Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2016

ΝΥΜΦΑΙΟ ΑΜΥΝΤΑΙΟΥ (Στα δέκα καλύτερα χωριά στην Ευρώπη...) - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΛΜΠΟΥΜ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΓΚΑΝΑ


Το Νυμφαίο (παλαιότερα Νιβέστα ή και Νεβέσκα που στα βλάχικα σημαίνει νύμφη) είναι ορεινός οικισμός (υψόμ. 1.350) που έχει χαρακτηρισθεί «διατηρητέος παραδοσιακός οικισμός. Υπάγεται στο Δήμο Αμυνταίου του Νομού Φλώρινας. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού, στις ανατολικές κλιτείς του όρους Βέρνου, (ανατολικό Βίτσι) σε απόσταση 57 χλμ. από την πόλη της Φλώρινας μέσω του οδικού άξονα Ξινού Νερού. Είναι κτισμένο αμφιθεατρικά σε ένα αλπικό τοπίο που που αφήνει άναυδο τον επισκέπτη. Απέχει περί τα 560χλμ. από την Αθήνα και 182χλμ. -μέσω Εγνατίας Οδού- από την Θεσσαλονίκη. 


Στα τέλη του 19ου αώνα. εδώ ζούσαν περίπου 4.000 κάτοικοι, οι οποίοι διασπείρονταν σε όλα τα σημεία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από το Βελιγράδι μέχρι την Κωνσταντινούπολη και από το Δούναβη μέχρι το Μοριά πουλώντας την πραμάτεια τους (γυναικεία και ανδρικά κοσμήματα, άρματα, εκκλησιαστικά σκεύη και εικόνες κλπ.). Οι χρυσικοί της Νέβεσκας πλούτισαν πολύ κι έτσι γρήγορα επιδόθηκαν επιτυχέστατα στο εμπόριο καπνού σε Ανατολή και Δύση, αλλά και στο εμπόριο βαμβακιού, ιδιαίτερα στην Αίγυπτο.

Το σημερινό Νυμφαίο με το δάσος οξιάς και τα λιθόστρωτα μονοπάτια και τα πετρόκτιστα σπίτια του, παραπέμπει σε έναν ζωντανό πίνακα με γραφικά κτίσματα που κυριαρχούν οι τσίγκινες σκεπές. Τα τελευταία χρόνια με τη συμβολή σημαντικών ατόμων που κατάγονται από το χωριό, όπως ο πρόεδρός του Νικόλαος Μέρτζος και η οικογένεια Μπουτάρη –που κυριολεκτικά το διέσωσαν από την εγκατάλειψη που το χαρακτήριζε μέχρι το 1980- έχει γίνει πόλος έλξης αξιόλογου τουρισμού.
Η σπουδαία πολιτιστική κληρονομιά του χωριού και το μοναδικό φυσικό περιβάλλον ήταν τα θεμέλια πάνω στα οποία χτίστηκαν ή αναστηλώθηκαν τα παραδοσιακά πέτρινα σπίτια του με τις τσίγκινες σκεπές, τα καλντερίμια, οι ξενώνες και τα μαγαζιά του και φυσικά το καταφύγιο του. 
Φωτογραφίζοντας τα πιο σημαντικά κτίσματα του χωριού πιστεύω πως θα μπορέσω να τεκμηριώσω γιατί είναι το Νυμφαίο το πρώτο χωριό στην Ελλάδα και στα δέκα πιο όμορφα στην Ευρώπη...

 Οι ταξιδιωτικοί οδηγοί το παρουσιάζουν ως ένα από τα δέκα ομορφότερα χωριά της Ευρώπης, ενώ στον παγκόσμιο διαγωνισμό της U.N.E.S.C.O. διεκδίκησε το Διεθνές Βραβείο Μελίνα Μερκούρη για την άριστη διαχείριση πολιτιστικού αποθέματος και φυσικού περιβάλλοντος.

 Ο διατηρητέος παραδοσιακός οικισμός περικλείεται από δάσος οξιάς, ενώ τα λιθόστρωτα μονοπάτια και τα πετρόκτιστα σπίτια παραπέμπουν σε εποχές ακμής. Γνώρισε μεγάλη οικονομική άνθηση από το 18ο μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Τα παλιά αρχοντικά έχουν ανακαινιστεί και μετατραπεί σε παραδοσιακούς ξενώνες, φιλόξενα στέκια και καταστήματα με τοπικά προϊόντα. Τα μονοπάτια στο δάσος της οξιάς, το mountain bike ή η ιππασία και μνημεία όπως το Σπίτι των Χρυσικών της Νέβεσκας ( άλλη ονομασία του ), ένα πρόσφατα ανακαινισμένο αρχοντικό όπου λειτουργεί Μουσείο Αργυροχρυσοχοΐας, Λαογραφίας και Ιστορίας ( το χωριό έχει παράδοση στην τέχνη της αργυροχρυσοχοΐας από το 1650 ).

Στην ευρύτερη περιοχή συναντά κανείς πολλά και διάφορα αξιοθέατα όπως το Καταφύγιο της Αρκούδας ( του Αρκτούρου ), τις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα με τα ψαροχώρια αλλά και με πολλά γραφικά ορεινά χωριουδάκια τριγύρω.


  Πρώτη και χαρακτηριστικότερη εικόνα στο χωριό, οι τσίγκινες σκεπές και το τοξωτό ξύλινο γεφυράκι που ενώνει δύο από τα εντυπωσιακότερα αρχοντικά του χωριού.






 Στην περιοχή δραστηριοποιείται η οργάνωση του Αρκτούρου με ένα περιβαλλοντικό κέντρο ενημέρωσης για την καφέ αρκούδα και τον λύκο, ενάμισι χιλιόμετρο έξω από το χωριό. Στις εγκαταστάσεις αυτές φιλοξενούνται 13 αρκούδες, οι οποίες έχουν κατασχεθεί από αρκουδιάρηδες και ζωολογικούς κήπους, και αρκετοί λύκοι, ζώα για τα οποία θεωρείται αδύνατη η επανένταξη τους στο φυσικό περιβάλλον.

Το Περιβαλλοντικό Κέντρο Αρκτούρου που βρίσκεται δέκα λεπτά έξω από το χωριό βαδίζοντας ένα γραφικό πέτρινο μονοπάτι. Εκεί υπάρχει το μικρό ξύλινο περίπτερο του Κέντρου όπου μία ομάδα εθελοντών, οργανώνει τους επισκέπτες σε ομάδες και τους κατευθύνει στα εξήντα περίπου στρέμματα δάσους, μέσα στα οποία ζουν ελεύθερες αλλά προστατευμένες δεκατρείς αρκούδες.




 Σύμφωνα με την «Βίβλο Φιλοξενίας» του χωριού (εκδ. Μίλητος), το Νυμφαίο κατοικήθηκε για πρώτη φορά περί το 1835 από Βλάχους Οδίτες, λατινόφωνους δηλαδή αυτόχθονες Μακεδόνες, οι οποίοι επί 1.400 χρόνια φυλούσαν την γειτονική Εγνατία Οδό και αναγκάστηκαν να καταφύγουν στα απρόσιτα βουνά του Βίτσιου μετά από σκληρές μάχες με τους Οθωμανούς. Η πρώτη ονομασία που έδωσαν στο χωριό ήταν Νιβεάστα, λέξη που μάλλον προέρχεται από την φράση Ni vista που σημαίνει «αόρατο», λόγω της τοποθεσίας του. Οι πολυτάλαντοι και δαιμόνιοι Βλάχοι, υπαγόμενοι μεν στη Βαλιντέ Σουλτάνα (μητέρα του Σουλτάνου), στην οποία πλήρωναν φόρους, παρέμειναν ένοπλοι και αυτοδιοικούμενοι στο χωριό, ενώ μέχρι τον 17ο αιώνα ζούσαν με ληστρικές επιδρομές στα τσιφλίκια του κάμπου.






























Περί το 1630 οι κάτοικοι άρχισαν να επιδίδονται στην ασημουργία και φαίνεται πως η τέχνη τους αυτή παρέμεινε ανθηρή για τουλάχιστον τρεις αιώνες, κάνοντας το Νυμφαίο διάσημο κέντρο αργυροχρυσοχοΐας σε όλη την Μακεδονία. Εκεί γεννήθηκαν και έζησαν βαθύπλουτοι διεθνείς έμποροι καπνού και βαμβακιού, ενώ ταυτόχρονα το χωριό υπήρξε πάντα ορμητήριο όλων των εθνικών αγώνων, αλλά και πατρίδα πολλών αγωνιστών, ευεργετών και επιστημόνων. Κατά την ακμή του, λοιπόν, το χωριό διέθετε υποδειγματικές υποδομές, πυκνή δόμηση και πλούσιο πολιτισμό. Η παρακμή, ωστόσο, ξεκίνησε από το 1930 και μετά, λόγω οικονομικών, κοινωνικών και τεχνολογικών μεταβολών που οδήγησαν στην διάσπαση της τοπικής και ευρύτερης αγοράς, ενώ οι δραματικοί πόλεμοι έως το 1949, σχεδόν ερήμωσαν το χωριό, διώχνοντας τους περισσότερους κατοίκους του στην διασπορά.

 Και ένα τριαντάφυλλο που επιμένει να υποδεχτεί το χειμώνα...



 Νίκειος Σχολή. Πρόκειται για το αρχιτεκτονικό σήμα κατατεθέν του χωριού, το οποίο δεσπόζει ανάμεσα στα πέτρινα σπίτια και είναι δωρεά Ζαν Νίκου το 1928. Το επιβλητικό κτίριο με τα εντυπωσιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία και το τεράστιο πέτρινο καμπαναριό στεγάζει σήμερα το συνεδριακό κέντρο του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ κάποιοι χώροι του κοσμούνται με φωτογραφικό υλικό. Στο κτίριο υπάρχουν μόνιμες εκθέσεις «Η εν Μοναστηρίω κοιμωμένη Ελληνοσύνη» και «Ενθύμια Νυμφαίου.


 Η σπουδαία πολιτιστική κληρονομιά του χωριού και το μοναδικό φυσικό περιβάλλον ήταν τα θεμέλια πάνω στα οποία χτίστηκαν ή αναστηλώθηκαν τα παραδοσιακά πέτρινα σπίτια του με τις τσίγκινες σκεπές, τα καλντερίμια, οι ξενώνες και τα μαγαζιά του και φυσικά το καταφύγιο του Αρκτούρου…Μπορεί επίσης κανείς να θαυμάσει το τριώροφο Μουσείο Αργυροχρυσοχοΐας, Λαογραφίας και Ιστορίας, με την πλούσια συλλογή χειροτεχνιών, παλιών έργων αργοροχρυσοχοΐας, παραδοσιακών φορεσιών αλλά και ιστορικών αρχείων. Τον ναό του προστάτη Αγίου Νικολάου, με τις καμπάνες του 1856 και 1862 από την Κωνσταντινούπολη και την Οδησσό. Επίσης μπορεί κανείς να επισκεφτεί το επιβλητικό Πάρκο Άγριας Φύσης.





















Στην περιοχή έχουν δημιουργηθεί αρκετοί ξενώνες, όμως σχεδόν ποτέ δεν επαρκούν μια και η επισκεψιμότητα είναι μεγάλη. Στο χωριό επίσης υπάρχει και το μισογκρεμισμένο στρατηγείο του Παύλου Μελά, ενώ το παλιό σχολείο του χωριού, η Νίκειος Σχολή, δωρεά του Νυμφαιώτη Ιωάννη Ζαν Νίκου (1875-1930), η οποία δε λειτουργούσε για πολλά χρόνια λόγω έλλειψης μαθητών, αποτελεί πλέον Συνεδριακό κέντρο του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.



















 Τα καταπληκτικό μαγαζάκι του αστικού συνεταιρισμού γυναικών Νυμφαίου «Η Νύμφη», όπου υπάρχουν πάμπολλες θα βρείτε σπιτικές λιχουδιές -γλυκά του κουταλιού, μαρμελάδες, ζυμαρικά και με σπεσιαλιτέ τσουκνιδόπιτες- καθώς και εργόχειρα, κοσμήματα, ξυλόγλυπτα και αναμνηστικά.








 Και ένας άγρυπνος φρουρός!!! Τι άλλο Ελληνικός Ποιμενικός..










ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ - ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ 
ΚΕΙΜΕΝΑ - ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ 










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου