Πού πας, όταν κοιμάσαι; Δεν έχω ρωτήσει ποτέ κανέναν. Κι αναρωτιέμαι τώρα που βλέπω τον άγνωστο συνταξιδιώτη μου κοιμώμενο.
Νόμιζα πως μόνο οι αγαπημένοι μου είναι γλυκύτατα κοιμώμενοι. Φαίνεται έκανα λάθος, τώρα που το καλοσκέφτομαι. Ήρεμο πρόσωπο. Τα χρόνια ακυρωμένα. Όψη κι έκφραση μωρού.
Ποιοι είναι αυτοί που λένε για εφιάλτες; Εντάξει… Δε λέω… Κρίνω από μένα. Έλα όμως που εγώ δε βλέπω ούτε όνειρα! Δεν είμαι επομένως κι αξιόπιστος μάρτυς. Αφού δεν ξέρω πού πάω ούτε η ίδια. Μπορεί γι’ αυτό να μην αναρωτήθηκα και να μη ρώτησα, πού πάνε οι άλλοι, όταν κοιμούνται.
Ίσως να οφείλεται και στην έλλειψη αδιακρισίας, που με χαρακτηρίζει. Μήπως ρωτάω κανέναν πού πας, πού πήγες, πού είσαι; Σπανίως, και πάντα, για λόγους ευγενείας. Μην και δείξω αδιάφορη.
Ούτε τον άντρα μου; Κυρίως αυτόν. Γιατί; Είναι σίγουρο πως θα μου πει αλήθεια; Παρόλα αυτά, πού και πού τον ρωτάω, γιατί κινδυνεύω κι αυτός να με θεωρήσει αδιάφορη. Και το γιατί μου, όταν γυρίσει από την τσάρκα του, είναι γλυκό και χαριτωμένο. Αλλά και τι να λέει; Μήπως θα μ’ απαντήσει; Γι’ αυτό και τον ρωτάω έτσι άνετα.
Σύρε κι έλα είναι η ζωή.
Δεν είναι όμως κι άσχημα να σε περιμένει μια φωνή να σε ρωτήσει πού ήσουνα.
Εμένα τουλάχιστον μου ’χει στοιχίσει στις, πάντα μακρές, περιόδους μοναξιάς, που δεν είχα κανέναν να με ρωτήσει αυτό το απλό απλούστατο. Ήταν φορές που ήθελα οπωσδήποτε να πω, πού ήμουν, πού πήγα, τι έγινε ― καλό ή κακό.
Βέβαια, δεν είναι κι άσχημο να μην έχεις να δώσεις λογαριασμό σε κανέναν. Κι εγώ το ’χω απολαύσει και πολλούς ξέρω που το απολαμβάνουν.
Εκείνο όμως το καλωσόρισμα στα μάτια, στο λόγο, στην αγκαλιά, ποιος μπορεί να το αρνείται;
Έχω διαβάσει τόσα και τόσα για τα όνειρα. Ερμηνείες επί ερμηνειών. Ο Θεός να φυλάει, κάτι φορές.
Φυσικά κι έχω ψάξει σ’ ονειροκρίτη. Και σ’ όλη μου τη ζωή είχα φίλους ειδήμονες. Ευτυχώς! Αλλά ευτυχέστερα που μου είναι αχρείαστοι.
Άμα μου τύχει όμως να θέλω να μάθω τι ήταν αυτό που είδα, με ευλάβεια παρακολουθώ τις ερμηνείες τους. Μαθαίνω κιόλας περνώντας τα χρόνια. Χαίρομαι να ξέρω κι εγώ δυο πράματα, άμα με ρωτάνε πανικόβλητοι απ’ τ’ όνειρο της νύχτας φίλοι και συνάδελφοι, να ’χω κάτι να πω. Πρώτες βοήθειες δηλαδή. Με το μυαλό που κουβαλάω, κοιτάω πάντα να τα μπαλώσω τα ασυμβίβαστα που αντιλαμβάνομαι. Αντλώ ό,τι επιχείρημα επινοήσω για να πείσω τον κακοκοιμισμένο ότι το μέλλον θα ’ναι ευοίωνο. Άμα επιμένει, επιστρατεύω τους ειδικούς που ξέρω, κι ό,τι τον βρει, τον βρήκε. Γιατί εκείνοι βλέπουν όλα τα χρώματα, όπως είναι φυσικό άλλωστε. Όχι σαν εμένα που ξεχωρίζω μόνο το ροζ με λευκές ανταύγειες.
Πάντως το καλύτερο είναι τα όνειρα της Κυριακής. Διαπιστωμένο. Άμα δε βγουν μέχρι το μεσημέρι, γλίτωσες.
Εγώ που βαριοκοιμάμαι τις Κυριακές, έτσι και δω κανένα, μένω απαραιτήτως μέχρι το μεσημέρι στο κρεβάτι. Δεν το κουνάω από ’κει κι ούτε απαντάω στα τηλέφωνα.
Λέω, πού ξέρεις; Κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε. Δεν έχω λόγο να ρισκάρω, κι ας χάσω και το τυχερό. Έτσι κι αλλιώς δεν έχω εμπιστοσύνη στην ονειροκριτική μου δεινότητα.
Τίποτα δε χάνω έτσι. Και τελικά δε χάνω ούτε τον ύπνο μου. Είναι το μόνο πρόγραμμα που τηρώ ανυπερθέτως.
Για να πω την αλήθεια, προτιμώ να μην ξέρω πού πάω, όταν κοιμάμαι. Έτσι κι αλλιώς οι κατευθύνσεις που παίρνω στον ξύπνο μου, αρκετά βάσανα και κούραση έχουν. Άσε να περιφέρομαι αδέσποτη στα ονειροδρόμια. Δεν είναι κακό.
Κοίτα να δεις! Τώρα βρήκε να ’ρθει κι ο ελεγκτής! Θα τον ξυπνήσει τον άνθρωπο!
«Αφήστε τον!», εκλιπαρεί η διπλανή κυρία. Πριν λίγο εξηγούσε στην ομήγυρη πως όλη τη νύχτα δέκα λεπτά είχε κοιμηθεί μόνο. Και χαιρόταν τον κοιμώμενο. Πάλι καλά! Εμένα μ’ έχει κατηγορήσει πολλές φορές ο άντρας μου για αναισθησία. Δεν πάει να λέει. Μπορεί κι αυτός να αναρωτιέται ποιον ονειρεύομαι. Είναι και ζηλιάρης. Παίζει ρόλο κι αυτό.
Όχι! Δεν έχω διεστραμμένο μυαλό ούτε είμαι τόσο πονηρή. Ξέρω όμως από την κολλητή μου. Σε κάτι εξομολογήσεις ψυχής μου το έχει πει. Σ’ όλη της τη ζωή, ζηλεύει τα όνειρα του εκάστοτε συντρόφου της. Τα καθ’ ύπνον όνειρα.
Προτιμότερο βέβαια, από κάποιους που ζηλεύουν τα όνειρα που ’χεις για το μέλλον.
Τελικά, καλά λένε πως με τα ταξίδια αποκτάς γνώσεις κι εμπειρίες. Και τι δεν ανακάλυψα σήμερα! Μέχρι κι ότι ο ύπνος είναι κολλητικός Αποκοιμήθηκε κι η διπλανή κυρία.
Καλά έλεγε κι η μάνα μου, όταν νανούριζε την κόρη μου μωρό. Τη βούταγε με φόρα στην αγκαλιά της και την άρχιζε μια διαδρομή δέκα βημάτων πέρα-δώθε, διότι, κατά τη γνώμη της, το παιδί αποκοιμιόταν γρήγορα κι ευχάριστα σαν να ταξιδεύει.
Την είχε διδάξει κι αυτήν η εμπειρία που έχει απ’ τα ταξίδια της. Τα κάνει όλα κοιμωμένη. Της είναι αδύνατον ν’ αντισταθεί στη νύστα, που της επιβάλλεται δυναμικά ενώ επιδεικνύει σθεναροτάτην αντίστασιν, όταν είναι ξαπλαρωμένη στο άνετο κρεβάτι της. Δεν αφήνεται με τίποτα.
Κοιμάται και μπροστά στην τηλεόραση. Όπως και πολλοί άλλοι που ξέρω. Στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται να χάνουν τον ύπνο τους οι τηλεοπτικοί σκηνοθέτες και σεναριογράφοι. Ποιο όνειρο τολμά να ’ναι καλύτερο απ’ το δικό τους όραμα για την τέχνη. Και τη δημοσιογραφία.
Πολλά έγραψα. Ώρα να ρίξω έναν υπνάκο. Εξάλλου τι άλλο καλύτερο να κάνω υποχρεωμένη να μένω στη θέση μου μεταφερόμενη; Να φτάσω τουλάχιστον φρέσκια. Κι ας μην ξέρω πού θα πάω ως ωραία κοιμωμένη. Σε τι χρησιμεύει άλλωστε; Σημασία έχει που ξέρω ότι τώρα πάω Θεσσαλονίκη.
Το μόνο σίγουρο και κανονισμένο.
Και το εισιτήριο πληρωμένο.
Από τη συλλογή διηγημάτων της Σοφίας Δ. Νινιού «Απουσίες και Πορτραίτα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου