Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

Μικελάντζελο Αντονιόνι ( 29 Σεπτεμβρίου 1912 - 30 Ιουλίου 2007 )


Ο Μικελάντζελο Αντονιόνι (Michelangelo Antonioni, 29 Σεπτεμβρίου 1912 - 30 Ιουλίου 2007) ήταν Ιταλός σκηνοθέτης και παραγωγός του κινηματογράφου. Οι ταινίες του διακρίνονται για την ιδιαίτερη αισθητική τους προσέγγιση, δίνοντας έμφαση στους χαρακτήρες. Ανήκε ιδεολογικά στο χώρο της Αριστεράς, χωρίς όμως να είναι στρατευμένος, κρίνοντας αντικειμενικά κάθε κατάσταση, κάτι που φανερώνει ένα ειλικρινές (χωρίς ωραιοποιήσεις) ντοκιμαντέρ του για τον Μάο Τσετούνγκ.

Γεννήθηκε στη Φεράρα, στις 29 Σεπτεμβρίου 1912. Σπούδασε οικονομικά και αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο της Μπολόνια. Το 1939 ξεκίνησε σπουδές κινηματογράφου στη Ρώμη, στο Centro Sperimentale Di Cinematografia της Σινετσιττά. Εκεί συνάντησε μερικούς από τους καλλιτέχνες με τους οποίους συνεργάστηκε αργότερα, όπως τον Ρομπέρτο Ροσελίνι. Από το 1942 μέχρι και το 1952 συνεργάστηκε σε πέντε ταινίες ως σεναριογράφος, μαζί με τον Ρομπέρτο Ροσελίνι, τον Σάντις, τον Φελίνι και άλλους.
Πέθανε στις 30 Ιουλίου 2007

Επιλεγμένες ταινίες

Χρονικό μιας αγάπης (1950)
Κραυγή (1957)
Η Περιπέτεια (L'Avventura, 1960)
Η Νύχτα (La Notte, 1961). "Ποτέ έως σήμερα στον κινηματογράφο δεν διερευνήθηκε η ψυχολογία ενός ζευγαριού με μεγαλύτερη σχολαστικότητα και εντιμότητα", έγραψαν οι κριτικοί για τη Νύχτα, ταινία-σταθμό στον ευρωπαϊκό κινηματογράφο, που τιμήθηκε με τη Χρυσή Άρκτο του Φεστιβάλ Βερολίνου. Η Ζαν Μορό και ο Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι σε ρεσιτάλ ερμηνείας.
Η Έκλειψη (1962). Το Φεστιβάλ των Καννών του 1962 αγνόησε την ταινία.
Κόκκινη Έρημος (1964)
Blowup (1966). Χρυσός Φοίνικας στο Φεστιβάλ των Καννών.
Ζαμπρίσκυ Πόιντ (1970)
Επάγγελμα Ρεπόρτερ (1975)
Η ταυτότητα μιας γυναίκας (1982)
✦    ✦    ✦    ✦

Συγκαταλέγεται στους πρωτοπόρους του σύγχρονου κινηματογράφου και στη γενιά των κινηματογραφιστών που χρησιμοποίησαν την κάμερα ως «ανατομικό νυστέρι» στο «σώμα» - ή μήπως «πτώμα»; - των παρακμασμένων αξιών της αστικής τάξης, αναδεικνύοντας τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις της. Ο Αντονιόνι γεννήθηκε στις 29 Σεπτέμβρη 1912 στη Φεράρα Εμίλια Ρομάνα. Αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και ξεκίνησε το 1940 σπουδές κινηματογράφου στη Ρώμη, στο Centro Sperimentale Di Cinematografia, της Τσινετσιτά. Εκεί συνάντησε καλλιτέχνες με τους οποίους συνεργάστηκε αργότερα, όπως ο Ρομπέρτο Ροσελίνι.

Οπως και ο Μπέργκμαν, ο Αντονιόνι ξεκίνησε με τη συγγραφή σεναρίων, αλλά ασχολήθηκε επιπλέον και με την κριτική κινηματογράφου. Κινηματογραφικά ξεκίνησε γυρίζοντας ντοκιμαντέρ και από το 1950 μεγάλου μήκους ταινίες, με πρώτη «Το χρονικό ενός έρωτα», με την οποία, όπως σημειώνει ο Γ. Μπακογιαννόπουλος, απομακρύνεται από την κυρίαρχη, τότε, στην Ιταλία, αισθητική τάση του νεορεαλισμού και ασχολείται με την ψυχανάλυση των μεγαλοαστών του Μιλάνου, με «πρόσχημα» ένα αστυνομικό δράμα. Ουσιαστικά ο Αντονιόνι, μαζί με τον Φελίνι, οδήγησε τον ιταλικό κινηματογράφο στο επόμενο από τον κοινωνικό νεορεαλισμό αισθητικό στάδιο.

Ο λυρισμός και η προσωπική κινηματογραφική αισθητική του θα εμφανιστούν ολοκληρωμένα με την ταινία «Κραυγή» (1957) και πολύ σύντομα θα καθιερωθεί στην παγκόσμια κινηματογραφική πρωτοπορία της εποχής με την τριλογία: «Η περιπέτεια» (1960), «Η νύχτα» (1961) και «Η έκλειψη» (1962). Μεταξύ των 20 ταινιών του σε 60 χρόνια δημιουργικής πορείας ξεχωρίζουν πολλές που άφησαν, επίσης, το σημάδι τους στην ιστορία του κινηματογράφου, όπως «Blow Up», «Επάγγελμα Ρεπόρτερ», «Ζαμπρίσκι Πόιντ» κ.ά.

Το 1985 λόγω εγκεφαλικού έμεινε μερικώς παράλυτος και χωρίς ομιλία. Συμπτωματικά, αυτό συνέβη δύο χρόνια πριν την απόφαση του Μπέργκμαν να μην ξαναγυρίσει ταινίες. Επίσης, συμπτωματικά και οι δύο δημιουργοί επανήλθαν στο σινεμά περίπου την ίδια περίοδο, ο Μπέργκμαν το 2003 με το «Σάραμπαντ» και ο Αντονιόνι, με τη γλώσσα των νευμάτων και τη βοήθεια του Βιμ Βέντερς, γύρισε το 1996 το «Πέρα από τα σύννεφα» και με την αυγή του 21ου αιώνα σχεδίαζε ντοκιμαντέρ για τον κορυφαίο της ιταλικής Αναγέννησης Μιχαήλ Αγγελο. Στις βραβεύσεις του συγκαταλέγονται «Χρυσός Λέοντας» του Φεστιβάλ Βενετίας για την «Κόκκινη Ερημο» (1964), «Χρυσός Φοίνικας» του Φεστιβάλ Κανών για το «Μπλόου Απ» (1967), Ειδικό Βραβείο του Φεστιβάλ Κανών για την «Ταυτότητα μιας γυναίκας» (1982), «Οσκαρ» για το σύνολο της κινηματογραφικής του δημιουργίας (1995), «Χρυσός Λέων» του Φεστιβάλ Βενετίας (1997).

✦    ✦    ✦    ✦


Η τετραλογία του Μικελάντζελο Αντονιόνι

του Ανδρέα Παγουλάτου

«Οι ταινίες γεννιόνται μέσα μου όπως τα ποιήματα στην καρδιά ενός ποιητή (δεν θέλω να περάσω για ποιητής, δεν κάνω παρά μια σύγκριση). Λέξεις, εικόνες, έννοιες επιβάλλονται στο μυαλό, όλα ανακατεύονται και καταλήγουν στο ποίημα. Το ίδιο συμβαίνει, νομίζω, και για τις ταινίες. Ό,τι διαβάζουμε, αισθανόμαστε, σκεφτόμαστε, βλέπουμε, συγκεκριμενοποιείται σε εικόνες μια δεδομένη στιγμή, κι από αυτές τις εικόνες γεννιόνται οι αφηγήσεις (1)»

Ο κινηματογράφος του Μικελάντζελο Αντονιόνι/ Michelangelo Antonioniαποτελεί το ακριβώς αντίθετο ενός κινηματογράφου όπου οι εικόνες παρασύρουν εύκολα, σαν χιονοστιβάδες, άλλες εικόνες, όπου οι ίδιες, πανομοιότυπες καταστάσεις καθορίζουν την αφήγηση τυποποιημένων ιστοριών με τους ανάλογους συμβατικούς διαλόγους. Εντελώς διαφορετικός αισθητικά και ιδεολογικά από τον αμερικάνικο εμπορικό κινηματογράφο, που κυριαρχεί στην εποχή του, αλλά και σήμερα. Ο Αντονιόνι τον «απορρίπτει», κυρίως με το ίδιο του το έργο.
Σε διάφορα κείμενα και συνεντεύξεις του, επίσης, μιλώντας για τις ταινίες του, έμμεσα αλλά διεισδυτικά, μοιάζει να αναλύει τους βαθύτερους λόγους που το κατεστημένο αυτό πρότυπο καταφέρνει και επικρατεί. Χρησιμοποιώντας μεθοδευμένα διάφορες παραλλαγές από παγιωμένες ψυχολογικές πτώσεις, μεταπτώσεις των πρωταγωνιστών, για να πετύχει τη συγκινησιακή φόρτιση και την ταύτιση ενός, όσο γίνεται πιο πολυάριθμου και μαζικού, κοινού μαζί τους. Βασίζοντας την επιτυχία του σε μια συνεχή και με όλα τα μέσα διαφήμιση, που παραπλανά μεγάλα στρώματα του πληθυσμού με την «αρετή» της ρεαλιστικής, δήθεν, πιστότητας στα αδιάπτωτου ενδιαφέροντος αμετακίνητα μυθικά αρχέτυπα, με την κωδικοποιημένη σειρά από εντάσεις, συγκρούσεις και κορυφώσεις, τα ίδια πάντα στερεότυπα συναισθήματα και τις αντιλήψεις. Γράφει, πολύ ενδεικτικά, ο Αντονιόνι: «Από τη γέννησή του και μετά, ο άνθρωπος βρίσκεται αμέσως επιβαρυμένος από μια αποσκευή συναισθημάτων. Δεν λέω παλαιά ή ξεπερασμένα, αλλά εντελώς ακατάλληλα, που τον ορίζουν, χωρίς να τον βοηθούν, του γίνονται εμπόδια, χωρίς ποτέ να του δείχνουν μια διέξοδο. Κι ωστόσο, ο άνθρωπος δεν πέτυχε, φαίνεται, να ξεφορτωθεί αυτήν την κληρονομιά. Ενεργεί, μισεί, υποφέρει, ωθούμενος από δυνάμεις και ηθικούς μύθους που ανήκουν στην εποχή του Ομήρου, πράγμα παράλογο, των καιρών μας, την παραμονή των ταξιδιών στο φεγγάρι. Αλλά έτσι έχουν τα πράγματα (2)». «Η ταινία μου», γράφει στο ίδιο κείμενο, που αναφέρεται στην Περιπέτεια, «δεν είναι ούτε μια καταγγελία, ούτε ένα κήρυγμα. Είναι μια ιστορία που διηγούμαι με εικόνες και εύχομαι να μπορέσουν να δουν μέσα της όχι τη γέννηση ενός συναισθήματος που ξεγελάει, αλλά τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να ξεγελιόμαστε στα συναισθήματα. Γιατί, το επαναλαμβάνω, χρησιμοποιούμε μια γερασμένη ηθική, ξεπερασμένους μύθους, παλαιές συμβάσεις. Κι αυτό τελείως συνειδητά. Γιατί σεβόμαστε μια τέτοια ηθική;»


Στις τέσσερις ταινίες που απαρτίζουν την πρωτοποριακή τετραλογία του -Η περιπέτεια/ L'avventura (1960), Η νύχτα/ La Notte (1961), Η έκλειψη/ L' eclisse (1962), Η κόκκινη έρημος/ Il deserto rosso (1964)-, ο Αντονιόνι προσεγγίζει, από μια διαφορετική, κάθε φορά, γωνία, το θέμα του υποκειμένου και των διανθρώπινων σχέσεων μέσα στην καπιταλιστική κοινωνία. Και γενικότερα των σχέσεών του με τον περιβάλλοντα χώρο, σε μια καθορισμένη περίοδο: αυτή του μεταπολεμικού, ιταλικού οικονομικού θαύματος, που επέφερε βαθιές αλλαγές στην ιταλική κοινωνία. Χώρος και χρόνος, στη σχέση τους με το υποκείμενο και ιδίως με το κεντρικό πρόσωπο, που στις ταινίες της τετραλογίας είναι μια γυναίκα σε κρίση, αλλά και με τα διάφορα άλλα πρόσωπα, που βρίσκονται, άλλωστε, στις ταινίες του αυτές, σε μια αμοιβαία διαμόρφωση χωρίς τέλος. Με αυτή τη συλλογιστική, από την Περιπέτεια ώς και την Κόκκινη έρημο, ο σκηνοθέτης δεν παύει να εξετάζει ξανά το ίδιο αυτό κεντρικό θέμα, ανανεώνοντας, κάθε φορά, όμως, και εμπλουτίζοντας την προβληματική του, καταγράφοντας, με σκηνοθετική επινοητικότητα και ακρίβεια, τις διάφορες θεματικές παραλλαγές και παραλλάξεις του.
Με την Περιπέτεια, αντιστροφή μιας αστυνομικής ταινίας, ο κινηματογραφιστής διερευνά τις αλλαγές στις σχέσεις και στις συμπεριφορές, μαζί με την «αρρώστια των αισθημάτων», την αλλοτρίωση και την αποξένωση, που εκφράζονται πιο ειλικρινά, αυθόρμητα και άμεσα σ' ένα χώρο και χρόνο διακοπών και εξοχής και που σχετίζονται, στο βάθος, έμμεσα, τουλάχιστον, με την εξέλιξη του φαινόμενου: «οικονομικό θαύμα». Τα ίδια αυτά θέματα θα προσεγγίσει ο σκηνοθέτης και στην Νύχτα, αλλά εδώ μέσα στον αστικό χώρο και χρόνο του Μιλάνου, ενώ η κρίση της ηρωίδας, που υποβόσκει στην αρχή της ταινίας, εκδηλώνεται με ένταση, μετά από μια μακριά περιπλάνησή της, στα προάστια του Μιλάνου και ιδίως μετά από την ολονύχτια δεξίωση-γιορτή στη βίλα του μεγάλου οικονομικού παράγοντα, που υποβοηθάει στην έκφραση διαφόρων νέων αλλοτριωμένων συμπεριφορών.

Στην τόσο επαναστατική, από μορφική-κατασκευαστική, αλλά, οπωσδήποτε, και από θεματική άποψη, ταινία του Η Έκλειψη, οι ίδιοι αυτοί θεματικοί πυρήνες συνδυάζονται, με διαφορετικό ανατρεπτικά αφαιρετικό τρόπο, και είναι στο χρήμα και στις διάφορες λειτουργίες του μέσα στη σύγχρονη κοινωνία, και παράλληλα στις αλλοτριωτικές επιπτώσεις του στις ανθρώπινες σχέσεις και συμπεριφορές, που εστιάζεται το ενδιαφέρον του Αντονιόνι. Ο μύθος της Έκλειψης μοιάζει απλός, η ίδια η ταινία, όμως, είναι πολυσύνθετη κι αυτό οφείλεται στη μεγάλη σκηνοθετική επινοητικότητα και ευρηματικότητά του. Ο Αντονιόνι καταγράφει και υπογραμμίζει εδώ, με ιδιαίτερη σαφήνεια, τη διαφορετικότητα των στάσεων και των κόσμων των δύο κεντρικών προσώπων, της Βιτόρια και του Πιέρο, αλλά ιδίως την απάνθρωπη επίδραση του χρήματος πάνω στα άτομα, δηλαδή, τους αλλοτριωτικούς μηχανισμούς του, και μοιάζει να αποδίδει, με σκηνοθετική δεινότητα, τις θέσεις του Μαρξ (Εθνική Οικονομία και Φιλοσοφία): «Η αντιστροφή και η αλλαγή όλων των ανθρώπινων και φυσικών ιδιοτήτων, η προσέγγιση των ασυμβίβαστων (η ιερή εξουσία του χρήματος) προέρχονται από αυτή την έλλειψη ύπαρξης, τυπική του αλλοτριωμένου ανθρώπου, που οδηγεί στην απαλλοτρίωση και εξαφάνιση εξαιτίας του χρήματος. Το χρήμα είναι η αλλοτριωμένη εξουσία της ανθρωπότητας. Ό,τι δεν μπορώ να κάνω ως άνθρωπος, ό,τι δεν μπορούν να εκπληρώσουν οι ατομικές και ουσιώδεις δυνάμεις μου, μπορώ να το εξασφαλίσω χάρη στο χρήμα. Το χρήμα μεταμορφώνει, λοιπόν, καθεμιά από αυτές τις ουσιώδεις δυνάμεις σε άλλο πράγμα από αυτό που είναι ή, αν θέλουμε, στο αντίθετό της»
Οι δύο πολυσήμαντες σκηνές του χρηματιστηρίου, «βλέπονται» και βιώνονται, όπως και όλες οι άλλες, από τα μάτια της Βιτόρια, που δεν έχει πολλά χρήματα, ούτε ενδιαφέρεται να αποκτήσει. Μας αποκαλύπτονται, με λιτότητα και ακρίβεια, τα παράλογα καπιταλιστικού τύπου παιχνίδια που παίζονται για το σχεδόν ανύπαρκτο χρηματιστηριακό χρήμα, οι κώδικες συμπεριφορών, οι άγριες φωνασκίες, οι μανιακές συγκρούσεις, οι ξέφρενες κινήσεις, τα τρεξίματα, οι τυποποιημένες χειρονομίες, τα σχεδόν αδιόρατα νεύματα: με άλλα λόγια, οι βαθμοί αλλοτρίωσης των διαφόρων προσώπων (3) από το τρομερό κυνήγι του χρήματος.
Το τελευταίο μέρος της ταινίας, υλοποιεί, σε μεγαλύτερο ακόμη βαθμό, με την αποσπασματικότητα, τον ποιητικό σχεδιασμό του σκηνοθέτη, και μας δίνει την αίσθηση του πρωτοποριακά καινούργιου: μιας μουσικής κινηματογραφικής σύνθεσης. Γενικά και πιο κοντινά πλάνα εναλλάσσονται, σε μια ιδιότυπη σειρά, που διευρύνει και γενικεύει τη θεματική της ταινίας. Το μοντάζ συνδέει πλάνα δρόμων, κτιρίων, οικοδομικών υλικών της γνωστής μας ήδη από την αρχή της ταινίας συνοικίας της Διεθνούς Έκθεσης της Ρώμης, με πλάνα άγνωστών μας προσώπων, αφού τα βασικά πρόσωπα δεν εμφανίζονται πια σε αυτή τη σεκάνς, προσδίδοντας μια διφορούμενη και αμφίβολη έκβαση στην ιστορία τους. Η έκλειψη των αισθημάτων, «η ειρήνη που είναι εύθραυστη», οι κίνδυνοι πυρηνικής καταστροφής, συνδηλώνονται, με πλάγιο αλλά αισθητικά αποτελεσματικό τρόπο.
Η Κόκκινη έρημος αποτελεί την πρώτη ουσιαστικά ταινία στην ιστορία του κινηματογράφου, που βάζει, προδρομικά, με τόσο διαυγή και ολοκληρωμένο τρόπο τα μεγάλα οικολογικά και περιβαλλοντολογικά ζητήματα του καιρού μας, που τα προσεγγίζει από πολλές, διαφορετικές γωνίες, ιδίως μέσα από τα ανθρώπινα δρώμενα. Ο Αντονιόνι πραγματοποιεί, χρησιμοποιώντας την εκφραστικότητα μιας εξαιρετικής έγχρωμης φωτογραφίας, μια ουσιαστικής σημασίας μετατόπιση προς το θέμα των σχέσεων του ψυχισμού του ανθρώπου με τους σύγχρονους εξωτερικά ωραίους ίσως βιομηχανικούς τόπους, που μολύνουν το περιβάλλον και δεν σταματούν να καταστρέφουν τη φύση, ενώ οι δυνατότητες διαφυγής όλο και λιγοστεύουν και πληθαίνουν οι αυτοκαταστροφικές τάσεις και οι νευρώσεις. Αποδίδει, με αισθητικά νέα μέσα, τη μόλυνση και την καταστροφή της φύσης και υπογραμμίζει την επίδρασή τους πάνω στον ψυχισμό των ανθρώπων και στην εμφάνιση των διαφόρων νευρώσεων. Ο σκηνοθέτης, στην άποψη του κριτικού Aldo Tassone, ότι Η κόκκινη έρημος, εκτός των άλλων, εισάγει καινούργια στοιχεία και ιδίως τα θέματα του βιομηχανικού πολιτισμού και της οικολογίας, απαντά ως εξής: «Ναι, είναι ίσως μία ταινία που βάζει πρόωρα τη θεματική της οικολογίας∙ εκείνη την εποχή, δεν μιλούσαν ακόμη γι' αυτό το ζήτημα (4)» και, σε άλλο σημείο του διαλόγου, προσθέτει: «Το οικολογικό ζήτημα αφορούσε άμεσα την ιστορία που διηγούμουν: η νεύρωση αυτών των προσώπων έβρισκε την καταγωγή της στο περιβάλλον...»


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Από τη συνομιλία με τους μαθητές του «Πειραματικού Κέντρου της Ρώμης», που δημοσιεύτηκε στο ιταλικό κινηματογραφικό περιοδικό «Bianco-Nero», Ιούλιος 1958.
2. Από το κείμενο του σκηνοθέτη για την Περιπέτεια που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Τα Γαλλικά Γράμματα», Μάης 1960.
3. Με την ιδιαίτερη χειρονομιακή και κινησιολογική τους έκφραση.
4. Αποσπάσματα από συνεντεύξεις του Αντονιόνι στον κριτικό Aldo Tassone, στο βιβλίο του «Ο ιταλικός κινηματογράφος μιλά», εκδόσεις edilig.

Ο Αντρέας Παγουλάτος (1948-2010) υπήρξε ποιητής, θεωρητικός του κινηματογράφου και δοκιμιογράφος. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφ. Η Αυγή, 21/03/2010

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ http://www.cinephilia.gr/

Blow-Up



Το Blow-Up είναι βρετανική-ιταλική ταινία του 1966 σε σκηνοθεσία Μικελάντζελο Αντονιόνι και σε σενάριο του ίδιου και του Τονίνο Γκουέρα.
Κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στο φεστιβάλ των Καννών του 1967.

Ο Τόμας είναι ένας φωτογράφος στον χώρο της μόδας, ο οποίος αισθάνεται πως η ζωή του είναι βαρετή και αδιάφορη. Μία μέρα, περπατώντας σε ένα πάρκο, αρχίζει να τραβάει φωτογραφίες ένα ζευγάρι, με τη γυναίκα να εξαγριώνεται με το γεγονός. Μετά από αυτό, ο Τόμας συναντά τον ατζέντη του και νιώθει ότι κάποιος τον παρακολουθεί. όταν η γυναίκα πηγαίνει στο στούντιο να του ζητήσει τις φωτογραφίες, ο Τόμας επίτηδες δίνει άλλες, ενώ εκείνη του δίνει λάθος τηλέφωνο.
Το βράδυ πηγαίνει ξανά στο πάρκο χωρίς τη φωτογραφική μηχανή και βρίσκει το σώμα ενός ανθρώπου. Γυρίζοντας στο στούντιο, διαπιστώνει ότι όλα τα αρνητικά έχουν εξαφανιστεί εκτός από ένα που δείχνει τον νεκρό. Στη συνέχεια, μπαίνει στο αυτοκίνητο και όσο οδηγεί ακολουθεί τη γυναίκα, η οποία μπαίνει σε ένα μπαρ. Στο μπαρ παίζουν οι Yardbirds με τον Jeff Beck, ο οποίος σπάει την κιθάρα του και την πετά στο κοινό. Ο Τόμας την παίρνει σαν αναμνηστικό, όμως όταν βγαίνει έξω από το μπαρ τη πατάει στον δρόμο.
Έπειτα, παρακολουθεί έναν εικονικό αγώνα τένις. Παίρνει την υποτιθέμενη μπάλα και την επιστρέφει στους δύο παίκτες. Ενώ παρακολουθεί το παιχνίδι, ακούγεται ο ήχος της μπάλας. Στη συνέχεια, όσο παρακολουθεί τον αγώνα, η μορφή του του εξαφανίζεται και φαίνεται μόνο το γρασίδι.

Το χρονικό ενός έρωτα





Ο Μικελάντζελο Αντονιόνι σκηνοθετεί την ταινία «Το χρονικό ενός έρωτα». Ενας ιδιωτικός ντετέκτιβ φτάνει μια μέρα στη Φεράρα και ρωτάει διάφορα πρόσωπα για κάποιον Γκουίντο. Ερευνά για λογαριασμό ενός ηλικιωμένου βιομηχάνου του Μιλάνου, του Φοντάνα. Θέλει να μάθει για το παρελθόν της νέας και ωραίας γυναίκας του, Πάολας. Η Πάολα είχε άλλοτε μυστικό δεσμό με τον Γκουίντο, που ήταν αρραβωνιασμένος. Ομως, η μνηστή του είχε σκοτωθεί σε δυστύχημα, σε ένα ασανσέρ. Ο Γκουίντο, ανήσυχος, πάει να ξαναβρεί την Πάολα, ενώ εκείνη βγαίνει από ένα θέατρο. Δίνουν ραντεβού κοντά σε ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο και η παλιά σχέση ξαναζωντανεύει. Συναντιούνται κρυφά, δύσκολα, χωρίς ειλικρίνεια. Ο Γκουίντο είναι φτωχός - ο έρωτας με την καλομαθημένη Πάολα δεν έχει προοπτικές... Η πρώτη ταινία του Αντονιόνι διαφοροποιείται από το κλίμα του νεορεαλισμού, που κυριαρχεί τότε στην Ιταλία. Ουσιαστικά είναι ένα φιλμ νουάρ, με μοιραία γυναίκα, «έγκλημα», «λερωμένη» ερωτική σχέση. Παίζουν: Λουτσία Μποζέ, Μάσιμο Τζιρότι, Φερντινάντο Σάρμι, Τζίνο Ρόσι 

Ο ρεπόρτερ


Ο Τζακ Νίκολσον στην ταινία του Αντονιόνι «Επάγγελμα ρεπόρτερ»
Ενας τηλεοπτικός ρεπόρτερ, ο Ντέιβιντ Λοκ, βρίσκεται σε αποστολή στη Βόρεια Αφρική. Κάποια μέρα, γυρίζοντας στο ξενοδοχείο, θα βρει ένα νεκρό στο διπλανό δωμάτιο. Ο Λοκ, θέλοντας να ξεκινήσει τη ζωή του από το μηδέν, παίρνει την ταυτότητα του νεκρού και φεύγει για ταξίδι με το όνομα Ρόμπερσον. Φθάνει στην Ισπανία, καταλαβαίνοντας ότι έχει μπλέξει σ' ένα επικίνδυνο παιχνίδι. Στο τέλος θα συνειδητοποιήσει ότι ο νεκρός έκανε εμπόριο όπλων. Μια εντυπωσιακή ατμοσφαιρική ταινία, στην οποία ο ήρωάς της περνά κρίση ταυτότητας, αναζητώντας να γίνει κάποιος άλλος, με την ελπίδα ότι η ζωή του θ' αλλάξει και θα μπορέσει να συνάψει ουσιαστικές ανθρώπινες σχέσεις. Πρωταγωνιστούν ο Τζακ Νίκολσον και η Μαρία Σνάιντερ.

Ταυτότητα μιας γυναίκας


Εφτά χρόνια μετά το "Επάγγελμα ρεπόρτερ" και δύο μετά το "Μυστήριο του Ομπερβαλντ", ο Μικελάντζελο Αντονιόνι το 1982, γυρίζει την "Ταυτότητα μιας γυναίκας", με την οποία ουσιαστικά έκλεισε τη σπουδαία κινηματογραφική του καριέρα. Μια ταινία "παραδοσιακή", όπως λέει ο ίδιος, με σκηνικό φόντο πάλι την Ιταλία, ύστερα από πολλά χρόνια απουσίας. Ο Αντονιόνι είχε να γυρίσει ταινία στην Ιταλία, από την εποχή της "Κόκκινης ερήμου", που γυρίστηκε το 1964. Ο Αντονιόνι γεννημένος στη Φερράρα το 1912 σπούδασε οικονομικές επιστήμες, αλλά λίγο μετά θα στραφεί στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Αρχικά ξεκίνησε ως βοηθός σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Αργότερα θα γυρίσει αρκετά ντοκιμαντέρ, μέχρι το 1950 που γυρίζει την πρώτη μεγάλου μήκους του ταινία "Το χρονικό ενός έρωτα". Το 1954 θα σκηνοθετήσει την "Κυρία χωρίς καμέλιες", ενώ η τριλογία του, μερικά χρόνια αργότερα, "Η περιπέτεια", η "Νύχτα" και η "Εκλειψη" καθιερώνουν τον Αντονιόνι ως πρωτοπόρο του κινηματογράφου.

Κεντρικός ήρωας της "Ταυτότητας μιας γυναίκας" είναι ένας σκηνοθέτης του κινηματογράφου, ο οποίος σκέπτεται να γυρίσει μια ταινία με ηρωίδα μια γυναίκα. Βρίσκεται έτσι σε μια διαρκή αναζήτηση αυτής της γυναίκας, μιας γυναίκας όμως που μπερδεύεται με την πραγματικότητα της ζωής του. Χωρισμένος από τη γυναίκα του, έχει ερωτικό δεσμό, με μια αριστοκράτισσα, που ο πατέρας της κάνει τα πάντα για να χωρίσει από το σκηνοθέτη. Κάποια μέρα η γυναίκα θα εξαφανιστεί και εκείνος θα την αναζητήσει. Στο δρόμο του θα βρεθεί μια απλή κοπέλα και εκεί ο σκηνοθέτης θα βρεθεί ανάμεσα σε δυο γυναίκες. Δυο γυναικεία πρόσωπα τελείως διαφορετικά μεταξύ τους, που από κάποια στιγμή και ύστερα, ο σκηνοθέτης δε θα ξέρει αν είναι πραγματικά ή δημιούργημα της φαντασίας του.

"Η ταυτότητα μιας γυναίκας" είναι μια έντονα υπαρξιακή δημιουργία, μια ταινία "συγκρούσεων", με ψυχολογικές αναζητήσεις, που καταδείχνουν τα προβλήματα επικοινωνίας στη σύγχρονη κοινωνία, την αλλοτρίωση των χαρακτήρων και τη μάταιη αναζήτηση μιας ταυτότητας. Πρωταγωνιστούν οι Τόμας Μίλιαν, Ντανιέλα Σιλβέριο, Κρισίν Μπουασόν, Μαρσέλ Μποζουφί και Αλεσάντρο Τζερίνι 
https://www.rizospastis.gr/

Zabriskie Point


H έκρηξη των εικόνων. Eκείνων των κινηματογραφικών εικόνων που καταφέρνουν να αποκαλύψουν μια πραγματικότητα που με κανέναν άλλο τρόπο δε θα μπορούσε να αποκαλυφθεί. Kαι γι’ αυτό αποτελεί μια μοναδική αισθητική εμπειρία. Όπως συμβαίνει με δύο τουλάχιστον σκηνές της ταινίας του Mικελάντζελο Aντονιόνι «Zαμπρίσκι Πόιντ» (1970), που παραμένουν μέχρι σήμερα αξεπέραστες ως προς την οπτική-εκφραστική-αναπαραστατική τους δύναμη και ταυτόχρονα είναι αδύνατον να ερμηνευθούν με λόγια, σύμφωνα με κάποια λογική αποσυμβολισμού. H μία είναι η ερωτική σκηνή στην έρημο, στον τόπο που ονομάζεται Zαμπρίσκι Πόιντ στην Kοιλάδα του Θανάτου. Όπου ο Mαρκ και η Nτάρια ερωτοτροπούν μέσα στη σκόνη ενώ γύρω τους πολλαπλασιάζονται κι άλλα ζευγάρια που ερωτοτροπούν όπως κι αυτοί. Σαν να μυούνται όλοι μαζί, υπό τους ήχους μιας απόκοσμης μουσικής, σ' ένα αρχέγονο τελετουργικό οργίων που γονιμοποιεί τη στείρα γη με σώματα. H δεύτερη είναι η σκηνή της έκρηξης του τέλους, όταν η Nτάρια αποχωρεί από την πολυτελή κατοικία που συσκέπτονται οι επιχειρηματίες και πίσω της ανατινάζονται σ' ένα είδος χορογραφημένης φαντασμαγορίας (η πρώτη έκρηξη επαναλαμβάνεται αλυσιδωτά σε slow motion από διαφορετικές οπτικές γωνίες) όλα εκείνα τα αντικείμενα που εκπροσωπούν τον υλικό κόσμο του κέρδους και της καταναλωτικής μανίας. Σε μια ταινία που στην εποχή της εκτιμήθηκε για την οπτική αισθητική της αλλά αμφισβητήθηκε για το "φτωχό" της περιεχόμενο, δηλαδή για την έλλειψη πολιτικής φλυαρίας. Nα που τα λόγια, όπως και οι κρίσεις στο σινεμά, είναι πάντοτε φτωχά. Eνώ οι εικόνες μένουν, αξεπέραστες, 32 χρόνια μετά.

H ταινία, παραγωγής του Kάρλο Πόντι για την MGM (HΠA), γεννήθηκε ως ιδέα από μια πραγματική ιστορία ενός νεαρού που έκλεψε ένα αεροπλάνο και δολοφονήθηκε τελικά από την αστυνομία στα τέλη της δεκαετίας του '60, κατά την περίοδο των ταραχών στο Πανεπιστήμιο του Mπέρκλεϊ. Aυτό όμως που τη συγκεκριμενοποίησε οριστικά, όπως έχει πει ο Aντονιόνι, "ήταν η ανακάλυψη ενός τόπου που λέγεται Zαμπρίσκι Πόιντ, στην καρδιά της Kοιλάδας του Θανάτου", κάπου ανάμεσα στη Nεβάδα και την Kαλιφόρνια. H ταινία αφηγείται την ιστορία της συνάντησης του Mαρκ και της Nτάρια, ενός φοιτητή που αποχωρεί από το πεδίο των συγκρούσεων στο Πανεπιστήμιο του Mπέρκλεϊ μετά το θάνατο ενός αστυνομικού και κλέβει ένα τουριστικό αεροπλάνο κατευθυνόμενος προς την έρημο, και μιας νεαρής δακτυλογράφου σε μια εταιρία οικοδομικής ανάπτυξης που ταξιδεύει μόνη της με το αυτοκίνητο. O Mαρκ, αφού φλερτάρει μ' έναν πρωτότυπο τρόπο την Nτάρια πάνω από το αεροπλάνο, θα συναντηθεί μαζί της και θα φτάσουν μαζί στο Zαμπρίσκι Πόιντ για να ζήσουν μια παραισθητική, ελευθερωτική ερωτική εμπειρία στις πλαγιές της άνυδρης Kοιλάδας του Θανάτου. Aργότερα ο Mαρκ, κυνηγημένος, θα επιστρέψει με το αεροπλάνο στο Λος Άντζελες και μόλις προσγειωθεί θα τον πυροβολήσει θανάσιμα ένας αστυνομικός. H Nτάρια θα πληροφορηθεί το θάνατό του από το ραδιόφωνο και φτάνοντας σε μια πολυτελή βίλα, όπου έχουν συγκεντρωθεί επιχειρηματίες για να συζητήσουν τα σχέδιά τους, θα κάνει μεταβολή και θα απομακρυνθεί, πυροδοτώντας με τη φαντασία της μια έκρηξη που μοιάζει τρομοκρατική αλλά είναι περισσότερο συμβολική και για την ίδια αποφασιστικά λυτρωτική.
Σωτήρης Ζήκος



Στίχοι -Μουσική:  Λένα Πλάτωνος

Θυμάμαι αδερφέ Αντονιόνι
στο Zabriskie Point
να βομβαρδίζει η φοιτήτρια
μέσα στο μυαλό της
τον καπιταλισμό της;

Θυμάμαι και κοτόπουλα,
θυμάμαι και επιπλώσεις
χρυσά μαχαιροπίρουνα
και κτίρια σε εκπτώσεις
να αιωρούνται
μόνο μέσα στο μυαλό της
στο χιπισμό της.

Μικρή είχα δει
σε όνειρο εφιαλτικό
πως ζούσα μ’ ένα άλλο παιδί
σε γυάλινο διαστημικό κλουβί
και άνθρωποι νεκροί
ανέβαιναν από τη γη
ντυμένοι με κοστούμια γκρι
κι όσο ανέβαιναν
τόσο φούσκωναν,
άμορφες μάζες νέων αστερισμών
σε συγκρούσεις με το καθαρό μας το γυαλί,
άμορφες μάζες νέων αστερισμών,
ρακοσυλλέκτες διαστημικοί,
κρυσταλλοποιημένα ούρα αστροναυτών

Σε θυμάμαι ξανά
αδερφέ Αντονιόνι σήμερα
ενώ πληροφορούμαι
πως τα σκουπίδια αυτής της σφαίρας
έμπειροι επιστήμονες
τα εξαπολύουν πέραν της ατμόσφαιρας
Προς το παρόν γελάω
καθώς νιώθω
να αιωρούνται με καθωσπρεπισμό,
βαριά εσπέρα σχηματίζουν
το νέο αστερισμό των σκουπιδιών

Πες μου πες μου Αντονιόνι
το πεπρωμένο εκείνων των παιδιών
που γεννηθήκαν και θα γεννιούνται
κάτω από τον αστερισμό των σκουπιδιών,
κάτω από το μαγνητισμό των απορριμάτων
Ποιο το περιεχόμενο των ποιημάτων,
η αγάπη τους για την Ωραία
ή για το Τέρας;











Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου