Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

ΣΟΥΛΟΓΛΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ – Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ




Ο Γιώργος γεννήθηκε στην Κοκκινιά και σπούδασε Αγγλική Φιλολογία .Μετά τις σπουδές του στην Ελλάδα πήγε στην Αγγλία όπου σπούδασε Ηχοληψία. Με το επάγγελμα του καθηγητή Αγγλικών ασχολήθηκε για λίγο χρονικό διάστημα (διατηρούσε Φροντιστήριο Ξένων Γλωσσών) γιατί  πολύ γρήγορα  τον κέρδισε μία άλλη μεγάλη του αγάπη : το ποδήλατο. Ετσι  άνοιξε  κατάστημα πώλησης αγωνιστικών ποδηλάτων και εξοπλισμού των αγωνιστών . Ασχολήθηκε επίσης με αγώνες ποδηλατοδρομιών όπου συμμετείχε και σαν αθλητής αλλά  και σαν προπονητής .
Τα τελευταία χρόνια ασχολείται επίσης και με ένα ιδιαίτερο ταλέντο του: το γράψιμο . Ο ίδιος γράφει «Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να γράφει κανείς.
Κάποιος γράφει γιατί θέλει να βγάλει τα σώψυχά του, άλλος γιατί θέλει να διαδώσει τις ιδέες του, κάποιος άλλος για να βγάλει 5 φράγκα......... εγώ γιατί έχω ένα κόμπο στο λαιμό και με πνίγει ....... γιαυτό ουρλιάζω..»...
Τα γραπτά του τα δημοσιεύει στο ιστολόγιο http://anorthografies.net/256-2

                           ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ

                                                     ΕΝΑΣ ΚΟΜΠΟΣ

Ζυγώνει  το πλήρωμα του χρόνου, θεριεύει η προσμονή, και κείνο το μαχαίρι δεν λέει να ξεμυτίσει απ τη πληγή.
Εχει σταθεί κει μέσα και δεν αφήνει το αίμα να ξεπηδήσει,
και φως και ζωή τον τόπο να γιομίσει.
Κόκκινο κι αγιόκλημα η πλάση να μυρίσει,
να μην αφήσει να ρθει ποτές η δύση.
Ειν ο κόμπος που σε πνίγει ολοένα πιο πολύ,
είναι που θαρρείς σαν να ζεις από μέσα σου,και απ’ όξω δεν.
Είναι σαν που περνά το σύγνεφο,
και δεν αφήνει τον ήλιο να χαρεί τη ζεστασιά των ανθρώπων.
Είναι σαν το βρέφος που ψάχνει τη ρώγα της σκελετωμένης μάνας,
που μάταια σκίζει τα στήθια της για λίγο γάλα.
Είναι σαν τον παππού που λέει τη ζωή του παραμύθι στο εγγόνι του,
από φόβο μη μάθει την πικρή αλήθεια.
Και συ καημένη γυρεύεις του κάκου ,την αγάπη σ’όλα αυτά…….. σε ζηλεύω.

                                                                 ΑΜΑΝ 


Αμαν θες να βρεις το δίκιο σου, μην περιμένεις πρώτα βοήθεια απ’ τους άλλους, βοήθα τους εσύ.
Αμαν λαχταράς μια ζήση αλλιώτικη, άλλαξε συ πρώτος και μετά άλλαξε και τον σπόρο σου, μην τον αφήσεις μες στη κοπριά και βρομίσει.
Αμαν γυρεύεις σύντροφο,ψάξε να βρεις τον αταίριαστο, τον μόνο, αυτόν που ποτέ του δεν συντρόφεψε στο φως αλλά στο σκοτάδι.
Αμαν  κυλιέσαι κατάχαμα, μην κοιτάς τη γης, κοίτα αψηλά πάνω απ’ τα άστρα, μονάχα έτσι θα γενείς ουρανός.
Αμαν χρωστάς στον εαυτό σου μην του δίνεις μία, δώσε στον δίπλα , μόνο έτσι θα ξεχρεώσεις τα χρωστούμενα μιας ολάκερης κοινωνίας.
Αμαν θες να φτύσεις κάποιους, φτύσε τους φίλους σου που σε ανέχτηκαν τόσα χρόνια για να χουν να λένε ότι έχουν φίλο.
Αμαν θες να γίνεις πλούσιος εξαφάνισε τον πλούτο και τους πλουσίους, αυτοί φταίνε  για την πλούσια φτώχεια σου.
Αμαν θες να ζήσεις λέφτερος φτιάξε μοναχά ένα νόμο που να απαγορεύει τους νόμους αλλά και τον νομοθέτη…..δηλαδή εσένα.
Αμαν γυρεύεις την αγάπη γύρεψε την  βαθειά σ’ αυτούς που δεν αγαπήθηκαν ποτές, μοναχά αυτοί είναι παρθένοι.
Αμαν θες να καρπίσουν τα λόγια σου, κάνετα ζωή και πράξη ουρλιάζοντας, μην τα ψιθυρίζεις σε όμορφα αφτάκια.
Αμαν θες να χύσεις το αίμα σου για την πατρίδα πρέπει να μάθεις να φιλιώνεις με τον οχτρό σου, γιατί αγκαλιά θα πεθάνετε.
Αμαν σου βρωμάει ο άπλυτος μετανάστης πλύντον και πιες….που ξέρεις…. ίσως ξεβρομίσεις και συ.
Αμαν αγαπάς τη δημοκρατία μάθε στους άλλους τι σημαίνει φασισμός……έφκολα μπερδεύονται οι οχτροί αναμεταξύ τους.
Αμαν θες να ομορφύνεις, βγάλε από τον πρώτο που θα βρεις μπροστά σου τα φτιασίδια και κοίτα ίσα στη ψυχή του.
Αμαν θες να νοιώσεις, άνοιξε τη καρδιά σου,κλείσε τα μάτια , τα αφτιά και τη μύτη, ότι βλέπεις και ακούς βρωμάει.
Αμαν θες ήρωας να γενείς, ψάξε πως θα πεθάνεις, άλλωστε τι δουλειά έχεις εσύ με τους (ζωντανούς).
Αμαν θες να κάνεις κάτι στη ζωή σου, γέννα,γέννα ιδέες, πρόσεξε μονάχα μη τυχόν και γεννήσεις δούλους,άλλωστε έχουμε πολλούς από δάφτους.
Αμαν ντε και καλά θες να γλύψεις κάτι, γλύψε τις πληγές που έχεις ανοίξει στους άλλους, πριν γλύψουν τις δικές σου.
Αμαν αγαπάς την ειρήνη μάθε να πολεμάς για αφτήν.
Αμαν θες να λέγεσαι ΑΝΘΡΩΠΟΣ μη φοβάσαι……………………… ΓΙΝΕ.

ελπίζω ο ΚΙΠΛΙΝ να με συχωρέσει…

                                            ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΟ ΠΑΡΟΝ

Φραμπαλάδες της ψυχής,
έρωτες, προσμονές, απομεινάρια μιας ζωής άφταστης,
με καρτερία προσμένουν τη λύτρωση.
Φτιασιδωμένες μνήμες αλλόκοτες,
βρωμάνε καπνό και αλκοόλ,
μυρωδιές από μαραγκιασμένα ζουμπούλια γιομίζουν το κενό.
Αχνές φιγούρες,θύμησες ξεχασμένες,καταδικασμένοι ήρωες,
ξεπροβάλλουν κάθε τόσο επίμονα,
στοιχίζουν τη σκέψη, τη βούληση,και υποτάσσουν το θέλω, σε ένα ανήθικο πρέπει.
Δυο παιδιά καθαρίζουν τους δρόμους από των ερώτων τα αίματα,
μιας άκληρης  φθισικής εξουσίας.
Ανικανοποίητος ο ζωγράφος μουτζαλώνει τον καμβά,
φτιάχνοντας κύκλους ατέλειωτους στο νου.
Σκόρπιες εικόνες ανάκατες,
ακρωτηριασμένα χέρια διψούν να αγγίξουν ψυχές,
σαλεμένα μυαλά γυρεύουν την ευταξία.
Και γω ανήμπορος για κάτι της προκοπής,
γυρεύω πρόστυχη συντροφιά να κλάψω.

                                                                                 ΠΟΤΑΜΙ
 
Σημαίες  μαυροκόκκινες, λάβαρα του νου υψωμένα,
πρόσωπα αναθαρρεμένα από καρδιά.
Φιγούρες άσπαρτης νιότης,τρανωμένων ιδεών περιδιαβαίνουν τους δρόμους.
Και φουσκώνει το ποτάμι της οργής, του άγιου μίσους,
και καταπίνει μάζες προσκυνημένων ανθρωπόμορφων τεράτων.
Και καίγεται ο τόπος από τα βάγια της ανάστασης των μοιραίων, των πορφυρών,
των ξαναμμένων απ το βοτάνι της ορμής.
Ξεφτιλισμένοι νοικοκυραίοι χάσκουν πίσω από τις τρομαγμένες γρύλιες,
των πάντα κλειστών πορτόφυλλων.
Ετσι ανήμποροι,βουβοί,σαλεμένοι,….έτσι θα μείνουν να κοιτούν το τσουνάμι που έρχεται.
Θεατές, άβουλοι, ασάλευτοι, ανήμποροι…….νεκροί


                                           ΜΙΑ ΠΟΡΤΑ ΔΙΧΩΣ ΣΥΡΤΗ

Μια πόρτα, μια πόρτα δίχως μάνταλο,
δίχως σύρτη, χωρίς κλειδί.
Φτιαγμένη από απλά φρέσκα λιασμένα μαδέρια,
και σαγμένους ανθρώπινα μεντεσέδες.
Γερμένη πάντα μισάνοιχτη, έτοιμη να δεχτεί,
όχι να διώξει.
Και η δικιά σου απέναντι, περισπούδαστη, λαμπρή,
κλειδαμπαρωμένη, ασφαλής,ερμητικά κλειστή.
φτιαγμένη να μη δέχεται, να αποτρέπει,
να ξορκίζει με την παρουσία της και μόνο το( κακό) το διαφορετικό.
Γιαυτό δεν μπαίνει ο ήλιος στο σπιτικό μου,
δεν τον αφήνει να περάσει η δικιά σου ,
η πάντα κλειστή, η ασφαλής.
Μια πόρτα στον ήλιο ειν’ οι καρδιές μας,
μόνο που η μια ειν πίσω απ την άλλη,
αλληλοεξαρτώμενες ετερόφωτες μαγικές.
ανοίξτε τις δικές σας ρεεε η δικιά μου ειν η τελευταία.

                                                            ΜΟΙΡΑΙΟΙ

Μοιραίοι, έρμαιοι μιας άμοιρης μοίρας.
Φαρμακωμένοι με το φαρμάκι της ντροπής,
μιας φυλής ντροπιασμένης από τα μέσα,
από τα ίδια της τα σπλάχνα.
Αποδιωγμένοι απ’ τις μανάδες μας σαν παραπαίδια,
ανήμποροι να βαδίσουμε,ζωσμένοι τις αλυσίδες του νου.
Παραδομένοι στην αφέντρα κακοτυχιά μας σουλατσάρουμε,
άφωνοι, άβουλοι, αβέβαιοι, (α)νθρωποι.
Στοιβαγμένοι σ’ένα σωρό, μ’ένα μαντήλι στη μύτη μην αντέχοντας τη βρώμα μας.
Ζωσμένοι τη καμπούρα,τα έρμα μιας ξεχασμένης νιότης,
που ψάχνοντας μάταια να αναδυθεί γίνεται βάρος.
Ζητιαναρέοι μιας άλλης ζωής,αλλοτινής, αταίριαστης, απαστράπτουσας,
ωσάν λευκής χιόνος.
Μάταιοι, μα και μικρόκαρδοι μεσ’ στην ακαρδοσύνη μας,
πολεμάμε το εγώ μας.
Για ποιον? ..Για το εμείς…?..αφού εγώ είμαστε μεις…
Ικέτες μιας λύπης θλιμμένης.
Γιατρευτές μιας πληγής κακοφορμισμένης,που τρώει τα σωθικά μας.
Βαδιστές στο αδιάβατο μονοπάτι γελοίων ονειρώξεων,
ανήμπορων έστω και στην άθλια διαδικασία αναπαραγωγής.
Μιας αναπαραγωγής άχρηστης που στερείται παραγωγής.
Ετσι ζούμε, στοιχειωμένοι, και περιστοιχισμένοι από άγρια ρόδα,
από αρώματα και μνήμες αλλοτινές, ξεχασμένες……. μοιραίες.

                                                              Ο ΚΑΙΡΟΣ ΓΑΡ ΕΓΓΥΣ
 
Πένθος βαριό, μετά της νιότης το απόκαμα,
με βρήκε να σκαλίζω τη γης.
Μιας γης στέρφας, αλλά με θέληση από ανάγκη.
Με θέληση όχι για αναπαραγωγή αλλά για γέννα.
Για μια γέννα παρθένα,ανέγγιχτη,αμόλυντη,
από την τρέχουσα κακομοιριά.
Κακομοιριά φτιασιδωμένη, φορεμένη τον μανδύα του πρέπει,
κι όχι του μπορώ.
Ενός πρέπει υποταγμένο στο χτες των λίγων, των αρρώστων.
Των αρρώστων, που ανήμποροι να αγαπήσουν αλλά και να αγαπηθούν,
γίνηκαν βασανιστές εαυτού και αλλήλων.
Μια στέρφα γης,έτοιμη να μπουμπουκιάσει ψυχές.
Ψυχές νιές, αλλόκοτες, ονειροπαρμένες, αγαπησιάρικες για ζωή
προσκείμενες σε ένα κόσμο με άλλο φτιάξιμο, για άλλο σκοπό,
ερωτευμένες τον έρωτα,αυτόν που την επανάσταση εγκυμονεί.
………ΕΕΕΕΕ φίλε το νου σου…..κοίτα μη μου πεθάνεις…….
Ο καιρός γαρ εγγύς………


                 Λίγα λόγια από εμένα 
 Ο Γιώργος  είναι ένας ποιητής της ανατροπής, της επανάστασης

(Αμαν θες να γίνεις πλούσιος εξαφάνισε τον πλούτο και τους πλουσίους, αυτοί φταίνε  για την πλούσια φτώχεια σου.

Αμαν θες να καρπίσουν τα λόγια σου, κάνετα ζωή και πράξη ουρλιάζοντας, μην τα ψιθυρίζεις σε όμορφα αφτάκια.

Αμαν θες να χύσεις το αίμα σου για την πατρίδα πρέπει να μάθεις να φιλιώνεις με τον οχτρό σου, γιατί αγκαλιά θα πεθάνετε.)

Βιώνει έντονα την δύσκολη πραγματικότητά μας

 (Ειν ο κόμπος που σε πνίγει ολοένα πιο πολύ,

είναι που θαρρείς σαν να ζεις από μέσα σου,και απ’ όξω δεν.

Είναι σαν που περνά το σύγνεφο,

και δεν αφήνει τον ήλιο να χαρεί τη ζεστασιά των ανθρώπων.)

διαμαρτύρεται

(Μια πόρτα στον ήλιο ειν’ οι καρδιές μας,

μόνο που η μια ειν πίσω απ την άλλη,

αλληλοεξαρτώμενες ετερόφωτες μαγικές.

ανοίξτε τις δικές σας ρεεε η δικιά μου ειν η τελευταία.)

σαρκάζει

(Ξεφτιλισμένοι νοικοκυραίοι χάσκουν πίσω από τις τρομαγμένες γρύλιες,

των πάντα κλειστών πορτόφυλλων.

Ετσι ανήμποροι,βουβοί,σαλεμένοι,….έτσι θα μείνουν να κοιτούν το τσουνάμι που έρχεται.

Θεατές, άβουλοι, ασάλευτοι, ανήμποροι…….νεκροί)

Πονά

(Και γω ανήμπορος για κάτι της προκοπής,

γυρεύω πρόστυχη συντροφιά να κλάψω.)

οργίζεται

(Και φουσκώνει το ποτάμι της οργής, του άγιου μίσους,

και καταπίνει μάζες προσκυνημένων ανθρωπόμορφων τεράτων.)

 ελπίζει  και εμψυχώνει

(έρωτες, προσμονές, απομεινάρια μιας ζωής άφταστης,

με καρτερία προσμένουν τη λύτρωση.)

(Ζυγώνει  το πλήρωμα του χρόνου, θεριεύει η προσμονή,)

 (………ΕΕΕΕΕ φίλε το νου σου…..κοίτα μη μου πεθάνεις…….

Ο καιρός γαρ εγγύς………)


Και όλα αυτά με το πνεύμα ενός βαθύτατου ανθρωπισμού

(Αμαν θες να βρεις το δίκιο σου, μην περιμένεις πρώτα βοήθεια απ’ τους άλλους, βοήθα τους εσύ.

Αμαν γυρεύεις σύντροφο,ψάξε να βρεις τον αταίριαστο, τον μόνο, αυτόν που ποτέ του δεν συντρόφεψε στο φως αλλά στο σκοτάδι.

Αμαν θες να λέγεσαι ΑΝΘΡΩΠΟΣ μη φοβάσαι……………………… ΓΙΝΕ.)


Ο στίχος του επίσης είναι αναρχικός  ,δεν υπακούει σε κανόνες και μέτρα του ποιητικού κατεστημένου-γεγονός που ενισχύει το μήνυμα που θέλει να δώσει-.

Είναι αυθόρμητος, πολλές φορές εξομολογητικός, γι΄αυτό είναι  ζεστός και ανθρώπινος.


Παρόλο που τα ποιήματα του Γιώργου θα μπορούσαμε να τα κατατάξουμε στα «πολιτικά» ποιήματα , είναι λυρικά  γιατί αφ ενός μεν εκφράζουν έντονα συναισθήματα και αφετέρου διανθίζονται από πολλά εκφραστικά μέσα και ωραίες εικόνες 
(Κόκκινο κι αγιόκλημα η πλάση να μυρίσει,

να μην αφήσει να ρθει ποτές η δύση.

Ετσι ζούμε, στοιχειωμένοι, και περιστοιχισμένοι από άγρια ρόδα,

από αρώματα και μνήμες αλλοτινές, ξεχασμένες……. μοιραίες.)


Τελειώνοντας θα ήθελα να πω ότι ο Γιώργος γράφει και πεζά κείμενα  με ένα δικό του  προσωπικό στυλ!! Υπόσχομαι ότι θα επανέλθω σε αυτά σε  μελλοντική δημοσίευση .

Γεωργία Κοτσόβολου








9 σχόλια:

  1. ΜΕΡΑ ΕΧΩ ΝΑ ΚΑΝΩ ΚΑΠΟΙΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΥΡΑ ΔΑΣΚΑΛΑ.....ΕΚΑΝΑ ΤΟΝ ΔΑΣΚΑΛΟ ΓΙΑ 20 ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΟΔΗΛΑΤΑ ΓΙΑ 11 ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΧΟΛΗΨΙΑ ΕΦΤΥΧΩΣ ΕΜΕΙΝΕ ΧΟΜΠΙ.ΕΝΑ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΟ ΦΧΑΡΙΣΤΩ ΟΧΙ ΓΙΑ ΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΑΛΛΑ ΓΙΑΤΙ ΕΣΥ ΜΕ ΕΚΑΝΕΣ ΝΑ ΒΓΑΛΩ ΠΡΟΣ ΤΑ ΕΞΩ ΠΡΑΜΑΤΑ ΠΟΥ ΓΡΑΦΩ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΡΑ ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΗΤΗΣ ΕΧΩ ΚΑΠΟΙΕΣ ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝ ΤΟ ΟΥΡΛΙΑΧΤΟ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΠΟΙΗΣΗ......Eκείνο που φοβάμαι πιο πολύ

    είναι μη γίνω "ποιητής".

    Μην κλειστώ στο δωμάτιο

    ν' αγναντεύω τη θάλασσα

    κι απολησμονήσω.

    Μην κλείσουν τα ράματα στις φλέβες μου

    κι απο θολές αναμνήσεις κι ειδήσεις της ΕΡΤ

    μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις.........kai meta me diwxane apo ti kataskinwsi giati imoun ataktos kai irthe i mama mou kai me pire ...kai meta ekei sta 13 piga kai sto prwto mou party kai irthe aftiaaaitan pio megali kai evale to podi tis mesa sta dika mou kai to vradi egw den mporousa na kimithw kai meta imouna sto praktiko giati o mpampas mou ithele na ginw mixanologos alla egw egina daskalos ....kai meta diavaza kai polla pragmata kai mou aresan poli kai eidika ta poiimata kai meta xwrisa me tin kopelia mou kai imouna xalia kai ekei sti limno xanadiavaza....kai metamou arese kai o raix kai akouga kai poli mousiki kai itan wrea ...kai meta ekana kai paidi .egina antras kai mou elegan mpavo kai pira kai diplwma...............................................varieme sinexizw argotera.................ΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΑΑΑ ΘΥΜΑΣΑΙ ΚΥΡΑ ΔΑΣΚΑΛΑΑΑΑΑΑΑΑ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. χαχα!!1και βέβαια το θυμάμαι!!!!είπα ότι θα δημοσιεύσω και πεζά σου γιατί και αυτά είναι σημαντικά!!!!να είσαι καλά Γιώργο καιο να γράφεις

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Γιώργο έχω μείνει άφωνος
    Όχι γιατί έχεις πανδρέψει τον λυρισμό με την επανάσταση,
    Αλλά από το νόημα αυτών που γραφείς. Και επίτρεψε μου να πω, έχοντας μια μικρή γνώση πάνω σε αυτά, ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΑΣΙΜΟΣ ΦΑΝΗΚΕ ΣΤΟ ΣΤΕΡΕΩΜΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ
    Πάνος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ΑΦΩΝΕ ΠΑΝΕ ΝΑΣΑΙ ΚΑΛΑ ΡΕ ΑΛΛΑ ΘΕΛΕΙ ΠΟΛΥ ΔΟΥΛΕΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙΣ ΑΣΗΜΟΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Εγω θα σου ζητησω να γινεις ποιητής...γιατι τετοιους ποιητες χρειαζομαστε....ΓΙΩΡΓΗ κατσε και γραψε...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Καθισμένος σ'ένα παγκ'ακι σε μια πλατεία της Κοκκινιάς ένα καλοκαιριάτικο μεσημέρι και βυθισμένος στο συλλογισμό μου,άρχισα να μονολογώ και να λέω 'Λάθος σου ήταν,γιε μου,να πιστεύεις ότι με το hobby δεν θα μπορέσεις να ζήσεις εσύ και η οικογένειά σου.'Σκυφτός και με δάκρυα στα μάτια προσπάθησα μ' ένα μαντήλι να μαζέψω τις σταγόνες που έτρεχαν. Ξαφνικά, άκουσα μια φωνή δίπλα μου να με ρωτά'Γιατί κλαίς, παππού?'Τον κοίταξα στα μάτια και του είπα' Τίποτα δεν συμβαίνει, παιδί μου.Να'σαι καλά.'

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Ζητώ συγνώμη για το λάθος μου,"Τη λέξη " ΔΕΝ",διέγραψέ την.

    ΑπάντησηΔιαγραφή