Βαθιά γαλάζια θάλασσα
το βλέμμα της το γλυκόφερτο,το εξομολογητικό,
φλογάτη κόκκινη ανατολή
τα χείλη της τα τρεμόφυλλα, τα διψασμένα,
πλατύς λιοπερίχυτος ουρανός
η σιωπή της η πολύηχη, η ικετευτική.
Πρωτόφαντες πεθυμιές κι ασπούδαστες αισθήσεις,
το αναρώτημα κρυφό κι η λύτρωση βιασύνη.
Ολόφωτες κεντημένες μέρες
συνάχτηκαν στα χέρια της και λάμπρυναν την ψυχή της,
απείθαρχες υστερόβουλες νύχτες
στασίασαν με αδημονία και πλάτυναν την αγκαλιά της,
ασταύρωτοι δρόμοι περιπλάνητοι
άνοιξαν πέρασμα και γωνιές να πορευτεί γητεύτρα.
Το μάτωμα της καρδιάς, ζωής φεγγαροσύνη,
σεριάνισμα στ’ απύθμενο της πληγής την ομορφάδα.
Σμίλευε, ζωγράφιζε ασπασμούς
στα πάθη του γλυκού καημού και την έλξη της σαγήνης,
λιτάνευε, ευδαιμόνευε αγγελομορφές
στο κατώφλι του ώριμου καιρού και της καλής της ώρας,
μακάριζε,πολυχρόνιζε ερχομούς
στη σκήτη των ονείρων και του έρωτα τη δοκιμασία.
Αφέθηκε αμύητη στην έκσταση και τη λατρεία
και περίσσεψαν οι χαρές στην πλησμονή και τη μαγεία.
Γιώργος Αλεξανδρής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου