Μέσα από την πνιχτή συννεφιά
ξεπρόβαλλε μιαν ακτίδα ήλιου
φωτίζοντας τον κήπο των ηρώων.
Εκεί βρέθηκα κι εγώ
μία Ανατολικιώτισσα
χωρίς πρόσκληση.
Παραξενεύτηκα
που ήμουν αόρατη μπρος στα παγωνιά!
Περιδιαβαίνοντας
ανάμεσα σε τόσες προτομές
δεν αναγνώριζα κανένα πρόσωπο
κανένα στοιχείο τους σκαλισμένο
δε μαρτυρούσε
ούτε το πώς ούτε το γιατί.
Ανώνυμα παιδιά χωρίς χαμόγελο
έστεκαν παγωμένα
γυναικεία πρόσωπα μελαγχολικά
ανδρικά συνοφρυωμένα μάτια.
Ο ήλιος χάιδευε
τις χλωμές ψυχές των αγαλμάτων
ενώ το βλέμμα μου
παγιδεύτηκε στο βουβό παράπονο.
Τα παγώνια με κύκλωσαν
κρώζοντας
κι ένα ψυχρό ρεύμα με ράπισε
φαινόμουν πια
ήρθε η ώρα να φύγω.
Πέταλα κροτάλιζαν στο πλακόστρωτο
άλογα χλιμιντρίζοντας πλησίαζαν.
Έρχονταν ο καβαλάρης...
Η μάχη θα ξεκινούσε...
Ευαγγελισμός και αφύπνιση
ένας κρίνος και μιαν υπόσχεση
ένα γεγονός και μιαν ελπίδα
μέσα από τον πόνο
η εξιλέωση και η ελευθερία...
Ένα πλήθος ποντικιών
άρχισε να τσιρίζει στην καρδιά μου...
Κι όπως απροσδόκητα
βρέθηκα στον κήπο
έτσι και χάθηκα.
Αν με ρωτήσετε τώρα
τι θυμάμαι
από αυτό το ζωντανό όνειρο
θα πω αυτό μόνο:
Ελεύθερους πολιορκημένους
ανώνυμους
χωρίς χαρακτηριστικά
με μια λευκή μάσκα
να καλύπτει τα ραμμένα χείλη
όχι όμως
και την αιμορραγούσα καρδιά...
Την ελευθερία να προβάλλει
ματωμένη
από την ανάσα του Θεού
και το αμόνι των ανθρώπων.
Στο καμίνι της καρδιάς μου
ακόμη καίει
η φωτιά της δόξας και της τιμής!
Τσαμάκη Βασιλική
tsamakivasiliki.blogspot.com
Μπράβο Βάσω, πολύ ωραίο!
ΑπάντησηΔιαγραφή