλήθηκε "Lilliput Edison screw". Στα ολλανδικά η λέξη Lilliputter χρησιμοποιείται για ενήλικες που έχουν ύψος μικρότερο του 1,30 m. Από την άλλη πλευρά, η λέξη Brobdingnagian εμφανίζεται στο αγγλικό Λεξικό της Οξφόρδης ως συνώνυμο του «πολύ μεγάλος» ή «γιγαντιαίος».
Παρόμοια, ο όρος yahoo απαντάται συχνά ως συνώνυμο του «μαχαιροβγάλτης» ή «μπράβος».
Στην αρχιτεκτονική υπολογιστών οι όροι big-endian and little-endian περιγράφουν δύο δυνατούς τρόπους καταγραφής των μπάιτς στη μνήμη. Αυτοί οι όροι προήλθαν από μία από τις σατιρικές διαμάχες στα Ταξίδια του Γκιούλιβερ, κατά την οποία δύο αντιμαχόμενες θρησκευτικές παρατάξεις των Λιλιπούτειων είναι αυτοί που προτιμούν να χτυπούν για να σπάσουν τα μελάτα αυγά τους στην πιο μυτερή άκρη (little end) και αυτοί που προτιμούν να τα χτυπούν στην πλατύτερη άκρη (τη βάση), που είναι το "big end".



Επιδράσεις σε άλλα έργα

Πολλές «συνέχειες» ακολούθησαν την αρχική έκδοση των Ταξιδιών. Η παλαιότερη ήταν το ανωνυμογράφημα Αναμνήσεις της αυλής της Λιλιπούτ (Memoirs of the Court of Lilliput) που εκδόθηκε το 1727 και επεκτείνει πάνω στην αφήγηση της παραμονής των Γκιούλιβερ στη Λιλιπούτ και στη Blefuscu, προσθέτοντας αρκετά «κουτσομπολίστικα» περί σκανδαλωδών επεισοδίων στη Λιλιπούτεια αυλή.
Ο αββάς Πιερ Ντεφονταίν, ο πρώτος μεταφραστής του έργου στη γαλλική γλώσσα, έγραψε και μία συνέχεια, το Le Nouveau Gulliver ou Voyages de Jean Gulliver, fils du capitaine Lemuel Gulliver (= Ο νέος Γκιούλιβερ, ή τα ταξίδια του Τζων Γκιούλιβερ, γιου του Πλοιάρχου Λεμουέλ Γκιούλιβερ), που δημοσιεύθηκε το 1730. Στο έργο αυτό ο γιος του Γκιούλιβερ ζει διάφορες φανταστικές, σατιρικές περιπέτειες.
Ο Σοβιετικός (Ουκρανός) συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας Βλαντιμίρ Σαβτσένκο δημοσίευσε Το πέμπτο ταξίδι του Γκιούλιβερ - Το ταξίδι του Λεμουέλ Γκιούλιβερ, πρώτα ιατρού και μετά πλοιάρχου αρκετών πλοίων, στη Γη των Τικιτάκ (ρωσικά: Пятое путешествие Гулливера - Путешествие Лемюэля Гулливера, сначала хирурга, а потом капитана нескольких кораблей, в страну тикитаков‎), μια συνέχεια στο αρχικό έργο, στην οποία ο ρόλος του Γκιούλιβερ ως γιατρού είναι πιο φανερός. Οι Τικιτάκ είναι άνθρωποι που ενίουν τον χυμό ενός ιθαγενούς καρπού για να κάνουν το δέρμα τους διάφανο, καθώς θεωρούν τους ανθρώπους με συνηθισμένο, αδιαφανές δέρμα κρυψίνοες και άσχημους.
Η ταινία κινούμενων σχεδίων του 1965 Τα διαστημικά ταξίδια του Γκιούλιβερ παρουσιάζει ένα γερασμένο Γκιούλιβερ να συμμετέχει σε ένα διαστημικό ταξίδι μαζί με ένα αγόρι, έναν κόρακα, ένα μολυβένιο στρατιωτάκι που μιλά και ένα σκύλο.
Ο Αμερικανός γιατρός Τζων Πωλ Μπρέιντυ (John Paul Brady) δημοσίευσε το 1987 το βιβλίο `Ενα ταξίδι στην Ινισνήφα: Μια αφήγηση από πρώτο χέρι του πέμπτου ταξιδιού του Λεμουέλ Γκιούλιβερ (A Voyage to Inishneefa: A First-hand Account of the Fifth Voyage of Lemuel Gulliver), μια παρωδία της ιρλανδικής ιστορίας με τον τρόπο του Σουίφτ.
Το 1998 ο Αργεντινός συγγραφέας Edgar Brau δημοσίευσε το El último Viaje del capitán Lemuel Gulliver (= Το τελευταίο ταξίδι του Πλοιάρχου Λεμουέλ Γκιούλιβερ), ένα μυθιστόρημα στο οποίο ο ήρωας του Σουίφτ παρουσιάζεται σε ένα φανταστικό πέμπτο ταξίδι, αυτή τη φορά στον ποταμό Λα Πλάτα. Σατιρίζει ήθη και έθιμα της σύγχρονης κοινωνίας, περιλαμβάνοντας τον αθλητισμό, την τηλεόραση, την πολιτική, κ.ά.. Για να δικαιολογήσει την παρωδία, η αφήγηση τοποθετείται χρονικά αμέσως μετά το τελευταίο ταξίδι που έγραψε ο Σουίφτ (για την ακρίβεια στα 1722) και το λογοτεχνικό ύφος του πρωτοτύπου διατηρείται σε ολόκληρη την ιστορία.

Το διήγημα του Φίλιπ Ντικ Prize Ship (1954) αναφέρεται χαλαρά στα Ταξίδια του Γκιούλιβερ
Η κωμική σειρά του ραδιοφώνου του BBC (BBC Radio 4) Brian Gulliver's Travels του Μπιλ Ντερ είναι μία σάτιρα για έναν παρουσιαστή ταξιδιωτικών ντοκιμαντέρ, τον Μπράιαν Γκιούλιβερ, ο οποίος αφηγείται τις περιπέτειές του στην άγνωστη ήπειρο της Κλαφενίας. Τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ ήταν το μοναδικό βιβλίο που διάβασε ο Ντερ όταν ήταν στο πανεπιστήμιο

Εξώφυλλο κόμικ του Lilian Chesney.

Μουσική

Το συγκρότημα Soufferance βάσισε το άλμπουμ του (του 2010) στο βιβλίο και το τιτλοφόρησε Travels Into Several Remote Nations of the Mind


Gulliver's Travels (1939) - Full Movie

Κινηματογράφος, τηλεόραση και ραδιόφωνο

Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ έχουν μεταφερθεί επανειλημμένα στον κινηματογράφο, την τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Κάποιες από τις μεταφορές αυτές είναι:
Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ (1939): Κλασική ταινία του Max Fleischer για τις περιπέτειες του Γκιούλιβερ στη Λιλιπούτ.
Οι τρεις κόσμοι του Γκιούλιβερ (1960): μια χαλαρή προσαρμογή με τον ηθοποιό Κέργουιν Μάθιους και εφέ από τον Ρέι Χαρρυχάουζεν.
Συνηγορία για έναν πρωτάρη δήμιο (1970): Σατιρική ταινία του Τσέχου Pavel Juráček, βασισμένη στο Μέρος Γ των Ταξιδιών, που σατιρίζει έμμεσα την κομμουνιστική Τσεχοσλοβακία κι έτσι «μπήκε στο ράφι» σύντομα μετά την κυκλοφορία της.
Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ (1977): Ταινία με ηθοποιούς και κινούμενα σχέδια με πρωταγωνιστή τον Ρίτσαρντ Χάρις.
Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ (1996): Τηλεοπτική μίνι-σειρά σε 2 μέρη με ειδικά εφέ και πρωταγωνιστές τους Τεντ Ντάνσον και Mary Steenburgen, αλλά και γνωστούς κινηματογραφικούς ηθοποιούς σε μικρούς ρόλους.

Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ (2010): Εκσυγχρονισμένη εκδοχή των περιπετειών του Γκιούλιβερ στη Λιλιπούτ, με πρωταγωνιστή τον Τζακ Μπλακ.
https://el.wikipedia.org/


Στοχασμοί του Τζόναθαν Σουίφτ


❂ Δεν ευθύνομαι μπροστά στον Θεό για τις αμφιβολίες που γεννήθηκαν στην ψυχή μου, γιατί αυτές οι αμφιβολίες είναι η συνέπεια εκείνης της νόησης που ο Ίδιος μου έδωσε.
❂ Ο λόγος που ελάχιστοι γάμοι είναι ευτυχισμένοι οφείλεται στο γεγονός ότι οι γυναίκες περνούν τον καιρό τους πλέκοντας δίχτυα κι όχι φτιάχνοντας κλουβιά
 Έχουμε αρκετή θρησκεία για να μας κάνει να μισούμε, αλλά όχι αρκετή για να μας κάνει να αγαπάμε ο ένας τον άλλον.
❂ Φαίνεται πως η θρησκεία με την ηλικία ξαναμωραίνεται και τώρα όπως και στην παιδική ηλικία χρειάζεται να την τρέφουμε με θαύματα.
❂ Η πιο ελκυστική διασκέδαση των ανδρών, των παιδιών και υπόλοιπων άγριων ζώων είναι ο καυγάς….
❂ Παράξενο αλλά και ολοφάνερο είναι πως οι ποιητές παίρνουν όλη τη δόξα και όχι οι ήρωες τον έργων τους. Θαυμάζουμε περισσότερο τον Όμηρο και Βιργίλιο και όχι τον Αχιλλέα και Έννιο. Με τους ιστορικούς γίνεται το αντίθετο: μας συγκινούν και συναρπάζουν τα γεγονότα και τα πρόσωπα, αλλά οι συγγραφείς μένουν στη σκιά.
❂ Κόμμα: η τρέλα πολλών για το κέρδος ολίγων.
❂ Εάν στους ουρανούς εκτιμούσαν τα πλούτη ως αξία, δε θα τα έδιναν στους παλιάνθρωπους.
❂ Όταν πάνω στη γη εμφανίζεται μια μεγαλοφυΐα, αναγνωρίζεται από το ποσοστό των ξεροκέφαλων που ενώνονται για να την πολεμήσουν.
❂ Οι σοφοί άνθρωποι κρύβουν την εξυπνάδα τους πολύ πιο επιμελώς παρά την ανοησία τους.
❂ Η σάτιρα είναι ένας καθρέφτης που ο καθένας βλέπει οποιοδήποτε πρόσωπο, εκτός από το δικό του.
❂ Η συκοφαντία συνήθως χτυπάει τους άξιους ανθρώπους, όπως τα σκουλήκια ρίχνονται επάνω στα καλύτερα φρούτα.
❂ Εκείνος που ποτέ, σε τίποτα δε βασίζεται, ποτέ δε θα είναι απογοητευμένος.Ο καθένας που μπορεί να φυτρώσει δυο στάχυα εκεί που φύτρωνε μόνο ένα προσέφερε μεγαλύτερη υπηρεσία στην ανθρωπότητα και έχει μεγαλύτερη αξία για τη χώρα του παρά ολόκληρη φάρα των πολιτικών.








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου