Το ένατο βιβλίο της εκδοτικής σειράς είναι Ο Τελευταίος Πειρασμός· ο συγγραφέας περιγράφει μυθιστορηματικά την πορεία του Ιησού, τον Βίο και την Πολιτεία του Χριστού, αναπλάθοντας τα γεγονότα όπως εξιστορούνται στα ευαγγελικά κείμενα και δημιουργώντας μια ιδιότυπη ποιητική εξομολόγηση του Ιησού Χριστού. Σύμφωνα με τον Bien, Ο Tελευταίος Πειρασμός είναι ένα έργο που περιέχει θεολογικά και κοινωνικοπολιτικά στοιχεία, καθώς ισορροπεί πάνω στο τεντωμένο σκοινί των ορίων του θρησκευτικού και του πολιτικού μυθιστορήματος.
Το μυθιστόρημα εκδίδεται μεταπολεμικά ως ύμνος για τον αγώνα, τη θυσία και την ελευθερία. Ο Τελευταίος Πειρασμός ανήκει στα έργα της ωριμότητας του μεγάλου Κρητικού συγγραφέα και είναι ένα από τα κορυφαία μυθιστορήματά του, που προκάλεσαν διεθνώς το ενδιαφέρον τόσο των αναγνωστών όσο και των μελετητών.
Στο βιβλίο Ο Τελευταίος Πειρασμός περιγράφεται το πρόσωπο του ανθρώπου που συνεχώς βασανίζεται και αδιάκοπα αγωνίζεται, και καθώς θυσιάζεται κατά κάποιο τρόπο επιδιώκεται η ελευθερία οποιασδήποτε υφής και οποιουδήποτε ύφους: πνευματική, σωματική, ιδεολογική, κοινωνική, πολιτική και κάθε άλλη. Ουσιαστικά η υπόθεση του έργου αποτελεί έναν αναστοχασμό σχετικά με την ανθρώπινη φύση του Ιησού, αναδιπλώνοντας και παραλλάσσοντας το θρησκευτικό θέμα με τη βοήθεια της φαντασίας και του ονείρου.http://www.ethnos.gr/
Το συναρπαστικό μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη, στο οποίο βασίστηκε η πολύκροτη ταινία τού Μάρτιν Σκορσέζε "The Last Temptation of Christ", σε σχολιασμένη έκδοση. Οι προηγούμενες εκδόσεις του "Τελευταίου πειρασμού" στα ελληνικά -και δεν μπορεί κανείς να ξέρει επακριβώς πόσες έγιναν- περιείχαν μόνο το κείμενο του συγγραφέως. Στην 20ή επανεκτύπωση (Ιανουάριος 2008) του έργου, όπως αυτό, με βάση την πρώτη έκδοσή του το 1955, ξαναστοιχειοθετήθηκε και τυπώθηκε το 1984, προσθέσαμε επίμετρο με ενημερωτικό σημείωμα του εκδότη-επιμελητή δρος Πατρόκλου Σταύρου και Παράρτημα με αποσπάσματα από την επίσημη Εφημερίδα των Συζητήσεων τής Βουλής, των συζητήσεων κατά το 1955 στη Βουλή των Ελλήνων για τον Νίκο Καζαντζάκη, κατόπιν τής καταφοράς τής Ιεράς Συνόδου τής Εκκλησίας τής Ελλάδος εναντίον του. Δίδονται στοιχεία για την αναγραφή τού βιβλίου στον Κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων τού Βατικανού (Index) και για τις διώξεις τού Καζαντζάκη στην Ελλάδα από Εκκλησία και Πολιτεία, και φωτίζεται η ανθρώπινη, συγγραφική, εκδοτική και κοινωνικο-πολιτική περιπέτεια του επίμαχου αριστουργήματος.
"Από τον αξέχαστο συγγραφέα του Ζορμπά, ένα μυθιστόρημα μεγαλειώδες και με βαθύ συναισθηματικό αντίκτυπο, που αφηγείται την αγάπη και το πάθος ενός ανθρώπου: του Ιησού από τη Ναζαρέτ. Γιος ενός ξυλουργού, ο άνθρωπος Ιησούς θα 'θελε να αγαπήσει μια γυναίκα και να αποκτήσει οικογένεια, αλλά η φωνή τού Θεού αντηχεί εκρηκτικά μέσα στην ψυχή του, τον οπλίζει με μια δύναμη ανώτερη από χίλιους στρατούς, του επιβάλλει θυσίες και μαρτύρια. Η εσωτερική σύγκρουση του ανθρώπου, η πάλη μεταξύ σάρκας και πνεύματος, το ένστικτο της ανταρσίας και η ακαταμάχητη επιθυμία του να ενωθεί με τον Θεό, αναδύονται εδώ σε μιαν αφηγηματική τοιχογραφία που δοξάζει την υπέρτατη θυσία τού Χριστού. Επάνω στον σταυρό, ετοιμοθάνατος πια, ο Ιησούς έχει ένα όραμα: πώς θα ήταν η ζωή του αν δεν είχε ακολουθήσει το κάλεσμα του Θεού. Είναι πράγματι ο τελευταίος πειρασμός, ο πειρασμός που ο Χριστός αποκρούει, πεθαίνοντας για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.
Ο Νίκος Καζαντζάκης, γεννημένος το 1883 στην Κρήτη, θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς τής εποχής μας. Πέθανε στη Γερμανία το 1957."
(από την ιταλική έκδοση Nikos Kazantzakis, "L' Ultima Tentazione", Euroclub, Edizioni Frassinelli, Bergamo 1989.)
"Ο "Τελευταίος Πειρασμός" είναι η καζαντζακική αναδημιουργία τής ζωής και του Πάθους τού Χριστού. Είναι ένα βαθιά πνευματικό πόνημα και ταυτόχρονα ένα ασυνήθιστα ζωντανό και συναρπαστικό μυθιστόρημα.
Σ' αυτό ο Νίκος Καζαντζάκης εναλλάσσεται ανάμεσα σε στιγμές ύψιστου ευφάνταστου λυρισμού και στιγμές αφόρητου σχεδόν ρεαλισμού, όταν η όλη αίσθηση του πλήθους, των ανθρώπων και της ατμόσφαιρας της Ιουδαίας ζωντανεύει, και όταν το σύνορο του χρόνου που μας διαχωρίζει από εκείνα τα σπουδαία γεγονότα μοιάζει να εξαφανίζεται.
Αυτό δεν είναι ένα "βιβλικό" μυθιστόρημα με τη συνηθισμένη έννοια. Οι χαρακτήρες δεν είναι σύγχρονοι άνθρωποι μασκαρεμένοι με τους χιτώνες τής αρχαιότητας. Ο Καζαντζάκης γράφει για αληθινούς ανθρώπους: ο Χριστός του είναι ένας άνθρωπος, ένας άνθρωπος του λαού, που τίθεται οδυνηρά στον πειρασμό να εγκαταλείψει την αφοσίωσή του σε ένα υπερ-ανθρώπινο ιδανικό και να βολευτεί ήσυχα σε μια ζωή ευτυχίας με την αγαπημένη του Μαρία. Είναι ένας άνθρωπος με ακραία πάθη και μεγάλο θάρρος και είναι ικανός -όπως όλοι οι άνθρωποι- να ενδώσει στον θυμό, στη θλίψη και σε στιγμές δειλίας.
Οι Απόστολοι είναι, επίσης, αληθινοί άνθρωποι, διστακτικοί, αβέβαιοι για τον εαυτό τους και για τον Χριστό, γρήγορα εγκαταλείπουν όταν οι περιστάσεις στρέφονται εναντίον τους. Εκτός από έναν: τον Ιούδα.
Ο Ιούδας είναι ο πολεμιστής, ο άνθρωπος της δύναμης, ο άνθρωπος που βλέπει στον Χριστό τον Μεσσία αυτού του κόσμου, έναν αυτοκράτορα που θα νικήσει τη Ρώμη στο ίδιο της το παιχνίδι. Και, σε τελική ανάλυση, μόνον ο Ιούδας είναι που μπορεί να καταστήσει δυνατό τον θρίαμβο του Χριστού.
Γιατί είναι ο Χριστός που ζητάει από τον Ιούδα να εκτελέσει την ύστατη πράξη αφοσίωσης: να τον προδώσει. Ο Χριστός συνειδητοποιεί ότι μπορεί να εδραιώσει τη Βασιλεία του μόνο αν ανέβει στον σταυρό. Και ο Ιούδας, ο άνθρωπος από ατσάλι, ο μόνος φερέγγυος μαθητής, παραδίδει τον Δάσκαλό του στους σταυρωτές του.
Πρόκειται για ένα σπουδαίο βιβλίο, ένα έπος βίας, αγάπης και πίστης. Είναι ένα βαθιά σημαντικό βιβλίο, από έναν άνθρωπο τον οποίο τόσον ο Τόμας Μαν όσο και ο Άλμπερτ Σβάιτσερ αποκάλεσαν ένα από τους Μεγάλους συγγραφείς τού αιώνα μας.
Είναι, στην πραγματικότητα, ένα από τα πιο δυνατά και συγκινητικά βιβλία τού Νίκου Καζαντζάκη".
(από την αγγλική έκδοση "The Last Temptation of Christ: A Novel" by Nikos Kazantzakis, Simon and Schuster, New York 1960)
http://www.biblionet.gr/
Αποσπάσματα από τον πρόλογο του Νίκου Καζαντζάκη.
«Η δυαδική υπόσταση του Χριστού στάθηκε για μένα πάντα βαθύ, ανεξερεύνητο μυστήριο· η λαχτάρα, η τόσο ανθρώπινη, η τόσο υπεράνθρωπη, να φτάσει ο άνθρωπος ως το Θεό – ή πιο σωστά: να επιστρέψει ο άνθρωπος στο Θεό και να ταυτισθεί μαζί του· η νοσταλγία αυτή, η τόσο μυστική και συνάμα τόσο πραγματική, άνοιγε μέσα μου πληγές και πηγές μεγάλες. Από τη νεότητά μου η πρωταρχική αγωνία μου, από όπου πήγαζαν όλες μου οι χαρές κι όλες μου οι πίκρες, ήταν τούτη: η ακατάπαυτη, ανήλεη πάλη ανάμεσα στο πνέμα και στη σάρκα. Μέσα μου παμπάλαιες ανθρώπινες και προανθρώπινες σκοτεινές δυνάμεις του Πονηρού· μέσα μου παμπάλαιες ανθρώπινες και προανθρώπινες φωτερές δυνάμεις τού Θεού· κι η ψυχή μου ήταν η παλαίστρα όπου οι δύο τούτοι στρατοί χτυπιούνταν κι έσμιγαν. Αγωνία μεγάλη· αγαπούσα το σώμα μου, και δεν ήθελα να χαθεί· αγαπούσα την ψυχή μου, και δεν ήθελα να ξεπέσει· μαχόμουν να φιλιώσω τις δύο αυτές αντίδρομες κοσμογονικές δυνάμες, να νιώσουν πως δεν είναι οχτροί, είναι συνεργάτες, και να χαρούν, να χαρώ κι εγώ μαζί τους, την αρμονία.
Κάθε άνθρωπος είναι θεάνθρωπος, σάρκα και πνέμα· να γιατί το μυστήριο του Χριστού δεν είναι μονάχα μυστήριο μιας ορισμένης θρησκείας· είναι πανανθρώπινο· σε κάθε άνθρωπο ξεσπάει η πάλη Θεού και ανθρώπου και συνάμα η λαχτάρα της φίλιωσης. Τις περισσότερες φορές η πάλη αυτή είναι ασύνειδη, βαστάει λίγο, δεν αντέχει μια αδύνατη ψυχή να αντιστέκεται καιρό πολύ στην σάρκα· βαραίνει, γίνεται και αυτή σάρκα, κι ο αγώνας παίρνει τέλος. Μα στους υπεύθυνους ανθρώπους, που έχουν μερόνυχτα καρφωμένα τα μάτια τους στο ανώτατο Χρέος, η πάλη ανάμεσα στη σάρκα και στο πνέμα ξεσπάει χωρίς έλεος και μπορεί να βαστάξει ως το θάνατο.
Ποτέ δεν ακολούθησα με τόσο τρόμο την αιματωμένη πορεία του στο Γολγοθά, ποτέ δεν έζησα με τόση ένταση, με τόση κατανόηση αγάπη το Βίο και τα Πάθη τού Χριστού, όσο τις μέρες και τις νύχτες που έγραφα τον Τελευταίο Πειρασμό. Γράφοντας την εξομολόγηση ετούτη της αγωνίας και της μεγάλης ελπίδας του ανθρώπου ήμουν συγκινημένος τόσο που τα μάτια μου βούρκωναν· δεν είχα νιώσει ποτέ με τόση γλύκα, με τόσο πόνο να πέφτει στάλα στάλα το αίμα του Χριστού στην καρδιά μου.
Γιατί ο Χριστός, για ν' ανέβει στην κορυφή της θυσίας, στο Σταυρό, στην κορυφή της εξαΰλωσης, στο Θεό, πέρασε όλα τα στάδια του αγωνιζόμενου ανθρώπου. Όλα, και γι' αυτό κι ο πόνος του΄μας είναι τόσο γνώριμος και τον πονούμε, κι η τελική νίκη του μας φαίνεται τόσο και δικιά μας μελλούμενη νίκη. O,τι είχε βαθιά ανθρώπινο ο Χριστός, μας βοηθάει να τον καταλάβουμε και να τον αγαπήσουμε και να παρακολουθούμε τα Πάθη του σαν να' ταν δικά μας πάθη. Αν δεν είχε μέσα του το ζεστό ανθρώπινο στοιχείο, δε θα μπορούσε ποτέ με τόση σιγουράδα και τρυφερότητα να αγγίξει την καρδιά μας· και δε θα μπορούσε να γίνει πρότυπο στη ζωή μας. Αγωνιζόμαστε κι εμείς, τον βλέπουμε κι αυτόν να αγωνίζεται και παίρνουμε κουράγιο· βλέπουμε, δεν είμαστε ολομόναχοι στον κόσμο, αγωνίζεται κι αυτός μαζί μας».
Στον Τελευταίο Πειρασμό ο Ιούδας είναι σιδεράς. Φτιάχνει τσάπες, δρεπάνια, στεφάνια για κρασοβάρελα, πεταλώνει άλογα μα αυτή είναι μόνο η φανερή του ασχολία. Στα κρυφά είναι Ζηλωτής, δηλαδή επαναστάτης Εβραίος που αγωνίζεται εναντίον των Ρωμαίων.
Τίποτε το περίεργο ως εδώ, το περίεργο είναι αλλού, στο επάγγελμα του Ιησού που είναι μαραγκός. Σας μπέρδεψα; Μη βιάζεστε. Ο Ιησούς του Καζαντζάκη δεν είναι απλός μαραγκός, είναι μαραγκός που κατασκευάζει σταυρούς για τις σταυρικές εκτελέσεις των Ρωμαίων! Να γιατί οι Ζηλωτές αναθέτουν στον Ιούδα να δολοφονήσει τον Ιησού στην έρημο -σε ένα μοναστήρι- όπου πάει ο Ιησούς για να προσευχηθεί. Η σκηνή της απόπειρας δολοφονίας είναι από τις πιο συγκλονιστικές του βιβλίου.
- Ορκίστηκα στους αδελφούς μου τους Ζηλωτές, ορκίστηκα στη μάνα του σταυρωμένου να σε σκοτώσω. Καλώς ήρθες, σταυρωτή· σούριξα κι ήρθες.
Πετάχτηκε απάνω, έβαλε το μάνταλο της πόρτας, γύρισε και κουλουριάστηκε πάλι στη γωνιά, με το πρόσωπο γυρισμένο κατά τον Ιησού.
- Άκουσες τι είπα; Μην αρχίσεις τα κλάματα· ετοιμάσου.
- Είμαι έτοιμος.
- Μη βάλεις τις φωνές· γρήγορα! όσο ’ναι ακόμα νύχτα να φύγω.
- Καλώς σε βρήκα, Ιούδα, αδερφέ μου· είμαι έτοιμος. Δε σούριξες εσύ, σούριξε ο Θεός κι ήρθα· όλα καλά τα βόλεψε η χάρη του, ήρθες την ώρα που έπρεπε, Ιούδα αδερφέ μου· απόψε η καρδιά μου καθάρισε, αλάφρωσε, μπορώ να παρουσιαστώ στο Θεό. Κουράστηκα να ζω και να παλεύω μαζί του. Απλώνω το λαιμό, Ιούδα, είμαι έτοιμος.
Ο Ιούδας έμεινε έκπληκτος. Δε ήθελε να σκοτώσει κάποιον που δεν αντιστέκεται. ”Ήθελε αυτός αντίσταση, να πιαστούν κορμί με κορμί, να ζεσταθούν τα αίματά τους και να ‘ρθει, όπως ταιριάζει στους άντρες, ολοστερνή δίκαιη αμοιβή της πάλης, ο σκοτωμός”. Έτσι μπήκαν μέσα του οι πρώτοι σπόροι της αμφιβολίας.
”Αν δε σε σκοτώσω, είπε τέλος, τι έχεις σκοπό να κάμεις;”
“Δεν ξέρω. Ό,τι αποφασίσει ο Θεός. Λέω να σηκωθώ και να μιλήσω στους ανθρώπους”.
“Τι θα τους πεις;”
“Πώς θες να ξέρω, Ιούδα, αδερφέ μου; Εγώ θ’ ανοίξω το στόμα μου κι ο Θεός θα μιλήσει”.
Από τότε ο Ιησούς παρατάει το παλιό του επάγγελμα και αρχίζει τα κηρύγματα. Ο Ιούδας τον ακολουθεί γιατί έχει την υποψία ότι μπορεί να είναι ο Μεσίας, που θα ξεσηκώσει τις καρδιές του Εβραίων.
Όταν ο Ιησούς -προσπαθώντας να σώσει τη Μαγδαληνή- έρχεται αντιμέτωπος με τον Βαραβά, ο Ιούδας θα αρπάξει από το μπράτσο το Βαραβά, τη στιγμή ακριβώς που ετοιμαζόταν ”να χυθεί στο γιο της Μαρίας”. Δεύτερη σωτήρια επέμβαση του Ιούδα. Θα γίνει μάλιστα και μαθητής του, ο τρίτος μετά τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Χωρίς όμως να ξεχνάει την αποστολή του:
- Γιατί το μετάνιωσες, Ιούδα, αδερφέ μου; Εγώ ήμουν έτοιμος.
- Περίμενα.
- Περίμενες τι;
- Να δω αν είσαι Αυτός που περιμένει ο Ισραήλ.
Ο Ιησούς ανατρίχιασε· ακούμπησε στον κορμό της ελιάς, έτρεμε όλος.
- Δε θέλω να βιαστώ και να σκοτώσω το Λυτρωτή, δε θέλω! ξεφώνισε ο Ιούδας, και σφούγγιξε το κούτελό του, που άξαφνα γέμισε ιδρώτα· κατάλαβες; Δε θέλω! φώναξε σα να τον έπνιγαν.
Στην Βάπτιση του Ιησού στον Ιορδάνη ποταμό, ο Ιούδας είναι ο μόνος μαθητής που ακολουθεί τον Ιησού μέχρι τον Βαπτιστή. Μάλιστα τον σπρώχνει κιόλας να εμφανιστεί μπροστά του γιατί για μια στιγμή ο Ιησούς είχε μείνει πίσω από κάτι καλάμια. Εκεί θα αντικρίσει το θαύμα: Τη στιγμή της Βάπτισης το ρεύμα του Ιορδάνη στέκεται ακίνητο, κοπάδια πολύχρωμα ψάρια περικυκλώνουν τον Ιησού κι ένα άσπρο φτερωτό πουλί κάθεται πάνω στο κεφάλι του.Μετά τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη του Βαπτιστή, οι μαθητές έχουν χάσει το θάρρος τους. Ο Ιησούς βρίσκεται στην έρημο κι αναρωτιούνται αν πρέπει να τον περιμένουν όπως τους έχει παραγγείλει ή αν πρέπει να επιστρέψουν στην ασφάλεια της Γαλιλαίας, όπως επιμένει ο Πέτρος. Κάποια στιγμή ο Ιωάννης τους λέει: “Κι αν ο Ιησούς είναι ο Μεσίας;” Όλοι βρίσκουν αμέσως το χαμένο τους θάρρος.
Μεσίας! Πάει να πει: σπαθί του Δαβίδ, παντοκρατορία του Ισραήλ, πόλεμος! Κι αυτοί, οι Μαθητές, οι πρώτοι που τον ακολούθησαν, αρχόντοι μεγάλοι, τετράρχες και πατριάρχες γύρα από το θρόνο του! Πώς έχει ο Θεός στον ουρανό ολόγυρά του τους αγγέλους κι αρχαγγέλους: Όμοια κι αυτοί εθνάρχες και πατριάρχες απάνω στη γης! Τα μάτια τους έλαμψαν.
- Παίρνω πίσω το λόγο μου, παιδιά, έκαμε ο Πέτρος και κατακοκκίνησε· δε θα τον παρατήσω εγώ ποτέ μου!
- Μήτε εγώ! Μήτε εγώ! Μήτε εγώ!
Έφτυσε ο Ιούδας με θυμό, χτύπησε τη γροθιά του στον παραστάτη της πόρτας.
- Μωρέ παληκαράδες, τους φώναξε· όσο τον θαρούσατε ανήμπορο, όπου φύγει φύγει· και τώρα που μυριστήκατε μεγαλεία: δε θα τον παρατήσω εγώ ποτέ μου! Μωρέ όλοι θα τον παρατήσετε σύξυλο, μια μέρα, και να μου το θυμηθείτε, κι εγώ μονάχα, εγώ, δε θα τον προδώσω· Σίμωνα Κυρηναίε, μάρτυρας!
Από τον επίλογο
Άγρια αδάμαστη χαρά τον συνεπήρε, όχι, όχι δεν ήταν άναντρος, λιποτάχτης, προδότης,
όχι, όχι ήταν καρφωμένος στον σταυρό, τίμια στάθηκε ως το τέλος, κράτησε το λόγο του,
μια αστραπή, τη στιγμή που φώναξε "Ηλί !Ηλί !"και λιποθύμησε, τον άρπαξε ο Πειρασμός και τον πλάνεσε, ψέματα οι χαρές, οι παντρειές, τα παιδιά.
Ψέματα τα χούφταλα, ξευτιλισμένα γεροντάκια, που τον φώναζαν άναντρο, λιποτάχτη, προδότη. Όλα, όλα φαντάσματα του Πονηρού!
Ζουν και βασιλεύουν οι Μαθητές του, πήραν τις στεριές και τις θάλασσες και διαλαλούν το Καλό Μαντάτο.
Τα πάντα έγιναν όπως πρέπει,δόξα σοι ο Θεός!
Έσυρε φωνή θριαμβευτικιά:
-Τετέλεσται !
κι ήταν σα να λεγε: Όλα αρχίζουν.
http://silena26.blogspot.gr/
The Last Temptation of Christ (1988) - Official Trailer
Η ΤΑΙΝΙΑ
Σκηνοθέτης: Μάρτιν Σκορτσέζε
Ηθοποιοί: Γουίλεμ Νταφόε, Χάρβεϊ Καϊτέλ, Μπάρμπαρα Χέρσεϊ, Βέρνα Μπλουμ
Συγκλονιστική απεικόνιση της ζωής του Ιησού σε μια από τις πιο αμφιλεγόμενες ταινίες, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη, που επιχειρεί μια διαφορετική προσέγγιση της προσωπικότητας του Θεανθρώπου. Η ταινία, που χάρισε στο Μάρτιν Σκορτσέζε υποψηφιότητα για Οσκαρ Σκηνοθεσίας, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στους κόλπους της εκκλησίας.
Η ταινία είχε προταθεί για Όσκαρ Σκηνοθεσίας (Μάρτιν Σκορτσέζε).
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957)
Ο Νίκος Καζαντζάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης, πρωτότοκος γιος του εμποροκτηματία Μιχάλη Καζαντζάκη. Είχε δυο αδερφούς και μια αδερφή που πέθανε σε νηπιακή ηλικία. Τα παιδικά και μαθητικά του χρόνια ως το 1902, οπότε τέλειωσε το Γυμνάσιο, τα πέρασε στο Ηράκλειο με ενδιάμεσα σύντομα διαστήματα παραμονής στον Πειραιά (το 1889 - έναρξη της Κρητικής Επανάστασης- για έξι μήνες) και τη Νάξο (1897-1899 - ο Καζαντζάκης φοίτησε στην εκεί Γαλλική Εμπορική Σχολή). Το 1902 έφυγε για την Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική Σχολή, από όπου αποφοίτησε το 1906 με άριστα. Το 1906 σημειώθηκαν και οι πρώτες δημοσιεύσεις κειμένων του στο περιοδικό Πινακοθήκη με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβανή, με το οποίο εξέδωσε και το πρώτο βιβλίο του Όφις και Κρίνο, αφιερωμένο στη Γαλάτεια Αλεξίου. Τον επόμενο χρόνο γράφτηκε στη Μασονική Στοά Αθηνών και έφυγε για σπουδές νομικής στο Παρίσι, όπου παρακολούθησε και μαθήματα φιλοσοφίας με τον Ανρί Μπεργκσόν. Από το 1907 ως το 1909 έγραψε τα πρώτα θεατρικά του έργα (ανάμεσά τους τα Ξημερώνει [έπαινος στον Παντελίδειο Δραματικό Αγώνα] , Φασγά, Ο Πρωτομάστορας [ βραβείο στο Λασσάνειο Δραματικό Αγώνα]) ,το μυθιστόρημα Σπασμένες ψυχές, καθώς επίσης μελετήματα και δοκίμια, όλα δημοσιευμένα σε περιοδικά της εποχής (Νουμάς, Παναθήναια). Το 1909 εξέδωσε στο Ηράκλειο τη εναίσιμη επί υφηγεσία διατριβή του με τίτλο Ο Φρειδερίκος Νίτσε εν τη φιλοσοφία του Δικαίου και της Πολιτείας. Το 1910 εγκαταστάθηκε με τη Γαλάτεια στην Αθήνα την οποία παντρεύτηκε τον επόμενο χρόνο στο Ηράκλειο και πήρε μέρος στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου. Ως το 1915 ασχολήθηκε με τη μετάφραση έργων των Μπεργκσόν, Πλάτωνα, Νίτσε, Μπύχνερ, Ντάρβιν και άλλων, στρατεύτηκε εθελοντικά στους βαλκανικούς πολέμους και υπηρέτησε στο γραφείο του Βενιζέλου, έγραψε πέντε αναγνωστικά για το δημοτικό σχολείο με τη Γαλάτεια Αλεξίου ( η οποία και τα υπέγραφε ) και γνώρισε τον Άγγελο Σικελιανό με τον οποίο ταξίδεψαν στο Άγιο Όρος. Το καλοκαίρι του 1907 προσπάθησε χωρίς επιτυχία να αξιοποιήσει ένα λιγνιτωρυχείο στη Μάνη μαζί με το μεταλλωρύχο Γιώργη Ζορμπά και το φθινόπωρο ταξίδεψε στην Ελβετία, όπου είχε ερωτικό δεσμό με την Ελένη Λαμπρίδου. Το 1919 ανέλαβε δράση υπέρ του επαναπατρισμού των ελλήνων του Καυκάσου από τη θέση του γενικού διευθυντή του Υπουργείου Περιθάλψεως και συναντήθηκε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο στο Παρίσι. Τα τρία επόμενα χρόνια ταξίδεψε ανά την Ευρώπη και την Ελλάδα. Πήρε μέρος στο Συνέδριο των Αναμορφωτών της Παιδείας στο Βερολίνο και στο Συνέδριο Σεξουαλικής Παιδαγωγικής στη Δρέσδη, μελέτησε έργα του Φρόυντ, γνωρίστηκε με το Λεό Σεστώβ και έγραψε την Ασκητική. Το 1924, επιστρέφοντας στην Ελλάδα ταξίδεψε στην Ιταλία και γνωρίστηκε στην Αθήνα με την Ελένη Σαμίου. Από τον Οκτώβριο του 1925 ως το Φεβρουάριο του 1926 έμεινε στη Ρωσία ως απεσταλμένος της εφημερίδας Ελεύθερος Λόγος. Ακολούθησαν δυο ακόμη ταξίδια του στη Ρωσία, ένα στα τέλη του 1927 μετά από πρόσκληση της Σοβιετικής Κυβέρνησης και ένα από τον Απρίλη του 1928 ως τον Απρίλη του 1929, ενώ με τη δημοσιογραφική του ιδιότητα επισκέφτηκε επίσης την Ιταλία και την Ισπανία (1926, 1932-1933, 1936-1937, 1950), την Αίγυπτο και το Σινά (1927). Το 1926 πήρε διαζύγιο από τη Γαλάτεια και ταξίδεψε με την Ελένη στην Παλαιστίνη και την Κύπρο. Τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε στο περιοδικό Αναγέννηση το πρώτο δείγμα από την Οδύσσεια, που ολοκλήρωσε σε πρώτη γραφή το 1927 στην Αίγινα και εξέδωσε μόλις το Δεκέμβρη του 1938, μετά από εφτά συνολικά γραφές. Το 1928 διώχτηκε δικαστικά με αφορμή τη διοργάνωση συγκέντρωσης για τη Σοβιετική Ένωση μαζί με τον ελληνορουμάνο συγγραφέα Παναΐτ Ιστράτι στο αθηναϊκό θέατρο Αλάμπρα και κατά τη διάρκεια του καλοκαιρινού ταξιδιού του στη Ρωσία συνέχισε να ασχολείται με τη συγγραφή. Τον ίδιο χρόνο έγινε γνωστός στη Γαλλία μέσα από ένα άρθρο του Ιστράτι στο περιοδικό Monde . Η σχέση του Καζαντζάκη με τον Ιστράτι διακόπηκε το Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου στη Σοβιετική Ένωση. Συνέχισε να ταξιδεύει με την Ελένη στη Γερμανία, την Τσεχοσλοβακία, τη Γαλλία, την Ισπανία, την Ιαπωνία, την Κίνα και την Αγγλία με ενδιάμεσες επιστροφές στην Αίγινα (1943-1944) και την Αθήνα (1945 - ίδρυσε τη Σοσιαλιστική Εργατική Ένωση, υπέβαλε υποψηφιότητα στην Ακαδημία Αθηνών, διετέλεσε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην κυβέρνηση Σοφούλη και παντρεύτηκε την Ελένη) και το 1946 εγκαταστάθηκε στη Γαλλία, αρχικά στο Παρίσι (λογοτεχνικός σύμβουλος στην έδρα της Ουνέσκο) και στη συνέχεια στην Αντίμπ, από όπου ταξίδεψε στην Ευρώπη. Τον ίδιο χρόνο προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας από κοινού με τον Άγγελο Σικελιανό. Στο διάστημα 1928-1944 εξέδωσε μεταξύ άλλων έργων τα Τόντα Ράμπα, Ιστορία της Ρωσικής Λογοτεχνίας, Τερτσίνες, μια μετάφραση της Θείας Κωμωδίας του Δάντη και μια του Φάουστ Α΄ του Γκαίτε, το Βραχόκηπο, την τραγωδία Μέλισσα, καθώς και αναμνήσεις από τα ταξίδια του. Στη Γαλλία έγραψε τις Αδερφοφάδες και τον Καπετάν Μιχάλη και το 1953 ολοκλήρωσε το μυθιστόρημα Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, το οποίο κίνησε τις αντιδράσεις της ελληνικής Εκκλησίας και του Βατικανού. Την ίδια χρονιά νοσηλεύτηκε στο Παρίσι λόγω ανωμαλίας της λέμφου. Το 1954 το μυθιστόρημα Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά τιμήθηκε με το βραβείο του καλύτερου ξενόγλωσσου βιβλίου στη Γαλλία. Το 1955 ταξίδεψε στην Αλσατία και συναντήθηκε με τον Άλμπερτ Σβάιτσερ και στο Λουγκάνο. Εκεί ξεκίνησε να γράφει την Αναφορά στο Γκρέκο, που εκδόθηκε μετά το θάνατό του. Το καλοκαίρι του 1956 το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη παρέστησε με επιτυχία τη θεατρική διασκευή του Ο Χριστός ξανασταυρώνεται και το 1957 προβλήθηκε στις Κάννες το, επίσης βασισμένο στο προηγούμενο έργο, φιλμ του Ζυλ Ντασσέν, Εκείνος που πρέπει να πεθάνει. Ο Καζαντζάκης ήταν παρών στην πρεμιέρα. Το καλοκαίρι ταξίδεψε στην Κίνα και κατά την επιστροφή μέσω Ιαπωνίας εμβολιάστηκε με αποτέλεσμα να προσβληθεί από γάγγραινα. Νοσηλεύτηκε αρχικά στην Κοπεγχάγη και στη συνέχεια στο Φράιμπουργκ, όπου προσβλήθηκε από Ασιατική γρίπη και πέθανε σε ηλικία εβδομήντα τεσσάρων χρόνων. Η σορός του μεταφέρθηκε στο Ηράκλειο και ενταφιάστηκε στην Τάπια Μαρτινέγκο, κοντά στο ενετικό κάστρο της πόλης.http://www.ekebi.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου