Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2020

Σιμόν ντε Μπωβουάρ (9 Ιανουαρίου 1908 – 14 Απριλίου 1986)

Η Σιμόν ντε Μπoβουάρ (απαντάται και Μπωβουάρ, γαλλικά: Simone de Beauvoir, 9 Ιανουαρίου 1908 – 14 Απριλίου 1986) ήταν Γαλλίδα συγγραφέας, φιλόσοφος, διανοούμενη, ακτιβίστρια και φεμινίστρια. Υπήρξε σύντροφος του διάσημου υπαρξιστή φιλοσόφου Ζαν-Πωλ Σαρτρ.

Το γνωστότερο έργο της υπήρξε «Το δεύτερο φύλο», μια φεμινιστική ανάλυση της γυναικείας ύπαρξης και της καταπίεσης των γυναικών.

Γεννημένη ως Simone Lucie-Ernestine-Marie-Bertrand de Beauvoir στις 9 Ιανουαρίου του 1908 στο Παρίσι της Γαλλίας, σπούδασε στο πανεπιστήμιο École Normale Supérieure όπου και συνάντησε το 1921 τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ. Το 1981 συνέγραψε το «La Cérémonie Des Adieux» (Η Τελετή του Αποχαιρετισμού), μια οδυνηρή εξιστόρηση των τελευταίων χρόνων του Σαρτρ.

Μαζί με τον σύντροφό της Ζαν-Πωλ Σαρτρ συντάχτηκε με το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας, αλλά αποχώρησαν αμφότεροι έπειτα από την Σοβιετική επέμβαση στην Ουγγαρία , το 1956 και μετέπειτα στράφηκαν προς τον Μαοϊσμό.

Η Μποβουάρ θεωρήθηκε η μητέρα του (μετά το 1968) φεμινισμού, με φιλοσοφικά γραπτά που συνδέθηκαν, αν και ήταν ανεξάρτητα, με τον Σαρτριανό υπαρξισμό.

Πέθανε από πνευμονία στις 14 Απριλίου του 1986 και τάφηκε πλάι στον Σαρτρ στο Κοιμητήριο του Μονπαρνάς του Παρισιού.

«Το δεύτερο φύλο»

Η Σιμόν ντε Μποβουάρ επιχειρηματολογεί μέσω ενός υπαρξιστικού φεμινισμού στο «Δεύτερο φύλο» . Ως υπαρξίστρια η Μπoβουάρ αποδέχεται την αρχή πως η ύπαρξη προηγείται της ουσίας. Επομένως δεν γεννιέται κανείς γυναίκα, αλλά γίνεται. Η ανάλυσή της εστιάζει στην ιδέα του Άλλου. Η κατασκευή της γυναίκας ως το τυπικό παράδειγμα Άλλου είναι για την Μποβουάρ το θεμέλιο της καταπίεσης των γυναικών.

Η Μποβουάρ υποστηρίζει πως δια μέσου της ιστορίας οι γυναίκες έχουν θεωρηθεί ως η παρέκκλιση, η ανωμαλία. Ακόμη και η πρώιμη φεμινίστρια Μαίρη Γουόλστονκραφτ θεωρεί τους άντρες ως το ιδανικό στο οποίο θα έπρεπε να ανέλθουν οι γυναίκες. Η Μπoβουάρ λέει πως αυτή η στάση έχει κρατήσει πίσω τις γυναίκες διατηρώντας την αντίληψη πως οι γυναίκες είναι η παρέκκλιση από το κανονικό, ότι είναι παρείσακτες που προσπαθούν να εξομοιωθούν με την “κανονικότητα”. Λέει επίσης πως αν ο φεμινισμός θέλει να προχωρήσει, πρέπει να καταρρίψει την υπόθεση αυτή.

(Δείτε Le Deuxième Sexe, 'The Second Sex' της Simone de Beauvoir, σε αγγλική μετάφραση)

Άλλα έργα

Το 1943 η Μποβουάρ εξέδωσε το L'Invitée, ένα μυθοπλαστικό χρονικό της σχέσης που ανέπτυξε με μία από τις φοιτήτριές της, την Olga Kosakiewicz, ενώ δίδασκε στη Ρουέν κατά τη διάρκεια των αρχών της δεκαετίας του ’30. Το μυθιστόρημα διερευνεί και την πολύπλοκη σχέση μεταξύ της Μποβουάρ και του Σαρτρ, καθώς και πώς επηρεάστηκε η σχέση τους με την συμπερίληψη της Kosakiewicz.

Στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η ντε Μποβουάρ συνεργάστηκε με τον Σαρτρ στην έκδοση του Les Temps Modernes, μια πολιτική εφημερίδα. Πέρα από την εκδοτική της δραστηριότητα, η Μπωβουάρ χρησιμοποίησε την εφημερίδα ως πλατφόρμα για να παρουσιάσει διάφορες δουλειές και παρέμεινε εκδότρια ως τον θάνατό της.

Αν και το Pour Une Morale de L'ambiguïté (1947) έλαβε λίγη προσοχή είναι ίσως το μοναδικό καλύτερο σημείο εισαγωγής στον Γαλλικό υπαρξισμό. Η απλότητα του έργου είναι αριστούργημα από μόνη της, αφού η ντε Μποβουάρ μειώνει την τραχύτητα που πολλοί συνδέουν με την ανάγνωση του υπεραναλυτικού Το είναι και το μηδέν του Σαρτρ, σε λίγες σελίδες συγκριτικά ελαφρού διαβάσματος.

Θα πρέπει να τονιστεί πως η ντε Μποβουάρ ήταν αρκετά ευέλικτη ως συγγραφέας. Ήταν εξίσου ικανή ως φιλόσοφος, μυθιστοριογράφος, πολιτική θεωρητικός, δοκιμιογράφος, καθώς και ως βιογράφος. Μετά το θάνατό της, η ντε Μποβουάρ έγινε αποδέκτης εξαιρετικού θαυμασμού και επαίνων, όχι μόνο εξαιτίας της αυξανόμενης αποδοχής του φεμινισμού στον ακαδημαϊκό χώρο, αλλά και λόγω της αυξανόμενης κατανόησης της επιρροής που είχε στο αριστούργημα του Σαρτρ Το Είναι και Το Τίποτα. Χωρίς αμφιβολία είναι μία από τους μεγαλύτερους Γάλλους στοχαστές σε ολόκληρη την ιστορία.

Άλλες σημαντικές εργασίες: Les Mandarins (1954), Memoires d'une jeune fille rangée ( 1958).



Εργογραφία

L'Invitée (Η καλεσμένη, 1943)
Le sang des autres (Το αίμα των άλλων, 1945)
Tous les hommes sont mortels (Όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί, 1946)—μτφ.Μαργ.Λώμη, "ΓΛΑΡΟΣ"
Les Mandarins (βραβείο Goncourt) (Οι Μανδαρίνοι, 1954)—μτφ. Ζωρζ Σαρή, "ΓΛΑΡΟΣ"
Les belles images (Οι ωραίες εικόνες, 1966)
La femme rompue (Η κουρασμένη γυναίκα, 1968)
Pyrrhus et Cinéas (Πύρρος και Κινέας, 1944)
Pour une morale de l'ambiguïté (Για μια ηθική της αμφισβήτησης, 1947)
L'Existentialisme et la Sagesse des nations (Ο υπαρξισμός και η σοφία των εθνών, 1948)
Le Deuxième Sexe (Το δεύτερο φύλο, 1949)
Privilèges (Προνόμια, 1955)
La Longue Marche (Η Μεγάλη Πορεία, 1957)
L'Amérique au jour le jour (Η Αμερική από μέρα σε μέρα, 1948)
Mémoires d'une jeune fille rangée (Αναμνήσεις μιας καθώς πρέπει κόρης, 1958)—μτφ. Λ.Πολενάκης, "ΓΛΑΡΟΣ"
La Force de l'âge (Η δύναμη της ηλικίας, 1960)
La Force des choses (Η δύναμη των πραγμάτων, 1963)
Une Mort très douce (Ένας πολύ γλυκός θάνατος, 1964)
La Vieillesse (Τα γηρατειά, 1970)
Tout compte fait (Συνολικά, 1972)
La Cérémonie des adieux (Η τελετή του αποχαιρετισμού, 1981)


Το δεύτερο φύλο 

Το «Δεύτερο Φύλο» κυκλοφόρησε το 1949 και αποτέλεσε το απόλυτο έργο αναφοράς του φεμινιστικού κινήματος. Τα 50.000 αντίτυπα της πρώτης έκδοσης εξαντλήθηκαν μέσα σε μια βδομάδα, ενώ το Βατικανό περιέλαβε το βιβλίο στη «μαύρη λίστα» του. Εξήντα χρόνια μετά, ενώ η φεμινιστική ουτοπία ξεφτάει καθώς σεξιστικές αντιλήψεις και πρακτικές επανέρχονται σε πολλά σημεία του πλανήτη, το «Δεύτερο Φύλο» αξίζει να ξαναδιαβαστεί ως ορόσημο της ιστορίας του γυναικείου κινήματος. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) 

Αποσπάσματα

Δίσταζα πολύ καιρό να γράψω ένα βιβλίο για τη γυναίκα. Το θέμα ενοχλεί, ιδίως τις γυναίκες, και δεν είναι καινούργιο. Η φεμινιστική διαμάχη έγινε αιτία να χυθεί πολύ μελάνι, αλλά τώρα έχει σχεδόν τελειώσει, ας μην τη συζητάμε πια. Ωστόσο συζητιέται ακόμα. Και οι τεράστιες βλακείες που ειπώθηκαν τον τελευταίο αιώνα φαίνεται ότι δεν έλυσαν το πρόβλημα.
Άλλωστε, υπάρχει πρόβλημα; Και ποιο είναι αυτό; Υπάρχουν ακόμη γυναίκες; Βέβαια η θεωρία του αιώνιου θηλυκού διατηρεί τους οπαδούς της, οι οποίοι ψιθυρίζουν «Ακόμα και στη Ρωσία, οι γυναίκες παραμένουν γυναίκες», αλλά κάποιοι άλλοι, καλά πληροφορημένοι –οι ίδιοι πολλές φορές–, αναστενάζουν: «Η γυναίκα χάνεται, η γυναίκα χάθηκε». Δεν ξέρουμε πια αν υπάρχουν ακόμα γυναίκες, αν πάντοτε θα υπάρχουν, αν πρέπει ή όχι να ευχόμαστε κάτι τέτοιο, ποια είναι η θέση τους στον κόσμο, ποια θέση θα έπρεπε να έχουν. «Πού είναι οι γυναίκες;» έθετε πρόσφατα το ερώτημα κάποιο περιοδικό. Κατ’ αρχάς, τι σημαίνει γυναίκα;
«Tota mulier in utero: είναι μια μήτρα» λέει κάποιος. Οι γνώστες όμως, μιλώντας για ορισμένες, δηλώνουν: «Δεν είναι γυναίκες», κι ας έχουν μήτρα όπως οι άλλες. Όλοι παραδέχονται ότι το ανθρώπινο είδος περιλαμβάνει θηλυκά· σήμερα, όπως και παλιότερα, τα θηλυκά αποτελούν το ήμισυ της ανθρωπότητας, και παρ’ όλα αυτά μας λένε ότι «η θηλυκότητα κινδυνεύει», μας παροτρύνουν «Να είστε γυναίκες, να παραμείνετε γυναίκες, να γίνετε γυναίκες». Επομένως, το κάθε θηλυκού γένους ανθρώπινο πλάσμα δεν είναι απαραίτητα γυναίκα. Για να είναι, πρέπει να αποτελεί κομμάτι αυτής της μυστηριώδους και απειλούμενης πραγματικότητας, δηλαδή της θηλυκότητας. Να είναι, άραγε, η θηλυκότητα
κάτι που εκκρίνεται από τις ωοθήκες; Ή ένα ον που βρίσκεται καθηλωμένο στο βάθος κάποιου πλατωνικού ουρανού; Αρκεί ένα μεσοφόρι με φραμπαλάδες για να την κατεβάσει στη γη;
(...)Η γυναίκα είναι πέρα από κάθε αμφιβολία ανθρώπινο πλάσμα όπως και ο άντρας. Αλλά μια τέτοια δήλωση θεωρείται εντελώς αφηρημένη. Είναι γεγονός ότι κάθε συγκεκριμένο ανθρώπινο πλάσμα έχει πάντα τη δική του ξεχωριστή θέση. Σήμερα η άρνηση της έννοιας του αιώνιου θηλυκού, της νέγρικης ψυχής και της εβραϊκής ιδιοσυγκρασίας δεν σημαίνει ότι δεν δεχόμαστε την ύπαρξη των Εβραίων, των Νέγρων, των γυναικών· η άρνηση αυτή δεν αντιπροσωπεύει άμεσα για τους ενδιαφερομένους απελευθέρωση, αλλά ψεύτικη υπεκφυγή. Είναι σαφές ότι καμιά γυναίκα δεν μπορεί καλόπιστα να ισχυριστεί ότι τοποθετείται υπεράνω του φύλου της.
(...) Αν το γεγονός ότι λειτουργεί ως θηλυκό δεν αρκεί για να καθορίσει τη γυναίκα, αν επίσης απορρίπτουμε την ερμηνεία του «αιώνιου θηλυκού» και αν παρ’ όλα αυτά δεχόμαστε, έστω και προσωρινά, την ύπαρξη γυναικών στη Γη, τότε δεν έχουμε παρά να θέσουμε το ερώτημα:
Τι είναι η γυναίκα;
Τα ίδια τα δεδομένα και τα ερωτήματα του ζητήματος μου υπαγορεύουν αμέσως μια πρώτη απάντηση. Έχει σημασία ότι το ζήτημα το θέτω εγώ.
Ένας άντρας δεν θα σκεφτόταν να γράψει βιβλίο για την ξεχωριστή θέση που κατέχουν οι αρσενικοί στην ανθρωπότητα. Αν θέλω να αυτοπροσδιοριστώ, είμαι κατ’ αρχάς υποχρεωμένη να δηλώσω: «Είμαι γυναίκα». Αυτή η αλήθεια συνιστά τη βάση στην οποία πρέπει να στηριχτούν όλοι οι άλλοι ισχυρισμοί. Ο άντρας δεν συμπεριφέρεται ποτέ ως άτομο ενός ορισμένου φύλου, εννοείται ότι είναι άντρας. Οι όροι αρσενικό και θηλυκό δεν εμφανίζονται ως συμμετρικοί, παρά μόνο τυπικά, στα μητρώα των δήμων και τη δήλωση της ταυτότητας. Η σχέση των δύο φύλων δεν είναι σχέση δύο ηλεκτρισμών, δύο πόλων. Ο άντρας αντιπροσωπεύει συγχρόνως το θετικό και το ουδέτερο, σε σημείο που η λέξη «homme» χρησιμοποιείται στη γαλλική γλώσσα τόσο με την έννοια του «άντρα» όσο και του «ανθρώπου», εφόσον η ιδιαίτερη σημασία της λέξης «vir» έχει αφομοιωθεί από τη γενικότερη σημασία της λέξης «homo». Η γυναίκα εμφανίζεται ως το αρνητικό, με αποτέλεσμα κάθε καθορισμός να της αποδίδεται ως περιορισμός, χωρίς ίχνος αμοιβαιότητας. Μερικές φορές σε διάφορες θεωρητικές συζητήσεις, έχω ενοχληθεί ακούγοντας τους άντρες να μου λένε «Αυτό το πιστεύετε επειδή είστε γυναίκα», ήξερα όμως ότι ο μόνος τρόπος για να αμυνθώ ήταν να απαντήσω «Το πιστεύω επειδή είναι αλήθεια», βάζοντας έτσι στην άκρη την υποκειμενικότητά μου.
Ήταν αδιανόητο να ανταπαντήσω «Και εσείς πιστεύετε το αντίθετο επειδή είστε άντρας», γιατί εννοείται ότι να είσαι άντρας δεν αποτελεί μοναδικότητα. Ο άντρας, όντας τέτοιος, βρίσκεται εν δικαίω, αυτή που βρίσκεται εν αδίκω είναι η γυναίκα. Στην πράξη, όπως ακριβώς για τους αρχαίους υπήρχε η απόλυτη κατακόρυφος σε σχέση με την οποία καθοριζόταν η πλάγια γραμμή, έτσι υπάρχει και ένας απόλυτος ανθρώπινος τύπος που είναι ο αντρικός.

Η γυναίκα έχει ωοθήκες και μια μήτρα, αυτές είναι οι μοναδικές ιδιότητες που τη φυλακίζουν στην υποκειμενικότητά της. Λέγεται, και μάλιστα με μεγάλη ευκολία, ότι η γυναίκα σκέφτεται με τους αδένες της. Ο άντρας ξεχνάει εντελώς ότι και η δική του ανατομία περιλαμβάνει αδένες, όπως οι όρχεις, που επίσης εκκρίνουν ορμόνες.
(...) Το δράμα της γυναίκας είναι αυτή η σύγκρουση μεταξύ της θεμελιώδους διεκδίκησης κάθε υποκειμένου που συμπεριφέρεται πάντα ως ουσιώδες και των αξιώσεων μιας κατάστασης που το καθιστά επουσιώδες.
Πώς μπορεί να ολοκληρωθεί ένα ανθρώπινο ον όταν είναι γυναίκα; Ποιοι δρόμοι ανοίγονται μπροστά της; Και ποιοι καταλήγουν σε αδιέξοδο; Πώς να ξαναβρεί την ανεξαρτησία στα σπλάχνα της εξάρτησης; Ποιες συνθήκες περιορίζουν την ελευθερία της γυναίκας, και είναι ικανή να τις ξεπεράσει;
Αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα που θα θέλαμε να διαφωτίσουμε.

Αυτό
σημαίνει ότι, εφόσον ενδιαφερόμαστε για τις πιθανότητες του ατόμου, δεν θα τις καθορίσουμε με όρους ευτυχίας, αλλά ελευθερίας. Είναι προφανές ότι το πρόβλημα αυτό δεν θα είχε κανένα νόημα αν πιστεύαμε ότι το πεπρωμένο της γυναίκας καθορίζεται από βιολογικούς, ψυχολογικούς και οικονομικούς παράγοντες. Ως εκ τούτου θα ξεκινήσουμε συζητώντας τις απόψεις που διατύπωσαν για τη γυναίκα η βιολογία, η ψυχανάλυση, ο ιστορικός υλισμός. Στη συνέχεια, θα προσπαθήσουμε να δείξουμε με σαφήνεια πώς διαμορφώθηκε η «γυναικεία πραγματικότητα», γιατί η γυναίκα καθορίστηκε ως Άλλο, και ποιες ήταν οι επιπτώσεις αυτού του καθορισμού από τη σκοπιά των αντρών. Κατόπιν, θα περιγράψουμε από τη γυναικεία σκοπιά τον κόσμο όπως ακριβώς προτείνεται στις γυναίκες. Έτσι θα μπορέσουμε να καταλάβουμε με ποιες δυσκολίες έρχονται αντιμέτωπες τη στιγμή που, προσπαθώντας να ξεφύγουν από τη σφαίρα που τους έχει έως τώρα παραχωρηθεί, διεκδικούν την πλήρη συμμετοχή τους στην ανθρώπινη αδελφότητα.
"Και στα δυο φύλα παίζεται το ίδιο δράμα της σάρκας και του πνεύματος. Και τα δυο τα ροκανίζει ο χρόνος, τα παραμονεύει ο θάνατος, έχουν ουσιαστική ανάγκη το ένα από το άλλο. Αν ξέρουν να την γευτούν δεν θα ένοιωθαν τον πειρασμό να διεκδικήσουν ύπουλα προνόμια. Και θα μπορούσε να γεννηθεί ανάμεσά τους η αδελφοσύνη..."
[...]
Είναι ενοχλητικό όταν κατά τη διάρκεια μίας αόριστης συζήτησης ακούμε έναν άντρα να λέει: «σκέφτεσαι έτσι επειδή είσαι γυναίκα». Γνωρίζω ότι η μόνη μου άμυνα είναι να απαντώ: «σκέφτομαι έτσι επειδή αυτή είναι η αλήθεια». Με αυτή την απάντηση μειώνω την υποκειμενικότητα της άποψής μου, που θεωρείται δεδομένη λόγω του φύλου μου. Δεν θα είχε νόημα κι εγώ να απαντήσω «κι εσύ σκέφτεσαι έτσι όπως σκέφτεσαι, επειδή είσαι άντρας», διότι αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι το να είσαι άντρας δεν αποτελεί κάτι ιδιαίτερο».

Το δεύτερο φύλο κυκλοφορεί σε
μετάφραση: Τζένη Κωνσταντίνου
Μεταίχμιο, 2009
Μετάφραση: Κυριάκος Σιμόπουλος
Γλάρος, 1979





Τα φημισμένα αποφθέγματα της Σιμόν ντε Μποβουάρ

❀ Μία γυναίκα νιώθει πως γέρασε, από τη στιγμή που οι άλλοι παύουν να την κακολογούν.

❀ Το να κερδίσεις έναν άντρα είναι τέχνη. Το να τον κρατήσεις είναι επάγγελμα.

❀ Κάποιες μέρες ο Θεός μοιάζει τόσο μακρινός, που μοιάζει απών.

❀  Δεν γεννιέσαι γυναίκα. Γίνεσαι.

❀ Είναι τα γηρατειά μάλλον παρά ο θάνατος που είναι το αντίθετο της ζωής.

❀ Τα γεράματα είναι η παρωδία της ζωής, ενώ ο θάνατος μετατρέπει τη ζωή σε πεπρωμένο.

❀ Αν θέλει να ξεχάσει κανείς μπορεί, πρέπει όμως, να θέλει.

❀ Τους αρέσει να σκοτώνουν το χρόνο τους περιμένοντας το χρόνο να τους σκοτώσει.

❀ Το παρόν δεν είναι ένα εν δυνάμει παρελθόν. Είναι η στιγμή της επιλογής και της δράσης.

❀ Η ομορφιά έχει να πει ακόμα πιο λίγα και από την ευτυχία.

❀ Η μοιρολατρία θριαμβεύει επάνω σ’ αυτούς που πιστεύουν σ’ αυτήν.

❀ Άλλαξε τη ζωή σου σήμερα. Μη στοιχηματίζεις στο μέλλον, ενέργησε τώρα χωρίς καθυστέρηση.





Σιμόν ντε Μπωβουάρ, η ζωή και η σχέση της με τον Ζαν Πωλ Σαρτρ

Η Σιμόν ντε Μπωβουάρ ήταν Γαλλίδα συγγραφέας, φιλόσοφος, φεμινίστρια, στρατευμένη καλλιτέχνιδα. Μία γυναίκα υπέρμαχος της ελευθερίας του πνεύματος και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, σε όποια έκφανση της έννοιας “ελευθερία”. Γεννημένη στο Παρίσι, μεγάλωσε σε μια καθολική, συντηρητική, αστική οικογένεια με αριστοκρατικές ρίζες. Σε νεαρή ηλικία βίωσε μια υπαρξιακή κρίση που την έσπρωξε να μην ξαναπάει σε εκκλησία και να δηλώσει άθεη, ενώ συγχρόνως ξεκίνησε να έχει φιλοσοφικούς προβληματισμούς. Έλαβε τη βασική μόρφωση σε ιδιωτικά σχολεία και μετά σπούδασε φιλοσοφία στη Σορβόνη, όπου αρίστευσε. Εκεί συνάντησε τον συμφοιτητή της Ζαν Πωλ Σαρτρ, με τον οποίο θα είναι ζευγάρι σε όλη τους την ζωή, με μια ανεξάρτητη ελεύθερη σχέση, ζώντας σε διαφορετικά σπίτια κι έχοντας ερωτικές σχέσεις με πολλά άλλα άτομα. Το 1931 ο Πωλ θα της ζητήσει να παντρευτούν για πρακτικούς λόγους μα εκείνη θα αρνηθεί απαντώντας: “Ο γάμος είναι περιορισμός, αστικοποίηση, αλλά και θεσμοθετημένη παρέμβαση του κράτους στην ιδιωτική ζωή των πολιτών”.

Τελειώνοντας τις σπουδές της περνά τις εξετάσεις και διορίζεται καθηγήτρια φιλοσοφίας στην μέση εκπαίδευση, έμεινε σε αυτή την θέση μέχρι το 1943 όταν την έδιωξε το ναζιστικό κατοχικό καθεστώς επειδή υποστήριξε τη σχέση μια μαθήτριάς της με έναν Ισπανό εβραίο. Την υπόλοιπη ζωή της έζησε από το γράψιμο. Κατά τη διάρκεια της κατοχής βρίσκεται σε επαφή με τον Καμύ, τον Ζενέ, τον Πικάσο, συχνάζει στο θρυλικό παρισινό καφέ Les Deux Magots, όπου οι πολιτικές και φιλοσοφικές συζητήσεις έχουν μείνει στην ιστορία, παίρνει μέρος στην οργάνωση “Σοσιαλισμός και Ελευθερία” στα πλαίσια της Γαλλικής αντίστασης. Όταν ο πόλεμος τελειώνει, εκδίδει μαζί με τον Σαρτρ το πολιτικό περιοδικό “Μοντέρνοι καιροί” στις σελίδες του οποίου αντανακλάται με σκανδαλώδη για την εποχή τρόπο η ανατρεπτική της σκέψη. Οι συντηρητικοί κύκλοι της Γαλλίας την αποκαλούν πορνογράφο και νυμφομανή.

Είχε πολλούς εραστές στην ζωή της, άνδρες και γυναίκες, σε κάποιες περιπτώσεις βρισκόταν μαζί με τον Σαρτρ και κάποια γυναίκα, ο σημαντικότερος από τους εραστές της ήταν ο Αμερικάνος Νέλσον Όλγκρεν, ο συγγραφέας του μυθιστορήματος “Ο άνθρωπος με το χρυσό χέρι” τον οποίο γνώρισε στο πρώτο τους ταξίδι στην Αμερική, το 1947. Μαζί του γύρισε τον μισό κόσμο και φαίνεται πως την έκανε να νιώθει όπως κανένας άλλος, σύμφωνα με την επίσημη βιογραφία της. Ο Όλγκεν κουράστηκε να την μοιράζεται και το 1951 της ζήτησε να γίνει γυναίκα του απαιτώντας αποκλειστικότητα. “Χωρίς τον Σαρτρ δεν θα ήμουν η Σιμόν που αγαπάς” του απάντησε αρνούμενη την μονογαμία. Η σχέση τους συνεχίστηκε με διακυμάνσεις μέχρι το 1963, όταν εκείνος διέκοψε οργισμένος, μην αντέχοντας άλλο τόσο την προσκόλληση της στον Σαρτρ όσο και τις παράλληλες σχέσεις της. Μια από αυτές ήταν με τον κατά 17 έτη μικρότερό της Λάνζμαν που προσλήφθηκε στο περιοδικό “Μοντέρνοι καιροί” το 1952. Με αυτόν συγκατοίκησε για κοντά δύο χρόνια, μέχρι που ένιωσε να ασφυκτιά, “σαν να ήμουν παντρεμένη” είπε και τον εγκατέλειψε. Η ετεροθαλής αδερφή του Λάνζμαν, η Εβελίν ήταν καλλονή της εποχής και είχε σχέσεις με τον Σαρτρ, γι’ αυτήν η Σιμόν είχε γράψει: “Η Εβελίν είναι τόσο όμορφη, που όλοι σαστίζουν με την εξυπνάδα της”.

Στην δεκαετία του 50 η Σιμόν υποστήριξε τον αγώνα των Αλγερινών και των Βιετναμέζων που πολεμούσαν για την ανεξαρτησία τους από τη Γαλλία. Μαζί με τον Σαρτρ είχε ενταχθεί στο Κομμουνιστικό κόμμα αλλά απομακρύνθηκαν μετά την σοβιετική επέμβαση στην Ουγγαρία του 1956. Το 1960 βρεθήκανε στην Κούβα προσκεκλημένοι του Κάστρο, το 1962 μίλησε ανοιχτά κατά της κακοποίησης μια Αλγερινής από της γαλλικές δυνάμεις κατοχής ξεσηκώνοντας θύελλες αντιδράσεων κατηγορούμενη για αντιπατριωτισμό. Το 1967 ταξίδεψε στην εμπόλεμη Μέση Ανατολή ενώ το 1968 πήρε ενεργό ρόλο στο πλευρό των φοιτητών κατά την διάρκεια των κινητοποιήσεων του Μάη. Στην δεκαετία του 1970 διαδήλωσε για το δικαίωμα στην νόμιμη έκτρωση υπογράφοντας μαζί με άλλες 341 γυναίκες μια δήλωση ότι είχαν καταφύγει σε παράνομη έκτρωση, ενώ δεν σταματούσε να χρησιμοποιεί την δημοσιότητα της για να προωθεί τα δικαιώματα των γυναικών.

Στα μέσα του 1949 δημοσίευσε το “Δεύτερο Φύλο”, το πιο δημοφιλές και σημαντικό φεμινιστικό έργο του 20ου αιώνα. Το συγκεκριμένο έργο επισκιάζει συνήθως τα υπόλοιπα έργα της, ωστόσο και η υπόλοιπη λογοτεχνική της παραγωγή δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη.
“Γεννήθηκα στις 9 Ιανουαρίου του 1908 σ’ ένα δωμάτιο με λακαρισμένα άσπρα έπιπλα που έβλεπε στη λεωφόρο Ρασπάιγ. Ο πατέρας μου ήταν δικηγόρος, η μητέρα μου είχε βγει από το μοναστήρι των Πουλιών. Στις αντιλήψεις τους το μέλλον μου ήταν σαφώς προδιαγεγραμμένο. Στα 20 μου θα παντρευόμουν, θα περνούσα μια ζωή μητέρας και κυρίας του κόσμου.”
Απόσπασμα από το “Δεύτερο Φύλο”

Έγραψε φιλοσοφικά δοκίμια, θεατρικά έργα, μυθιστορήματα διαπνεόμενα από τις φιλοσοφικές αρχές του υπαρξισμού και μια σειρά θαυμάσιων αυτοβιογραφικών ημερολογίων που ανασυνθέτουν τόσο την ζωή της όσο και του Σαρτρ. Αυτά τα ημερολόγια τα έγραψε μετά που ο Ζαν Πωλ έπαθε εγκεφαλικό και άρχισε να τυφλώνεται. Η Σιμόν ξεκίνησε να του παίρνει μακρές συνεντεύξεις για να κρατήσει ζωντανή, όπως έλεγε, την υπέροχη σκέψη του. Για τον Σαρτρ είχε πει: “Ο μόνος τρόπος να με πληγώσει είναι να πεθάνει”. Πέθανε το 1980 κι η Σιμόν απομονώθηκε καταβεβλημένη στο σπίτι της έχοντας για μόνη συντροφιά την θετή της κόρη. Η θετή κόρη του Σάρτρ μαζί με κάποιες άλλες γυναίκες του κύκλου του, της επιτέθηκαν με μια επιστολή δημοσιευμένη στην “Liberation”, κατηγορώντας την ότι καπηλεύτηκε το θάνατο του, ότι από πολύ καιρό του φερόταν σαν να ήταν νεκρός, ότι τον είχε αποκόψει από τα αγαπημένα του πρόσωπα. Δεν απάντησε μόνο ύστερα από δυο χρόνια έδωσε στην δημοσιότητα τις επιστολές του Σαρτρ ως απόδειξη του πόσο πολύτιμη υπήρξε γι’ αυτόν και έγραψε το τελευταίο κείμενο της ζωής της, το “Αποχαιρετισμός στον Σαρτρ” ένα σπαρακτικό κείμενο ύμνος προς τον αιώνιο σύντροφο.

“Είναι τα γηρατειά μάλλον παρά ο θάνατος που είναι το αντίθετο της ζωής. Τα γεράματα είναι η παρωδία της ζωής, ενώ ο θάνατος μετατρέπει τη ζωή σε πεπρωμένο.”

Η Σιμόν ντε Μπωβουάρ πέθανε 6 χρόνια μετά τον αιώνιο αγαπημένο της Ζαν Πωλ Σαρτρ, στις 14 Απριλίου του 1986 από πνευμονία, και θάφτηκε δίπλα του. Στο χέρι της υπήρχε ένα δαχτυλίδι που της είχε χαρίσει ο Όλγκεν.














Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου