Από το πρωί ανασαίνω χρώμα βαθύ πορτοκαλί και λουλούδια νεραντζιάς . Έτσι περνάω τα γεφύρια της μνήμης , τοξωτά σαν της ψυχής μου τις χορδές που κάθε Απρίλη πάλλονται . Ευωδιάζει η γειτονιά παυσίλυπα άνθη .
Μυρίζω Πάσχα ανακατεμένο με τη μυρωδιά του πατέρα και τη βαθιά του φωνή που μου εξηγούσε τα πάντα ρωτώντας , ποτέ απαντώντας .
Από το πρωί οι νεραντζιές δε λένε να σωπάσουν . Με γυρίζουν πίσω στην ανοιξιάτικη γειτονιά , παιδί με εκείνα τα μπεζ παπούτσια του νονού, που μόνο μια φορά φόρεσα στην Ανάσταση κι ήταν τόσο στενά που , ενώ όλοι χαρούμενοι έψαλλαν το Χριστός Ανέστη , εγώ σχεδόν έκλαιγα από τον πόνο . Κι ας μύριζαν εκείνες .
Τα μικρά άνθη τους τα έκοβα από τα χαμηλά κλαδιά , τα έτριβα στα δάχτυλά μου κι αυτά άφηναν μια μυρωδιά που μου έφερνε δάκρυα στα μάτια .
- Τι είναι αγάπη , μπαμπά ;
- Πώς σε κοιτάω εγώ τώρα ;
- Τι είναι μοναξιά ;
- Πώς ήμουν εγώ πριν από σένα ;
- Θα μ’ αγαπάς για πάντα ;
- Νομίζεις πως μπορώ να μη σ’ αγαπώ ;
Τρύπωνε η μυρωδιά από τις γρίλιες στα παράθυρα κι εγώ μικρή πλησίαζα τη μύτη μου κι έπαιρνα βαθιές αναπνοές . Όπως εκείνο τον Απρίλη που σαν να φύτρωναν άοσμα τα ανθάκια της νεραντζιας στη γειτονιά . Μάταια ανάσαινα. Εκείνα μοσχοβολούσανε ζωή κι αναμνήσεις και βόλτες και εκείνες τις ατέλειωτες συζητήσεις των ερωτήσεων . Ο πατέρας δε θυμόταν , ρωτουσε όχι για να μου απαντήσει όπως παλιά , αλλά με απορια και αγωνία.Ρουφουσα κι εγώ τον αέρα αχόρταγα αλλά μάταια .Αφού εκείνος ζούσε χωρίς μνήμες, οι νεραντζιές έγιναν και για μένα νεκρή φύση .
Νομιζω πως χάθηκε σε κάποια βόλτα μας . Μεγάλωσα βλέπεις και δεν του κρατούσα το χέρι . Τον είχα αφήσει μόνο να περπατάει και χάθηκε . Γύρισε μονο το σώμα του .
Το μυαλό του βρήκε την πιο όμορφη νεραντζιά του Απρίλη κι έγινε άσπρο ανθάκι.
- Μπαμπά , γιατί δεν ευωδιάζουν πια τα άνθη της νεραντζιάς ;
- ´Εχει άρωμα ο αποχωρισμός ;
Φωτογραφία
Από Ανώνυμος Βικιπαιδιστής - Έργο αυτού που το ανεβάζει, CC BY 3.0,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου