Ο Στανισλάβ Ιγκνάσυ Βίτκιεβιτς (πολωνικά: Stanislaw Ignacy Witkiewicz) ήταν Πολωνός μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, φωτογράφος και ζωγράφος. Είναι από τους πλέον αξιόλογους συγγραφείς της Πολωνίας μετά την ανεξαρτησία της χώρας το 1918
Ο Βίτκιεβιτς γεννήθηκε στη Βαρσοβία στις 24 Φεβρουαρίου 1885 και ήταν γιος του Στανισλάβ Βίτκιεβιτς, ζωγράφου και κριτικού τέχνης. Το 1880, η οικογένειά του μετακόμισε στο Ζακοπάνε (Zakopane), όπου ο μικρός Στανισλάβ άρχισε να παίρνει μαθήματα πιάνου. Το 1892, ο Στανισλάβ Ιγκνάσυ βαπτίστηκε με νονά του τη διάσημη ηθοποιό Helena Modjeska.
Το 1893 άρχισε να γράφει σύντομα θεατρικά έργα εμπνευσμένος από τον Σαίξπηρ και παράλληλα να ζωγραφίζει, κυρίως τοπία, υπό την καθοδήγηση του πατέρα του. Από το 1900 και για μια δεκαετία, ταξίδεψε σε πολλές χώρες και πόλεις της Ευρώπης: Αγία Πετρούπολη, Βιέννη, Μόναχο, Παρίσι, Λονδίνο. Το 1905, ο Βίτκιεβιτς συνόδεψε τον Πολωνό συνθέτη Κάρολ Συμανόφσκι (Karol Szymanowski) στην Ιταλία. Το 1907 πηγαίνει στη Βιέννη να δει μια έκθεση πινάκων του Πωλ Γκωγκέν.
Το 1904, ο Βίτκιεβιτς εγγράφεται στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Κρακοβίας, όπου με κάποια διαλείμματα σπούδασε ζωγραφική μέχρι το 1910, με καθηγητή τον Γιόζεφ Μεχόφερ (Josef Mehoffer). To 1913 αρραβωνιάστηκε την Jadwiga Janczewska, η οποία αυτοκτόνησε το 1914. Τσακισμένος από το θάνατο της μνηστής του, ο Βίτκιεβιτς συνοδεύει τον διάσημο ανθρωπολόγο Μπρόνισλαβ Μαλινόφσκι (Bronislaw Malinowski) σε μια εξερευνητική αποστολή του στην Κεϋλάνη και την Αυστραλία.
Μετά την έκρηξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Βίτκιεβιτς φτάνει στην Αγία Πετρούπολη και το 1915 αποφοιτά από το Στρατιωτικό Κολλέγιο Πάβλοφσκι (Pavlovsky) της πόλης. Κατατάσσεται στο στρατό, πηγαίνει στο μέτωπο, τραυματίζεται σε μια μάχη στην Ουκρανία, παρασημοφορείται και αποστρατεύεται με το βαθμό του λοχαγού. Επιστρέφει στο Ζακοπάνε το 1918. Γράφει το θεωρητικό έργο "Νέες Μορφές στη Ζωγραφική". Το 1923 παντρεύεται την Jadwiga Unrug.
Στα επόμενα χρόνια και μέχρι που ξέσπασε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Βίτκιεβιτς αφιερώνεται στη συγγραφή μυθιστορημάτων και θεατρικών έργων. Γράφει τα μυθιστορήματά του "Αντίο Φθινόπωρο" (1927) και "Απληστία" (1930). Με την έκρηξη του πολέμου, φεύγει από τη Βαρσοβία και στις 18 Σεπτεμβρίου 1939 αυτοκτονεί στο μικρό χωριό Jeziory στην ανατολική Πολωνία.
Little Witkacy with his father, ca. 1893
Θεατρικό έργο
Στο θέατρο ο Βίτκιεβιτς ανέπτυξε την αισθητική της "καθαρής φόρμας" (pure form), που αποδεσμεύει τον καλλιτέχνη από το φυσικό περιβάλλον και την εξωτερική πραγματικότητα. Εξερευνά κόσμους του ονείρου, της τρέλας, της παρωδίας και της πολιτικής σάτιρας. Τη φιλοσοφία του αυτή την συνταιριάζει στη ζωγραφική και το θέατρο.
Όπως σημειώνει ο Μάρτιν Έσσλιν (Martin Esslin) στο έργο του "Το Θέατρο του Παράλογου", ο σύνδεσμος ανάμεσα στα μοντέρνα κινήματα της ζωγραφικής και στις νέες πειραματικές τάσεις στο σύγχρονο δράμα εκδηλώνεται με τρόπο εντυπωσιακό στον Στανισλάβ Ιγκνάσυ Βίτκιεβιτς. Στα θεατρικά έργα του, ο Βίτκιεβιτς συνδυάζει στοιχεία του σουρεαλισμού με το ύφος, τη δομή και τη φρασεολογία του "θεάτρου του παράλογου". Θεωρείται με τις πρωτοποριακές ιδέες του για το θέατρο ως πρόδρομος του Ιονέσκο, του Μπέκετ και του Φερνάντο Αραμπάλ.
Από τα θεατρικά έργα του Βίτκιεβιτς, μόνο 4 εκδόθηκαν κι άλλα 5 παίχτηκαν στη σκηνή στη διάρκεια της ζωής του. Ανάμεσα στα πιο γνωστά έργα του, που έχουν μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες, περιλαμβάνονται:
"Οι Πραγματιστές" (1919)
"Ο Κύριος Πράις ή Τροπική Τρέλα" (1920)
"Μεταφυσική ενός μοσχαριού με δυό κεφάλια" (1921)
"Η Νερόκοτα" (1921)
"Η Σουπιά" (1922)
"Η Τρελή Ατμομηχανή" (1923)
"Ο Τρελός και η Καλόγρια" (1923)
"Η Μητέρα" (1924)
"Οι Υποδηματοποιοί" (1931 - 1934)
Στανισλάβ Ιγκνάσι Βιτκίεβιτς - Αδηφαγία
μετάφραση: Αλέξης Καλοφωλιάς
Η Ευρώπη μπροστά στους μελλοντικούς ολοκληρωτισμούς της.
Προφητικό μυθιστόρημα γραμμένο το 1927 από έναν σημαντικό Πολωνό διανοούμενο. Ένα από τα κορυφαία έργα του ευρωπαϊκού μοντερνισμού.
Αδηφαγία. Το ψυχικό ακόρεστο.
Η ζωή, οι μεταμορφώσεις της, η αξία της.
Η μύηση, η ηδονή, η ματαιότητα.
Η λαγνεία, η μανία, η απόγνωση.
Η ύπαρξη, η ελευθερία, η ουτοπία.
Η διάνοια, η υπέρβαση, η παράνοια.
Η αρχή και το τέλος της αυταπάτης.
Μια μυθιστορηματική ανατομία της κοινωνίας και της πολιτικής σ' ένα έργο με διαχρονική αξία.
Τον Σεπτέμβριο του 1939, λίγο μετά την εισβολή των χιτλερικών στην Πολωνία, ο συγγραφέας Στανισλάβ Ιγκνάσι Βίτκιεβιτς (1885-1939) κατέφυγε με τη νεαρή ερωμένη του στην Ανατολική Πολωνία. Στις 18 του ίδιου μήνα, και ενώ την προηγούμενη ημέρα από την άλλη πλευρά της χώρας είχαν εισβάλει οι Σοβιετικοί, ο Βίτκιεβιτς αυτοκτόνησε. Το ζευγάρι είχε αποφασίσει να αυτοκτονήσει από κοινού – η κοπέλα θα έπαιρνε δηλητήριο και ο συγγραφέας θα έκοβε τις φλέβες του. Ο ίδιος ωστόσο ήπιε κρυφά το βράδυ ένα φιαλίδιο βερονάλ και έκοψε τις φλέβες του. Η ερωμένη του τον βρήκε νεκρό το επόμενο πρωί.
Η συνέχεια είναι λιγότερο τραγική αλλά εξίσου μυθιστορηματική. Μετά το τέλος του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου το υπουργείο Πολιτισμού της πολωνικής κυβέρνησης διέταξε την εκταφή των λειψάνων του Βίτκιεβιτς και τη μεταφορά τους στη γενέθλια πόλη του, το Ζακοπάνε, σε επίσημη τελετή όπου θα αποδίδονταν στον συγγραφέα όλες οι δέουσες τιμές. Ετσι ακριβώς έγινε, αλλά σε κανέναν δεν επιτράπηκε να ανοίξει το κλειστό φέρετρο με τα λείψανα του Βίτκιεβιτς. Πολλά χρόνια αργότερα έγινε γνωστό ότι αυτό που είχε βρεθεί στον τάφο του συγγραφέα ήταν τα λείψανα μιας άγνωστης γυναίκας από την Ουκρανία.
Υστερα από 12 χρόνια o ποιητής Τσέσλαφ Μίλος δημοσίευσε το βιβλίο του Ο αιχμάλωτος νους, στο οποίο αναφερόταν εκτενώς σε ένα από τα δύο μυθιστορήματα του Βίτκιεβιτς, την Αδηφαγία, που ήταν ως τότε άγνωστο στη Δύση. Το μεγάλο αυτό μυθιστόρημα – και για πολλούς το σημαντικότερο έργο του Βίτκιεβιτς – πρωτομεταφράστηκε στα αγγλικά μόλις το 1985 από τον Λούις Ιριμπάρνε, 55 χρόνια μετά την πρώτη του έκδοση στα πολωνικά και 58 μετά τη γραφή του. Κατάπληκτη η παγκόσμια κοινότητα των Γραμμάτων ανακάλυπτε με μισό αιώνα καθυστέρηση ένα βιβλίο που πολλοί το χαρακτήρισαν εφάμιλλο του Οδυσσέα του Τζόις και του Ανθρώπου χωρίς ιδιότητες του Μούζιλ. Η έκδοσή του στα ελληνικά γίνεται με ακόμη μεγαλύτερη καθυστέρηση, αλλά το αριστούργημα του Βίτκιεβιτς δεν έχει φθαρεί ούτε στο ελάχιστο από τον χρόνο. Απλώς είναι εκπληκτικό να διαπιστώνει κανείς ότι προηγήθηκε αρκετά των δύο βασικών δυστοπικών μυθιστορημάτων που μας είναι γνωστά: του Γενναίου Νέου Κόσμου του Χάξλεϊ και του 1984 του Οργουελ.
Στην Αδηφαγία ο Βίτκιεβιτς φαντάζεται την Πολωνία στα τέλη του 20ού αιώνα. Μια χώρα εξαντλημένη που παρακμάζει και στην οποία ετοιμάζονται να εισβάλουν οι Κινέζοι. Ενας φιλόσοφος από τη Μογγολία ονόματι Μούρτι Μπινγκ έχει παρασκευάσει ένα χάπι που όσοι το παίρνουν γαληνεύουν και γίνονται ευτυχείς. Οι πάντες λαμβάνουν το χάπι, όχι γιατί εξαναγκάζονται αλλά γιατί, όπως σχολιάζει στον Αιχμάλωτο νου ο Μίλος, «υπάρχει ένας πόθος για την αρμονία και την ευτυχία που βρίσκεται βαθύτερα από τον συνήθη φόβο ή τον πόθο να ξεφύγει κανείς από τη μιζέρια ή τη φυσική καταστροφή». Τέτοιος είναι και ο πόθος του νεαρού ήρωα του μυθιστορήματος Ζένεζιπ Κάπεν που εισέρχεται στη φάση της γοητευτικής και καταστροφικής μύησης σε αυτόν τον νέο κόσμο με τη βοήθεια της πριγκίπισσας Τικοντερόγκα. Αλλά σε τούτο το μυθιστόρημα παρανοϊκού πάθους παρελαύνει και πλήθος εκκεντρικών, επίδοξων φιλοσόφων, έκφυλων αριστοκρατών και πολιτικών ηγετών στα όρια της παραφροσύνης.
Οπως συμβαίνει και με άλλα σπουδαία μυθιστορήματα της Κεντρικής Ευρώπης (τους Υπνοβάτες ή το Βιργιλίου θάνατος του Μπροχ λ.χ.), η Αδηφαγίαδιαβάζεται ως μεγαλειώδης και καταστροφική πολιτική αλληγορία. Το χάπι του Μούρτι Μπινγκ είναι προϊόν της συνταγής για την ευτυχία που το έχει δημιουργήσει ένας διανοούμενος – και ο σταλινισμός είναι προϊόν των διανοουμένων. Είναι αυτό που αιχμαλωτίζει τον νου και τη συνείδηση, ένα είδος ιδεολογικής «όστιας», γι’ αυτό άλλωστε και το σταλινικό καθεστώς δεν προέκυψε από τη λειτουργία του λεγόμενου κοινού νου αλλά, σύμφωνα πάντοτε με τον Μίλος που στα νιάτα του υπηρέτησε το καθεστώς αυτό (υπηρέτησε ως πρέσβης της Πολωνίας στο Παρίσι αμέσως μετά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο), «από την επανάσταση του στομάχου».
Η λαγνεία επομένως που κυριαρχεί στην Αδηφαγία, το πάθος των πρωταγωνιστών του βιβλίου να «καταπιούν» όλες τις ηδονές ενός κόσμου – που τους καταπίνει εκείνος στο τέλος -, είναι το ομόλογο του νου, η σκοτεινή του πλευρά, ο αντικόσμος.
Θα ήταν φυσικά προτιμότερο η ελληνική μετάφραση να είχε γίνει από το πολωνικό πρωτότυπο, αλλά η κλασική αγγλική μετάφραση του Λουίς Ιριμπάρνε που χρησιμοποιήθηκε είναι ένα εξαίρετο και απολύτως αξιόπιστο κείμενο.
Ζωγραφική
self-portrait 1924 |
Ως ζωγράφος, ο Βίτκιεβιτς υπέγραφε με το ψευδώνυμο Βίτκασυ (Witkacy). Η σουρεαλιστική, ονειρική και τόσο εφιαλτική ζωγραφική του επηρέασε σε σημαντικό βαθμό και χάραξε νέες ατραπούς για τους καλλιτέχνες του εικοστού αιώνα.
Μια επιλογή από τους πιο χαρακτηριστικούς πίνακές του περιλαμβάνει: "Aυτοπροσωπογραφία" (περ. 1910), "Αυτοπροσωπογραφία" (1913), "Μασκαράτα" (1917), "Φανταστικό όραμα" (1917), "Δυο Κεφάλια" (1920), "Ο Πειρασμός του Αγίου Αντωνίου" (1916 - 21), "Σύνθεση με Γυναικείες Φιγούρες" (1917 - 20), "Σύνθεση με Ρινόκερους" (1918), "Γελαστό Αγόρι" (1920), "Συνθέσεις: Σατανάς" (1920), "Ο Πειρασμός του Αδάμ" (1920), "Γενική Σύγχυση" (1920), "Νεκρή Φύση με Ρολόι" (1921), "Η Μαρύσια με Σκύλο στην Κεϋλάνη" (1920 - 21), "Ο Ζευς μεταμφιεσμένος σε Ταύρο" (1921), "Σύνθεση" (1922), "Πορτραίτο της Κυρίας Szarota" (1924), "Αυτοπροσωπογραφία" (1924), "Πορτραίτο της Jadwiga Witkiewicz" (1925), "Πορτραίτο της Maria Nawrocka" (1929), "Αυτοπροσωπογραφία" (1938), "Αυτοπροσωπογραφία" (1939).
Ο πειρασμός του Αγίου Αντωνίου, Εθνικό Μουσείο Κρακοβίας, 1916 - 1921
Self-portrait 1938
Self-portrait with Mrs. Maryla Grosmanowa 1927
Composition 1922
Nova Aurigae 1918
Portret Karola Krystalla
Antares w Skorpionie ( Αντάρες στον Σκορπιό )
Kompozycja z pięcioma postaciami ( Σύνθεση με πέντε χαρακτήρες )
Kuszenie Adama ( Ο πειρασμός του Αδάμ )
Tworzenie świata ( Δημιουργώντας τον κόσμο )
Pejzaż górski ( Ορεινό τοπίο
)
Fantazja - Bajka
Australian landscape
Οι πίνακες είναι από:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου