Η πόρτα κλειδωμένη , τα ρολά κατεβασμένα (φόβος) και συ στέκεσαι ακίνητη στο κρεββάτι, κρατάς την ανάσα σου κι αφουγκράζεσαι.
Τρέμεις , ιδρώνεις , η ζέστη αποπνυκτική.Σαλεύει η κουρτίνα από ένα στιγμιαίο φύσημα του αέρα και πετάγεσαι τρομαγμένη , κλείνεις στα χέρια σου το μουσκεμένο κεφάλι σου και σφαλείς τα βλέφαρα.
Δε θέλεις να βλέπεις , δε θέλεις να φοβάσαι άλλο , θέλεις να τελειώσει το μαρτύριό σου.Απόκαμες τόσο καιρό , θέλεις να γκρεμίσεις , όχι , όχι την πόρτα , άλλα αυτό που είναι πίσω από αυτή ... αυτό που σου στέρησε ζωή , όνειρα , αέρα ... θέλεις να βγεις τρέχοντας , να το προσπεράσεις χωρίς να το κοιτάξεις.
Τυλίγεσαι με το σεντόνι , το νιώθεις σαν ασπίδα πάνω στο σώμα σου και περιμένεις να χαράξει.Κάθε βράδυ ο ίδιος εφιάλτης , κάθε πρωί η ίδια προσμονή.
Θες να ελπίζεις πως το φως της μέρας θα διαλύσει τις σκιές του παρελθόντος και στέκεις εκεί στη γωνιά σου , υπομονετικά , να δεις την πρώτη αχτίδα του ήλιου , ν' αγκιστρωθείς πάνω της και να σε τραβήξει μακριά από τη φυλακή σου , σαν τη πεταλούδα που βγαίνει απ' το κουκούλι της κι ανοίγει τα φτερά της στο λεύτερο πέταγμά της.
..."εφιάλτης"...--Μ.Π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου