Δεν είμαι κορμί αδηφάγο, λάθος το' χουνε πει,
μόνο δαμάζω τις ορμές, στα πόδια μου σαν φέρνουν
πως είναι γύρω μου, υποτακτικοί, δεν έχουν καν σκεφτεί
και τα παιδιά τους, αγέννητα, στο σώμα μου σαν φέρνουν.
Ζουλάνε, πονάνε, μολεύουν το κορμί
Ζουλάνε, πονάνε, μολεύουν το κορμί
που δώρισε γι' αυτούς η φύση
ότι γι' αυτούς είναι βραδιά, για μένα είναι στιγμή
απώλεσαν, ΑΝ τα δοκάρια είν' αυτοί, εγώ είμαι η χτίση.
Κουβέντα, στη κουβέντα, κάνω ότι με νοιάζει
Κουβέντα, στη κουβέντα, κάνω ότι με νοιάζει
τι κάνει η γυναίκα του και το παιδί που μοιάζει
και του ζητώ τα χρήματα ν' αφήσει στο κομοδίνο,
το ένα από τα πέπλα μου τα εφτά προτού εγώ να λύνω.
Κι έτσι κυλούν οι μέρες , γυναίκες κι αδελφές μου,
Κι έτσι κυλούν οι μέρες , γυναίκες κι αδελφές μου,
σε ξέστρωτο κρεβάτι της ακολασίας,
να πολιορκούν σε μάσκα της κάθε Ασπασίας
πολλοί, μα πάντοτε μικροί, οι έρωτες μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου