ΑΡΧΑΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑ
Για να θυμηθούμε αυτά που οι περισσότεροι έχουν στη μνήμη τους από τα μαθητικά χρόνια και τις σχολικές εκδρομές…
Η Ολυμπία, υπήρξε το πιο δοξασμένο ιερό της αρχαίας Ελλάδας αφιερωμένο στον Δία, πατέρα των θεών και των ανθρώπων. Ήταν ο τόπος διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων οι οποίοι τελούνταν στο πλαίσιο των Ολυμπίων, της πιο σημαντικής εορτής των Ελλήνων κατά το μεγαλύτερο διάστημα της αρχαιότητας. Αντίστοιχες γιορτές ήταν τα Πύθια που διοργανώνονταν προς τιμήν του Απόλλωνος στους Δελφούς, τα Ίσθμια προς τιμήν του Ποσειδώνος στον Ισθμό της Κορίνθου και τα Νέμεα, επίσης προς τιμήν του Διός στο ιερό του στη Νεμέα.
Στην Ολυμπία, εντός του μεγαλοπρεπούς ναού του θεού, βρισκόταν το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Διός, έργο του Φειδία, το οποίο ήταν γνωστό στην αρχαιότητα ως ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου. Η αφετηρία των Ολυμπιακών Αγώνων τοποθετείται στο 776 π.Χ. και τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια. Το 394 μ.Χ. ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α' απαγόρευσε την τέλεσή τους γιατί θεωρούνταν παγανιστικοί. Οι απαρχές της Ολυμπίας είναι ελάχιστα γνωστές. Οι παλαιότερες ενδείξεις ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή, ανάγονται στην 3η χιλιετία π.Χ.
Τον 9ο αιώνα π.Χ. η Ολυμπία ήταν ήδη ένας ιερός τόπος που προσείλκυε πολλούς προσκυνητές. Αυτό το πυκνό ρεύμα των επισκεπτών μαρτυρείται από το μεγάλο πλήθος αναθημάτων που έφταναν στη Ολυμπία όχι μόνο από την γύρω περιοχή αλλά και από τόπους της Πελοποννήσου και Στερεάς Ελλάδας.
Τον 8ο αιώνα η φήμη της Ολυμπίας μεγάλωσε τόσο ώσπου έφτασε μέχρι την Ανατολή και Μεσοποταμία και μέχρι την Δύση και κάτω Ιταλία. Σημαντικότατη τομή στην ιστορία της Ολυμπίας αποτέλεσε το έτος 776 π.Χ. όπου τότε κατά την παράδοση, ο Σπαρτιάτης Λυκούργος, πρέπει να πραγματοποίησε συμφωνία με τον βασιλιά της Ήλιδος, Ίφιτο, για την τέλεση λατρευτικών εορτών στην Ολυμπία. Μέρος της συμφωνίας ήταν ότι κατά τις εορτές θα επικρατούσε εκεχειρία σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Κατά τον 5ο αιώνα, η αίγλη της Ολυμπίας έφτασε σε τέτοιο σημείο, ώστε εκεί να συγκεντρώνονται πολιτικοί, φιλόσοφοι και καλλιτέχνες διότι εκεί έβρισκαν μεγάλο κοινό για την διάδοση των ιδεών τους. Κατά τον 4ο αιώνα, δόθηκε σημασία στην οικοδομική δραστηριότητα για την βελτίωση των εγκαταστάσεων και δημιουργίας χώρων στέγασης των επισκεπτών.
Το 393 μ.Χ. ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α' διέταξε το κλείσιμο όλων των ελληνικών ιερών χωρίς να υπάρχουν πληροφορίες ποιους συγκεκριμένους χώρους εννοούσε. Παρ' όλα αυτά, και τα επόμενα χρόνια ο χώρος παρέμεινε ιδιαίτερα δημοφιλής. Ο χώρος υπέστη αργότερα πολλές καταστροφές από φυσικά αίτια και κατά τον 9ο αιώνα ο χώρος εγκαταλείφθηκε και ερημώθηκε. Με την πάροδο του χρόνου καλύφθηκε πολλά μέτρα κάτω από την γη με την βοήθεια του χειμάρρου Κλαδέου και την διάβρωση του εδάφους του Κρόνιου Λόφου. Η ανακάλυψη του ιερού οφείλεται στον Άγγλο Ρίτσαρντ Τσάντλερ το 1766.
Ο Ερμής του Πραξιτέλη.
Ο Ερμής είναι ο αγγελιαφόρος των θεών στην ελληνική μυθολογία. Ακόμη λειτουργεί ως ψυχοπομπός, οδηγεί δηλαδή τις ψυχές των νεκρών στον Άδη ( Οδύσσεια), αλλά είναι και προστάτης των κλεφτών, των τυχερών παιχνιδιών και του εμπορίου.
Το άγαλμα χρονολογείται από το 343 π.Χ. και είναι κατασκευασμένο από μάρμαρο της Πάρου.
Είναι το μόνο αυθεντικό έργο του Πραξιτέλη που έχει διασωθεί. Βρέθηκε στην Ολυμπία, απείραχτο στο βάθρο του, αρκετά μέτρα κάτω από την γη και έχει ύψος 2.10 μ. Ήταν αφιερωμένο από τους Ηλείους και Αρκάδες στο ιερό Άλτις, για να εορτάσουν την συνθήκη ειρήνης. Αργότερα είχε τοποθετηθεί στον ναό της Ήρας, όπου και ευρέθηκε το 1877 στο σηκό του ναού της Ήρας.
Το έργο, "το διαμάντι της Ολυμπίας", παριστάνει τον Ερμή, τον αγγελιοφόρο των Θεών, με τον μικρό Διόνυσο να προσπαθεί να πάρει κάτι από το χέρι του.
Η ιστορία έχει ως εξής: η Σεμέλη, μητέρα του Διόνυσου, πέθανε από τον τρόμο της, όταν ο Δίας της παρουσιάστηκε με τους κεραυνούς και όλη του την λάμψη, μπροστά της. Ήταν όμως έγκυος και ο Δίας παίρνοντας το βρέφος, το έστειλε στις νύμφες της Κρήτης, με τον Ερμή. Όταν το μωρό άρχισε να κλαίει, ο Ερμής για να το καθησυχάσει, του έδειξε κάποιο γυαλιστερό αντικείμενο.
Αυτήν την σκηνή απεικονίζει το έργο, το οποίο παρουσιάζει τον Ερμή νωθρό, αλλά αρρενωπό, να ακουμπάει στον κορμό ενός δένδρου. Στα χείλια του, τα οποία αφήνουν μία ελαφρά σκιά, διακρίνεται η αρχή ενός χαμόγελου. Η λεπτότητα του στόματος έρχεται σε αντίθεση με την δυνατή του μύτη. Τα μαλλιά του Ερμή είναι άτακτα και κάνουν να φαίνεται το δέρμα του πιο απαλό και πιο λείο. Η απαράμιλλη τέχνη του Πραξιτέλη, στο να αφαιρεί την σκληράδα από το μάρμαρο, κάνοντας το, το ίδιο με την όψη της σάρκας, οφείλεται στην μεγάλη δεξιοτεχνία του, στην χρήση φωτός και σκιάς. Ο Πραξιτέλης για να δώσει ζωντάνια στο άγαλμα, σκοπίμως δεν κρατάει τις αναλογίες. Εάν κανείς το παρατηρήσει από τ' αριστερά, φαίνεται λυπημένο, από τα δεξιά φαίνεται γελαστό, όταν δε το κοιτάξεις από μπροστά, ήρεμο.
Η διαφορά στην έκφραση απο άλλη οπτική γωνία.
Γανυμήδης
Στην Ελληνική Μυθολογία, ο Γανυμήδης ήταν θεοποιημένος μυθικός νέος, περίφημος για την ομορφιά του, από την Τρωάδα. Ήταν πρίγκηπας της Τροίας, γιος του βασιλιά της Τρώα από τη Δαρδανία και της Καλλιρρόης, κόρης του θεού - ποταμού Σκάμανδρου. O Δίας μεταμορφώθηκε σε αετό και αρπάζοντάς τον, τον μετέφερε στον Όλυμπο, όπου του έδωσε αθανασία και έζησε αιώνια εκεί ως οινοχόος των θεών. Ως αποζημίωση, ο Δίας έστειλε τον Ερμή να προσφέρει για λογαριασμό του στον Τρώα, πατέρα του Γανυμήδη, ένα ζευγάρι άλογα γοργοπόδαρα σαν τον άνεμο κι ένα χρυσό κλήμα, έργο του Ηφαίστου.
Τον Γανυμήδη οι αρχαίοι τον ταύτισαν με το θεό των πηγών του Νείλου και τον έκαναν αστερισμό. Είναι ο Υδροχόος του ζωδιακού κύκλου και προσωποποιεί το ανεξάντλητο νερό των σύννεφων που γονιμοποιεί τη γη.
Η γλυπτική τέχνη, η ποίηση, η ζωγραφική και η κωμωδία ασχολήθηκαν με τον μύθο του Γανυμήδη. Σήμερα σώζονται σε διάφορα μουσεία συμπλέγματα με κύριο ήρωα τον Γανυμήδη καθώς και τοιχογραφίες που ανακαλύφθηκαν στην Πομπηία με αυτό το θέμα. Και νεότεροι καλλιτέχνες όπως ο Τιτσιάνο, ο Μιχαήλ Άγγελος και ο Κορρέτζιο ασχολήθηκαν με τον γοητευτικό μύθο της αρπαγής του πανώριου νέου. Το στεφάνι της Δάφνης όπως αναφέρει ο Πεισίστρατος του το παραχώρησε ο Δίας για τις υπηρεσίες που του προσέφερε το όμορφο βοσκόπουλο από την Τροία.
ΝΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΝΔΑΙΟΥ ΠΑΙΩΝΙΟΥ
Το άγαλμα της Νίκης του Παιωνίου είναι αριστούργημα της γλυπτικής τέχνης της αρχαίας Ελλάδας. Βρέθηκε το 1875 στην Ολυμπία από γερμανικές αρχαιολογικές ανασκαφές και εκτίθεται σήμερα στο μουσείο της Ολυμπίας.
Το άγαλμα φέρει σοβαρές φθορές και του λείπουν τμήματα που έχουν χαθεί. Είναι φτιαγμένο από μάρμαρο της Πάρου. Αν και το πρόσωπο δεν έχει βρεθεί, υπάρχει στην Ρώμη ένα μεταγενέστερο αντίγραφο σε καλή κατάσταση, που μας δίνει μια καλή εικόνα της αρχικής μορφής του αγάλματος. Έχει συνολικό ύψος 2,90 μέτρα μέχρι την κορυφή των φτερών, ενώ ήταν τοποθετημένο επάνω σε τριγωνικό κίονα ύψους 9 μέτρων , έτσι, συνολικά το ύψος φτάνει τα 12 μέτρα . Είναι η στιγμή που η Θεά Νίκη κατεβαίνει από τον ουρανό στη γη, σταλμένη από τους θεούς για να φέρει την πολυπόθητη νίκη. Φοράει αραχνοΰφαντο ένδυμα που καλύπτει τους αστραγάλους και στερεώνεται ψηλά στον ένα ώμο, αφήνοντας το ένα στήθος γυμνό. Κρατούσε, σύμφωνα με τη περιγραφή του Παυσανία, κλαδί φοινικιάς με το ένα χέρι και στεφάνι αγριελιάς με το άλλο. Πατάει με την άκρη των δακτύλων του ενός ποδιού στη γη ενώ ετοιμάζεται να ακουμπήσει και το άλλο πόδι. Δίπλα της, καταγής, διακρίνεται το κεφάλι ενός αετού, σύμβολο του Θεού Δία.
Είναι το καλύτερα σωζόμενο έργο του Παιωνίου, ο οποίος θεωρούνταν κορυφαίος γλύπτης της εποχής. Εξ άλλου, είναι το παλαιότερα γνωστό άγαλμα Νίκης, διότι είναι κατά 200 χρόνια περίπου παλαιότερο της άλλης περίφημης Νίκης που βρίσκεται στο Λούβρο. Οι συμμετρικές αναλογίες, η φυσικότητα, η χάρη και η ομορφιά της νεανικής γυναικείας μορφής της Νίκης, κατατάσσουν το έργο αυτό στα μοναδικά και αξεπέραστα έργα της κλασσικής περιόδου.
Το άγαλμα αρχικά βρίσκονταν στημένο πάνω σε ψηλό βάθρο έξω από το Ναό του Δία στην ανατολική του πλευρά. Ακόμα και σήμερα είναι ορατό το τριγωνικό βάθρο που έχει αποκατασταθεί και διατηρείται στο ένα τρίτο του αρχικού του ύψους. Φέρει ευανάγνωστα την επιγραφή: Μεσσάνιοι και Ναυπάκτιοι ανέθεν Διί Ολυμπίω δεκάταν από των πολεμίων. Παιώνιος εποίησε Μενδαίος και τακρωτήρια ποιών επί τον ναόν ενίκα. Δηλαδή: Οι Μεσσήνιοι και οι Ναυπάκτιοι το αφιέρωσαν στον Ολύμπιο Δία ως δέκατο από τα λάφυρα που έλαβαν από τους εχθρούς. Το έφτιαξε ο Παιώνιος από τη Μένδη( στη Χαλκιδική), που έφτιαξε και τα ακρωτήρια του ναού για τα οποία κέρδισε σε διαγωνισμό. Ο Παυσανίας[1] λέει ότι οι Μεσσήνιοι έστησαν το αφιέρωμα αυτό, για να δοξάσουν τη νίκη τους επί των Λακεδαιμονίων. Να τονίσουμε πως το όνομα των ηττημένων (Λακεδαιμόνιοι) δεν δηλώνεται στο βάθρο,αλλά σίγουρα κάθε επισκέπτης από τη πόλη της Σπάρτης θα ένοιωθε αμηχανία και ντροπή μπροστά στο μνημείο αυτό της σπαρτιατικής ήττας. Χρονολογείται γύρω στα 421 π.Χ. και εντάσσεται στα γεγονότα του Πελοποννησιακού πολέμου. Το καλλιτεχνικό στιλ του αγάλματος έχει ομοιότητες με τα ακρωτήρια σε έναν ναό στην Δήλο και τα αγάλματα του μνημείου των Νηρηίδων που φτιάχτηκαν την ίδια εποχή.
Στάδιο
Το στάδιο της Ολυμπίας είναι ο χώρος όπου τελούνταν οι αρχαίοι Ολυμπιακοί Αγώνες αλλά και τα Ηραία, αγώνες γυναικών προς τιμήν της Ήρας. Βρίσκεται ανατολικά της Άλτεως, ακριβώς έξω από τη βορειοανατολική γωνία του ιερού περιβόλου, αλλά η θέση του δεν ήταν η ίδια στους πρώτους αιώνες τέλεσης των αγώνων. Πριν από τον 6ο αι. π.Χ. το αγώνισμα του σταδίου δρόμου γινόταν σε έναν επίπεδο χώρο, χωρίς κανονικά πρανή, κατά μήκος του ανδήρου των θησαυρών, στα ανατολικά του μεγάλου βωμού του Δία
Ο στίβος του σταδίου έχει μήκος 212,54 μ. και πλάτος 30 περίπου μ. Η απόσταση ανάμεσα στις δύο λίθινες βαλβίδες, που σηματοδοτούν τις αφέσεις, είναι 192,27 μ. , δηλαδή ένα ολυμπιακό στάδιο ή 600 ολυμπιακά πόδια (1 πους=32,04 εκ.). Στο νότιο πρανές του σταδίου υπάρχει η εξέδρα των Ελλανοδικών και απέναντι, στο βόρειο πρανές, ο βωμός της Δήμητρας Χαμύνης, όπου καθόταν η ιέρεια της θεάς, η μοναδική γυναίκα που επιτρεπόταν να παρακολουθήσει τους αγώνες
Το στάδιο ήταν μονάδα μέτρησης μήκους την οποία χρησιμοποιούσαν οι Αρχαίοι Έλληνες, ίση με το μήκος ενός αθλητικού σταδίου (600 πόδια ) και που αντιστοιχούσε σε μήκος 185,15 μέτρων .
Η είσοδος στο στάδιο ήταν μόνο για τους επίτροπους, τους αθλητές και τους ήρωες. Το στάδιο είχε χωρητικότητα 45.000 θεατών. Στην μια πλευρά ήταν κτισμένο επάνω στην φυσική πλαγιά του λόφου. Στην άλλη πλευρά είχε χτιστεί ύψωμα για να εξυπηρετήσει την απαραίτητη κλίση.
Φιλιππείο
Το Φιλιππείο είναι το μοναδικό κυκλικό οικοδόμημα της Άλτεως και ένα από τα ωραιότερα δείγματα της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής. Είναι κτισμένο σε περίοπτη θέση μέσα στον ιερό περίβολο, στα δυτικά του ναού της Ήρας. Αφιερώθηκε στο ιερό του Δία από το Φίλιππο Β΄, βασιλιά της Μακεδονίας, μετά τη νίκη του στη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ. και αποδεικνύει τη μεγάλη πολιτική σημασία που είχε το ιερό εκείνη την εποχή. Μετά το θάνατο του Φιλίππου, το 336 π.Χ., η κατασκευή του μνημείου αποπερατώθηκε από το γιο του, τον Μ. Αλέξανδρο, ο οποίος πρόσθεσε στο εσωτερικό και τα αγάλματα των μελών της οικογένειάς του, έργα του περίφημου γλύπτη Λεωχάρη. Το μνημείο, εκτός από αναθηματικό χαρακτήρα είχε και λατρευτικό, αφού χρησιμοποιήθηκε για τη λατρεία της ωραιοποιημένης βασιλικής οικογένειας των Μακεδόνων
Το Φιλιππείο ήταν όμορφο και ιδιαίτερα κομψό οικοδόμημα. Πάνω σε κυκλική μαρμάρινη κρηπίδα με τρία σκαλοπάτια, υψώνονταν δεκαοκτώ ιωνικοί κίονες, οι οποίοι στήριζαν πώρινο ιωνικό θριγκό. Η στέγη ήταν καλυμμένη με μαρμάρινα κεραμίδια και η κορυφή της κατέληγε σε χάλκινο κάλυκα παπαρούνας. Ο σηκός ήταν κτισμένος από ορθογώνιους πωρόλιθους, οι οποίοι στο εσωτερικό του μνημείου έφεραν ερυθρωπό επίχρισμα, με χρωματισμένους λευκούς αρμούς. Αυτό έδινε την εντύπωση ότι εσωτερικά οι τοίχοι ήταν κτισμένοι με πήλινα ψημένα τούβλα και αυτή την εικόνα κατέγραψε και ο περιηγητής Παυσανίας (5.20.9), που είδε το μνημείο το 2ο αι. μ.Χ.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ : ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ
Πηγή πληροφοριών https://el.wikipedia.org/
Εξαιρετική δουλειά!!!!!!! Συγχαρητήρια !!!!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή