Την Αστάθειά σου την έμαθα
όταν Τρέκλιζε η ψυχή σου στο χώρο
Μ’ Εκείνα τα Έκρυθμα πλάνα
του κορμιού σου, Διάσπαρτα,
να ψάχνουν μια βαλτώδη ένωση
Πόναγα σε κάθε σου βήμα
κι αναρωτιόμουν
Πώς Σέρνεις το κουφάρι τούτο
όταν σ’ έβλεπα ν’ ακροβατείς
Ανάμεσα στα Βέλη του Δρόμου
που δείχναν
αριστερά «Zωή»
δεξιά «Θάνατος»
Και πήγαινες κι ερχόσουν,
ατέρμονα, μεσ’ στη Σκοτεινιά
Ζητιανεύοντας
χωρίς να ξέρεις τι
κι εγώ δάκρυζα
γνωρίζοντας πως
δε θα σε δω
ποτέ ‘μέρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου