Πριν από λίγες ημέρες, την Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2018, αναχώρησε για το τελευταίο του ταξίδι το μοναδικό ψαροκάικο που είχε απομείνει στο χωριό μας, την Παλιόχωρα Αβίας. Πρωί-πρωί, η γαΐτα «Άγιος Κωνσταντίνος» του καπετάν-Γιώργη Κουκούτση, σαλπάρισε για τελευταία φορά από την Παλιόχωρα. Καβατζάρισε το βορινό κάβο, μα αυτή τη φορά δεν κατευθύνθηκε προς τα ανοιχτά για το καθημερινό ψάρεμα. Χάραξε ρότα για την Καλαμάτα. Άλλο ένα θύμα της επιδοτούμενης από την Ευρωπαϊκή Ένωση απόσυρσης των παλιών σκαριών, έπαιρνε το δρόμο για το διαλυτήριο σκαφών.
20 Σεπτ. 2018. Λίγο πριν από το τελευταίο ταξίδι
20 Σεπτ. 2018.
Τελευταίος απόπλους από την Παλιόχωρα
Ήταν σε όλους γνωστό πως πλησίαζε η ημέρα της οριστικής απόσυρσης, καθώς έληγε η σχετική προθεσμία, αλλά κανείς δεν ήθελε να το πιστέψει. Και φυσικά άλλο είναι να το ξέρεις κι άλλο να το βλέπεις να συμβαίνει. Καθώς την αντίκριζα από το μπαλκόνι του πατρικού μου σπιτιού να απομακρύνεται σιγά-σιγά και η φιγούρα της, με τον καπετάνιο όρθιο στην πρύμνη, να μικραίνει και να σβήνει στον ορίζοντα, ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλό μου. Συνειδητοποίησα ξαφνικά πως η γνώριμη εικόνα που αντίκριζα κάθε πρωί αποτελούσε πλέον ανάμνηση.
2006. Ο καπετάν-Γιώργης πάνω στη βάρκα
Καλοκαίρι 2006.
Η βάρκα του καπετάνιου, που επί δεκαετίες άραζε αρόδου και αποτελούσε το απαραίτητο ντεκόρ κάθε φωτογραφίας της Παλιόχωρας, δεν υπάρχει πλέον. Γερό σκαρί, είχε ακόμα κάμποσα χρόνια ζωής, αλλά οι ευρωπαϊκές νόρμες άλλα ορίζουν. Δυστυχώς, η εξ Εσπερίας ορθολογιστική σκέψη μετρά μόνο τα χρηματικά οφέλη. Η γραφειοκρατική-λογιστική αντιμετώπιση της κοινωνίας ισοπεδώνει συναισθήματα, διαγράφει τοπικά σύμβολα, σβήνει παραδοσιακές συνήθειες.
Σεπτέμβριος 2018
Το σκάφος ήταν ηλικίας 44 ετών, μας είπε ο Γιώργης Κουκούτσης, χτισμένο σε καρνάγιο της Κοιλάδας Αργολίδας. Ο ίδιος το κατείχε 32 χρόνια, καθώς το είχε αγοράσει από δεύτερο χέρι. Πριν από αυτό είχε κι άλλα καΐκια, ξεκινώντας το 1964 με ένα ιστιοφόρο πάσαρο, με κουπιά, χωρίς μηχανή. Αλλά εκείνα τα χρόνια οι ψαρόβαρκες στην Παλιόχωρα ήταν πολλές. Σιγά-σιγά λιγόστεψαν, χωρίς να μας κάνει εντύπωση, διότι πάντα υπήρχαν διάδοχοι. Όμως, τις τελευταίες δεκαετίες είχε απομείνει ο μοναδικός ψαράς της παραλίας μας. Ήταν το σήμα κατατεθέν του χωριού. Όχι μόνο για τις αναμνηστικές φωτογραφίες. Αλλά και ως τροφοδότης με ολόφρεσκο ψάρι των παραθεριστών αλλά και των εστιατορίων της περιοχής.
μοτίβο στον ορίζοντα της Παλιόχωρας.
Όλοι γνώριζαν τις ώρες του, το σούρουπο όταν αναχωρούσε για να ρίξει τα δίχτυα και το πρωί όταν πήγαινε να τα σηκώσει. Αν δεν εμφανιζόταν, αναρωτιόμασταν το λόγο, μήπως είχε προβλέψει κάποια κακοκαιρία ή συνέβαινε κάτι άλλο. Οι περιστασιακοί, θερινοί, ερασιτέχνες βαρκάρηδες, κυρίως παραθεριστές, παρακολουθούσαν το αγκυροβόλιό του και προσάρμοζαν τα δικά τους. Το καΐκι του οριοθετούσε το θαλάσσιο χώρο στον κόλπο της Παλιόχωρας και αποτελούσε το σύνορο ανάμεσα στο χώρο κολύμβησης και στο ανοιχτό πέλαγος. Μετά το σκάφος του καπετάνιου, στα βαθύτερα νερά, μόνο τολμηροί και καλοί κολυμβητές ξανοίγονταν. Άσε που τα τελευταία χρόνια, με τα κάθε λογής ταχύπλοα που αλωνίζουν τον κόλπο, το κολύμπι στα ανοιχτά είναι ριψοκίνδυνη υπόθεση.
1980: Ο "Άγ. Βασίλειος",
το προηγούμενο καΐκι του Γ. Κουκούτση.
Έστρεψα τη ματιά μου στον ορίζοντα, προς την Καλαμάτα. Μια μικροσκοπική κουκίδα πάνω στο γαλάζιο πέλαγο που ολοένα απομακρυνόταν, δεν θύμιζε σε τίποτα το ολοζώντανο πλεούμενο που αντίκριζα μέχρι πριν από λίγα λεπτά. Προς στιγμήν ο Μεσσηνιακός κόλπος φάνταξε στο μυαλό μου σαν άλλη Αχερουσία λίμνη που οδηγούσε τις μελλοθάνατες ψαρόβαρκες στον Άδη των παραδοσιακών σκαφών. Έκλεισα τα μάτια και θυμήθηκα παλιές στιγμές. Στιγμές που πλέον είναι καταδικασμένες να μείνουν φυλακισμένες ισόβια στη μνήμη όσων τις έζησαν. Και καθώς ο ένας μετά τον άλλον θα αναχωρούμε, θα σβήνουν μαζί μας, καθώς τίποτα δεν μπορεί να ξαναζωντανέψει τις αναμνήσεις.
1982. Το παλιό καΐκι "Αγ. Βασίλειος"
αραγμένο στον πόντη.
Θυμήθηκα, λοιπόν, ...
... τότε που ο καπετάνιος άραζε τη βάρκα του στον πόντη και έβγαινε με την κασέλα του γεμάτη ψάρια.
... τότε που διαγωνιζόμαστε ποιος θα κολυμπήσει πιο γρήγορα ως την αραγμένη στα βαθιά βάρκα του, και μετά ο νικητής καμάρωνε λες και είχε κατακτήσει το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο.
... τότε που ανεβαίναμε στο καΐκι του και ρίχναμε βουτιές στα κρυφά, γιατί δικαιολογημένα φώναζε όταν μας έπαιρνε χαμπάρι.
... τότε που με είχε πάρει μαζί του σε ένα παραγάδι και ανέβαιναν δυο-δυο οι σφυρίδες σε μια σπάνια ημέρα αλιευτικής αφθονίας.
... τότε που είχε επιστρέψει από ένα πολυήμερο ταξίδι με ένα σκυλόψαρο μεγαλύτερο από τη βάρκα που το ξάπλωσε πάνω στον πόντη και το χαζεύαμε σαν εξωτικό τέρας.
... τότε, Μάιος του 2004 ήταν, που ένα καταστροφικό μπουρίνι είχε σαρώσει τις ακτές και μεταξύ άλλων είχε καταπιεί και το ψαροκάικο του καπετάν-Γιώργη, την αγωνία όλων μέχρι να ξαναβρεθεί και τη χαρά που νιώσαμε, όταν το εντόπισε μια τράτα και ανασύρθηκε από το βυθό σχεδόν ακέραιο.
... τότε που έτρεχαν οι νοικοκυρές, σαν τον έβλεπαν να βγαίνει με γεμάτη την κασέλα, και πριν ακόμα την ξεσκεπάσει, παράγγελναν για να προλάβουν κι εκείνος προσπαθούσε να τις εξυπηρετήσει όλες.
... τότε που, σαν τέλειωνε με την παλάντζα και τα ζυγίσματα, έβαζε τα αποδιαλεγούδια σε κοινό μεζέ για το κρασί με την παρέα στο καφενείο.
Θυμήθηκα... τι να πρωτοθυμηθεί κανείς. Χωράει μια ζωή σε λίγες αναμνήσεις; Άραγε υπάρχει τρόπος να μεταφερθούν αυτές οι μνήμες στους εγκεφάλους των σχεδιαστών της ζωής μας στις Βρυξέλες, πριν αποφασίσουν για κάθε μέτρο που βελτιώνει τους οικονομικούς δείκτες αλλά φτωχαίνει τις ζωές μας;
Θοδωρής Μπελίτσος
Παλιόχωρα, 22 Σεπτέμβρη 2018.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ http://belitsosquarks.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου