Τετάρτη 24 Αυγούστου 2016

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΩΣΤΕΑΣ " Οι παρείσακτοι καθηγητές των αρχαίων …."





-Γνωρίζετε γιατί τα σπίτια έχουν πόρτες ;
-Για να διώχνουμε τους ανεπιθύμητους καθηγητές των Αρχαίων (όχι τους καθηγητές συλλήβδην ή τους φιλολόγους), απάντησε με ιδιαίτερη ευστροφία παιγνιώδης μαθητής μου , στο ερώτημα που ο ίδιος έθεσε.
Λαμβάνοντας τη σκυτάλη του λόγου, θέλησα να χρησιμοποιήσω την ευτράπελη αυτή εμπερία μου απ’ τον στίβο της εκπαίδευσης για να καταδείξω τη σημασία της σημερινής εκδηλώσης. Όχι μόνο ο συγκεκριμένος πραγματικά φέρελπις νους αλλά και πλήθος ομηλίκων του δυσανασχετούν στο άκουσμα και μόνο της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής.
Αλλά και ο καθηγητής Λιαντίνης στο κεφάλαιο «Δάσκαλοι και ποντίκια» των «Ελληνικών» δεν κρυβεται και γράφει χαρακτηριστικά: Στους εκατό θα ανακαλύψεις πως οι ενενήντα τόσοι, τα αρχαία ελληνικά δεν θέλουν ούτε να τ‘ακούσουν. Σήμερα όταν μιλήσεις σε κάποιονε για τα αρχαία ελληνικά, αμέσως θα τον χτυπήσει ναυτία. Μάλιστα παραθέτει πως άκουσε κάποιον έφηβο να αναφωνεί τη φράση «Κύρος ανεβαίνει, Κύρος κατεβαίνει, και γαμώ τους έλληνες και όλους τους δασκάλους».
Αν θέλουμε να αποδώσουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι , δεν πρέπει να καταλογίζουμε την ευθύνη για τη γενικευμένη αυτή απαξίωση- που αγγίζει τα όρια της αποστροφής- στους αρχαίους Έλληνες, στα επιτεύγματα και στα κείμενά τους ( τα οποία αναντίρρητα αποτέλεσαν το κρηπίδωμα πάνω στο οποίο στηρίχθηκε ο αναγεννησιακός homo universalis για να αποτινάξει τα μεσαιωνικά αδιέξοδα και να δώσει νέα ώθηση στις χειμαζόμενες τέχνες και επιστήμες) αλλά στους Νεοέλληνες.
Για να γίνω πιο σαφής, οι αιτιάσεις μου δεν στρέφονται εναντίον των φιλολόγων της Μέσης Εκπαίδευσης που αδίκως βαρύνονται με την «αρά των 318 πατέρων της Α΄Οικουμενικής Συνόδου»- αλλά σε όσους ρυθμίζουν τα της παιδείας στην καθ’ ημάς Ανατολή, σ’ αυτούς που θέλουν τους εκπαιδευτικούς να δασκαλίζουν και όχι να διδάσκουν διαωνίζοντας μια μηχανιστική και φορμαλιστική προσέγγιση των φιλολογικών μαθημάτων.
Εκ πρώτης όψεως , μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η αρνητική προδιάθεση των νέων για την αρχαιογνωσία , έγκειται στο γεγονός ότι τα ψυχρά και δυσνόητα κείμενα που ανθολογούνται στα σχολικά εγχειρίδια του Γυμνασίου -πλήν ελαχίστων εξαιρέσεων- , απέχουν παρασάγγας από την αισθητική και τις ανάγκες των εφήβων. Οι ρίζες της στρέβλωσης αυτής είναι πιο βαθιές και καλό είναι να τις αναζητήσουμε κοιτάζοντας προς τα πίσω.
Εισηγητής της διδακτικής των φιλολογικών μαθημάτων, όπως τη γνωρίζουμε σήμερ,α υπήρξε ο Έλληνας παιδαγωγός και ακαδημαϊκός Νικόλαος Εξαρχόπουλος που ως προς τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής προέκρινε τον διδακτικό φορμαλισμό (έμφαση στη μορφή) και λησμόνησε το διδακτικό υλισμό (έμφαση στο περιεχόμενο). Για την ιστορία αξίζει ν’αναφέρουμε πως ο Εξαρχόπουλος στράφηκε απέναντι στη φωτισμένη κίνηση της ανθρωπιστικής παιδαγωγικής που διαυλοί της ήταν οι Γληνός, Δελμούζος, και Τριανταφυλλίδης και ώθησε στην αυτοκτονία τον λαμπρό φιλόλογο και δάσκαλο Ιωάννη Συκουτρή κατηγορώντας τον ως διαβολέα του ήθους των αρχαίων Ελλήνων. (Διαβάστε οπωσδήποτε την εισαγωγή Συκουτρή στο Πλατωνικό Συμπόσιο)
Ο πολύς για την εποχή του παιδαγωγός- που έφτασε μέχρι και στην προεδρία της Ακαδημίας Αθηνών-, και άλλοι «γλωσσαμύντορες», μεσούσης της Γερμανικής κατοχής, υποκίνησαν τη «Δίκη των τόνων» εναντίον του Ιωάννη Κακριδή. Για το θλιβερό αυτό σύμβαν: ο Σεφέρης στις « Μέρες του ’43 » εξεγείρεται :δεν είναι τσιμπούρια, είναι μύγες του αποπάτου αυτά τα όντα. Ας μην φοτρώνουμε όμως όλα τα κρίματα και τα άγη στη σχολή του Εξαρχόπουλου…
Απ΄τα γεννοφάσκια του ελληνικού κράτους οι Φαναριώτες λόγιοι και ποιητές κατακεραύνωναν τη φυσική γλώσσα του Σολωμού και το γλωσσικό υβρίδιο του Κάλβου και διεκδικούσαν συντηρητικές γλωσσικές θέσεις που έφταναν μέχρι και στην αναβίωση της ιωνικής-αττικής διαλέκτου.

Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από ποίημα του Αλέξανδρου Σούτσου:

Ο Κάλβος και ο Σολωμός, ωδοποιοί μεγάλοι,
κ’ οι δύο παρημέλησαν της γλώσσας μας τα κάλη’
ιδέαι όμως πλούσιαι, πτωχά ενδεδυμέναι
δεν είναι δι’ αιώνιον ζωήν προορισμέναι.

Φευ! Τα όψιμα ελληνικά του Σολωμού (μετά το 1880 εξελίχθηκαν σε πανελλήνιο ποιητικό ιδίωμα) και η άτακτη γλώσσα του Κάλβου (επιβίωσε στις περιπτώσεις Καβάφη, Εμπειρίκου) επικράτησαν . Ο Σολωμός που έγινε εθνικός ποιητής δεν δίστασε να αναφωνήσει «Οὐαί τοῖς ἡττημένοις» και να χλευάσει τους επικριτές του πλάθοντας τη φιγούρα του ημιμαθούς Σοφολογιότατου στον «Διάλογο για τη Γλώσσα». Επιπλέον ποιός μπορεί να λησμονήσει τους πνευματικούς Ηρόστρατους, Κόντο και Μυστριώτη που πρωτοστάτησαν στις εξεγέρσεις των Ευαγγελικών (Νοέμβριος 1901) και των Ορεστειακών (Νοέμβριος 1903);
Οι αναθυμιάσεις από τον πνευματοκτόνο αυτόν κοπρώνα παραμένουν δύσοσμες και ασφυκτικές. Με ιδιαίτερη θλίψη μου θα έγραωα πως η πνιγηρότητα αυτή αντανακλάται και στη διδακτική της αρχαίας ελληνικής γλώσσας μιας και οι τάχα περισπούδαστες κεφαλές που επιμελούνται τα εκπαιδευτικά προγραμμάτα επιμένουν να καθυποτάσσουν το ακαταγώνιστο και άφθαρτο αρχαιοελληνικό κάλλος σ’ ένα ψυχρό σύστημα περίπλοκων γραμματικών και συντακτικών κανόνων, οι οποίοι είναι γραπτό να βυθιστούν στα νάματα της Λήθης μετά την απομάκρυνση απ΄την αίθουσα.
Πρόκειται για μια αδιάλειπτη υπονόμευση της πνευματικής ικμάδας, ένα αέναο ανακάτωμα του πνεύματος των μαθητών με προεξαγγελτικές παραθέσεις, απαρέμφατα του σκοπού, ομοιόπτωτους και ετερώπτωτους προσδιορισμούς και λοιπά δαιμόνια (ειρήσθω εν παρόδω ελάχιστοι γνωρίζουν την αρχική σημασία της λέξης δαίμων, τον λόγο που αυτή φορτίστηκε αρνητικά συν τω χρόνω και ακόμα λιγότεροι δύνανται να ερμηνεύσουν το ηρακλείτειο απόσπασμα «ἦθος ἀνθρώπῳ δαίμων» ).
Αλήθεια,όταν ο μεγαλύτερος χρόνος της κατ’ οίκον μελέτης δαπανάται στην αποστήθιση μιας άχαρης -αντιγραμμένης από ένα σχολικό βοήθημα- μετάφρασης, πως είναι να εφικτό να εμποτιστεί στη συνείδηση του μαθητή που έρχεται σε επαφή με το έργο των αρχαίων Ελλήνων ιστοριογράφων , ο όλεθρος κάθε πολέμου –ιδίως του εμφυλίου- ή το διαχρονικό μήνυμα της σοφόκλειας Αντιγόνης που θέλει τα κούφια διατάγματα του αυταρχικού ηγεμόνα να συντρίβονται από τους νόμους που επιτάσσει η ανθρώπινη συνείδηση;
Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξουμε πως η υπερβολική εστίαση στη μορφή, στις λέξεις, τον τύπο και όχι στην ουσία , το ιδεολογικό υπόβαθρο των κειμένων ,τη μελέτη των συνθηκών που οδήγησαν στη συγγραφή τους ή τον διαχρονικό τους ανίκτυπό, απομάκρυνε το διδασκόμενο αντικείμενο απ’ τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα.
Φρονώ πως ο φιλόλογος στην απέλπιδα προσπάθεια του να φέρει στο φως όσα έχουν κυλιστεί στην αδυσώπητη τάφρο του σκότους, κατέληξε να ζει με τις σκιές και τα φαντάσματα. Αναμφίβολα, η μηχανιστική θέαση του αρχαίου ελληνικού κόσμου καθίσταται επιφανειακή και ακροθιγής. Ο σχολαστικισμός και η τυπολατρία πέραν της εστίασης στο επουσιώδες , στο δευτερεύον, μονάχα σύγχυση δύνανται να κομίσουν στον εγκέφαλο του διδασκομένου. Μετά την ολοκλήρωση των εγκυκλίων σπουδών η σύγχυση αυτή διασπείρεται στην καθημερινή ζωή, έτσι η Ελλάδα κατήντησε ο ουραγός όλων των εθνών.
Εύλογα θα αντιτείνετε πως τα αρχαία ελληνικά κείμενα διδάσκονται σε πλήθος σχολείων και πανεπιστημίων άνα την Ευρώπη και τον κόσμο. Πρέπει να έχουμε κατα νου όμως πως οι απανταχού Ελληνιστές διείδαν την οικουμενικότητα της κλασσικής μας παράδοσης και συνεχίζουν να αντιλαμβάνονται την Αρχαία Ελλάδα σαν έναν ζωντανό οργανισμό αείζωο και αεικίνητο. Κάτω από το ίδιο πρίσμα εκπρόσωποι του νεοελληνικού διαφωτισμού όπως ο Αδαμάντιος Κοραής και ο Δημήτριος Κοραής από τα μέσα του 18ουαιώνα έβλεπαν κριτικά την εμμονή με τη γραμμαστική και το συντακτικό και επέκριναν τον ανιστόρητο θαυμασμό και τον τυφλό μιμητισμό της αρχαιότητας.
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω , συνειδητοποιούμε πως η πολυθρύλητη κατάργηση των αρχαίων ελληνικών δεν είναι η ασφαλέστερη μέθοδος για την καταπολέμηση της γενικευμένης αποστροφής των μαθητών. Η αβασάνιστη, ρηχή και αντιπνευματική πρακτική κατά την οποία «ότι δεν λύνεται κόπτεται» ανενδοίαστα, είναι ίδιον ανευθυνότητας και φυγομαχίας. Ο γκρεμιστής που αδυνατεί να κτίσει , δεν έχει να προσφέρει κάτι περισσότερο από ερείπια. Η εικόνα που λαμβάνουμε απ΄τους μαθητές και τον κοινωνικό μας περίγυρο πρέπει όμως να μας κινητοποιήσει. Ο εξορθολογισμός της διδακτικής των αρχαίων ελληνικών, είναι επιβεβλημένος.
Σ΄αυτό το σημείο, θα ήθελα να σας κοινοποιήσω κάποιες προτάσεις μου για τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής:
- Εισαγωγή μαθήματος της αρχαίας ελληνικής σκέψης, διάκριση αρχαίας ελληνικής γραμματείας σε κατηγορίες: ποίηση (έπος,λυρική ποίηση, δράμα) πεζογραφία (ιστοριογραφία, ρητορική, φιλοσοφία) και υποκατηγορίες:π.χ. δράμα (τραγωδία, κωμωδία, σατιρικό δράμα).Πληροφορίες για τους κυριότερους εκπροσώπους.
- Συνεξέταση πρωτοτύπου κειμένου και δόκιμης μετάφρασης (κοινά σημεία) κατανόηση ότι γλώσσα δεν είναι κάτι αυθαίρετο αλλά ένας ζωντανός οργανισμός που μεταβάλλεται ανάλογα με τις κοινωνικές συνθηκές και τις ανάγκες των ομιλητών της. Νέα ελληνική: εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής (όχι χειρότερη, βάρβαρη γλώσσα).
- Έμφαση στην ετυμολογία (κοινές ρίζες νέας με αρχαία ελληνική γλώσσα) : σήμερα όχι ἀκέομαι-ἀκοῦμαι αλλά πανάκεια, όχι ῥώννυμι αλλά (ρωμαλέος, ρώμη, άρρωστος) -> Δεν είναι νεκρή γλώσσα , είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής γλώσσας.
- Νέα κείμενα πιο προσιτά στην αισθητική των μαθητών που έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με την αρχαία ελληνική (Μύθοι Αισώπου-Λουκιανός).
- Μελέτη συνθηκών που οδήγησαν στη συγγραφή κειμένου – γνώση ιστορικής και κοινωνικής διάστασης της εποχής τους-διαχρονική διάσταση
-Μικρότερη έμφαση σε γραμματική και συντακτικό (υπάρχουν ακόμα και φιλόλογοι που γνωρίζουν ότι ο παρακείμενος του ρ. χαίρω είναι γέγηθα, αλλά αγνοούν τον Επίκουρο και τους κυνικούς φιλοσόφους.
- Διεπιστημονική προσέγγιση (κοινωνιολογία, αρχαιολογία, ιστορία, θεατρολογία,)
Αυτενέργεια –ομαδοσυνεργατική μάθηση

Περιοδολόγηση της ελληνικής γλώσσας: (τα χρονικά πλαίσια είναι καταχρηστικά)
*Πρωτοελληνική γλώσσα: (εώς το 1600π.χ. ) ,όχι μαρτυρίες αλλά τεχνικές επανασύνθεσεις από τη συγκριτική γλωσσολογία

*Μυκηναϊκή ελληνική (1600-1200π.χ. ) γραμμική β΄

*Αρχαία ελληνική (800-323π.χ.) διάλεκτοι : αιολική, αρκαδοκυπριακή, δωρική, ιωνική (αττική)

*Ελληνιστική κοινή (323π/Χ.-5ος αι.μ.Χ. )

*Μεσαιωνική Ελληνική (5ος αι -1453)

*Νέα Ελληνική (1453-)α) διαλεκτική μορφή :διαλέκτοι (ποντιακή, κυπριακή, κρητική τσακωνική, κατωιταλική, καππαδοκική, ρωμανική) και ιδιώματα

β) νέα ελληνική κοινή :καθαρεύουσα (λόγια μορφή) 1830-1976
δημοτική (1976-)


Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω πως από το 1800 περίπου μέχρι σήμερα έχει εκπονηθεί πλήθος εκδόσεων για τους αρχαίους Έλληνες. Οι Νεοέλληνες όμως εξέδωσαν ακόμα περισσότερα έργα για να πουν οι ίδιοι αυτά που ήθελαν να πουν οι αρχαίοι. Τα περισσότερα ήταν ανούσια και απωθητικά.Ο παραμορφωτικός φακός της αρχαιολαγνείας και του άγονου ελληνοκεντρισμού διαστρέβλωσε την αλήθεια. Όσοι βάδισαν στα χώματά μας κατά την αρχαιότητα, δεν έγραψαν, δεν δημιούργησαν, δεν πολέμησαν μοναχά αλλά πρώτα και καλύτερα απ΄όλα έζησαν. Τουτέστιν, η ανάλωση μας στη διδακτική της αρχαίας ελληνικής δεν έχει κανένα νόημα όσο αρνούμαστε να προσεγγίσουμε τον κλασικό τρόπο ζωής.Προσδοκώ να ανατραπεί αυτή η δυχερής εκπαιδευτική πραγματικότητα.

Για να γυρίσει ο ήλιος όμως θέλει δουλειά πολλή

Σας ευχαριστώ πολύ

Κωνσταντίνος Π. Κωστέας

Φιλόλογος


Το παραπάνω κείμενο με κάποιες παραλλαγές εκφωνήθηκε στις 22 Αυγούστου 2016 στο στέκι Πολιτισμού «Μπουκαδούρα»στο Πάρκο του Λιμενικού Καλαμάτας με αφορμή την εκδήλωση: «Αρχαία Ελληνικά : Νεκρή γλώσσα η διδασκαλία τους στο σχολείο; »








1 σχόλιο:

  1. Εξαιρετικο!!οπως διδασκεται το μαθημα στο λυκειο και στη κατευθυνση προαγει την αποστηθιση και τη μηχανικη μαθηση!!δεν σωζεται τιποτε απο μια συντομη ιδεολογικη προσεγγιση!!οι μαθητες το αποστρεφονται.ή στη καλυτερη περιπτωση αναγκαιο κακο!!!!(υλη πανελλαδικων)

    ΑπάντησηΔιαγραφή